03 Ιουλίου 2015

Οι "τρεις μεγάλοι" της Ε.Ε. απέναντι στο ελληνικό θρίλερ

http://cdn.static-economist.com/sites/default/files/imagecache/full-width/images/print-edition/20150704_LDP001_0.jpg
Του Κώστα Ράπτη Καθώς το "ελληνικόν δράμα” φτάνει στην κλιμάκωσή του, οι οικονομικές επιπτώσεις βρίσκονται στο νού όλων των ενδιαφερομένων στην Ευρώπη. Δεν είναι όμως λιγότερο σοβαρές, έστω και αν δεν πρόκειται να εκδηλωθούν από τη Δευτέρα, οι πολιτικές επιπτώσεις του σε ό,τι αφορά το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ήδη πριν από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, τρία ζητήματα έρχονται επιτακτικά στο προσκήνιο: η φιλοδοξία της "ολοένα και στενότερης” ένωσης, ο ρόλος του γαλλο-γερμανικού άξονα και η θέση της Βρετανίας στην Ευρώπη.

Οι φεντεραλιστές δεν έχασαν την ευκαιρία να επισημάνουν ότι πηγή των δεινών είναι ο ανολοκλήρωτος χαρακτήρας της νομισματικής ένωσης, την οποία ο πρώην πρόεδρος της Κομισιόν και πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας παρομοίασε με "μισοψημένο ψωμί”, απευθύνοντας έκκληση για τολμηρά άλματα περαιτέρω ενοποίησης. Όσο και αν ο επίτροπος Pierre Moscovici διακηρύσσει ότι "το ευρώ είναι κοινό νόμισμα και όχι ένα σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών” η αλήθεια αποδεικνύεται (όσο απειλείται μια ελληνική έξοδος) ακριβώς αντίθετη – και η μετάβαση σε μιαν αυθεντική νομισματική ένωση προϋποθέτει κινήσεις αυθεντικής δημοσιονομικής, και άρα πολιτικής, ενοποίησης σαν αυτές που θέτει ως στόχο το "κείμενο των πέντε προέδρων” (Κομισιόν, Συμβουλίου, Ευρωκοινοβουλίου, ΕΚΤ και Eurogroup).  

Εκ πρώτης όψεως, η συγκυρία δημιουργεί ένα σχεδόν απαγορευτικό πολιτικό περιβάλλον για την προώθηση τέτοιων κινήσεων. Ωστόσο, μια ελληνική αποτυχία μπορεί ακριβώς να κάμψει τις αντιστάσεις, αναδεικνύοντας την ανάγκη αποφασιστικής θωράκισης της υπόλοιπης ευρωζώνης. Το ίδιο άλλωστε συμβαίνει σε νομισματικό επίπεδο με την "ποσοτική διευκόλυνση” της ΕΚΤ, ακυρώνοντας τη φιλολογία περί ευρωπαϊκού tapering που είχε προκύψει, μόλις λίγους μήνες μετά την έναρξη υλοποίησής της.

Σε ένα άλλο επίπεδο, οι δηλώσεις του Γάλλου προέδρου Francois Hollande, με τις οποίες έθεσε τέρμα στην γαλλική επιμονή να μείνει ανοικτή η οδός της επικοινωνίας με την Αθήνα ακόμη και στην περίοδο μέχρι τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, με την ελπίδα επίτευξης συμφωνίας έστω και την ύστατη ώρα, δείχνει να διαψεύδει την ανάλυση της γαλλικής εφημερίδας Le Monde ότι ζούμε τις τελευταίες ημέρες μια πρωτοφανή απόκλιση του Παρισιού από το Βερολίνο. Ευθυγραμμιζόμενος με τη λογική της Angela Merkel ότι προέχει το ξεκαθάρισμα του πολιτικού τοπίου στο δημοψήφισμα (ή μάλλον με την ίδια τη λογική των πραγμάτων), ο Γάλλος πρόεδρος ρίχνει το βάρος του υπέρ της διμερούς συνεννόησης με το Βερολίνο, σε μια στιγμή που ο γαλλογερμανικός άξονας δείχνει να νεκρανασταίνεται, πρωτίστως για γεωπολιτικούς λόγους (δηλ. την ουκρανική κρίση). Ωστόσο, η θέση του είναι αντικειμενικά άβολη: στην Γαλλία αντιστοιχεί να εμφανίζεται ότι συνδιαμορφώνει και όχι ότι σύρεται.

Άλλωστε αν οι εξελίξεις χαρίζουν στην Angela Merkel και στον Wolfgang Schaeuble ποσοστά αποδοχής της τάξης του 67% και 70% στο εσωτερικό της χώρας τους, δεν ισχύει το ίδιο για τον Hollande ο οποίος βλέπει να κατατάσσεται πέμπτος (!) μεταξύ των πιθανών διεκδικητών της προεδρίας το 2017 από τις τάξεις των Σοσιαλιστών.

Εξ ού και οι προσπάθειες να σχετικοποιηθεί η σημασία του αρραγούς μετώπου των 18 έναντι της Αθήνας: από την (μοναδική) θετική ψήφο του Γάλλου υπουργού Οικονομικών στο ελληνικό αίτημα παράτασης το περασμένο Σάββατο, μέχρι τις δηλώσεις Moscovici (που δείχνουν να εμπνέονται περισσότερο από την εθνικότητά του παρά από τον θεσμικό ρόλο του στην Κομισιόν) ότι "το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν είναι ουδέτερο”, αλλά οι συνομιλίες θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να ξαναρχίσουν από την επόμενη μέρα.

Το κρισιμότερο μέγεθος όλων, όμως, είναι πώς πρόκειται να εγγραφούν οι ελληνικές εξελίξεις στην συζήτηση που πραγματικά κρίνει την αυριανή μορφή της Ε.Ε., ήτοι το βρετανικό δημοψήφισμα. Για τον David Cameron η περίπτωση της Ελλάδας αποτέλεσε επί πέντε χρόνια το πιο βολικό επιχείρημα υπέρ των περιοριστικών πολιτικών που ο ίδιος εφάρμοζε στην Βρετανία. Τώρα, η ελληνική κρίση αποδεικνύεται ενοχλητικός περισπασμός που ρίχνει όλο και πιο χαμηλά στην ατζέντα τον διάλογο του Λονδίνου με την Ευρώπη σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις που επιδιώκει ο Βρετανός πρωθυπουργός. Επί πλέον η κατοχύρωση μιας εικόνας πολιτικής και οικονομικής αναποτελεσματικότητας για την ευρωζώνη, είναι εξαιρετικά πιθανό να ενισχύσει τα επιχειρήματα όσων στη Βρετανία δεν αρκούνται με την "επαναδιαπραγμάτευση” του Cameron και προβάλλουν το σύνθημα "καλύτερα εκτός”.
CAPITAL.GR