20 Μαρτίου 2014

Κριμαία: Το νέο status quo μεταξύ Δύσης και Ρωσίας Ερωτήσεις και απαντήσεις με την αρωγή του διευθυντή Ερευνών του ΙΔΙΣ


Τι οδήγησε στην απόσχιση της Κριμαίας; Θα κλιμακωθεί η ένταση στην Ουκρανία; Πώς χειρίστηκε το ζήτημα η Ευρώπη; Γιατί τηρεί χαμηλούς τόνους η Γερμανία; Ποια είναι τα επόμενα βήματα της Ρωσίας; Ερωτήσεις και απαντήσεις στο naftemporiki.gr για τη διεθνή κρίση στην Κριμαία με την αρωγή του διευθυντή Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων Κωνσταντίνου Φίλη.


Αποτελεί οριστική εξέλιξη η προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία;
Πλέον δεν υπάρχουν πιθανότητες ανατροπής της προσχώρησης της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία. Μένει να φανεί η διάρκεια ολοκλήρωσης της διαδικασίας (αλλαγή συνόρων - ενσωμάτωση) η οποία εκτιμάται περίπου σε ένα έτος. Μέσα σε αυτό το διάστημα ενδεχομένως να σημειωθούν εξελίξεις οι οποίες ωστόσο δεν θα αφορούν την Κριμαία αυτήν καθ’ αυτή αλλά το υπόλοιπο της Ουκρανίας και τις σχέσεις της περιοχής με τη Ρωσία.
 
Πρόκειται για μία καθαρή νίκη Πούτιν στη γεωπολιτική σκακιέρα;
Πρόκειται σίγουρα για μία τακτική νίκη της Ρωσίας στην προκειμένη περίπτωση. Ωστόσο, η Μόσχα ήλεγχε ήδη de facto (στην πράξη) την Κριμαία και μετά τις τελευταίες εξελίξεις βρίσκεται περιθωριοποιημένη από το μεγαλύτερο μέρος της διεθνούς κοινότητας. Υπό αυτήν την έννοια, ενδεχομένως αυτή η νίκη να αποδειχθεί μία πύρρειος νίκη ή με άλλα λόγια μία τακτική νίκη που θα οδηγήσει σε μία στρατηγική ήττα.

 
Ποιες ήταν οι αστοχίες της δυτικής πλευράς; Από το τέλος του καλοκαιριού η Ευρώπη «σύρθηκε» σε μία σύνοδο κορυφής στο Βίλνιους, από την Πολωνία και τις βαλτικές χώρες, οι οποίες διακατέχονται από πολύ έντονα αντιρωσικά αισθήματα, και έθεσε τον Βίκτορ Γιανουκόβιτς (μέχρι πρότινος πρόεδρος της Ουκρανίας) μπροστά σε ένα μη αναγκαίο δίλημμα: «ή με την Ευρώπη ή με τη Ρωσία». Όταν στο τέλος Νοεμβρίου του πρότεινε να υπογράψει τη συμφωνία σύνδεσης, στην πραγματικότητα δεν του έδωσε τη δυνατότητα να επιλέξει την ευρωπαϊκή οδό, καθώς από τη μία πλευρά η Ευρώπη του πρόσφερε μία σειρά δυσάρεστων μεταρρυθμίσεων μαζί με 600 εκατ. ευρώ και από την άλλη πλευρά η Ρωσία του πρόσφερε μείωση της τάξης του 30%+ στις τιμές φυσικού αερίου μαζί με αγορά ουκρανικών ομολόγων ύψους 15 δις δολαρίων. Συνεπώς, και φιλορώσος να μην ήταν, ο Βίκτορ Γιανουκόβιτς θα έκανε την προφανή επιλογή. Επιπλέον, η δυτική πλευρά περιφρόνησε τη Ρωσία κατά τη διαδικασία ανατροπής του Ουκρανού προέδρου, αγνοώντας τα ειδικά ρωσικά συμφέροντα στην περιοχή.

Είναι οι χειρισμοί της δυτικής πλευράς ή η τόλμη του ρωσικού καθεστώτος που καθόρισε τελικά τις εξελίξεις; Ήταν και τα δύο. Σε κάθε περίπτωση, παρά το γεγονός ότι εκείνη επέφερε ουσιαστικά την ανατροπή Γιανουκόβιτς, η Δύση αποδείχθηκε λιγότερο προετοιμασμένη από τη Ρωσία να διαχειριστεί τις συνέπειες της ενέργειας.
 
Θα έπρεπε να είναι πιο δυναμική η αντίδραση της Δύσης απέναντι στη Ρωσία;
Δεν θα μπορούσε να είναι πιο δυναμική, δεδομένου ότι η Ουκρανία βρίσκεται στο εγγύς εξωτερικό, στην πίσω αυλή της Ρωσίας. Άρα, οι δυτικές χώρες αναγνωρίζουν de facto ότι η Ρωσία έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο. Άλλωστε, ο Μπαράκ Ομπάμα τα τελευταία χρόνια έχει προβεί στην επιλογή μερικής αποστασιοποίησης από περιοχές οι οποίες δεν αποτελούν για τις ΗΠΑ ύψιστη γεωπολιτική προτεραιότητα. Δεδομένου ότι η Ουάσιγκτον έχει αποφασίσει να στραφεί προς άλλες γεωγραφικές περιφέρειες, όπως είναι ο Ειρηνικός, με στόχο την αναχαίτιση της κινεζικής επιρροής, είναι σαφές ότι η Ουκρανία δεν είναι προτεραιότητα για τις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν επιλέξει να μην παίζουν πλέον τον ρόλο του παγκόσμιου χωροφύλακα όπως συνέβαινε μέχρι το 2008. Αυτή η παράμετρος βρίσκεται σε συνδυασμό και με την ανάδυση περιφερειακών δυνάμεων ή υπερδυναμέων , διότι η Ρωσία μπορεί να θεωρείται υπερδύναμη στον μετασοβιετικό χώρο αλλά έως εκεί, πράγμα που σημαίνει ότι και οι ΗΠΑ αντιλαμβάνονται πλέον τους περιορισμούς και τα όρια σε ό,τι αφορά την αποτελεσματική άσκηση της εξωτερικής πολιτικής τους.
 
Είναι συμπαγές το μέτωπο της Δύσης;
Σε γενικές γραμμές η Δύση είναι υποχρεωμένη να αναπτύσσει ένα συμπαγές μέτωπο απέναντι στη Ρωσία, γιατί το τελευταίο διάστημα η Μόσχα την περιφρονεί, όπως θεωρεί ότι έκανε αντίστοιχα η Δύση μέχρι την ανατροπή του Βίκτορ Γιανουκόβιτς. Σε δεύτερη ανάλυση όμως υπάρχει μία βασική διαφοροποίηση στον βαθμό των κυρώσεων. Η Ευρώπη, και ειδικότερα μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία, έχουν μία έντονη οικονομική αλληλεξάρτηση με τη Ρωσία. Στον τομέα του εμπορίου οι συναλλαγές ξεπερνούν τα 40 δις ευρώ. Στον τομέα της ενέργειας η Γερμανία εισάγει από τη Ρωσία περίπου το 1/3 του συνόλου των πόρων που καταναλώνει. Συνεπώς, το βάθος των κυρώσεων θα πλήξει αντίστοιχα τις ευρωπαϊκές οικονομίες που είναι εκτεθειμένες στον ρωσικό παράγοντα. Την ίδια ώρα, σε πολιτικό επίπεδο, η περιθωριοποίηση της Ρωσίας θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στις ΗΠΑ, οι οποίες προσεγγίζουν ως χρήσιμη τη συμβολή της Μόσχας σε μία σειρά από θέματα διεθνούς ασφάλειας ( Συρία, πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αντιμετώπιση της διεθνούς τρομοκρατίας).

Είναι φιλορωσικό ή φιλοδυτικό το κυρίαρχο ρεύμα στην κοινή γνώμη της Ουκρανίας; Πρόκειται για μία βαθιά διαιρεμένη χώρα η οποία εμφανίζει και μία φυσική διαίρεση –αρκεί να κοιτάξει κανείς πού συγκεντρώνονται οι φιλοδυτικές δυνάμεις και πού συγκεντρώνονται οι φιλορωσικές δυνάμεις. Όπως αποτυπώθηκε και στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, δεν είναι εύκολο να συμπεράνει κανείς με βεβαιότητα προς ποια κατεύθυνση κινείται το πλειοψηφικό ρεύμα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι τελευταίες εξελίξεις έχουν εντείνει τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της χώρας και έχουν προφανώς εντείνει το αντιρωσικό αίσθημα σε σχέση με τις εξελίξεις στην Κριμαία. Συγχρόνως, όμως, έχουν ενισχύσει και το φιλορωσικό αίσθημα πολιτών (κυρίως στις ανατολικές επαρχίες) που βλέπουν ότι η Κριμαία μπορεί να συνιστά ένα μοντέλο και για εκείνους και ότι ενδεχομένως, στο πλαίσιο μίας πιο έντονης συνεργασίας, θα μπορούσαν να έχουν ένα καλύτερο -κυρίως οικονομικό- μέλλον.
 
Το δημοψήφισμα στην Κριμαία υπέρ της απόσχισης αντικατοπτρίζει τις πραγματικές επιθυμίες της κοινής γνώμης;
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η μεγάλη πλειοψηφία των κατοίκων της Κριμαίας τάσσεται υπέρ της απόσχισης και της κατόπιν ενσωμάτωσης στη Ρωσική Ομοσπονδία. Όμως, ο τρόπος και οι συνθήκες διεξαγωγής του δημοψηφίσματος, αν μην τι άλλο, δεν παραπέμπουν σε ευρωπαϊκά πρότυπα και δεν επιτρέπουν να ισχυριστεί κανείς ότι εκφράστηκε πλήρως η ελεύθερη βούληση των πολιτών. Από τη στιγμή που υπάρχουν στους δρόμους παραστρατιωτικές ομάδες και στρατεύματα, ακόμη και αν αυτά δεν εξωθούν τους πολίτες να ψηφίσουν, σίγουρα δημιουργούν μία αντίστοιχη περιρρέουσα ατμόσφαιρα.
 
Τι επιθυμεί η ρωσική κοινωνία;
Η κοινή γνώμη στη Ρωσία («χειραγωγείται απόλυτα από το καθεστώς Πούτιν») επικροτεί με το παραπάνω τις κινήσεις της χώρας στην Ουκρανία, γεγονός άλλωστε που αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις, σύμφωνα με τις οποίες η δημοτικότητα του Ρώσου προέδρου καταγράφει ιστορικό υψηλό τελευταίων 3-4 ετών. Είναι προφανές ότι η στρατηγική του Βλάντιμιρ Πούτιν απευθύνεται και στο εσωτερικό της χώρας, καθώς ενισχύει το αίσθημα αυτοπεποίθησης της Ρωσίας και δημιουργεί μία αίσθηση ότι η χώρα είναι πλέον σε θέση να ορίζει τις εξελίξεις, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τον μετασοβιετικό χώρο, πράγμα το οποίο είναι σημαντικό για τη ψυχολογία πολλών Ρώσων, παρά το γεγονός ότι έχουν παρέλθει 20+ χρόνια από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.

Τι συμφέρει τη ρωσική αγορά; Το μεγάλο ενδιαφέρον της ρωσικής πλευράς γύρω από την Κριμαία δεν έχει να κάνει με το οικονομικό σκέλος αυτό καθ’ αυτό, όσο με την παρουσία του ρωσικού στόλου στην περιοχή, η οποία είναι ειδικού ενδιαφέροντος ήδη από την εποχή της Μεγ.Αικατερίνης, οπότε και κρίθηκε ως ενδεδειγμένη για τη φιλοξενία των ρωσικών βάσεων. Το μεγάλο ενδιαφέρον της ρωσικής αγοράς εστιάζεται στις υπόλοιπες ανατολικές επαρχίες της Ουκρανίας και ειδικότερα στην περιοχή του Χάρκοβο, που αποτελεί την ισχυρότερη βιομηχανική περιοχή της Ουκρανίας και την 4η ισχυρότερη σε όλη την πρώην Σοβιετική Ένωση.
 
Θα πλήξει τη ρωσική αγορά μία διεθνής απομόνωση της Ρωσίας;
Μία διεθνής οικονομική απομόνωση της Ρωσίας θα πλήξει βαρύτατα τη ρωσική οικονομία η οποία έτσι κι αλλιώς έχει να αντιμετωπίσει εγγενή, πολύ σοβαρά προβλήματα και μελλοντικές προκλήσεις. Από την άλλη πλευρά όμως, όσο πιο διευρυμένες είναι οι οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, τόσο περισσότερο πλήττονται και οι οικονομίες χωρών που είναι έντονα αλληλοεξαρτημένες με τη ρωσική οικονομία. Γι’ αυτόν τον λόγο, ακόμη και σήμερα, στον δεύτερο γύρο των κυρώσεων, η ΕΕ επέλεξε το μη χείρον βέλτιστο. Από τη μία πλευρά πρέπει να δείξει στη μεταβατική ουκρανική κυβέρνηση και στις φιλοδυτικές δυνάμεις εντός της Ουκρανίας ότι στηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική τους, από την άλλη πλευρά όμως δεν μπορεί -ακριβώς επειδή είναι εκτεθειμένη οικονομικά- να προβεί σε κυρώσεις οι οποίες θα πλήξουν και την ίδια. Αναμένεται και ένας τρίτος γύρος κυρώσεων το επόμενο διάστημα, κατά τον οποίο θα φανούν πιο καθαρά οι προθέσεις -ειδικότερα των Ευρωπαίων- απέναντι στη Ρωσία. Θα φανεί επίσης κατά πόσο η Ευρώπη θεωρεί ότι η οικονομική περιθωριοποίηση της Ρωσίας θα είναι και το μέσο πίεσης για να αλλάξει κάτι το οποίο αυτήν τη στιγμή φαίνεται και είναι δεδομένο, δηλαδή η απώλεια της Κριμαίας και η ενσωμάτωσή της στη Ρωσική Ομοσπονδία.

Πόσο πιθανή είναι μία περαιτέρω κλιμάκωση ανάμεσα στις δύο πλευρές; Όσο η κατάσταση δεν ομαλοποιείται, όσο οι αντιθέσεις στο εσωτερικό της χώρας επιτείνονται, όσο η μεταβατική κυβέρνηση δεν μπορεί να ελέγξει τα εθνικιστικά - νεοναζιστικά στοιχεία που αρχικά παρείσφρησαν στους διαδηλωτές και πλέον αναλαμβάνουν ρόλο και αποκτούν λόγο στις πολιτικές εξελίξεις και διεργασίες, όλα τα σενάρια είναι ανοιχτά. Ωστόσο, βάσει του ορθολογισμού, δεν θα ήταν προς το συμφέρον της Ρωσίας η προσχώρηση επιπλέον ουκρανικών επαρχιών στην επικράτειά της, διότι συν τοις άλλοις αυτή η εξέλιξη θα συνοδευόταν από ένα τεράστιο οικονομικό βάρος το οποίο η Ρωσία δύσκολα θα μπορούσε να αντέξει. Επιπλέον, μετά το Κόσοβο και τη Νότια Οσετία και την Αμπχαζία, δεν είναι προς το συμφέρον της ρωσικής πλευράς να ανοίξει περαιτέρω το κουτί της Πανδώρας σε επίπεδο αποσχίσεων, διότι και η ίδια η Ρωσία διατηρεί στο εσωτερικό της ένα εθνοτικό μωσαϊκό το οποίο θα είναι δύσκολο να ελέγξει. Ευρύτερα, ο κατακερματισμός της Ουκρανίας εν συνόλω δεν είναι προς το συμφέρον κανενός: ούτε της Ρωσίας, ούτε της Δύσης. Διότι σε αυτήν την περίπτωση, στο τέλος της ημέρας, εκτιμάται ότι η Μόσχα θα έχει κερδίσει το 1/3 της Ουκρανίας -που έτσι κι αλλιώς, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ήλεγχε οικονομικά, εμπορικά, πολιτικά, στρατιωτικά- και θα έχει απωλέσει τα υπόλοιπα 2/3 της Ουκρανίας που αποτελούν ένα ισχυρό διακύβευμα. Το επικρατέστερο σενάριο υπαγορεύει ότι οι μεγάλες δυνάμεις θα επιδιώξουν, υπό τις νέες συνθήκες, να ουδετεροποιήσουν την Ουκρανία και όχι να τη διατηρήσουν ως ένα ακόμη πεδίο γεωπολιτικής αντιπαράθεσης το οποίο θα μπορούσε μάλιστα να επιφέρει μία μετωπική σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Δύσης.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ
vkost@naftemporiki.gr