Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣΣήμερα είναι κοινά αποδεκτή παραδοχή στην Ρωσία και στη Δύση ότι η
αιφνιδιαστική επίθεση της Βόρειας Κορέας κατά την Νότιας τον Ιούλιο του
1950 -που οδήγησε σε μια διεθνή πολυεθνική αιματηρή εμπλοκή τριών
χρόνων- δεν είχε καμιά σχέση με την επιθετική στρατηγική της ΕΣΣΔ και
πολύ περισσότερο δεν προανήγγειλε ανάλογες κινήσεις της Μόσχας στην
Ευρώπη.Είτε με σκόπιμη διαστρέβλωση της πραγματικότητας, είτε με
καλόπιστη παρερμηνεία των προθέσεων της άλλης πλευράς, οι ΗΠΑ και πιο
συγκεκριμένα ο Πρόεδρος Τρούμαν και οι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας
Ατσεσον και Φόρεσταλ δημιούργησαν ένα κλίμα πανικού στη Δυτική Ευρώπη
για επικείμενη σοβιετική επίθεση και έθεσαν ως κατεπείγουσα
προτεραιότητα τη συγκρότηση του στρατιωτικού σκέλους του ΝΑΤΟ με
ογκώδεις συμβατικές δυνάμεις που θα εξισορροπούσαν τις σοβιετικές
στρατιές στην Ανατολική Γερμανία. Ισχυρή συμβατική άμυνα της Δυτικής
Ευρώπης σήμαινε επανεξοπλισμό της Βόννης, άρα χειραφέτηση της Γερμανίας
από τις εναπομένουσες δουλείες του κατοχικού καθεστώτος που διατηρούσαν
ακόμη ΗΠΑ, Βρετανία και Γαλλία.
Κάτι ανάλογο θα συμβεί και σήμερα με αφορμή την Ουκρανία, όποια και αν είναι η έκβαση της κρίσης, όπως και να αξιολογηθούν οι προθέσεις της Μόσχας. Το γυαλί έχει ραγίσει και η Ε.Ε. και κυρίως η Γερμανία δεν είναι νοητό, από την άποψη όχι του πραγματικού κινδύνου αλλά του εσωτερικού, ευρωπαϊκού και διατλαντικού κόστους, να εξακολουθήσουν να κινούνται αμέριμνα σαν να μην υπήρχε κίνδυνος και απειλή για την ασφάλεια από την Ανατολή.Σε καμιά περίπτωση η αναζήτηση ισχυρής, αξιόπιστης, αποτρεπτικής και παρεμβατικής ευρωπαϊκής άμυνας δεν θα σημάνει αυτόματη επαναδραστηριοποίηση της Διατλαντικής αλληλεγγύης και συνεργασίας:Πρώτον, πέραν κάποιων συμβολικών κινήσεων, είναι ο αδιανόητη η επιστροφή άξιου λόγου όγκου αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Γηραιά Ηπειρο.
Δεύτερον, είναι αναμενόμενο οι σημερινές ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις της Ε.Ε., η Γαλλία και η Βρετανία, να σπεύσουν να αξιοποιήσουν την επανεμφάνιση της απειλής από την Ανατολή, για να κατοχυρώσουν μια ισοτιμία με τη Γερμανία στην πολιτική και αμυντική συνεργασία που είναι αδύνατον να κατοχυρωθεί σε άλλα πεδία για το Παρίσι και το Λονδίνο, για διαφορετικούς για την κάθε χώρα λόγους.
Η Γερμανία αντιμετωπίζει μια πιο περίπλοκη πρόκληση: Αν πάρει αποφάσεις ενίσχυσης της στρατιωτικής της ισχύος, θα ξυπνήσει φοβίες και σύνδρομα του παρελθόντος και θα κινηθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση του περιορισμού των δημοσιονομικών δαπανών, μια επιλογή που θα είναι υποχρεωτικός μονόδρομος όχι μόνον για το Βερολίνο αλλά και για το Παρίσι και το Λονδίνο. Σε κάθε περίπτωση το ευρωπαϊκό συμφέρον της Γερμανίας την θέλει στην καρδιά των αποφάσεων και των επιλογών για ενίσχυση της ευρωπαϊκής στρατιωτικής ισχύος και όχι θεατή και παρατηρητή πρωτοβουλιών και επιλογών κατά κύριο λόγο της Γαλλίας και της Βρετανίας.
Επί πλέον με αδιανόητη σήμερα την επιστροφή των ΗΠΑ στον βαθμό παρουσίας και εγγυήσεων που είχε αναλάβει στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, αργά ή γρήγορα η Γερμανία δεν μπορεί παρά να θέσει και το θέμα μιας κοινής ευρωπαϊκής πυρηνικής εγγύησης-αποτροπής, μια εξέλιξη που θα θέτει στο Λονδίνο και στο Παρίσι την πρόκληση της υπαγωγής υπό ευρωπαϊκό έλεγχο των εθνικών πυρηνικών τους οπλοστασίων, μια προοπτική αδιανόητη ακόμη και προς συζήτηση για τη Βρετανία, οδυνηρή και τραυματική για τη Γαλλία.Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να διακινδυνεύσουμε την πρόβλεψη ότι αν ο Πόλεμος στη Κορέα ενίσχυσε τη Διατλαντική Ενότητα, σήμερα η κρίση στην Ουκρανία -σε πρώτη τουλάχιστον φάση- θα αναδείξει αποκλίσεις και αντιθέσεις ως προς την οικοδόμηση ευρωπαϊκής άμυνας.
Σύνθετη πρόκληση
Η Γερμανία αντιμετωπίζει μια πιο περίπλοκη πρόκληση: Αν πάρει αποφάσεις ενίσχυσης της στρατιωτικής της ισχύος θα ξυπνήσει φοβίες και σύνδρομα του παρελθόντος και θα κινηθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση του περιορισμού των δημοσιονομικών δαπανών, μια επιλογή που θα είναι υποχρεωτικός μονόδρομος όχι μόνον για το Βερολίνο, αλλά και για το Παρίσι και το Λονδίνο.
kapopoulos@pegasus.gr
Κάτι ανάλογο θα συμβεί και σήμερα με αφορμή την Ουκρανία, όποια και αν είναι η έκβαση της κρίσης, όπως και να αξιολογηθούν οι προθέσεις της Μόσχας. Το γυαλί έχει ραγίσει και η Ε.Ε. και κυρίως η Γερμανία δεν είναι νοητό, από την άποψη όχι του πραγματικού κινδύνου αλλά του εσωτερικού, ευρωπαϊκού και διατλαντικού κόστους, να εξακολουθήσουν να κινούνται αμέριμνα σαν να μην υπήρχε κίνδυνος και απειλή για την ασφάλεια από την Ανατολή.Σε καμιά περίπτωση η αναζήτηση ισχυρής, αξιόπιστης, αποτρεπτικής και παρεμβατικής ευρωπαϊκής άμυνας δεν θα σημάνει αυτόματη επαναδραστηριοποίηση της Διατλαντικής αλληλεγγύης και συνεργασίας:Πρώτον, πέραν κάποιων συμβολικών κινήσεων, είναι ο αδιανόητη η επιστροφή άξιου λόγου όγκου αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Γηραιά Ηπειρο.
Δεύτερον, είναι αναμενόμενο οι σημερινές ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις της Ε.Ε., η Γαλλία και η Βρετανία, να σπεύσουν να αξιοποιήσουν την επανεμφάνιση της απειλής από την Ανατολή, για να κατοχυρώσουν μια ισοτιμία με τη Γερμανία στην πολιτική και αμυντική συνεργασία που είναι αδύνατον να κατοχυρωθεί σε άλλα πεδία για το Παρίσι και το Λονδίνο, για διαφορετικούς για την κάθε χώρα λόγους.
Η Γερμανία αντιμετωπίζει μια πιο περίπλοκη πρόκληση: Αν πάρει αποφάσεις ενίσχυσης της στρατιωτικής της ισχύος, θα ξυπνήσει φοβίες και σύνδρομα του παρελθόντος και θα κινηθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση του περιορισμού των δημοσιονομικών δαπανών, μια επιλογή που θα είναι υποχρεωτικός μονόδρομος όχι μόνον για το Βερολίνο αλλά και για το Παρίσι και το Λονδίνο. Σε κάθε περίπτωση το ευρωπαϊκό συμφέρον της Γερμανίας την θέλει στην καρδιά των αποφάσεων και των επιλογών για ενίσχυση της ευρωπαϊκής στρατιωτικής ισχύος και όχι θεατή και παρατηρητή πρωτοβουλιών και επιλογών κατά κύριο λόγο της Γαλλίας και της Βρετανίας.
Επί πλέον με αδιανόητη σήμερα την επιστροφή των ΗΠΑ στον βαθμό παρουσίας και εγγυήσεων που είχε αναλάβει στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, αργά ή γρήγορα η Γερμανία δεν μπορεί παρά να θέσει και το θέμα μιας κοινής ευρωπαϊκής πυρηνικής εγγύησης-αποτροπής, μια εξέλιξη που θα θέτει στο Λονδίνο και στο Παρίσι την πρόκληση της υπαγωγής υπό ευρωπαϊκό έλεγχο των εθνικών πυρηνικών τους οπλοστασίων, μια προοπτική αδιανόητη ακόμη και προς συζήτηση για τη Βρετανία, οδυνηρή και τραυματική για τη Γαλλία.Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να διακινδυνεύσουμε την πρόβλεψη ότι αν ο Πόλεμος στη Κορέα ενίσχυσε τη Διατλαντική Ενότητα, σήμερα η κρίση στην Ουκρανία -σε πρώτη τουλάχιστον φάση- θα αναδείξει αποκλίσεις και αντιθέσεις ως προς την οικοδόμηση ευρωπαϊκής άμυνας.
Σύνθετη πρόκληση
Η Γερμανία αντιμετωπίζει μια πιο περίπλοκη πρόκληση: Αν πάρει αποφάσεις ενίσχυσης της στρατιωτικής της ισχύος θα ξυπνήσει φοβίες και σύνδρομα του παρελθόντος και θα κινηθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση του περιορισμού των δημοσιονομικών δαπανών, μια επιλογή που θα είναι υποχρεωτικός μονόδρομος όχι μόνον για το Βερολίνο, αλλά και για το Παρίσι και το Λονδίνο.
kapopoulos@pegasus.gr