ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΠΟΥΡΝΑΡΑ
«Βλέπετε αυτά τα σημάδια στην κορυφή
του Πενταδάκτυλου; Από τα Βυζαντινά χρόνια ήδη υπάρχει η παράδοση ότι ο
Διγενής Ακρίτας, κυνηγώντας τους εχθρούς της αυτοκρατορίας, προσπάθησε
να πηδήξει το βουνό και άφησε το τεράστιο χνάρι του με το χέρι του» μας
λέει η ξεναγός μας, αφού έχουμε ήδη περάσει τον συνοριακό έλεγχο για να
μπούμε στα Κατεχόμενα. Οπως το ανάγλυφο εμφανίζεται όλο και πιο
επιβλητικό μπροστά μας, είναι αδύνατον να ξεχάσει κανείς το άλλο «χνάρι»
με τις δύο τεράστιες σημαίες της Τουρκίας και του Ψευδοκράτους που
δεσπόζουν στην πλαγιά και το βράδυ αναβοσβήνουν φωταγωγημένες. Αν στην
Ελλάδα το τραύμα της δικτατορίας και του Εμφυλίου έχει ίσως επουλωθεί,
στην Κύπρο το δράμα του 1974 ακόμα αναβλύζει πόνο, πίκρα και τεράστια
ταπείνωση. Το αντιλαμβάνεται κανείς μόλις πατήσει το πόδι του στο νησί,
μόλις μιλήσει με τους κατοίκους, μόλις αναφερθεί η λέξη «Τουρκία».
Ο κόσμος της Ανατολής
Με αυτά κατά νου, ξεκινήσαμε με μια ομάδα φίλων να επισκεφθούμε το Βόρειο Τμήμα. Υπό το κράτος ανάμεικτων συναισθημάτων -από τη μια περιέργεια, από την άλλη ένα είδος ντροπής, καθώς πολλοί Κύπριοι ακόμα δεν έχουν περάσει την πράσινη γραμμή για λόγους υπερηφάνειας και σεβασμού στην Ιστορία- πλησιάζαμε οδικώς την οροσειρά που αποτελεί το φυσικό φράγμα ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς κόσμους. Αφήνοντας πίσω την Ελεύθερη Κύπρο, εισέρχεσαι στον κόσμο του Ισλάμ. Ηδη το πρώτο πράγμα που βλέπει κανείς είναι συστάδες από τεράστιες πολυκατοικίες που έχουν χτιστεί για να στεγάσουν τους εποίκους. Στη μέση του πουθενά, τα άχαρα οικοδομήματα από σκυρόδεμα μαρκάρουν τον αρχικό πυρήνα κάποιου μελλοντικού οικισμού. Αρκετά τζαμιά με μεγάφωνα. Το δεύτερο πράγμα που εντυπωσιάζει τον επισκέπτη είναι το δημογραφικό. Από τη μια η στείρα και γερασμένη Ευρώπη, από την άλλη ο ταχύτατα αυξανόμενος πληθυσμός της Ανατολής, με παιδιά σε κάθε αυλή και μωρά σε κάθε μητρική αγκαλιά. Σκυλιά, λάσπες, η ζωή σε πιο ράθυμους ρυθμούς, εικόνες που σε γυρίζουν πίσω στο παρελθόν.
Πείσμα
Η ξεναγός μας κατεβάζει το σκιάδιο του συνοδηγού πάνω στο οποίο έχει κολλήσει τον χάρτη με τη γραμμή της διχοτόμησης. Μας δείχνει τη διαδρομή προς την Κερύνεια, το φρούριο του Αγίου Ιλαρίωνα, τα κομβικά σημεία όπου έγινε η επέμβαση το 1974. Εκείνη κατάγεται από τα Κατεχόμενα όπως και ο οδηγός. Λένε και οι δύο ότι παρά το γεγονός πως κάθε τόσο περνάνε τα σύνορα για επαγγελματικούς λόγους, η καρδιά δεν έχει σταματήσει να σφίγγεται ούτε ο χρόνος έχει απαλύνει τις δραματικές αναμνήσεις που οδήγησαν στο ξερίζωμα και μετά στην προσφυγιά. Πέρασαν 40 ολόκληρα χρόνια, άνθρωποι μεγάλωσαν, γέρασαν ή πέθαναν, σπίτια γκρεμίστηκαν, πόλεις και χωριά άλλαξαν όνομα. Ολα άλλαξαν όψη. Κάτι όμως αντιστέκεται στη λήθη, αυτό το πείσμα που περιγράφει στα ποιήματά του ο σπουδαίος Κώστας Μόντης.
Οι Τούρκοι δεν διάλεξαν τυχαία τη βόρεια πλευρά. Δεν είναι μόνο η γεωστρατηγική της σημασία αλλά και η ομορφιά της, τα τουριστικά της θέλγητρα. Αν η μια ράχη του Πενταδάκτυλου είναι γυμνή, η άλλη είναι δασωμένη. Ξαφνικά το σκηνικό της φύσης αλλάζει και μόλις περάσει κανείς τον ορεινό όγκο, βρίσκεται σε έναν μεσογειακό παράδεισο με πεύκα και με τη θάλασσα στο βάθος. Εχουμε μπει στην τελική ευθεία για την Κερύνεια και τα περίχωρά της που αποκτούν συνεχώς νέα κτίρια και βίλες. Η βόλτα στο γραφικό λιμάνι με πλεούμενα δεν δημιουργεί ανάταση. Υπάρχει η ίδια τουριστική κακογουστιά που βρίσκει κανείς και σε πολλά μέρη στην Ελλάδα. Ο καιρός είναι ζεστός και γκρουπ από ξένους περιφέρονται σε διάφορα καφέ και ταβέρνες με μεζέδες. Ψηλοί φοίνικες που μπλέκονται με μιναρέδες στη σιλουέτα της πόλης. Μαγαζιά με σουβενίρ, στα πρώτα στενά, μαχαλάς στο εσωτερικό. Στο βάθος το βυζαντινό κάστρο που στέκεται ακόμα όρθιο. Στη θαλάσσια περιοχή βρέθηκε και το περίφημο αρχαίο ελληνικό πλοίο.
Στο Αββαείο
Αν και έχουμε σχέδια για μια μικρή στάση, αποφασίζουμε να πάμε μέχρι το περίφημο Αββαείο Μπέλαπαϊς, που είναι σε κοντινή απόσταση από την πόλη. Το όνομά του προέρχεται από το γαλλικό Abbaye de la Paix και χτίστηκε το 1205 από τους Ιππότες του Τάγματος του Αγίου Αυγουστίνου. Από κοντά είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό με τις αψίδες γοτθικού ρυθμού, τους φροντισμένους κήπους και την όμορφή του θέα. Γεμάτο ξένους επισκέπτες και Τουρκοκύπριους ξεναγούς, είναι από τα σπουδαιότερα αξιοθέατα των Κατεχομένων. Στο κυλικείο μιλούν ελληνικά. Είναι ευγενείς. Και πάλι δεν καθόμαστε πολύ. Κάτι μας ωθεί να φύγουμε. Επιστρέφουμε στη Λευκωσία με συναισθηματική φόρτιση και βαριά καρδιά. Οσο δεν επισκέπτεται κανείς την Κύπρο, το 1974 παραμένει στη σφαίρα της ανώδυνης ιστορικής αφήγησης. Αν όμως πάει εκεί, τότε διαπιστώνει ότι η πληγή είναι ολοζώντανα ανοικτή...
Ο κόσμος της Ανατολής
Με αυτά κατά νου, ξεκινήσαμε με μια ομάδα φίλων να επισκεφθούμε το Βόρειο Τμήμα. Υπό το κράτος ανάμεικτων συναισθημάτων -από τη μια περιέργεια, από την άλλη ένα είδος ντροπής, καθώς πολλοί Κύπριοι ακόμα δεν έχουν περάσει την πράσινη γραμμή για λόγους υπερηφάνειας και σεβασμού στην Ιστορία- πλησιάζαμε οδικώς την οροσειρά που αποτελεί το φυσικό φράγμα ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς κόσμους. Αφήνοντας πίσω την Ελεύθερη Κύπρο, εισέρχεσαι στον κόσμο του Ισλάμ. Ηδη το πρώτο πράγμα που βλέπει κανείς είναι συστάδες από τεράστιες πολυκατοικίες που έχουν χτιστεί για να στεγάσουν τους εποίκους. Στη μέση του πουθενά, τα άχαρα οικοδομήματα από σκυρόδεμα μαρκάρουν τον αρχικό πυρήνα κάποιου μελλοντικού οικισμού. Αρκετά τζαμιά με μεγάφωνα. Το δεύτερο πράγμα που εντυπωσιάζει τον επισκέπτη είναι το δημογραφικό. Από τη μια η στείρα και γερασμένη Ευρώπη, από την άλλη ο ταχύτατα αυξανόμενος πληθυσμός της Ανατολής, με παιδιά σε κάθε αυλή και μωρά σε κάθε μητρική αγκαλιά. Σκυλιά, λάσπες, η ζωή σε πιο ράθυμους ρυθμούς, εικόνες που σε γυρίζουν πίσω στο παρελθόν.
Πείσμα
Η ξεναγός μας κατεβάζει το σκιάδιο του συνοδηγού πάνω στο οποίο έχει κολλήσει τον χάρτη με τη γραμμή της διχοτόμησης. Μας δείχνει τη διαδρομή προς την Κερύνεια, το φρούριο του Αγίου Ιλαρίωνα, τα κομβικά σημεία όπου έγινε η επέμβαση το 1974. Εκείνη κατάγεται από τα Κατεχόμενα όπως και ο οδηγός. Λένε και οι δύο ότι παρά το γεγονός πως κάθε τόσο περνάνε τα σύνορα για επαγγελματικούς λόγους, η καρδιά δεν έχει σταματήσει να σφίγγεται ούτε ο χρόνος έχει απαλύνει τις δραματικές αναμνήσεις που οδήγησαν στο ξερίζωμα και μετά στην προσφυγιά. Πέρασαν 40 ολόκληρα χρόνια, άνθρωποι μεγάλωσαν, γέρασαν ή πέθαναν, σπίτια γκρεμίστηκαν, πόλεις και χωριά άλλαξαν όνομα. Ολα άλλαξαν όψη. Κάτι όμως αντιστέκεται στη λήθη, αυτό το πείσμα που περιγράφει στα ποιήματά του ο σπουδαίος Κώστας Μόντης.
Οι Τούρκοι δεν διάλεξαν τυχαία τη βόρεια πλευρά. Δεν είναι μόνο η γεωστρατηγική της σημασία αλλά και η ομορφιά της, τα τουριστικά της θέλγητρα. Αν η μια ράχη του Πενταδάκτυλου είναι γυμνή, η άλλη είναι δασωμένη. Ξαφνικά το σκηνικό της φύσης αλλάζει και μόλις περάσει κανείς τον ορεινό όγκο, βρίσκεται σε έναν μεσογειακό παράδεισο με πεύκα και με τη θάλασσα στο βάθος. Εχουμε μπει στην τελική ευθεία για την Κερύνεια και τα περίχωρά της που αποκτούν συνεχώς νέα κτίρια και βίλες. Η βόλτα στο γραφικό λιμάνι με πλεούμενα δεν δημιουργεί ανάταση. Υπάρχει η ίδια τουριστική κακογουστιά που βρίσκει κανείς και σε πολλά μέρη στην Ελλάδα. Ο καιρός είναι ζεστός και γκρουπ από ξένους περιφέρονται σε διάφορα καφέ και ταβέρνες με μεζέδες. Ψηλοί φοίνικες που μπλέκονται με μιναρέδες στη σιλουέτα της πόλης. Μαγαζιά με σουβενίρ, στα πρώτα στενά, μαχαλάς στο εσωτερικό. Στο βάθος το βυζαντινό κάστρο που στέκεται ακόμα όρθιο. Στη θαλάσσια περιοχή βρέθηκε και το περίφημο αρχαίο ελληνικό πλοίο.
Στο Αββαείο
Αν και έχουμε σχέδια για μια μικρή στάση, αποφασίζουμε να πάμε μέχρι το περίφημο Αββαείο Μπέλαπαϊς, που είναι σε κοντινή απόσταση από την πόλη. Το όνομά του προέρχεται από το γαλλικό Abbaye de la Paix και χτίστηκε το 1205 από τους Ιππότες του Τάγματος του Αγίου Αυγουστίνου. Από κοντά είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό με τις αψίδες γοτθικού ρυθμού, τους φροντισμένους κήπους και την όμορφή του θέα. Γεμάτο ξένους επισκέπτες και Τουρκοκύπριους ξεναγούς, είναι από τα σπουδαιότερα αξιοθέατα των Κατεχομένων. Στο κυλικείο μιλούν ελληνικά. Είναι ευγενείς. Και πάλι δεν καθόμαστε πολύ. Κάτι μας ωθεί να φύγουμε. Επιστρέφουμε στη Λευκωσία με συναισθηματική φόρτιση και βαριά καρδιά. Οσο δεν επισκέπτεται κανείς την Κύπρο, το 1974 παραμένει στη σφαίρα της ανώδυνης ιστορικής αφήγησης. Αν όμως πάει εκεί, τότε διαπιστώνει ότι η πληγή είναι ολοζώντανα ανοικτή...