Το εν λόγω ζήτημα βρίσκεται στο επίκεντρο άρθρου ανάλυσης του Χανς Ρούλε,
πρώην υψηλόβαθμου στελέχους του γερμανικού υπουργείου Άμυνας, το οποίο
είχε δημοσιευθεί παλαιότερα στη Welt am Sonntag και αναδημοσιεύεται, με
τροποποιήσεις, στο αμερικανικό περιοδικό θεμάτων εξωτερικής πολιτικής,
«The National Interest». Ο Ρούλε υπενθυμίζει ότι, όπως έχει γίνει
γνωστό, η γερμανική υπηρεσία πληροφοριών (BND) κατασκόπευε την Τουρκία,
λόγω «αυξανόμενων στοιχείων» ότι η Άγκυρα προσπαθεί να αποκτήσει
πυρηνικό οπλοστάσιο.
Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, οι συζητήσεις σχετικά με τις χώρες που έχουν πυρηνικές φιλοδοξίες επικεντρώνονται τους «συνήθεις υπόπτους»: το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, τη Βραζιλία, την Αίγυπτο, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την Τουρκία. Όπως αναφέρει ο Ρούλε, η πιθανότητα ενός τουρκικού προγράμματος πυρηνικών όπλων φαίνεται όλο και μεγαλύτερη: «Με απλά λόγια: η δυτική κοινότητα υπηρεσιών πληροφοριών τώρα σε μεγάλο βαθμό συμφωνεί στο ότι η Τουρκία δουλεύει τόσο πάνω σε πυρηνικά όπλα, όσο και σε μέσα χρήσης τους. Το μοντέλο που ακολουθείται είναι αυτό του Ιράν».
Σε αντίστοιχο δημοσίευμα του επίσης αμερικανικού περιοδικού θεμάτων εξωτερικής πολιτικής, «The American Interest», αναφέρεται πως η Τουρκία παραδοσιακά ανησυχεί για την ισχύ του Ιράν, και η πρόσφατη συμφωνία ενδεχομένως να οδηγήσει δυνάμεις στην περιοχή να επιδιώξουν ανεξάρτητα την απόκτηση πυρηνικών όπλων- επίσης αναφέρεται πως η Τουρκία διαθέτει ήδη αμερικανικά πυρηνικά όπλα (στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ), διαθέτει τα αεροσκάφη για τη χρήση τους, αλλά πλέον δεν διαθέτει πιστοποιημένους πιλότους για τέτοιες αποστολές. Επίσης, υπογραμμίζεται ότι η Τουρκία συνορεύει με χώρες οι οποίες κατά καιρούς έχουν σχετιστεί με προγράμματα όπλων μαζικής καταστροφής – Ιράκ , Συρία (χημικά όπλα και στις δύο περιπτώσεις, καθώς και συνεργασία της δεύτερης με τη Βόρεια Κορέα και αντιδραστήρα παραγωγής πλουτωνίου) και Ιράν, ενώ δεν θα έπρεπε να παραβλέπεται και ο παράγοντας Ισραήλ. Ωστόσο, τονίζεται πως η Τουρκία δεν έχει αλλάξει ιδιαιτέρως τη στάση της απέναντι το θέμα των πυρηνικών όπλων εδώ και πολλά χρόνια, τασσόμενη κατά της διάδοσής τους, καθώς και ότι εάν επιδιώξει κάτι τέτοιο, θα πρέπει πρώτα να «πετάξει έξω» τις ξένες εταιρείες που θα διαχειρίζονται τους σταθμούς. Γενικότερα, στο συγκεκριμένο δημοσίευμα («Is Turkey Going Nuclear?»), εκτιμάται ότι η Τουρκία θα συνεχίσει να βασίζεται στο ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ για την ασφάλειά της, ενώ παράλληλα δουλεύει πάνω στο δικό της πρόγραμμα, αποκλείοντας ένα ανεξάρτητο πρόγραμμα πυρηνικών όπλων.
Η άποψη του Ρούλε, ωστόσο, είναι ότι η Τουρκία, μέσω των συμφωνιών που έχει υπογράψει, έχει «ανοίξει την πόρτα» στην επιλογή των πυρηνικών όπλων, με την Άγκυρα να επιδιώκει να διατηρήσει την επιλογή λειτουργίας των πυρηνικών σταθμών με το δικό της χαμηλά εμπλουτισμένο ουράνιο και της επαναεπεξεργασίας των ράβδων καυσίμων- κάτι που σημαίνει ότι η Τουρκία επιθυμεί να εμπλουτίζει η ίδια ουράνιο, ακόμα και αν η ίδια το αρνείται.
«Τα κίνητρα της Τουρκίας για την απόρριψη της συνεχούς παροχής ουρανίου από τους Ρώσους και Γαλλο-Ιάπωνες συνεταίρους της μπορεί να φαίνονται περίεργα- η άρνησή της να επιστρέφει τις εξαντλημένες ράβδους καυσίμου στις χώρες που τις προμήθευσαν είναι ξεκάθαρα καταστροφική, καθώς οδηγεί σε ένα συμπέρασμα: Η Τουρκία σκοπεύει να παράξει πλουτώνιο για την κατασκευή όπλων» συμπεραίνει ο Ρούλε, απορρίπτοντας το αντεπιχείρημα ότι ο διαχωρισμός του «βρώμικου»πλουτωνίου θα απαιτούσε εξελιγμένες εγκαταστάσεις επανεπεξεργασίας που δεν υπάρχουν στην Τουρκία, καθώς η κατασκευή μιας τέτοιας εγκατάστασης θα ήταν δυνατή μέσα σε μισό χρόνο, και οι διαστάσεις θα ήταν αυτές ενός κτιρίου με γραφεία.
Επίσης, συμπληρώνεται, η θέση ότι η Τουρκία αποσκοπεί στην απόκτηση πυρηνικών όπλων υποστηρίζεται από τις δραστηριότητές της για τη δημιουργία ενός πλήρους «κύκλου» πυρηνικού καυσίμου. «Όπως αποκαλύφθηκε...οι γερμανικές υπηρεσίες πληροφοριών διαπίστωσαν ότι, από τον Μάιο του 2010 ακόμα, ο Ερντογάν είχε απαιτήσει την έναρξη της κατασκευής εγκαταστάσεων εμπλουτισμού ουρανίου υπό καθεστώς μυστικότητας. Αντίστοιχα, η Τουρκία έχει αρχίσει την παραγωγή “Yellowcake”, ενός χημικά συμπιεσμένου ορυκτού ουρανίου. Το yellowcake μετατρέπεται σε αέριο, που στη συνέχεια εμπλουτίζεται σε συσκευές φυγοκέντρησης. Μέχρι τώρα, δεν έχει γίνει γνωστό κάτι για εγκατάσταση μετατροπής στην Τουρκία, ωστόσο σύμφωνα με την BND, η Τουρκία κατέχει ήδη εμπλουτισμένο ουράνιο, που προέρχεται από μια πρώην σοβιετική δημοκρατία και έχει φτάσει μέσω Κοσόβου και Βοσνίας- Ερζεγοβίνης με τη βοήθεια της Μαφίας. Δεν θα ήταν έκπληξη αν η Τουρκία είχε ήδη συσκευές φυγοκέντρησης για τον εμπλουτισμό ουρανίου». Επίσης, ο Ρούλε αναφέρεται στην υπόθεση του Πακιστανού «πυρηνικού λαθρεμπόρου», Αμπντούλ Καντίρ Χαν, που μεταξύ του 1987 και του 2002 πώλησε χιλιάδες συσκευές στο Ιράν, τη Βόρεια Κορέα και τη Λιβύη.
Τα ηλεκτρονικά τμήματα προήλθαν από την Τουρκία, ενώ ένας φερόμενος «τέταρτος πελάτης» δεν ταυτοποιήθηκε- και δεν απουσιάζουν οι ενδείξεις ότι μπορεί να ήταν η Τουρκία. Επίσης, επικαλούμενος πληροφορίες από πηγές, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου, είπε τον Μάρτιο του 2010 στον τότε πρωθυπουργό, Γιώργο Παπανδρέου, ότι η Τουρκία θα μπορούσε να γίνει πυρηνική δύναμη όποτε ήθελε, αν το ήθελε. Ακόμη, αναφορά γίνεται στο πυραυλικό πρόγραμμα της Τουρκίας, με σκοπό την ανάπτυξη βαλλιστικών πυραύλων μέσου βεληνεκούς, εμβέλειας 2.500 χιλιομέτρων, καθώς και στη δήλωση του Αμπντουλάχ Γκιουλ στο Foreign Affairs σχετικά με το Ιράν ότι η «η Τουρκία δεν μπορεί να επιτρέψει σε μια γειτονική χώρα να έχει όπλα που η Τουρκία δεν έχει».
«Δεδομένου του οράματος του Ερντογάν για μια ισχυρή Τουρκία, με αυτοπεποίθηση και πιθανό ηγετικό ρόλο στη Μέση Ανατολή, και δεδομένης της ύπαρξης μιας εδραιωμένης (Ισραήλ) και μιας αναδυόμενης πυρηνικής δύναμης (Ιράν) η Τουρκία δεν έχει άλλη εναλλακτική από το να αποκτήσει πυρηνικά όπλα επίσης. Αν δεν το κάνει, θα παραμείνει δευτέρας διαλογής- μια θέση που ο Ερντογάν δεν θέλει και δεν πρόκειται να αποδεχτεί».
Η παρούσα κατάσταση
Σε κάθε περίπτωση πάντως, δεν είναι ότι η Τουρκία δεν διαθέτει αυτή τη στιγμή στο έδαφός της πυρηνικά όπλα, στο πλαίσιο της συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με την Nuclear Threat Initiative, στο πλαίσιο της «ομπρέλας» του ΝΑΤΟ, η χώρα διαθέτει 60-70 τακτικά πυρηνικά όπλα στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ. Όπως αναφέρεται, πρόκειται για βόμβες Β61, εποχής Ψυχρού Πολέμου, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από F-16 (αν και, όπως προαναφέρθηκε, τίθεται όντως το θέμα της «επιχειρησιακής σύνδεσης» μαζί τους). Σε κάθε περίπτωση πάντως, στα εξοπλιστικά πλάνα της περιλαμβάνεται η προμήθεια 100 F-35, που αναμένεται να «αναστήσουν» την όποια επιχειρησιακή δυνατότητα χρήσης τους.
Σημειώνεται πως το τουρκικό ενδιαφέρον για την χρήση πυρηνικής ενέργειας για ειρηνικούς σκοπούς ανάγεται στο 1956. Αυτή τη στιγμή η χώρα διαθέτει δύο μικρούς ερευνητικούς αντιδραστήρες, ωστόσο τα πλάνα της τουρκικής κυβέρνησης περιλαμβάνουν δύο πυρηνικά εργοστάσια και πιθανώς τρίτο και τέταρτο. Τον Ιανουάριο του 2011, ο υφυπουργός Ενέργειας, Μετίν Κιλτσί, είχε κάνει λόγο για τουλάχιστον 20 πυρηνικούς αντιδραστήρες σε λειτουργία ως το 2030.
Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, οι συζητήσεις σχετικά με τις χώρες που έχουν πυρηνικές φιλοδοξίες επικεντρώνονται τους «συνήθεις υπόπτους»: το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, τη Βραζιλία, την Αίγυπτο, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την Τουρκία. Όπως αναφέρει ο Ρούλε, η πιθανότητα ενός τουρκικού προγράμματος πυρηνικών όπλων φαίνεται όλο και μεγαλύτερη: «Με απλά λόγια: η δυτική κοινότητα υπηρεσιών πληροφοριών τώρα σε μεγάλο βαθμό συμφωνεί στο ότι η Τουρκία δουλεύει τόσο πάνω σε πυρηνικά όπλα, όσο και σε μέσα χρήσης τους. Το μοντέλο που ακολουθείται είναι αυτό του Ιράν».
Σε αντίστοιχο δημοσίευμα του επίσης αμερικανικού περιοδικού θεμάτων εξωτερικής πολιτικής, «The American Interest», αναφέρεται πως η Τουρκία παραδοσιακά ανησυχεί για την ισχύ του Ιράν, και η πρόσφατη συμφωνία ενδεχομένως να οδηγήσει δυνάμεις στην περιοχή να επιδιώξουν ανεξάρτητα την απόκτηση πυρηνικών όπλων- επίσης αναφέρεται πως η Τουρκία διαθέτει ήδη αμερικανικά πυρηνικά όπλα (στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ), διαθέτει τα αεροσκάφη για τη χρήση τους, αλλά πλέον δεν διαθέτει πιστοποιημένους πιλότους για τέτοιες αποστολές. Επίσης, υπογραμμίζεται ότι η Τουρκία συνορεύει με χώρες οι οποίες κατά καιρούς έχουν σχετιστεί με προγράμματα όπλων μαζικής καταστροφής – Ιράκ , Συρία (χημικά όπλα και στις δύο περιπτώσεις, καθώς και συνεργασία της δεύτερης με τη Βόρεια Κορέα και αντιδραστήρα παραγωγής πλουτωνίου) και Ιράν, ενώ δεν θα έπρεπε να παραβλέπεται και ο παράγοντας Ισραήλ. Ωστόσο, τονίζεται πως η Τουρκία δεν έχει αλλάξει ιδιαιτέρως τη στάση της απέναντι το θέμα των πυρηνικών όπλων εδώ και πολλά χρόνια, τασσόμενη κατά της διάδοσής τους, καθώς και ότι εάν επιδιώξει κάτι τέτοιο, θα πρέπει πρώτα να «πετάξει έξω» τις ξένες εταιρείες που θα διαχειρίζονται τους σταθμούς. Γενικότερα, στο συγκεκριμένο δημοσίευμα («Is Turkey Going Nuclear?»), εκτιμάται ότι η Τουρκία θα συνεχίσει να βασίζεται στο ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ για την ασφάλειά της, ενώ παράλληλα δουλεύει πάνω στο δικό της πρόγραμμα, αποκλείοντας ένα ανεξάρτητο πρόγραμμα πυρηνικών όπλων.
Η άποψη του Ρούλε, ωστόσο, είναι ότι η Τουρκία, μέσω των συμφωνιών που έχει υπογράψει, έχει «ανοίξει την πόρτα» στην επιλογή των πυρηνικών όπλων, με την Άγκυρα να επιδιώκει να διατηρήσει την επιλογή λειτουργίας των πυρηνικών σταθμών με το δικό της χαμηλά εμπλουτισμένο ουράνιο και της επαναεπεξεργασίας των ράβδων καυσίμων- κάτι που σημαίνει ότι η Τουρκία επιθυμεί να εμπλουτίζει η ίδια ουράνιο, ακόμα και αν η ίδια το αρνείται.
«Τα κίνητρα της Τουρκίας για την απόρριψη της συνεχούς παροχής ουρανίου από τους Ρώσους και Γαλλο-Ιάπωνες συνεταίρους της μπορεί να φαίνονται περίεργα- η άρνησή της να επιστρέφει τις εξαντλημένες ράβδους καυσίμου στις χώρες που τις προμήθευσαν είναι ξεκάθαρα καταστροφική, καθώς οδηγεί σε ένα συμπέρασμα: Η Τουρκία σκοπεύει να παράξει πλουτώνιο για την κατασκευή όπλων» συμπεραίνει ο Ρούλε, απορρίπτοντας το αντεπιχείρημα ότι ο διαχωρισμός του «βρώμικου»πλουτωνίου θα απαιτούσε εξελιγμένες εγκαταστάσεις επανεπεξεργασίας που δεν υπάρχουν στην Τουρκία, καθώς η κατασκευή μιας τέτοιας εγκατάστασης θα ήταν δυνατή μέσα σε μισό χρόνο, και οι διαστάσεις θα ήταν αυτές ενός κτιρίου με γραφεία.
Επίσης, συμπληρώνεται, η θέση ότι η Τουρκία αποσκοπεί στην απόκτηση πυρηνικών όπλων υποστηρίζεται από τις δραστηριότητές της για τη δημιουργία ενός πλήρους «κύκλου» πυρηνικού καυσίμου. «Όπως αποκαλύφθηκε...οι γερμανικές υπηρεσίες πληροφοριών διαπίστωσαν ότι, από τον Μάιο του 2010 ακόμα, ο Ερντογάν είχε απαιτήσει την έναρξη της κατασκευής εγκαταστάσεων εμπλουτισμού ουρανίου υπό καθεστώς μυστικότητας. Αντίστοιχα, η Τουρκία έχει αρχίσει την παραγωγή “Yellowcake”, ενός χημικά συμπιεσμένου ορυκτού ουρανίου. Το yellowcake μετατρέπεται σε αέριο, που στη συνέχεια εμπλουτίζεται σε συσκευές φυγοκέντρησης. Μέχρι τώρα, δεν έχει γίνει γνωστό κάτι για εγκατάσταση μετατροπής στην Τουρκία, ωστόσο σύμφωνα με την BND, η Τουρκία κατέχει ήδη εμπλουτισμένο ουράνιο, που προέρχεται από μια πρώην σοβιετική δημοκρατία και έχει φτάσει μέσω Κοσόβου και Βοσνίας- Ερζεγοβίνης με τη βοήθεια της Μαφίας. Δεν θα ήταν έκπληξη αν η Τουρκία είχε ήδη συσκευές φυγοκέντρησης για τον εμπλουτισμό ουρανίου». Επίσης, ο Ρούλε αναφέρεται στην υπόθεση του Πακιστανού «πυρηνικού λαθρεμπόρου», Αμπντούλ Καντίρ Χαν, που μεταξύ του 1987 και του 2002 πώλησε χιλιάδες συσκευές στο Ιράν, τη Βόρεια Κορέα και τη Λιβύη.
Τα ηλεκτρονικά τμήματα προήλθαν από την Τουρκία, ενώ ένας φερόμενος «τέταρτος πελάτης» δεν ταυτοποιήθηκε- και δεν απουσιάζουν οι ενδείξεις ότι μπορεί να ήταν η Τουρκία. Επίσης, επικαλούμενος πληροφορίες από πηγές, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου, είπε τον Μάρτιο του 2010 στον τότε πρωθυπουργό, Γιώργο Παπανδρέου, ότι η Τουρκία θα μπορούσε να γίνει πυρηνική δύναμη όποτε ήθελε, αν το ήθελε. Ακόμη, αναφορά γίνεται στο πυραυλικό πρόγραμμα της Τουρκίας, με σκοπό την ανάπτυξη βαλλιστικών πυραύλων μέσου βεληνεκούς, εμβέλειας 2.500 χιλιομέτρων, καθώς και στη δήλωση του Αμπντουλάχ Γκιουλ στο Foreign Affairs σχετικά με το Ιράν ότι η «η Τουρκία δεν μπορεί να επιτρέψει σε μια γειτονική χώρα να έχει όπλα που η Τουρκία δεν έχει».
«Δεδομένου του οράματος του Ερντογάν για μια ισχυρή Τουρκία, με αυτοπεποίθηση και πιθανό ηγετικό ρόλο στη Μέση Ανατολή, και δεδομένης της ύπαρξης μιας εδραιωμένης (Ισραήλ) και μιας αναδυόμενης πυρηνικής δύναμης (Ιράν) η Τουρκία δεν έχει άλλη εναλλακτική από το να αποκτήσει πυρηνικά όπλα επίσης. Αν δεν το κάνει, θα παραμείνει δευτέρας διαλογής- μια θέση που ο Ερντογάν δεν θέλει και δεν πρόκειται να αποδεχτεί».
Η παρούσα κατάσταση
Σε κάθε περίπτωση πάντως, δεν είναι ότι η Τουρκία δεν διαθέτει αυτή τη στιγμή στο έδαφός της πυρηνικά όπλα, στο πλαίσιο της συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με την Nuclear Threat Initiative, στο πλαίσιο της «ομπρέλας» του ΝΑΤΟ, η χώρα διαθέτει 60-70 τακτικά πυρηνικά όπλα στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ. Όπως αναφέρεται, πρόκειται για βόμβες Β61, εποχής Ψυχρού Πολέμου, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από F-16 (αν και, όπως προαναφέρθηκε, τίθεται όντως το θέμα της «επιχειρησιακής σύνδεσης» μαζί τους). Σε κάθε περίπτωση πάντως, στα εξοπλιστικά πλάνα της περιλαμβάνεται η προμήθεια 100 F-35, που αναμένεται να «αναστήσουν» την όποια επιχειρησιακή δυνατότητα χρήσης τους.
Σημειώνεται πως το τουρκικό ενδιαφέρον για την χρήση πυρηνικής ενέργειας για ειρηνικούς σκοπούς ανάγεται στο 1956. Αυτή τη στιγμή η χώρα διαθέτει δύο μικρούς ερευνητικούς αντιδραστήρες, ωστόσο τα πλάνα της τουρκικής κυβέρνησης περιλαμβάνουν δύο πυρηνικά εργοστάσια και πιθανώς τρίτο και τέταρτο. Τον Ιανουάριο του 2011, ο υφυπουργός Ενέργειας, Μετίν Κιλτσί, είχε κάνει λόγο για τουλάχιστον 20 πυρηνικούς αντιδραστήρες σε λειτουργία ως το 2030.