Υπάρχει και τρίτος θριαμβευτής; Είναι μήπως ο κύριος Μάαρτεν Βερβέι
(Maarten Verwey); Ενας Ολλανδός οικονομολόγος με 20μελή ομάδα και με
επιμελώς διακριτικό προφίλ, τόσο διακριτικό που να αφήνει ερωτήματα, ο
οποίος κατά την αγγλική εφημερίδα Guardian διαθέτει στη χώρα μας
εξουσίες «άνευ προηγουμένου», κρατά στα χέρια του τη στρόφιγγα που
ελέγχει τη ροή των όποιων χρημάτων μάς αφορούν και στην ουσία εκ του
αφανούς νομοθετεί και διοικεί και δικάζει αντί για τους ελληνικούς
θεσμούς;
Δεν γνωρίζω σε ποιο βαθμό η προσωποποίηση αυτή της υποτέλειας της χώρας μας είναι ορθή, αν και η προϋπηρεσία του «αόρατου ανθρώπου» στην Κύπρο δηλώνει κάποιες κεντρικές κατευθύνσεις. Ετσι κι αλλιώς πάντως, τα αποτελέσματα της πρόσφατης εκλογής ήταν ένας θρίαμβος για τα διευθυντήρια του Βερολίνου και των Βρυξελλών. Αν και όχι αυτός που περίμεναν, αν λάβουμε υπ’ όψιν και κάποιες μετεκλογικές αντιδράσεις.
Το κόμμα που λαμβάνει τα συγχαρητήρια των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, διότι νίκησε καθαρά στις εκλογές, είναι πια ένα κόμμα διαφορετικό από εκείνο το οποίο οι ίδιοι «φίλοι της Ελλάδας» λοιδορούσαν καταγγέλλοντάς το για ανευθυνότητα και αναξιοπιστία. Τώρα πια πορεύεται σε έναν δρόμο «ρεαλισμού», του οποίου την πικρή γεύση θα έχει ο ελληνικός λαός στους αμέσως επόμενους μήνες.
Αλλά οι ίδιοι αυτοί «φιλέλληνες» έχουν και έναν ακόμη λόγο να επιχαίρουν. Η Λαϊκή Ενότητα δεν κατόρθωσε να μπει στη Βουλή και αυτό ερμηνεύθηκε ως η απόδειξη ότι σε αυτό που εκείνοι αποκαλούν Ευρώπη δεν υπάρχει θέση για αποκλίσεις, εκτός αλλά και εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί κανείς να αποδεχτεί ως εύλογες μια σειρά από αιτιολογίες για την ήττα του σχήματος που αποσπάστηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ φιλοδοξώντας να εκφράσει ένα μέρος από το «όχι» του λαού στο δημοψήφισμα.
Αλλά σε κάθε περίπτωση φάνηκε ότι δεν μπόρεσε, ίσως και δεν πρόλαβε να διατυπώσει και να επικοινωνήσει έναν λόγο άμεσο και πειστικό που θα έφερνε όλους όσοι συμφωνούσαν κοντά του.
Τα δύσκολα βρίσκονται μπροστά. Στον οικονομικό πρώτα από όλα τομέα, που είναι αυτός που οι συνέπειές του γίνονται ευκολότερα και αμεσότερα αισθητές από τους περισσότερους ανθρώπους. Αλλά όχι μόνο: στην παιδεία, στην υγεία, στο εσωτερικό και στο γεωπολιτικό πεδίο, όπου οι εξελίξεις μοιάζουν, σύμφωνα με όλο και πιο πολλούς, με πρόβα τζενεράλε ενός Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου. Και στην οριστική καταλήστευση του υποθαλάσσιου ορυκτού και όποιου άλλου -περιλαμβανομένου και του πνευματικού- πλούτου της χώρας που απειλείται να ολοκληρωθεί στο άμεσο μέλλον.
Η ώρα, πιστεύω, δεν πρέπει να μας οδηγήσει στον αλληλοσπαραγμό, στην αλληλοφαγία, στην αυτοκατηγορία ή την μεμψιμοιρία ή ακόμα και στην καταγγελία που δεν περιλαμβάνει εναλλακτική πειστική πρόταση. Μέσα στη δυσκολία που δεν έρχεται, είναι ήδη εδώ, αυτό που χρειαζόμαστε είναι να σταθούμε στα πόδια μας και να αντιδράσουμε. Γνωρίζοντας ότι η χώρα μας έχει εκχωρήσει μεγάλο μέρος της εθνικής της κυριαρχίας, να τολμήσουμε την ελπίδα.
Δεν γνωρίζω σε ποιο βαθμό η προσωποποίηση αυτή της υποτέλειας της χώρας μας είναι ορθή, αν και η προϋπηρεσία του «αόρατου ανθρώπου» στην Κύπρο δηλώνει κάποιες κεντρικές κατευθύνσεις. Ετσι κι αλλιώς πάντως, τα αποτελέσματα της πρόσφατης εκλογής ήταν ένας θρίαμβος για τα διευθυντήρια του Βερολίνου και των Βρυξελλών. Αν και όχι αυτός που περίμεναν, αν λάβουμε υπ’ όψιν και κάποιες μετεκλογικές αντιδράσεις.
Το κόμμα που λαμβάνει τα συγχαρητήρια των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, διότι νίκησε καθαρά στις εκλογές, είναι πια ένα κόμμα διαφορετικό από εκείνο το οποίο οι ίδιοι «φίλοι της Ελλάδας» λοιδορούσαν καταγγέλλοντάς το για ανευθυνότητα και αναξιοπιστία. Τώρα πια πορεύεται σε έναν δρόμο «ρεαλισμού», του οποίου την πικρή γεύση θα έχει ο ελληνικός λαός στους αμέσως επόμενους μήνες.
Αλλά οι ίδιοι αυτοί «φιλέλληνες» έχουν και έναν ακόμη λόγο να επιχαίρουν. Η Λαϊκή Ενότητα δεν κατόρθωσε να μπει στη Βουλή και αυτό ερμηνεύθηκε ως η απόδειξη ότι σε αυτό που εκείνοι αποκαλούν Ευρώπη δεν υπάρχει θέση για αποκλίσεις, εκτός αλλά και εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί κανείς να αποδεχτεί ως εύλογες μια σειρά από αιτιολογίες για την ήττα του σχήματος που αποσπάστηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ φιλοδοξώντας να εκφράσει ένα μέρος από το «όχι» του λαού στο δημοψήφισμα.
Αλλά σε κάθε περίπτωση φάνηκε ότι δεν μπόρεσε, ίσως και δεν πρόλαβε να διατυπώσει και να επικοινωνήσει έναν λόγο άμεσο και πειστικό που θα έφερνε όλους όσοι συμφωνούσαν κοντά του.
Τα δύσκολα βρίσκονται μπροστά. Στον οικονομικό πρώτα από όλα τομέα, που είναι αυτός που οι συνέπειές του γίνονται ευκολότερα και αμεσότερα αισθητές από τους περισσότερους ανθρώπους. Αλλά όχι μόνο: στην παιδεία, στην υγεία, στο εσωτερικό και στο γεωπολιτικό πεδίο, όπου οι εξελίξεις μοιάζουν, σύμφωνα με όλο και πιο πολλούς, με πρόβα τζενεράλε ενός Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου. Και στην οριστική καταλήστευση του υποθαλάσσιου ορυκτού και όποιου άλλου -περιλαμβανομένου και του πνευματικού- πλούτου της χώρας που απειλείται να ολοκληρωθεί στο άμεσο μέλλον.
Η ώρα, πιστεύω, δεν πρέπει να μας οδηγήσει στον αλληλοσπαραγμό, στην αλληλοφαγία, στην αυτοκατηγορία ή την μεμψιμοιρία ή ακόμα και στην καταγγελία που δεν περιλαμβάνει εναλλακτική πειστική πρόταση. Μέσα στη δυσκολία που δεν έρχεται, είναι ήδη εδώ, αυτό που χρειαζόμαστε είναι να σταθούμε στα πόδια μας και να αντιδράσουμε. Γνωρίζοντας ότι η χώρα μας έχει εκχωρήσει μεγάλο μέρος της εθνικής της κυριαρχίας, να τολμήσουμε την ελπίδα.