Η οριακή κορύφωση στη διαπραγμάτευση της ελληνικής
κρίσης, όπου σύμφωνα με τον Γιούνκερ ο φόβος απέτρεψε τα χειρότερα,
προφανώς μια γενικευμένη ευρωπαϊκή κρίση, ήταν από ό,τι φαίνεται μοιραία
για τη συναίνεση στη Γερμανία και στην Ευρωζώνη. Πρώτα από όλα είναι
φανερό ότι στο εσωτερικό της Χριστιανοδημοκρατίας δεν έχουμε απλά και
μόνον μια απόκλιση-αντιπαράθεση Σόιμπλε και Μέρκελ απέναντι στην
ελληνική κρίση, αλλά μια δυναμική συνολικού διχασμού της παράταξης ως
προς το μέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Ο Σόιμπλε δεν έχει σχέση με
τους γραφικούς της Εναλλακτικής για τη Γερμανία, ούτε καν με τους
περιχαρακωμένους στην τοπική επαρχιακή τους ταυτότητα
Χριστιανοσοσιαλιστές της Βαυαρίας. Στα 73 του χρόνια ως ο πιο δημοφιλής
πολιτικός στη χώρα έχει χαράξει μια κόκκινη γραμμή πέραν της οποίας δεν
είναι νοητές υποχωρήσεις ακόμη και στο όνομα της Ευρώπης. Ο Σόιμπλε
είναι περίπτωση παρόμοια με αυτή του επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ,
Βέμπερ, που διεκδικούσε τη διαδοχή του Τρισέ στην ΕΚΤ αλλά αποσύρθηκε
την άνοιξη του 2011, όταν κατάλαβε ότι δεν έχει την πλήρη στήριξη της
Μέρκελ.
Κατά δεύτερο λόγο η έντονη διαφοροποίηση του ηγέτη των Σοσιαλδημοκρατών, αντικαγκελαρίου και υπουργού Οικονομίας Γκάμπριελ από την πρόταση Σόιμπλε για πενταετές time out της Ελλάδας από την Ευρωζώνη έχει ευρύτερη διάσταση: Με δεδομένη τη δυναμική του διχασμού για το μέλλον της ΕΕ - Ευρωζώνης στο εσωτερικό της Χριστιανοδημοκρατίας, οι Σοσιαλδημοκράτες προφανώς θα επιχειρήσουν να αναδείξουν την πιο σαφή ευρωπαϊκή στρατηγική τους ως συγκριτικό πλεονέκτημα στην πρώτη μετά τις αλλεπάλληλες εκλογικές ήττες το 2005, το 2009, το 2013 και να ξεφύγουν από τον μόνιμο ρόλο του ήσσονος εταίρου εντός του σχήματος του Μεγάλου Συνασπισμού.
Κατά τρίτο λόγο η πρόταση Ολάντ για κυβέρνηση της Ευρωζώνης, που σε πρώτη φάση θα αφορά τις έξι χώρες που υπέγραψαν την ιδρυτική Συνθήκη της ΕΟΚ στη Ρώμη το 1957, είναι ένα έμμεσο αλλά σαφές μήνυμα ότι το Παρίσι δεν προσυπογράφει πλέον τη συνταγή για περαιτέρω δημοσιονομική αυστηροποίηση ως προαπαιτούμενο για να ακολουθήσει θεσμική εμβάθυνση της Ευρωζώνης. Επιπλέον η πρόταση για σκληρό πυρήνα της Ευρωζώνης των έξι (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Μπενελούξ) αφήνει μεν εκτός την Ιβηρική και την Ελλάδα, αλλά κυρίως στερεί τη Γερμανία από τη στήριξη της Φινλανδίας, των Βαλτικών και της Σλοβακίας.
Τέλος λοιπόν της συναίνεσης με πιθανό υψηλό κόστος για την πρωτοκαθεδρία αλλά και την ενότητα των Χριστιανοδημοκρατών στην πολιτική σκηνή της Γερμανίας, με τους Σοσιαλδημοκράτες να επενδύουν σε μια εναλλακτική της μονομερούς δημοσιονομικής λιτότητας διαχείριση της Ευρωζώνης, και με τη Γαλλία του Ολάντ να αρνείται τον ρόλο του «Γάλλου ασθενούς», του μόνιμου παραβάτη της γερμανικής ενάρετης κανονικότητας, και να διεκδικεί νέες πολιτικές ισορροπίες εντός της ΟΝΕ των 19.
Τα παραπάνω αθροιστικά μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τη σκληρή γραμμή του Σόιμπλε απέναντι στην Αθήνα: Ηθελε ένα σαφές μήνυμα ότι πέραν ενός σημείου το πλαίσιο και οι αρχές μιας γερμανικής Ευρωζώνης είναι αδιαπραγμάτευτες, έστω και με το κόστος μιας συρρίκνωσης που δεν θα περιοριζόταν στο Grexit.
Αλλωστε, τι διαφορετικό έκανε ο Μπίσμαρκ όταν απέκλεισε την Αυστρία από τη γερμανική ενοποίηση το 1866 για να διασφαλίσει την κυριαρχία της Πρωσίας στο Δεύτερο Ράιχ που ανακηρύχθηκε στις Βερσαλλίες το 1871 στα ερείπια της ηττημένης Γαλλίας; Γράφει ο Γιώργος Καπόπουλος
kapopoulos@pegasus.gr
Κατά δεύτερο λόγο η έντονη διαφοροποίηση του ηγέτη των Σοσιαλδημοκρατών, αντικαγκελαρίου και υπουργού Οικονομίας Γκάμπριελ από την πρόταση Σόιμπλε για πενταετές time out της Ελλάδας από την Ευρωζώνη έχει ευρύτερη διάσταση: Με δεδομένη τη δυναμική του διχασμού για το μέλλον της ΕΕ - Ευρωζώνης στο εσωτερικό της Χριστιανοδημοκρατίας, οι Σοσιαλδημοκράτες προφανώς θα επιχειρήσουν να αναδείξουν την πιο σαφή ευρωπαϊκή στρατηγική τους ως συγκριτικό πλεονέκτημα στην πρώτη μετά τις αλλεπάλληλες εκλογικές ήττες το 2005, το 2009, το 2013 και να ξεφύγουν από τον μόνιμο ρόλο του ήσσονος εταίρου εντός του σχήματος του Μεγάλου Συνασπισμού.
Κατά τρίτο λόγο η πρόταση Ολάντ για κυβέρνηση της Ευρωζώνης, που σε πρώτη φάση θα αφορά τις έξι χώρες που υπέγραψαν την ιδρυτική Συνθήκη της ΕΟΚ στη Ρώμη το 1957, είναι ένα έμμεσο αλλά σαφές μήνυμα ότι το Παρίσι δεν προσυπογράφει πλέον τη συνταγή για περαιτέρω δημοσιονομική αυστηροποίηση ως προαπαιτούμενο για να ακολουθήσει θεσμική εμβάθυνση της Ευρωζώνης. Επιπλέον η πρόταση για σκληρό πυρήνα της Ευρωζώνης των έξι (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Μπενελούξ) αφήνει μεν εκτός την Ιβηρική και την Ελλάδα, αλλά κυρίως στερεί τη Γερμανία από τη στήριξη της Φινλανδίας, των Βαλτικών και της Σλοβακίας.
Τέλος λοιπόν της συναίνεσης με πιθανό υψηλό κόστος για την πρωτοκαθεδρία αλλά και την ενότητα των Χριστιανοδημοκρατών στην πολιτική σκηνή της Γερμανίας, με τους Σοσιαλδημοκράτες να επενδύουν σε μια εναλλακτική της μονομερούς δημοσιονομικής λιτότητας διαχείριση της Ευρωζώνης, και με τη Γαλλία του Ολάντ να αρνείται τον ρόλο του «Γάλλου ασθενούς», του μόνιμου παραβάτη της γερμανικής ενάρετης κανονικότητας, και να διεκδικεί νέες πολιτικές ισορροπίες εντός της ΟΝΕ των 19.
Τα παραπάνω αθροιστικά μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τη σκληρή γραμμή του Σόιμπλε απέναντι στην Αθήνα: Ηθελε ένα σαφές μήνυμα ότι πέραν ενός σημείου το πλαίσιο και οι αρχές μιας γερμανικής Ευρωζώνης είναι αδιαπραγμάτευτες, έστω και με το κόστος μιας συρρίκνωσης που δεν θα περιοριζόταν στο Grexit.
Αλλωστε, τι διαφορετικό έκανε ο Μπίσμαρκ όταν απέκλεισε την Αυστρία από τη γερμανική ενοποίηση το 1866 για να διασφαλίσει την κυριαρχία της Πρωσίας στο Δεύτερο Ράιχ που ανακηρύχθηκε στις Βερσαλλίες το 1871 στα ερείπια της ηττημένης Γαλλίας; Γράφει ο Γιώργος Καπόπουλος
kapopoulos@pegasus.gr