Αλέξανδρος ΤάρκαςΟι κωμικοτραγικές εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ περί εύκολης επιβολής του
στις αγορές και στους σκληρότερους εκ των δανειστών, αλλά και η αποτυχία
της κυβερνητικής αποστολής στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα από τον
Σεπτέμβριο έως πρόσφατα προοιωνίζονται δύσκολες ημέρες: ανεξάρτητα από
την έκβαση της προεδρικής εκλογής ή των -ο μη γένοιτο- πρόωρων
βουλευτικών εκλογών, η Αθήνα εισέρχεται εκ νέου σε περίοδο δύσκολων
σχέσεων με τους ισχυρούς της ευρωζώνης. Χωρίς καμία διάθεση
δικαιολόγησης λαθών ή παραλείψεων της σημερινής κυβέρνησης και χωρίς
προκαταλήψεις έναντι του ρόλου που διαδραματίζει η Γερμανία στην Ε.Ε.,
το γεγονός είναι ότι το Βερολίνο αποστέλλει, τις τελευταίες εβδομάδες,
σκληρότατα μηνύματα όχι μόνον προς την Αθήνα, αλλά και προς άλλους
εταίρους. Ο διαπραγματευτικός πήχης έχει ανέβει τόσο ψηλά, ώστε, αν η
σημερινή φιλοευρωπαϊκή συγκυβέρνηση συναντά αδιαλλαξία και κλειστές
πόρτες, είναι εύκολο να φανταστεί κανείς τι (δεν) μπορεί να καταφέρει ο
ΣΥΡΙΖΑ που συναναστρέφεται μόνον νοσταλγούς της Stasi στη Γερμανία και
τους γραφικούς κουλτουριάρηδες Podemos στην Ισπανία.
Πληροφορίες από ξένες διπλωματικές πηγές και από εξειδικευμένες εταιρίες (με αποδεδειγμένες προσβάσεις σε κυβερνητικές και τραπεζικές δομές πολλών χωρών και σε στοιχεία που έχουν, επανειλημμένα, επιβεβαιωθεί από το πρώτο Μνημόνιο του Μαΐου 2010 έως σήμερα) παρουσιάζουν την ακόλουθη εικόνα:
Πρώτον, το Βερολίνο θεωρεί το 2015 ως την τελευταία ευκαιρία προώθησης των σχεδίων του για πιθανή τροποποίηση των συνθηκών της Ε.Ε. με σκοπό τη μεγαλύτερη εναρμόνιση (κοινώς, πιο ασφυκτικό γερμανικό έλεγχο) σε θέματα οικονομικής διακυβέρνησης. Μετά τις βουλευτικές εκλογές στο Ηνωμένο Βασίλειο, τον Μάιο του 2015, θα αρχίσει η διαπραγμάτευση για το δημοσιονομικό σύμφωνο που, προς το παρόν, αποτελεί διακυβερνητική συμφωνία, αλλά αργότερα θα αποτελέσει δίκαιο της Ε.Ε. Η διαπραγμάτευση του Βερολίνου με το Λονδίνο θα είναι επίπονη, οπότε τα υπουργεία Οικονομικών και Εξωτερικών της Γερμανίας θέλουν να έχουν προηγουμένως κλείσει τις εκκρεμότητες με τον Νότο και ειδικά με περιπτώσεις όπως της Ελλάδας. Ενδεχόμενη παράταση του ελληνικού Μνημονίου πέραν του διμήνου (έως τον Φεβρουάριο) θα σήμαινε ασύμφορο επηρεασμό των συμφερόντων μας από τα περίπλοκα θέματα των ισχυρότερων εταίρων.
Δεύτερον, η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ φέρεται ότι έχει τονίσει, περίπου προ μηνός, σε Ευρωπαίο πρωθυπουργό ότι, αν και η χειρότερη φάση της κρίσης στην ευρωζώνη μάλλον έληξε, η κατάσταση παραμένει εύθραυστη. Η πολιτική συνταγή της κυρίας Μέρκελ ενώπιον αυτής της πραγματικότητας είναι η επιβολή πιο δεσμευτικών ρυθμίσεων σε όλες τις χώρες (επομένως και στην Ελλάδα) για εναρμόνιση εντός της ΟΝΕ. Βάσει αυτής της λογικής, η κυρία Μέρκελ φέρεται ότι ξεκαθάρισε πως αποδέχεται ή έχει πάρει απόφαση την Ευρώπη «των δύο ταχυτήτων» (σ.σ.: ό,τι προέβλεπε… ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1992), αλλά υπογράμμισε ότι στην ΟΝΕ θα πρέπει να υπάρχει μόνον μία ταχύτητα! Κοινώς, δεν αναγνωρίζει ούτε σε μικρούς ούτε σε μεγάλους εταίρους δικαίωμα διαφοροποίησης και, πολύ περισσότερο, δεν αρέσκεται σε διαπραγματευτικά παζάρια με χώρες που βρίσκονται σε μνημόνια.
Τρίτον, με τη συναίνεση ή τη σιωπηρή ανοχή του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ (που φαίνεται ότι θα αποδειχθεί ο πλέον ανίσχυρος πρόεδρος στην ιστορία της Κομισιόν), η καγκελάριος και ο υπ. Οικονομικών Β. Σόιμπλε θέλουν να επιβάλουν στη Γαλλία τους κανόνες της οικονομικής διακυβέρνησης της Ε.Ε. μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2015. Το Παρίσι απαντά ότι χρειάζεται ευελιξία και ότι φροντίζει να εφαρμόζει τους κανόνες με ωφέλιμο τρόπο για όλους. Παρ' όλα αυτά δεν αποκλείεται να ζήσουμε τη μέχρι πρότινος αδιανόητη επιβολή κυρώσεων από την Κομισιόν στη Γαλλία μετά την επαναξιολόγηση των στοιχείων τον Μάρτιο 2015. Δηλαδή, λόγω και αυτού του στοιχείου εμπλοκής μεταξύ των μεγάλων, η παράταση του ελληνικού Μνημονίου, πέραν του Φεβρουαρίου, είναι ασύμφορη.
Με βάση τα παραπάνω, το λογικό ερώτημα είναι αν η Αθήνα έχει οδό διαφυγής και πώς η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να κινηθεί στον πολιτικό και τον οικονομικό λαβύρινθο της ευρωζώνης. Η απάντηση δεν είναι απλή. Και για να διατυπωθεί η όποια απάντηση χρειάζεται προηγουμένως κάτι σημαντικότερο: να υφίσταται κυβέρνηση τους επόμενους μήνες και να μην ξαναζήσουμε υπηρεσιακά σχήματα τεχνοκρατών ή αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις. Θα το γνωρίζουμε στις 29 Δεκεμβρίου.
Αλέξανδρος Τάρκας
* Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη