Του Χριστόδουλου Κ. Γιαλλουρίδη
Επόμενη κίνηση της Τουρκίας θα είναι το Καστελόριζο και το Αιγαίο
-
Η Άγκυρα συμπεριφέρεται έναντι της Κύπρου ως μια ηγεμονική δύναμη που
δεν σέβεται ούτε το διεθνές δίκαιο, ούτε την ύπαρξη μιας κρατικής
οντότητας αναγνωρισμένης από όλο τον κόσμο
- Η ΚΥΠΡΟΣ έχει υποχρέωση να θέσει στην Αθήνα το μέγα θέμα της εθνικής στρατηγικής, που σημαίνει τη στοχοθεσία και τα μέσα επίτευξής της για τον Ελληνισμό
Το «Μπαρμπαρός» βρίσκεται στις νότιες ακτές της Κύπρου, παραβιάζοντας κάθε αρχή και κανόνα του διεθνούς δικαίου, και ιδιαίτερα του δικαίου της θάλασσας, ασκώντας μια διεθνή πειρατεία εις βάρος της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου. Κύπρος και Ελλάδα διαμαρτύρονται, καταγγέλλουν, μαζεύουν ψηφίσματα και αποφάσεις διεθνών οργανισμών και διεθνών θεσμών, χωρίς κανένα αντίκρισμα στο επίπεδο της υποχρέωσης του εξαναγκασμού της Τουρκίας να σεβαστεί την κυπριακή κυριαρχία και τα δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η Τουρκία συμπεριφέρεται έναντι της Κύπρου ως μια ηγεμονική δύναμη που δεν σέβεται ούτε το διεθνές δίκαιο, ούτε την ύπαρξη μιας κρατικής οντότητας αναγνωρισμένης από όλο τον κόσμο. Η πολιτική των κανονιοφόρων και εν προκειμένω των πολεμικών φρεγατών, που διαδηλώνουν την τουρκική ισχύ ως μια δύναμη υπεράνω παντός νόμου, εκπέμπει τα μηνύματα των σημείων των καιρών, που αποδέχονται την επιβολή της ισχύος εις βάρος του δικαίου.
Όπως όλα δείχνουν, η Λευκωσία και η Αθήνα αποφάσισαν να ακολουθήσουν μια πολιτική αποκλιμάκωσης και αποφυγής της έντασης και στρατικοποίησης της κρίσης, προσδοκώντας σε μια τελική συμμόρφωση της Άγκυρας στις ελληνικές πολιτικές κατευνασμού, ότι δηλαδή η Τουρκία τέλος Δεκεμβρίου θα αποσύρει το «Μπαρμπαρός» και θα επανέλθουν τα πράγματα στην προτέρα τους φάση.
Αυτό σημαίνει μια προσδοκία πως η Τουρκία μπλόφαρε για να εκφοβίσει την Κύπρο και να προσχωρήσει στην απαίτησή της φοβούμενη την κλιμάκωση, και να παραχωρήσει τα ενεργειακά της αποθέματα από κοινού στις δύο, ούτω καλούμενες, κρατικές οντότητες, αλλιώς κοινότητες, πριν από την τελική επίλυση του κυπριακού προβλήματος και έτσι τα πράγματα να ομαλοποιηθούν περαιτέρω χωρίς κανένα κόστος για τη Λευκωσία και την Αθήνα.
Εάν όμως τα πράγματα έχουν σχεδιαστεί από την Άγκυρα διαφορετικά, και η Τουρκία είναι αποφασισμένη να προχωρήσει στην εξεύρεση ή την κατασκευή εξέδρας εξόρυξης φυσικού αερίου και πετρελαίου, ανεξαρτήτως του πόσο χρόνο θα πάρει αυτή η διαδικασία, τότε η ελληνική πλευρά θα βρεθεί ενώπιον δύσκολων διλημμάτων να αντιμετωπίσει μια κρίση, της οποίας πλέον η κλιμάκωση θα είναι ανεξέλεγκτη ή, πιο σωστά, θα ελέγχεται από την Τουρκία.
Τις επόμενες ημέρες φτάνει στην Αθήνα ο Τούρκος Πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου, επικεφαλής πολυμελούς αντιπροσωπίας Υπουργών, στο πλαίσιο ετήσιας προγραμματισμένης συνάντησης Ελλάδος-Τουρκίας, για θέματα ασφάλειας και διαχείρισης κρίσεων μεταξύ των δύο χωρών.
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός θα έχει την ευκαιρία να θέσει το ζήτημα της αποκατάστασης της διεθνούς δικαιοταξίας στην περιοχή της κυπριακής ΑΟΖ, νοτίως της Κύπρου και τον σεβασμό της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία. Πρέπει να θεωρούμε βέβαιο πως ο Τούρκος Πρωθυπουργός δεν πρόκειται να προσχωρήσει στην ελληνική άποψη. Προσδοκά, όμως, κανείς πως θα υπάρξει ένας διάλογος, ο οποίος θα βοηθήσει ίσως στη διευθέτηση της κρίσης σε μια επόμενη φάση.
Το βέβαιο είναι πως η Τουρκία επιδιώκει, μέσα από αυτήν τη σύγκρουση, να αυξήσει την εικόνα της ως ενός γεωστρατηγικού, ηγεμονικού παράγοντα, που έχει ευθύνη, ρόλο και αρμοδιότητα πολιτική και θεσμική στην Νοτιοανατολική Λεκάνη της Μεσογείου, ιδιαιτέρως μάλιστα στην Κύπρο.
Η Τουρκία, εάν δεν υποχρεωθεί με οποιοδήποτε θεσμικό μέσο να συμμορφωθεί τώρα στους κανόνες του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας, αλλά αφεθεί να αλωνίζει χωρίς κόστος, ως επόμενη κίνησή της θα πρέπει να αναμένεται πως θα είναι το Καστελόριζο και το Αιγαίο.
Η ελληνική πλευρά επέλεξε τούτη την ώρα τον δρόμο του διαλόγου και της συνεννόησης. Δεν πρέπει να τρέφουμε φρούδες ελπίδες πως αυτός ο δρόμος από μόνος του, χωρίς τη χρήση άλλων μέτρων πίεσης, μπορεί να οδηγήσει στην τουρκική συμμόρφωση και την υπαγωγή της Άγκυρας στους κανόνες του διεθνούς δικαίου, της ειρήνης και της συνεργασίας στην περιοχή της Μεσογείου.
Αθήνα και Λευκωσία εκπέμπουν ένα μήνυμα κατευνασμού προς την Τουρκία, προσδοκώντας πως η νέα τάξη που δημιουργεί ραγδαία η Άγκυρα στο εσωτερικό της και που σχεδιάζει μέχρι στιγμής ανεπιτυχώς να οικοδομήσει ο Τούρκος Πρωθυπουργός στον διεθνή του περίγυρο, όπως είναι η Μέση Ανατολή, η Μεσογειακή Λεκάνη και τα Βαλκάνια, θα σεβαστεί τα ελληνικά συμφέροντα και τα δίκαια της Κύπρου, έτσι ώστε να μπορέσει να εμπεδωθεί σταδιακά με αφετηρία την Κύπρο, ένα κλίμα φιλίας και συνεργασίας.
Είναι σαφές πως η Αθήνα αισθάνεται πως η σημερινή οικονομική κρίση που διέρχεται δεν της επιτρέπει να προχωρήσει σε πολιτικές προβολής ισχύος, για την αποτροπή της τουρκικής επιθετικότητας. Υπάρχει όμως ο κίνδυνος η τουρκική επιθετικότητα, ενόψει του ελληνικού κατευνασμού, δηλαδή μικρών παραχωρήσεων εν είδει καρότων που θα «εξημέρωναν» το θηρίο, μια τέτοια πολιτική να μετέφερε τις τουρκικές διεκδικήσεις έναντι της Κύπρου και στο Αιγαίο, του Καστελορίζου συμπεριλαμβανομένου.
Ρεαλιστική διέξοδος
Η ΑΘΗΝΑ και η Λευκωσία έχουν μία διέξοδο, που είναι και η πλέον ρεαλιστική και αξιόπιστη, της σύμπηξης στρατιωτικής αμυντικής συνεργασίας με το Ισραήλ σε τριμερές επίπεδο και με την Αίγυπτο επίσης σε τριμερές επίπεδο, με στρατηγική την κοινή άμυνα. Η κοινή άμυνα δεν θα στρεφόταν άμεσα εναντίον της Τουρκίας ή οποιουδήποτε άλλου, αλλά θα υπερασπιζόταν τη σταθερότητα και την ειρήνη στην περιοχή, της Κύπρου συμπεριλαμβανομένης.
Η Τουρκία θα αντιλαμβανόταν έτσι πως δεν έχει απέναντί της διακηρυκτικές και μόνον πολιτικές, τις οποίες γράφει συνήθως στα παλαιότερα των υποδημάτων της, αλλά μια συμμαχία πολιτικοστρατιωτική, η οποία δημιουργεί τις προϋποθέσεις και τους όρους προβολής ισχύος, δηλαδή κόστους έναντι παρανόμων πράξεών της.
Επομένως, η Κύπρος έχει υποχρέωση να θέσει στην Αθήνα το μέγα θέμα της εθνικής στρατηγικής, που σημαίνει τη στοχοθεσία και τα μέσα επίτευξής της για τον Ελληνισμό, αρχής γενομένης από την αντιμετώπιση του «Μπαρμπαρός», μια στρατηγική που θα συμπεριλαμβάνει, πέραν των πολιτικών διαλόγου και υποστηρικτικών διακηρύξεων, και την αντίληψη της κοινής άμυνας, που θα οριοθετήσει την παρουσία της Ελλάδος και της Κύπρου στην περιοχή, και θα προβάλλει στην Τουρκία και στον κάθε επιτιθέμενο την υποχρέωση να λαμβάνει υπ' όψιν του τα συμφέροντα και τα δίκαια των χωρών της περιοχής, προτού πραγματοποιήσει κινήσεις επιθετικότητας και διεθνούς πειρατείας.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου
ΣΗΜΕΡΙΝΗ