Το... διαβόητο, πλέον, χάσμα ανάμεσα στον φτωχό ευρωπαϊκό Νότο και τον
πλούσιο Βορρά, που απειλούσε να διαλύσει την Ευρώπη εξαιτίας της
οικονομικής κρίσης, φαίνεται ότι ξεθωριάζει μπροστά στο νέο «σχίσμα»
ανάμεσα στις δυτικές και ανατολικές χώρες της Γηραιάς Ηπείρου, με φόντο
τη μαζική ροή προσφύγων και την κατανομή τους.
Ηγετική μορφή του «κινήματος» κατά των ποσοστώσεων ήταν ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπάν, ο οποίος ανέγειρε φράχτες, μίλησε για «ηθικό ιμπεριαλισμό» της Γερμανίας, για «εξέγερση παράνομων μεταναστών» και κούνησε το δάχτυλο στην Ελλάδα, η οποία δεν καταφέρνει να σφραγίσει τα σύνορά της απέναντι στην «απειλή» των προσφύγων. Μάλιστα έφτασε στο σημείο να προτείνει να ανατεθεί η φύλαξη των ελληνικών συνόρων από «πρόθυμους» της ΕΕ. Στο πλευρό του Ορμπάν ήταν ο Σλοβάκος πρωθυπουργός Ρόμπερτ Φίκο, που αρχικά είπε ότι θα δεχτεί «μόνο Χριστιανούς πρόσφυγες» και στη συνέχεια αποφάσισε να κινηθεί δικαστικά εναντίον της απόφασης της ΕΕ για την κατανομή των προσφύγων.
Παρότι στη συνέχεια αναδιπλώθηκαν, τόσο η Ρουμανία όσο και η Πολωνία είχαν εκφράσει έντονες αντιρρήσεις για τις «επιταγές» των Βρυξελλών, ενώ και η Τσεχία έκανε λόγο για «απώλεια κάθε λογικής» μετά τη σχετική ψηφοφορία στην ΕΕ. Ανάλογη στάση έχουν τηρήσει και οι χώρες της Βαλτικής, οι οποίες έχουν αποδειχθεί επίσης απρόθυμες να δεχτούν όχι μόνο την πολιτική ασύλου της ΕΕ, αλλά και το σύστημα λήψης αποφάσεων κατά πλειοψηφία. Και όλα αυτά για μερικές εκατοντάδες ή χιλιάδες πρόσφυγες, που αναλογούν σε κάθε μία από τις χώρες αυτές: οι 9 χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης θα πάρουν συνολικά 15.000 πρόσφυγες, τη στιγμή που η Γερμανία και η Γαλλία μόνο θα αναλάβουν περισσότερους από τους διπλάσιους. Η Εσθονία, η χώρα της Βαλτικής με 1,3 εκατομμύρια κατοίκους, αποδέχτηκε απρόθυμα τους μόλις 200 πρόσφυγες που της αναλογούν και αμέσως ξέσπασαν βίαιες διαδηλώσεις και επιθέσεις εναντίον της μοναδικής εγκατάστασης προσφύγων στη χώρα.
Ιστορικοί λόγοι
Η απροθυμία των ανατολικών χωρών στο προσφυγικό ζήτημα είναι αποτέλεσμα των σημαντικών διαφορών με τις δυτικές από οικονομικής και κοινωνικής απόψεως και ταυτόχρονα οφείλεται σε ιστορικούς και πολιτικούς λόγους, που καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό τη στάση τους σε αρκετά σημαντικά θέματα. Η άνοδος ακραία συντηρητικών δυνάμεων στην εξουσία επίσης έχει επηρεάσει τις απόψεις τους για την εξωτερική και την ευρωπαϊκή πολιτική. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρόεδρος της Τσεχίας Μίλος Ζέμαν σε ανύποπτο χρόνο είχε δηλώσει ότι «το να αποκαλεί κάποιος κάποιον "μετριοπαθή μουσουλμάνο" είναι σαν να μιλάει και για "μετριοπαθείς ναζί". Το εθνικιστικό στοιχείο, εξάλλου, το οποίο εντάθηκε με την κρίση στην Ουκρανία, στις χώρες της συγκεκριμένης γειτονιάς, προσδιορίζει και αρκετές από τις επιλογές των κυβερνήσεων που θέλουν να παραμείνουν στην εξουσία, όπως ο Σλοβάκος Φίκο, που έχει μπροστά του εκλογές τον ερχόμενο Μάρτιο.
Το καυτό θέμα της Ουκρανίας, εξάλλου, ήταν ένα από τα απτά δείγματα που είχε η ΕΕ για τη διαφορετική στάση που μπορεί να κρατήσουν οι χώρες του Βίζεγκραντ και οι Βαλτικές, οι οποίες διατηρούν μια εντελώς ιδιόμορφη σχέση αγάπης - μίσους με τη Ρωσία. Οι τέσσερις χώρες του Βίζεγκραντ -Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία και Σλοβακία- είχαν δείξει τεράστιο ενδιαφέρον για τη διατήρηση της εθνικής κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας και αρχικά είχαν στηρίξει με θέρμη του εξεγερμένους του Μεϊντάν ενάντια στον πρόεδρο Γιανούκοβιτς.
Ιδιαίτερα η Πολωνία και η Τσεχία πίεζαν την ΕΕ για τον «εκδημοκρατισμό» της Ουκρανίας, θέλοντας να απομακρύνουν όσο ήταν δυνατόν από την περιοχή τους την κηδεμονία της Μόσχας. Η Σλοβακία και η Ουγγαρία ακολουθούσαν, αλλά με λιγότερο πάθος, καθότι είναι ιδιαίτερα εξαρτημένες οικονομικά και ενεργειακά από τη Ρωσία. Ο Ορμπάν, μάλιστα, υπέγραψε συμφωνία κατασκευής δύο πυρηνικών αντιδραστήρων με τη Μόσχα, ενώ ο Φίκο από την πλευρά του είχε ασκήσει έντονη κριτική στην ΕΕ για τη στάση της στο θέμα της Ουκρανίας. Οι ανατολικές χώρες, μαζί με τις βαλτικές, εξάλλου, ζητούσαν σχεδόν μετ’ επιτάσεως την παρέμβαση του ΝΑΤΟ για την προστασία τους από τη ρωσική «επιθετικότητα».
Οι συγκεκριμένες χώρες, άλλωστε, είχαν δώσει το δικό τους δείγμα γραφής και στην περίπτωση της Ελλάδας. Οταν η Αθήνα αναζητούσε συμμάχους για να χαλαρώσει την ασφυκτική λιτότητα και να κάμψει τις αντιρρήσεις του Βερολίνου, ασκούσαν πιέσεις με σκληρές δηλώσεις για να συνεχίσει η Ελλάδα τις σκληρές μεταρρυθμίσεις.
Το κεντρικό τους επιχείρημα είχε δύο πυλώνες: αφενός ότι το βιοτικό επίπεδο, οι μισθοί και οι συντάξεις ήταν πολύ χαμηλότερες και άρα δεν έβλεπαν τον λόγο γιατί θα έπρεπε να συντηρούν από το υστέρημά τους τους «υψηλόμισθους» Ελληνες. Αφετέρου, έχοντας περάσει την προσαρμογή στο σύστημα της ελεύθερης αγοράς μετά την πτώση του κομμουνισμού, είχαν και οι ίδιες καταπιεί το πικρό φάρμακο της ανεργίας και της ύφεσης και απαιτούσαν από την Ελλάδα να πράξει το ίδιο. Θυμίζουμε ότι η Εσθονία, η Λιθουανία, η Σλοβακία και η Σλοβενία ήταν οι χώρες που μαζί με τη Φινλανδία και τη Γερμανία είχαν ταχθεί υπέρ της πρότασης του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για μια προσωρινή έξοδο της χώρας μας από το ευρώ προ ολίγων μηνών.
Μαρία Αδαμίδου
madam@pegasus.gr