20 Μαρτίου 2014

Η Τουρκία φοβάται με όσα γίνονται στην Κριμαία


Ο Χρήστος Ιακώβου, Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών, μέσω ενός πολύ εμπεριστατωμένου άρθρου στο Sigmalive, εξηγεί γιατί η Τουρκία φοβάται τις εξελίξεις στην Κριμαία.
Η ρωσική στρατιωτική παρουσία την Κριμαία καθώς επίσης και η ευδιάκριτη προοπτική προσάρτησή της από τη Μόσχα προκαλεί γεωστρατηγική αναταραχή και αμηχανία στην Τουρκία σε σχέση με την προσαρμογή της στα νέα δεδομένα. Θέματα όπως ο βαθύς και ιστορικώς ριζωμένος φόβος έναντι της στρατιωτικώς υπέρτερης Ρωσίας, η ενεργειακή εξάρτηση και η πολιτική για τις οδούς ναυσιπλοϊας στην Μαύρη Θάλασσα άρχισαν να έρχονται στην επιφάνεια και να αποτελούν κεντρικά σημεία της επανεξέτασης της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Συνεπώς, οι εξελίξεις στην Κριμαία αποτελούν σημαντική στρατηγική πρόκληση για την Τουρκία.Η Ρωσία από τα τέλη του 18ου αιώνα έβλεπε την Κριμαία ως το ζωτικό χώρο που της εξασφάλιζε πρόσβαση στα θερμά ύδατα της Μεσογείου. Εκεί άρχισε να δημιουργεί το στόλο της Μαύρης Θάλασσας και στην πορεία εγκατέστησε μεγάλο αριθμό ρωσικού πληθυσμού για να σταθεροποιήσει την έλεγχο επί της περιοχής.

 Η Ρωσική στρατιωτική παρουσία την Κριμαία καθώς επίσης και η ευδιάκριτη προοπτική προσάρτησή της από τη Μόσχα προκαλεί γεωστρατηγική αναταραχή και αμηχανία στην Τουρκία σε σχέση με την προσαρμογή της στα νέα δεδομένα. Θέματα όπως ο βαθύς και ιστορικώς ριζωμένος φόβος έναντι της στρατιωτικώς υπέρτερης Ρωσίας, η ενεργειακή εξάρτηση και η πολιτική για τις οδούς ναυσιπλοϊας στην Μαύρη Θάλασσα άρχισαν να έρχονται στην επιφάνεια και να αποτελούν κεντρικά σημεία της επανεξέτασης της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Συνεπώς, οι εξελίξεις στην Κριμαία αποτελούν σημαντική στρατηγική πρόκληση για την Τουρκία.

Η Ρωσία από τα τέλη του 18ου αιώνα έβλεπε την Κριμαία ως το ζωτικό χώρο που της εξασφάλιζε πρόσβαση στα θερμά ύδατα της Μεσογείου. Εκεί άρχισε να δημιουργεί το στόλο της Μαύρης Θάλασσας και στην πορεία εγκατέστησε μεγάλο αριθμό ρωσικού πληθυσμού για να σταθεροποιήσει την έλεγχο επί της περιοχής.

Η Τουρκία καλύπτει σε ποσοστό περίπου το 55% των αναγκών της σε φυσικό αέριο και το 12% σε πετρέλαιο μέσω εισαγωγών από την Ρωσία. Επιπλέον, η Ρωσία αποτελεί τον πιο στενό συνεργάτη της Τουρκίας για το πυρηνικό της πρόγραμμα. Η ενεργειακή εξάρτηση, καθώς επίσης και η αύξηση επιρροής της Μόσχας στη συριακή κρίση, η οποία λειτουργεί ανταγωνιστικώς προς την Τουρκία, κάνει τον Ερντογάν πολύ συγκρατημένο έναντι της Ρωσίας. Ο Τούρκος πρωθυπουργός γνωρίζει πολύ καλά ότι η ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία είναι κομβικής σημασίας για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, ιδιαίτερα σε μία περίοδο κατά την οποία η τουρκική οικονομία πλήττεται λόγω της εν εξελίξει εσωτερικής κρίσης.

Πέραν του ενεργειακού παράγοντα, θα πρέπει να προστεθεί και η ιστορικώς ριζωμένη απροθυμία των Τούρκων να εισέρχονται σε σύγκρουση με την Ρωσία. Από τον 16ο αιώνα μέχρι και τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρξαν δεκαεπτά ρωσο-τουρκικοί πόλεμοι, εκ των οποίων όλοι τελείωσαν με νίκες των Ρώσων. Αυτός υπήρξε και ένας από τους βασικούς λόγους που η Τουρκία επέλεξε την ένταξη στο ΝΑΤΟ μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατά συνέπεια η αποφυγή έντασής με τη Ρωσία αποτελεί σημαντικό στόχο τακτικής για την Τουρκική κυβέρνηση.

Παρόμοιες προκλήσεις είχε να αντιμετωπίσει η Τουρκία και κατά την κρίση στη Γεωργία το 2008. Παρά το ότι η Άγκυρα ανεγνώριζε τότε ότι η ρωσική εισβολή στη Γεωργία έπληττε την πολιτική μεταφοράς ενέργειας από τον Καύκασο προς τη Δύση μέσω Τουρκίας, αντιλαμβανόμενη την ικανότητα και αποφασιστικότητα της Ρωσίας για αποτελεσματική αντίδραση σε περίπτωση υπόσκαψής της, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις ενεργειακές προμήθειες, η κυβέρνηση Ερντογάν αναγκάστηκε να υιοθετήσει μία πιο ισορροπημένη πολιτική. Ακόμη και όταν παρεχώρησε εναέριες και ναυτικές διευκολύνσεις στους αμερικανούς, το έκανε με την προϋπόθεση ότι εκείνη η κίνηση δεν θα την έσπρωχνε σε στρατιωτική ανάμειξη στα δρώμενα της Γεωργίας, καθιστώντας την μέρος της κρίσης και ούτε θα της προκαλούσε οποιοδήποτε άλλο κόστος έναντι της Ρωσίας.

Όλα αυτά κάνουν την Τουρκία να μην μπορεί να υψώσει τους τόνους στο ζήτημα της Κριμαίας, αλλά να επιδιώξει πολιτική κατευνασμού της Μόσχας. Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η Τουρκία έβλεπε την Ουκρανία ως μία ασφαλή ενδιάμεση ζώνη μεταξύ της και της Ρωσίας. Εάν η Ρωσία προσαρτήσει τελικώς την Κριμαία, η Τουρκία θα βρεθεί κάτω από ασφυκτική γεωστρατηγική πίεση και θα βλέπει πάλι τη Ρωσία όπως την τσαρική αυτοκρατορία του παρελθόντος. Αυτό σημαίνει ηγεμονικές αξιώσεις του Κρεμλίνου επί της Μαύρης Θάλασσας και περισσότερη πίεση για ναυτική έξοδο προς τη Μεσόγειο. Τα πλεονεκτήματα που παρέχει στην Τουρκία η Σύμβαση του Μοντρέ του 1936 σχετικά με τον έλεγχο των στρατιωτικών ναυτικών δυνάμεων που διέρχονται των στενών του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων μπορούν να βρεθούν κάτω από ισχυρή πίεση, ιδιαίτερα αν οι ΗΠΑ επιδιώξουν να στείλουν ναυτικό στη Μαύρη Θάλασσα για να επιτηρούν τις κινήσεις των Ρώσων. Αυτό θα αποτελέσει σημείο έντονης αντίδρασης της Ρωσίας. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με την ρευστότητα στη Νοτιοανατολική Τουρκία και την αστάθεια νοτίως της Τουρκίας, θα καταστήσει την Τουρκία εξαιρετικώς ευάλωτη έναντι της Ρωσίας. Τέτοιο πιθανό σενάριο θα φέρει την τουρκική κυβέρνηση ενώπιον ενός σκληρού διλήμματος: Ή θα πρέπει η Τουρκία να γίνει πιο εξαρτημένη από την πολιτική των ΗΠΑ, συνεπώς βραχίονας της αμερικανικής πολιτικής στην περιοχή, ή να επιδιώξει περισσότερη σύγκλιση με τη Ρωσία, στο πλαίσιο κατευνασμού του Κρεμλίνου, κάτι που θα σημαίνει περισσότερη απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση, σενάριο καθόλου απίθανο με τους τούρκους ισλαμιστές στην εξουσία.