Ο
υπουργός Οικονομικών της Βραζιλίας ήταν από τους πρώτους που έκαναν
λόγο για ένα νέο νομισματικό πόλεμο. Και η Άγκελα Μέρκελ πρόσφατα
παραδέχθηκε ότι ανησυχεί για τις διεθνείς εξελίξεις. Το ότι η κατάχρηση
νομισματικών εργαλείων δεν οδηγεί πάντα στο επιθυμητό αποτέλεσμα δείχνει
πρωτίστως το αμερικανικό παράδειγμα. Η οικονομική ανάκαμψη προχωρά με
αργούς ρυθμούς ενώ το ποσοστό ανεργίας παραμένει στα υψηλά επίπεδα του
8%.
«Δεν μπορώ να πω ότι δεν με ανησυχεί στην παρούσα
φάση η Ιαπωνία», δήλωσε από το Νταβός η γερμανίδα καγκελάριος,
αναφερόμενη στις εντατικές προσπάθειες της Ιαπωνίας να απαντήσει στον
αποπληθωρισμό με συνεχείς ενέσεις ρευστότητας. Η κοπή χρήματος εκ μέρους
της Τράπεζας της Ιαπωνίας οδηγεί σε υποτίμηση του γιεν, καθιστώντας
έτσι πιο ελκυστικές τις εξαγωγές της χώρας.
Η χαλαρή νομισματική
πολιτική όμως δεν είναι μόνον ιαπωνικό φαινόμενο. Την ίδια πολιτική
ακολουθεί και η αμερικανική FED, καλύπτοντάς την ωστόσο με τον μανδύα
της «ποσοτικής χαλάρωσης», όπως ονομάζεται το σχετικό πρόγραμμα της
Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ. Από τότε που ξέσπασε η κρίση, η FED έχει
μειώσει τα επιτόκια σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα ενώ έχει προχωρήσει σε
αγορές κρατικών ομολόγων αξίας τρισεκατομμυρίων.
Όπως σημειώνει ο
Άχιμ Βάμπαχ, επικεφαλής του Ινστιτούτου Οικονομικής Πολιτικής στο
πανεπιστήμιο της Κολωνίας: «Ελλοχεύει ο κίνδυνος να προσπαθήσουμε όλοι
να βγούμε από την κρίση με μια χαλαρή νομισματική πολιτική».
Επιπτώσεις και κίνδυνοι
Δεδομένου
ότι η υποτίμηση ενός νομίσματος οδηγεί συχνά σε ανατίμηση ενός άλλου, η
Βραζιλία ήταν εκείνη που έπρεπε να υποστεί τις συνέπειες της
αμερικανικής πολιτικής. Το εθνικό της νόμισμα έχει ενισχυθεί κατακόρυφα
τα δυο τελευταία χρόνια. Η νομισματική πολιτική της Ιαπωνίας από την
άλλη πλήττει πρωτίστως τη Νότια Κορέα. Αμφότερες εξάγουν κυρίως
τηλεοράσεις, κινητά και αυτοκίνητα στις διεθνείς αγορές. Οι
νοτιοκορεατικές επιχειρήσεις βιώνουν όμως ήδη τις συνέπειες στις
εξαγωγές των προϊόντων τους, δεδομένου ότι η αξία του γουόν έναντι του
γιεν έχει αυξηθεί κατά 1/3 μέσα σε μόλις έναν χρόνο.
Στο νέο αυτό
νομισματικό πόλεμο η Κίνα, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου,
είναι θύτης αλλά και θύμα. Επί χρόνια η People's Bank of China αγόραζε
μαζικά αμερικανικά ομόλογα για να αποτρέψει τον κίνδυνο ανατίμησης του
γουάν, δίνοντας έτσι ώθηση στις εξαγωγές. Εντούτοις σήμερα όσο η
αμερικανική FED συνεχίζει να κατακλύζει τις αγορές με δολάρια, το Πεκίνο
βλέπει να μειώνεται σημαντικά η αξία των συναλλαγματικών του
αποθεμάτων. Το όλο και ακριβότερο γουάν σε συνάρτηση με τη μειωμένη
κατανάλωση στις βιομηχανικές χώρες, πλήττουν σήμερα σε μεγάλο βαθμό τις
κινεζικές εξαγωγές.
Η πολιτική της ΕΚΤ
Στην Ευρώπη η ΕΚΤ
προχώρησε επίσης σε μείωση του βασικού της επιτοκίου σε ιστορικά χαμηλά
επίπεδα, σε σημαντικές ενέσεις ρευστότητας ενώ αγόρασε παράλληλα ομόλογα
υπερχρεωμένων χωρών. Παρά ταύτα, το ευρώ συνεχίζει την ανοδική του
πορεία. Όπως εξηγεί ο Μάρκο Βάγκνερ, αναλυτής της Commerzbank «Στις
κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να βλέπουμε πώς αντιμετωπίζει και η μια την
άλλη. Πόσο χρήμα κόβει η ΕΚΤ και πόσο η FED;». Με άλλα λόγια: η
αμερικανική FED ακολουθεί μια πολύ πιο επιθετική πολιτική από ό,τι η
ΕΚΤ. Επιπλέον η ΕΚΤ είναι πιο συγκρατημένη στις ενέσεις ρευστότητας για
να αποτρέψει τον κίνδυνο πληθωριστικών πιέσεων.
Το ισχυρό ευρώ
συνιστά όμως πρόβλημα κυρίως για τις υπερχρεωμένες χώρες της νότιας
Ευρώπης, καθώς τα προϊόντα τους γίνονται ακριβότερα και αυτό δυσχεράνει
τις εξαγωγές που τόσο επιτακτικά χρειάζονται για την οικονομική τους
ανάκαμψη. Γι΄ αυτό το λόγο, όπως σημειώνει ο Μάρκο Βάγκνερ «εμείς
πιστεύουμε ότι οι χώρες αυτές πρέπει οπωσδήποτε να προχωρήσουν σε
εσωτερική υποτίμηση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προχωρήσουν σε
διαρθρωτικές αλλαγές».
Μακροπρόθεσμα ενδεχομένως να αποδειχτεί
ότι η «συγκρατημένη» ευρωπαϊκή συνταγή είναι πιο ορθή ενώ δεν
αποκλείεται το ιαπωνικό πείραμα να οδηγήσει στην απόλυτη καταστροφή,
δεδομένου ότι το χρέος της Ιαπωνίας ανέρχεται ήδη στο 230 % του ΑΕΠ.
Από τον νομισματικό στον εμπορικό πόλεμο
Το
ότι η κατάχρηση νομισματικών εργαλείων δεν οδηγεί πάντα στο επιθυμητό
αποτέλεσμα δείχνει πρωτίστως το αμερικανικό παράδειγμα. Η οικονομική
ανάκαμψη προχωρά με αργούς ρυθμούς ενώ το ποσοστό ανεργίας παραμένει στα
υψηλά επίπεδα του 8%. Ο Άχιμ Βάμπαχ απευθύνει έκκληση να υπάρξει ένας
συντονισμός σε διεθνές επίπεδο καθώς «σε διαφορετική περίπτωση
οδηγούμαστε σε μια μάχη την οποία εντέλει δεν μπορεί να κερδίσει
κανένας».
Ενδεχομένως να υπάρξουν και πολλοί ηττημένοι. Αφενός
μια διαρκής επιθετική νομισματική πολιτική μπορεί να προετοιμάσει το
έδαφος για την επόμενη οικονομική κρίση. Αφετέρου πολλές χώρες απαντούν
ήδη με πολιτικές προστατευτισμού. Η Βραζιλία έχει προαναγγείλει
φοροαπαλλαγές για εγχώριες επιχειρήσεις και υψηλούς δασμούς για ορισμένα
εισαγόμενα προϊόντα, ενώ παρόμοια πρωτοβουλία ανακοίνωσε και η Νότια
Κορέα. Εντέλει, ο νομισματικός αυτός πόλεμος δεν αποκλείεται να οδηγήσει
και σε έναν εμπορικό πόλεμο.
DW