Είσοδος στα κατεχόμενα από το οδόφραγμα του Αγίου Δομετίου Λευκωσίας, το θέατρο μίας από τις πιο καθοριστικές μάχες μεταξύ της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου (ΕΛΔΥΚ) και του τουρκικού στρατού στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας, το καλοκαίρι του 1974. Εξ αρχής, επιχειρείται η δημιουργία εικόνων οργανωμένου κράτους, ικανού σε κάθε περίπτωση να συμμετάσχει αυτόνομα στην διεθνή κοινότητα. Μάλιστα, ένα από τα πρώτα μέτρα επίδειξης καλής θέλησης από το νεοεκλεγέντα ηγέτη των Τουρκοκυπρίων Μουσταφά Ακιντζί ήταν η άρση της υποχρέωσης υπογραφής εγγράφου «εισόδου στην Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» για τους Ελληνοκύπριους.
Εκτός από την ευταξία μίας πινακίδας, οι πλαγιές του Πενταδακτύλου υπενθυμίζουν σε Ελληνοκύπριους ή –κυρίως- στους αυτόχθονες ή πρόσφυγες από τον νότο Τουρκοκύπριους τους κανόνες του παιχνιδιού: «πόσο ωραίο είναι να είσαι Τούρκος» (Κεμάλ Ατατούρκ).
Η στιγμή που αντιλαμβάνεται κανείς ότι άλλοι άνθρωποι ζούσαν προηγουμένως σε κάποιο μέρος των κατεχομένων είναι όταν αντικρίζεις τις υποδομές που, έτσι απλά, άλλαξαν χέρια. Εδώ, το δημοτικό σχολείο στο χωριό Αργάκι της Μόρφου, όπου φοιτούσαν Ελληνοκύπριοι μαθητές μέχρι και έναν μήνα πριν την εισβολή του Ιουλίου 1974. Σε πρώην μεικτά χωριά σαν και αυτό, οι Ελληνοκύπριοι ζούσαν αρμονικά με τους Τουρκοκύπριους.
Οι τσολιάδες που πιθανώς απεικονίζονταν πριν στους τοίχους του σχολείου, έδωσαν τη θέση τους σε ανατολίτικες σκηνές γλεντιού: το φολκόρ δεν μιλάει μία γλώσσα.
Το μέγεθος της εύφορης πεδιάδας της Μόρφου, μαζί με την πεδιάδα της Λευκωσίας μέχρι τον Πενταδάκτυλο, εξηγούν τη βαθειά διείσδυση της εισβολής. Σε αντίθεση με την δυσκολότερη γεωλογία του κυπριακού νότου, λόγω των αλλεπάλληλων υψωμάτων, ο βορράς διαθέτει πολύ περισσότερο επίπεδο έδαφος και δυνητικά αυτάρκη αγροτική παραγωγή.
Στη μέση του κάμπου, ξεπροβάλλουν μοναχικά διάφορες επιχειρήσεις. Από καζίνο και «νυχτερινά κέντρα», μέχρι και ένα πανεπιστήμιο, από τα μεγαλύτερα, όπως πληροφορήθηκα, της Μ.Ανατολής.
Στο χωριό Κορμακίτης, η Ιστορία συναντά την καθημερινότητα. Πρόκειται για χωριό Μαρωνιτών χριστιανών, με κατοίκους απογόνους Σύριων και Λιβανέζων που τον 7ο αιώνα εγκατέλειψαν τις εστίες τους λόγω των αραβικών επιδρομών. Μιλούν αραβικά, ελληνικά και τουρκικά με την ίδια άνεση. Η εισβολή δεν τους προκάλεσε ιδιαίτερα προβλήματα καθώς τα 4 χωριά των Μαρωνιτών της κατεχόμενης Κύπρου προστατεύθηκαν «διπλωματικά» από το Βατικανό. Το ελληνικό, το τουρκικό, το αραβικό και το λατινικό στοιχείο αναμειγνύονται και δίνουν αποτελέσματα όπως η ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής εκκλησία του χωριού.
Η ελληνοκυπριακή πλευρά προωθεί συχνά τον τουρισμό της μέσα από αρχαιόπληκτα μότο όπως «το νησί της Αφροδίτης» (βλ «Live your myth in Greece»). Ο τουρισμός του κατεχόμενου τμήματος οργανώθηκε και αποτέλεσε χώρο μεγάλων επενδύσεων τα τελευταία δέκα χρόνια, μετά το δημοψήφισμα για το σχέδιο Ανάν. Από τις ελάχιστες φύσεις της ευρωπαϊκής Μεσογείου που παραμένουν στο μεγαλύτερο μέρος τους παρθένες. Η φυσική ομορφιά του παραλιακού μετώπου της βορειοδυτικής ακτής των κατεχομένων προκαλεί σίγουρα μυθολογικές συγκρίσεις.
«Τη ζημιά με τις περιουσίες και την γη, περισσότερο και από τον τουρκικό στρατό και τους εποίκους, την κάνουν οι ξένοι, Άγγλοι κυρίως, Γερμανοί και άλλοι». Αυτός είναι ο κοινός τόπος στη σκέψη και στα λόγια των Ελληνοκύπριων προσφύγων που καταφτάνουν στα κατεχόμενα χωριά και τις πόλεις τους με τα «κοτσάνια», τους τίτλους ιδιοκτησίας ακινήτων. Η Κύπρος , λόγω αγγλοκρατίας, διαθέτει από πολύ παλιά κτηματολόγιο. Οι ιδιοκτήτες ακινήτων ακόμα και επί βομβαρδισμένων οικοπέδων που άνηκαν σε Ελληνοκύπριους, συχνά δεν μιλούν τούρκικα: Άγγλοι και Γερμανοί, μόνιμοι ή εποχιακοί κάτοικοι αγοράζουν ιδιοκτησίες εν γνώσει τους ότι στάζουν αίμα. Εδώ, τουριστικό «γκέτο» Ευρωπαίων πάνω στο κύμα της θάλασσας της Κερύνειας που θυμίζει κάτι από τους ισραηλινούς εποικισμούς της Δυτικής Όχθης.
Λάπηθος, επαρχία Κερύνειας, ένα από τα πιο όμορφα χωριά της Κύπρου. Ο τρούλος της ορθόδοξης εκκλησίας ακουμπά τον μιναρέ των μουσουλμάνων: εικόνα από ένα αόρατο για τις νέες γενιές παρελθόν ή πρόγευση από ένα αβέβαιο μέλλον;
Στην Λάπηθο, η προηγούμενη καθημερινότητα ψιθυρίζει σε κάθε γωνία. Στο μνημείο ηρώων αντιαποικιοκρατικού αγώνα της ΕΟΚΑ, ένας Αριστείδης γλίτωσε από το μανιασμένο σβήσιμο των υπόλοιπων ονομάτων.
Στο ίδιο μνημείο, παρατηρώ μία ενδιαφέρουσα προπαγανδιστική λεπτομέρεια: μετά από τέσσερις δεκαετίας το σύνθημα «Ένωσις ή Θάνατος» (δάνειο των Κυπρίων από τις κρητικές εξεγέρσεις εναντίον των Οθωμανών) ακόμα φαίνεται. Οι κατοχικές αρχές δεν έσβησαν τα συνθήματα αυτά καθώς πρόσφεραν απτά επιχειρήματα περί καταπίεσης των Ελληνοκυπρίων εναντίον της τουρκικής μειονότητας. Σε έναν πόλεμο, πάντα, φταίνε οι άλλοι.
Όπως συμβαίνει και με τα περισσότερα τζαμιά της Ελληνοκυπριακής πλευράς, πολλές εκκλησίες παραμένουν σφραγισμένες επί 40 χρόνια. Κοιτώντας μέσα από τις χαραμάδες της πόρτας του Αγίου Θεοδώρου της Λαπήθου: η σκοτεινή πλευρά μιας αόριστης κι ακατανόητης απουσίας.
Η κυπριακή νεοκλασσική τεχνοτροπία ταιριάζει στα δημόσια κτίρια όπως το δημαρχείο της Λαπήθου (Lapta). Η εξουσία ενδύεται την τέχνη της αρχιτεκτονικής: η τέχνη της εξουσίας.
Η γλυπτή όψη της Αθηνάς Παλλάδας (εδώ σε αντίγραφο) που βρέθηκε στο βυθό της θάλασσας της Κερύνειας εμπνέει και τους καινούριους τοποτηρητές της Λαπήθου. Οι θεοί άλλωστε άλλαζαν συχνά στρατόπεδο στους αρχαίους πολέμους.
Αφήνοντας την Λάπηθο για την πόλη της Κερύνειας, πάντα παραλιακά, περνάς από το σημείο της απόβασης του ’74. Στο σημείο έχει ανεγερθεί μνημείο που θυμίζει κανόνι. Οι ανάγλυφες αναπαραστάσεις, που προδίδουν έντονες επιρροές από την Γκουέρνικα, στο τοιχίο που το περιβάλλει υπενθυμίζουν τις φρικαλεότητες του εχθρού και την σωτήρια αγκαλιά που συνεχίζει να προσφέρει η μαμά πατρίδα.
Στα ιστορικής σημασίας σημεία τα προσχήματα σώζονται, συνήθως, με κάποιο μνημείο. Ύστερα, ακολουθεί η ανάπτυξη και η οικονομική εξάπλωση. Ένα από τα σημεία, ακριβώς κάτω από το μνημείο, όπου οι πρώτοι Τούρκοι στρατιώτες πάτησαν κυπριακό έδαφος έχει εξελιχθεί σε θερινό κέντρο αναψυχής.,
Κερύνεια ή Girne. Το γραφικό λιμανάκι σε συνδυασμό με το μεγάλο φρούριο και το ενετικό στοιχείο κατέστησαν την πόλη έναν από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς του τοπικού τουρισμού. Οι πολλοί Άγγλοι μόνιμοι κάτοικοι αναμειγνύονται με τους Ρώσους νεόπλουτους, τους Τούρκους επισκέπτες που έρχονται να γνωρίσουν την νησιωτική κτήση της πατρίδας τους και τους Ελληνοκύπριους που αναζητούν σημάδια από τα παλιά.
Στα κατεχόμενα βρίσκονται και πολύ σημαντικά ιστορικά μνημεία, προστατευμένα από την UNESCO. Πολλοί Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες δεν θα τα ξαναδούν κατ’ επιλογή τους, ποτέ αφού αρνούνται να πληρώσουν τις κατοχικές αρχές που τα διαχειρίζονται. Σε κοντινή απόσταση από την πόλη της Κερύνειας βρίσκεται το εξαιρετικής ομορφιάς καθολικό μοναστήρι Bella Pais («Όμορφος Τόπος»). Το μοναστήρι , του οποίου η κατασκευή ξεκίνησε στα τέλη του 11ου αιώνα δόθηκε κατά την Τουρκοκρατία στους ορθόδοξους και πια έχει μετατραπεί σε επισκέψιμο χώρο.
Το Bella Pais, όπως και άλλοι ιστορικοί και αρχαιολογικοί χώροι αποτελούν εργαλεία εξωστρεφούς δραστηριότητας για το ψευδοκράτος. Μουσικοί από την Ιταλία, την Πολωνία , την ΠΓΔΜ και την Ολλανδία συμμετέχουν στο μουσικό φεστιβάλ που διοργανώνεται μέσα στο παλιό μοναστήρι.
Το κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα, κρυμμένο μέσα σε ένα κακοτράχαλο ύψωμα του Πενταδακτύλου, επικοινωνεί με άλλες εποχές, τότε που το νησί δεν γνώριζε τοπικές έριδες αλλά εξωτερικές επιθέσεις, από Γερμανούς μέχρι Άραβες.
Κύπρος είναι ο Πενταδάκτυλος. Από την αρχαιότητα, όποιος τον έλεγχε, έλεγχε όλο το νησί. Τα κάστρα, στην εποχή των διηπειρωτικών πυραύλων δεν είναι πια χρήσιμα. Τα σύμβολα όμως και οι σημαίες συνεχίζουν να εκφράζουν με τον πλέον ισχυρό τρόπο την απόλυτη, αδιαπραγμάτευτη κυριαρχία. Ακόμα και στα πιο ψηλά σημεία, εκεί όπου καταφεύγει κανείς για να αλλάξει εικόνες και παραστάσεις, το κατοχικό καθεστώς ακυρώνει και την παραμικρή αμφιβολία.
Επιστροφή στην ελεύθερη Λευκωσία. Εκεί όπου έχουν καταλύσει οι περισσότεροι Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες. Τις πρώτες μέρες μετά την εισβολή, νόμιζαν ότι σύντομα θα γυρνούσαν στις εστίες τους και ότι η εισβολή δεν είχε στόχο την κατοχή του 37% του νησιού. Όταν το συνειδητοποίησαν άρχισαν να αφηγούνται την ιστορία τους μέσω της ίδρυσης συλλόγων, την εγκατάσταση μνημείων: η ομολογία της απώλειας περνά μέσα από πράξεις, Εδώ το Δημαρχείο Κερύνειας στην Λευκωσία, «μεταφερθέν» από τους πρόσφυγες, όπως μεταφέρει κανείς τα τιμαλφή και τα κειμήλιά του.
Δίπλα στο Δημαρχείο Κερύνειας και 100 μέτρα από το οδόφραγμα του Λήδρα Παλλάς, το άγαλμα «της κυράς της Λαπήθου», Ευφροσύνης Προεστού, 70 ετών τις μέρες της εισβολής, η οποία έκρυψε 12 στρατιώτες της κυπριακής Εθνικής Φρουράς που ζήτησαν καταφύγιο στο σπίτι της (διακρίνονται δεξιά και αριστερά της οι 12 στρατιωτικοί μπερέδες) Τελικά 2 διέφυγαν ενώ οι άλλοι βασανίστηκαν από τα τουρκικά στρατεύματα, όπως και η ίδια η οποία τελικά έζησε 20 χρόνια ακόμα.
Επιστρέφοντας στην Έγκωμη της Λευκωσίας, ένιωθα μπερδεμένος. «Που’ δα, που’ τζει», («από’ δω κι από ‘κει» στην κυπριακή διάλεκτο), «οι δικοί μας κι οι δικοί τους», «τα μέρη μας, τα μέρη τους», ορισμοί και αφορισμοί που μετά από μία 40χρονη κατοχή, τελικά, ούτε χάνουν αλλά ούτε ισχυροποιούν τον αμείλικτο χαρακτήρα τους∙ απλώς, τα όρια μεταξύ των εννοιών θολώνουν-δυστυχώς;ευτυχώς;- όλο και περισσότερο…