«Είναι προφανές ότι εάν το Ιράν επιτίθεται εναντίον του Ισλαμικού Κράτους σε κάποια συγκεκριμένη περιοχή και στην περίπτωση που αυτή η δράση περιορίζεται στο Ισλαμικό Κράτος και έχει συνέπειες γι' αυτό, τότε η δράση αυτή έχει αποτέλεσμα το οποίο θα είναι τελικά θετικό», δήλωσε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Τζον Κέρι, σχολιάζοντας την αποκάλυψη ότι ιρανικά μαχητικά πλήττουν στόχους του Isis εντός του Ιράκ.
Παρά δε το γεγονός ότι, επισήμως, ο Λευκός Οίκος ανακοίνωνε ότι «σε αυτό το σημείο, οι εκτιμήσεις μας αναφορικά με το εάν είναι ορθή μια συνεργασία μας με το Ιράν δεν έχουν αλλάξει και γι' αυτό δεν θα το κάνουμε», είναι κάτι παραπάνω από φανερό ότι η Ουάσινγκτον «κλείνει το μάτι» στην Τεχεράνη. Κι αυτή, με τη σειρά της, μοιάζει να ανταποκρίνεται στο... φλερτ, όπως άλλωστε δείχνει και το γεγονός ότι σε αυτές τις επιχειρήσεις της επέλεξε να χρησιμοποιήσει αμερικανικής κατασκευής αεροσκάφη -τα Φάντομ F-4, τα οποία είχε αποκτήσει την εποχή του Σάχη...
Δίαυλος επικοινωνίας
Στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται για έκπληξη, καθώς οι ενδείξεις ότι οι δύο πάλαι ποτέ άσπονδοι εχθροί έχουν ανοίξει διαύλους επικοινωνίας και έρχονται ολοένα πιο κοντά υπάρχουν εδώ και καιρό και πληθαίνουν διαρκώς. Από το καλό (έως πολύ καλό, όπως λένε ορισμένες πληροφορίες) κλίμα που επικρατεί στις διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν -η νέα παράταση που δόθηκε πριν από λίγο καιρό μαρτυρά του λόγου το αληθές- μέχρι την πρόσφατη επιστολή του Μπαράκ Ομπάμα στον Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, όλα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι ΗΠΑ προχωρούν στην αναδιάταξη των συμμαχιών τους στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, αναγνωρίζοντας πλέον στην Τεχεράνη αναβαθμισμένο και ουσιαστικό ρόλο.
Εκτός από το Ιράκ, άλλωστε, όπου σχεδόν οι πάντες αναγνωρίζουν ότι οι Φρουροί της Επανάστασης ήταν αυτοί που έπαιξαν τον πιο αποφασιστικό ρόλο ώστε να σταματήσει η προέλαση των «τζιχαντιστών» προς τη Βαγδάτη και βοήθησαν έμπρακτα τους Κούρδους πεσμεργκά να αντέξουν πολύ πριν το πράξει η Δύση, η παρουσία του Ιράν ενισχύεται σε πολλές χώρες της περιοχής. Ιδού πώς περιέγραφε τα δεδομένα η αμερικανική εφημερίδα New York Times σε πρωτοσέλιδο θέμα της, την Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου: «Το Ιράν έχει επίσης δώσει όπλα στον στρατό του Λιβάνου, ενώ έχει ενισχύσει τους Σιίτες αντάρτες της Υεμένης που έχουν καταλάβει την πρωτεύουσα Σανάα (...). Στη δε Συρία, σε συνεργασία με την Χεζμπολάχ, το Ιράν είναι αυτό που έχει κρατήσει τον Μπασάρ αλ-Ασαντ στην εξουσία».
«Σύμφωνο μη επίθεσης»
Η ίδια εφημερίδα έκανε λόγο για ένα «de facto σύμφωνο μη επίθεσης» που έχουν συνάψει Αμερικανοί και Ιρανοί στο Ιράκ, καθώς τα αεροπλάνα τους βομβαρδίζουν στόχους που απέχουν λίγες εκατοντάδες χιλιόμετρα (ή και ακόμη λιγότερο), ενώ οι ειδικές τους δυνάμεις δρουν επίσης σχεδόν παράλληλα, με «συνδέσμους» κάποιους Ιρακινούς αξιωματικούς τους οποίους εμπιστεύονται αμφότεροι. Μάλιστα, παρέθετε δήλωση ενός πρώην υψηλόβαθμου Αμερικανού αξιωματούχου στο Ιράκ, ο οποίος, αναφερόμενος στον διοικητή των Φρουρών της Επανάστασης, ισχυριζόταν ότι «ο στρατηγός Κασέμ Σουλεϊμανί είναι σήμερα ουσιαστικά ο ηγέτης του Λιβάνου, της Συρίας, του Ιράκ και της Υεμένης».
Παρά το γεγονός ότι αυτός ο ισχυρισμός μοιάζει -και είναι- υπερβολικός και δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα (εξυπηρετεί μάλλον τον στόχο του... εκφοβισμού των αναγνωστών), είναι σαφές ότι βρίσκεται στα σκαριά και είναι πιο πιθανός παρά ποτέ τα τελευταία 35 χρόνια ένας «ιστορικός συμβιβασμός» ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ιράν. Κάθε άλλο παρά βέβαιος είναι, όμως, μιας και υπάρχουν πολλοί που θα κάνουν τα πάντα για να τον τινάξουν στον αέρα. Το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και μεγάλο μέρος (αν όχι η πλειοψηφία) του αμερικανικού Κογκρέσου είναι ορισμένοι από αυτούς. Το παζάρι για τα πυρηνικά θα δείξει πολλά...