Τα μήλα είναι από το Καζακστάν
Christopher Robbins
Μολονότι δεν υπάρχει συμφωνία ανάμεσα στους κοινωνικούς επιστήμονες ως προς τον ορισμό του εγκλήματος μίσους (hate crime) το κίνητρο επιλογής του δράστη (προκατάληψη κατά ομάδας) συνεχίζει νάναι το κρίσιμο χαρακτηριστικό.
Δεν πρόκειται στην πραγματικότητα για «καθαρό μίσος» αλλά για αντιλήψεις, στάσεις, συμπεριφορές και πράξεις που αφορούν σε ορισμένη κοινωνική κατηγορία. Όπως όμως υπάρχουν ομάδες – στόχοι έτσι έχουν δημιουργηθεί και ομάδες – μισητής δράσης.
Τα εγκλήματα μίσους στρέφονται κατά ευάλωτων φυλετικών στόχων αλλά πίσω από τις επιθέσεις συχνά κρύβονται και πολιτικοί ή οικονομικοί στόχοι των οργανωμένων δραστών. Δεν ξεχνάμε βέβαια και τα εγκλήματα μίσους που εμπεριέχουν και το στοιχείο της αποστολής (Κου Κλουξ Κλαν).
Τα εγκλήματα μίσους προκαλούνται από εχθρότητα σε ειδική φυλή, εθνική μειονότητα, θρησκεία ή σεξουαλική προτίμηση. Η προκατάληψη ή η αρνητική πρόσληψη του άλλου ή της ομάδας του καταλήγουν συχνά σε φυλετικά εγκλήματα.
Από τη μία η πολιτική ταυτότητα του ανήκειν (σε φυλή, φύλο, θρησκεία) και από την άλλη οι διακρίσεις κατά των μειονοτήτων δημιουργούν πολλές φορές συνθήκες έντασης που – σε συνδυασμό με την τρομοκρατία και τον φονταμενταλισμό – καταλήγουν σε επιδημία hate crimes (τα οποία αρχίζουν από τον ρατσιστικό λόγο και ολοκληρώνονται με τις γενοκτονίες).
Από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης «των κατώτερων όντων» μέχρι τα ghettos και τις περιοχές υψηλού κινδύνου η σχετική βία συνδέεται άρρηκτα με την πολιτική, τις εθνικές μειονότητες και τον επιθετικό ρατσισμό.
Ο δράστης αρνείται την ύπαρξη του θύματος και τη βλάβη, επικαλούμενος «ανώτερες αξίες». Από την άλλη μεριά το θύμα του hate crime νοιώθει διπλά τραυματισμένο διότι γνωρίζει ότι ο δράστης έχει ένα απρόσωπο κίνητρο που απευθύνεται βίαια σ’ αυτό για να στείλει όμως «μηνύματα» σε άλλους.
Το θύμα δεν είναι μόνο το συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά όλη η ομάδα γι’ αυτό και τα εγκλήματα προκατάληψης πρέπει να τιμωρούνται αυστηρότερα από τα αντίστοιχα απλά εγκλήματα.
Η ψυχολογία του όχλου ή το πνεύμα της κοινότητα με τα φυλετικά ή εθνοτικά γνωρίσματα και η πίεση για ομοιομορφία προκαλούν έναν ομαδικό ψυχισμό των πολλών ή των γηγενών ή των «καθαρών» που όχι μόνον καταστρέφουν την ανοικτή κοινωνία της ανεκτικότητας αλλά δημιουργούν και συλλογική συνείδηση μίσους και προκατάληψης.
Ο ρατσιστικός λόγος από την άλλη νομιμοποιεί τον αποκλεισμό κοινωνικών ομάδων από το πεδίο των δικαιωμάτων.Για να αντιμετωπίσουμε το γιατί πρέπει να συμφωνήσουμε εκ νέου – εν είδει νέου παγκόσμιου κοινωνικού/πολιτισμικού συμβολαίου – σε δύο βασικές αρχές: 1η) κάθε άνθρωπος αξίζει όσο κάθε άνθρωπος, 2η) σεβόμενοι τον άλλο, αφενός σεβόμαστε τον εαυτό μας κι αφετέρου προστατεύουμε το ανθρώπινο γένος από τον αυτοαφανισμό του.
Γράφει: Γιάννης Πανούσης
*Ο καθηγητής Εγκληματολογίας Γιάννης Πανούσης είναι βουλευτής της ΔΗΜΑΡ