Του Χριστόδουλου Γιαλλουρίδη-Αυτό που συνέβη τη 16η Μαρτίου δεν ήταν απλώς αυτό που συνηθίζεται να αποκαλείται ως κούρεμα καταθέσεων
Η Κύπρος στα μάτια των τρίτων, του διεθνούς παράγοντα, έχει χάσει σημαντικό μέρος από τη νομιμοποίησή της, δηλαδή την ικανότητά της να διαπραγματεύεται και να υπάρχει πολιτικά ως κρατική οντότητα διεθνώςΗ ΚΥΠΡΟΣ πλέον δεν διαπραγματεύεται ως κρατική οντότητα από θέση ισχύος, αλλά από θέση απόλυτης κρατικής αδυναμίας
Η 16η Μαρτίου 2013 σφράγισε ανεξίτηλα την Κύπρο ως κοινωνία, ως κράτος,
αλλά και ως προοπτική και παρουσία σε έναν ταραγμένο κόσμο, και φυσικά
στην ίδια την Ευρώπη, η οποία υπήρξε και ο εκτελεστής της κρατικής της
υπόστασης.
Αυτό που συνέβη τη 16η Μαρτίου δεν ήταν απλώς αυτό που συνηθίζεται να αποκαλείται ως κούρεμα καταθέσεων, με την έννοια της εξυγίανσης ενός τραπεζικού συστήματος, το οποίο έπασχε, αλλά επρόκειτο για την κεκαλυμμένη ληστεία των Κυπρίων και ξένων καταθετών, και για την καταβαράθρωση του κυπριακού κράτους με την προσχηματική προβολή του επιχειρήματος της σωτηρίας της Κύπρου και του εξορθολογισμού της κυπριακής οικονομίας. Ουσιαστικά, αυτό το οποίο έλαβε χώρα εκείνες τις ημέρες είχε ήδη συζητηθεί εκτενώς και προαποφασισθεί ως ενδεχόμενο πολύ πριν από τον Μάρτιο του 2013. Το ενδεχόμενο αφορούσε στην αναζήτηση ενός πειραματόζωου, επί του οποίου θα εφαρμοζόταν το μέτρο του κουρέματος στις καταθέσεις, ως μέτρο εξυγίανσης και αυτοχρηματοδότησης των τραπεζών που είναι προβληματικές.
Η μικρή και πολιτικά αδύναμη
Στην Ευρωζώνη ήσαν έξι χώρες με σοβαρά οικονομικά προβλήματα του τραπεζικού συστήματος, αλλά και του δημοσίου τομέα, με την έννοια των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Προεκρίθη η μικρή και πολιτικά αδύναμη Κύπρος, για να δοκιμασθεί η αντίδραση και οι επιπτώσεις από τη σφαγή στην οικονομία, διότι ακριβώς κάθε χώρα έχει και την αντιμετώπιση που αντικατοπτρίζει, όχι μόνο το μέγεθος, κυρίως την ικανότητα της ηγεσίας της να αντιστέκεται και να προβάλλει μεγαλύτερο κόστος από ό,τι όφελος σε κάθε επιχειρούντα να πλήξει τα συμφέροντα της χώρας.
Η Κύπρος υπέστη μεγαλύτερο πλήγμα απ' ό,τι το 1974, στον βαθμό που παρά την εισβολή και την κατοχή του 37% της κυπριακής επικράτειας, το κράτος παρέμεινε όρθιο, αξιόπιστο και ισχυρό, έχοντας διεθνή αναγνώριση, όχι μόνο στο νομικό και θεσμικό, αλλά και στο πολιτικό επίπεδο. Η Κύπρος ως Κυπριακή Δημοκρατία προέβαλε μια διεθνή αξιοπιστία μετά το 1974, την οποία θαύμαζαν εχθροί και φίλοι. Υπήρξε ο αναμφισβήτητος και απόλυτος άρχων του κυπριακού χώρου ως υποκείμενο διεθνούς δικαίου, και αν φρόντιζε η διαχρονική της ηγεσία να σχεδιάσει την στρατηγική της απελευθέρωσης με συμμαχίες και συντονισμένες ενέργειες, η Κύπρος θα κατάφερνε να αποκαταστήσει τη διεθνή νομιμότητα στα πάτρια εδάφη της.
Αυτό που έκαναν οι εταίροι της Κύπρου τον Μάρτιο του 2013 δεν ήταν απλώς η καταλήστευση των καταθέσεων χιλιάδων πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας και καταθετών που εμπιστεύθηκαν το κυπριακό χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά ένα καίριο πλήγμα στην κυπριακή οικονομία, η οποία αποτελούσε το ισχυρό χαρτί υπόστασης του κυπριακού κράτους και επίσης ένα δυνατό μέσο διεκδίκησης της ελευθερίας του τόπου.
Οι παρενέργειες
Πέραν όμως του πλήγματος, υπάρχουν και οι παρενέργειες στη διεθνή υπόσταση και αξιοπιστία της Κύπρου ως πολιτικής κρατικής οντότητας, και όχι μόνο ως οικονομικού μεγέθους. Πρέπει να σημειωθεί, ειρήσθω εν παρόδω, πως τέτοιου είδους μέθοδοι κρατικής και, εν προκειμένω, εξωκρατικής καταλήστευσης καταθέσεων σε μια χώρα συνέβησαν στον 20ό αιώνα μόνο σε δύο περιπτώσεις. Η πρώτη ήταν η απόφαση του χιτλερικού καθεστώτος να δεσμεύσει τις καταθέσεις των Εβραιών υπέρ του Τρίτου Ράιχ. Η δεύτερη περίπτωση είναι στην Τουρκία το 1942, όπου το κεμαλικό καθεστώς επέβαλε με το Varl?k Vergisi τον φόρο ιδιοκτησίας, δηλαδή τη δέσμευση καταθέσεων όλων των μη μουσουλμάνων Τούρκων υπηκόων, όπως των Εβραίων, Ελλήνων, Αρμενίων και άλλων, έτσι ώστε να απομειωθεί ο ρόλος και η οικονομική τους επιρροή στο τουρκικό πολιτικό σύστημα.
Έχουμε λοιπόν, μετά τον Χίτλερ και τους Νεότουρκους, τους συμμάχους και εταίρους της Κύπρου στην Ευρωζώνη, οι οποίοι χρησιμοποίησαν τις ίδιες μεθόδους, προκαλώντας μια συνολική συρρίκνωση του ήδη τραυματισμένου κυπριακού κράτους στην οικονομία, στην πολιτική και στη διεθνή αξιοπιστία. Υπογραμμίζεται εν προκειμένω πως η Κύπρος εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση προσδοκώντας τη συμβολή της Ένωσης και του ευρωπαϊκού πολιτικού πολιτισμού, δηλαδή του ευρωπαϊκού κεκτημένου, στη λύση του κυπριακού προβλήματος, ώστε οι Ευρωπαίοι να συμβάλουν στην αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας στο εδώ και τέσσερις δεκαετίες κατεχόμενο από την Τουρκία πολύπαθο νησί.
Αντί τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου, οι Ευρωπαίοι συνέστησαν στους Κυπρίους να αποδεχθούν το ρατσιστικό σχέδιο Ανάν, το 2004, ενώ η ένταξη τής Κύπρου στην Ευρωζώνη ενέτεινε τις προσδοκίες-εμείς οι Έλληνες συνεχίζουμε να παραμυθιαζόμαστε με διακηρυκτικές κορώνες περί δυνατοτήτων της Ευρώπης, που απεδείχθη, και ως Ευρωπαϊκή Ένωση και ως Ευρωζώνη, ανίκανη και άβουλη να προασπίσει και να στηρίξει τους αδύναμους εταίρους της, να συμπεριφερθεί κατά τρόπον αλληλέγγυο, όπως επιτάσσει η ίδια η ιδρυτική πράξη και φιλοσοφία της Ένωσης από το 1957 μέχρι σήμερα.
Η πρακτική κατάρρευσης
Τα κράτη ως δυτικά κράτη, ως μοντέρνα κράτη, δημιουργήματα των τελευταίων 300 και πλέον ετών, έχουν ως βασική τους διάσταση, θεμέλιο θα λέγαμε, το κράτος δικαίου, που σημαίνει ανθρώπινα δικαιώματα και ατομικές ελευθερίες. Η συνήθης πρακτική κατάρρευσης ή διάλυσης κρατών είναι η πολεμική εμπλοκή, η ήττα, η καταστροφή, κάτι που για να συμβεί και να επέλθει ως τελική πράξη, δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Η Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία κατέρρευσε μέσα από σύγκρουση των μερών της.
Το Ιράκ διελύθη και ανασυστήθηκε μέσα από πολεμική αναμέτρηση. Σε άλλες περιπτώσεις ακόμη, συμβαίνει κράτη να υφίστανται μια στρατιωτική εξωτερική επιβουλή ή ακόμα και να συναινούν μεταξύ τους τα μέλη μιας ομοσπονδίας να διαλύσουν το κοινό κράτος και να παραμείνουν ως ξεχωριστές, αυτόνομες πολιτικές οντότητες. Κράτη δεν καταρρέουν από τη μια στιγμή στην άλλη. Χρειάζεται εσωτερική ή διεθνής μεθόδευση, συνωμοσία ή πολεμικές ενέργειες, εχθρικές συμπεριφορές ή και εσωτερική αποδυνάμωση των θεσμών και διεθνής απονομιμοποίηση για να οδηγηθεί ένα κράτος στη διάλυση.
Απομειωμένης κρατικής υπόστασης…
Η ΚΥΠΡΟΣ, λοιπόν, στα μάτια των τρίτων, του διεθνούς παράγοντα έχει χάσει σημαντικό μέρος από τη νομιμοποίησή της, δηλαδή την ικανότητά της να διαπραγματεύεται και να υπάρχει πολιτικά ως κρατική οντότητα διεθνώς. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως η Κύπρος, εξαιτίας των τραγικών ατοπημάτων και λαθών, κυρίως της προηγούμενης ηγεσίας, αλλά και την ανάρμοστη, σχεδόν εχθρική στάση των εταίρων στην Ευρωζώνη, είναι σήμερα απομειωμένης κρατικής υπόστασης. Αυτό επηρεάζει το μέλλον της Κύπρου, αφού πλέον η Κύπρος δεν διαπραγματεύεται ως κρατική οντότητα από θέση ισχύος, αλλά από θέση απόλυτης κρατικής αδυναμίας.
Έχει υποχρέωση να μάθει από αυτήν την εμπειρία και κυρίως η πολιτική ηγεσία της χώρας, πως τα πράγματα σε κάθε Ευρωζώνη και σε κάθε Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια διαρκής πάλη διεκδίκησης και υπεράσπισης του εθνικού συμφέροντος του καθενός. Δεν χαρίζεται τίποτα. Οφείλουμε να αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία μας, να συνάψουμε συμμαχίες εντός της Ε.Ε. και Ευρωζώνης, να δημιουργήσουμε κοινά συμφέροντα προβολής και υπεράσπισης της χώρας, κυρίως όμως πρέπει να έχουμε στρατηγική για το τι θέλουμε.
Η Κύπρος έχασε την αξιοπιστία του τραπεζικού της τομέα. Μπορεί όμως να αναπτύξει άλλους κλάδους της οικονομίας και γενικότερα των διεθνών οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως το εμπόριο και η ενέργεια, ώστε να μπορέσει ξανά να γίνει αυτό που ήταν, δηλαδή ένας διεθνής οικονομικός κόμβος στο γεωπολιτικά κρίσιμο πέρασμα της Μεσογείου. Κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο, για να μπορέσει η Κύπρος να διεκδικήσει αυτό που δικαιούται, δηλαδή να συνεχίσει να υπάρχει ως ελεύθερη, ευρωπαϊκή χώρα, που υπερασπίζεται τον πολιτισμό και τις παραδόσεις της.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών
Σπουδών, Επικοινωνίαςκαι Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου
Αυτό που συνέβη τη 16η Μαρτίου δεν ήταν απλώς αυτό που συνηθίζεται να αποκαλείται ως κούρεμα καταθέσεων, με την έννοια της εξυγίανσης ενός τραπεζικού συστήματος, το οποίο έπασχε, αλλά επρόκειτο για την κεκαλυμμένη ληστεία των Κυπρίων και ξένων καταθετών, και για την καταβαράθρωση του κυπριακού κράτους με την προσχηματική προβολή του επιχειρήματος της σωτηρίας της Κύπρου και του εξορθολογισμού της κυπριακής οικονομίας. Ουσιαστικά, αυτό το οποίο έλαβε χώρα εκείνες τις ημέρες είχε ήδη συζητηθεί εκτενώς και προαποφασισθεί ως ενδεχόμενο πολύ πριν από τον Μάρτιο του 2013. Το ενδεχόμενο αφορούσε στην αναζήτηση ενός πειραματόζωου, επί του οποίου θα εφαρμοζόταν το μέτρο του κουρέματος στις καταθέσεις, ως μέτρο εξυγίανσης και αυτοχρηματοδότησης των τραπεζών που είναι προβληματικές.
Η μικρή και πολιτικά αδύναμη
Στην Ευρωζώνη ήσαν έξι χώρες με σοβαρά οικονομικά προβλήματα του τραπεζικού συστήματος, αλλά και του δημοσίου τομέα, με την έννοια των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Προεκρίθη η μικρή και πολιτικά αδύναμη Κύπρος, για να δοκιμασθεί η αντίδραση και οι επιπτώσεις από τη σφαγή στην οικονομία, διότι ακριβώς κάθε χώρα έχει και την αντιμετώπιση που αντικατοπτρίζει, όχι μόνο το μέγεθος, κυρίως την ικανότητα της ηγεσίας της να αντιστέκεται και να προβάλλει μεγαλύτερο κόστος από ό,τι όφελος σε κάθε επιχειρούντα να πλήξει τα συμφέροντα της χώρας.
Η Κύπρος υπέστη μεγαλύτερο πλήγμα απ' ό,τι το 1974, στον βαθμό που παρά την εισβολή και την κατοχή του 37% της κυπριακής επικράτειας, το κράτος παρέμεινε όρθιο, αξιόπιστο και ισχυρό, έχοντας διεθνή αναγνώριση, όχι μόνο στο νομικό και θεσμικό, αλλά και στο πολιτικό επίπεδο. Η Κύπρος ως Κυπριακή Δημοκρατία προέβαλε μια διεθνή αξιοπιστία μετά το 1974, την οποία θαύμαζαν εχθροί και φίλοι. Υπήρξε ο αναμφισβήτητος και απόλυτος άρχων του κυπριακού χώρου ως υποκείμενο διεθνούς δικαίου, και αν φρόντιζε η διαχρονική της ηγεσία να σχεδιάσει την στρατηγική της απελευθέρωσης με συμμαχίες και συντονισμένες ενέργειες, η Κύπρος θα κατάφερνε να αποκαταστήσει τη διεθνή νομιμότητα στα πάτρια εδάφη της.
Αυτό που έκαναν οι εταίροι της Κύπρου τον Μάρτιο του 2013 δεν ήταν απλώς η καταλήστευση των καταθέσεων χιλιάδων πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας και καταθετών που εμπιστεύθηκαν το κυπριακό χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά ένα καίριο πλήγμα στην κυπριακή οικονομία, η οποία αποτελούσε το ισχυρό χαρτί υπόστασης του κυπριακού κράτους και επίσης ένα δυνατό μέσο διεκδίκησης της ελευθερίας του τόπου.
Οι παρενέργειες
Πέραν όμως του πλήγματος, υπάρχουν και οι παρενέργειες στη διεθνή υπόσταση και αξιοπιστία της Κύπρου ως πολιτικής κρατικής οντότητας, και όχι μόνο ως οικονομικού μεγέθους. Πρέπει να σημειωθεί, ειρήσθω εν παρόδω, πως τέτοιου είδους μέθοδοι κρατικής και, εν προκειμένω, εξωκρατικής καταλήστευσης καταθέσεων σε μια χώρα συνέβησαν στον 20ό αιώνα μόνο σε δύο περιπτώσεις. Η πρώτη ήταν η απόφαση του χιτλερικού καθεστώτος να δεσμεύσει τις καταθέσεις των Εβραιών υπέρ του Τρίτου Ράιχ. Η δεύτερη περίπτωση είναι στην Τουρκία το 1942, όπου το κεμαλικό καθεστώς επέβαλε με το Varl?k Vergisi τον φόρο ιδιοκτησίας, δηλαδή τη δέσμευση καταθέσεων όλων των μη μουσουλμάνων Τούρκων υπηκόων, όπως των Εβραίων, Ελλήνων, Αρμενίων και άλλων, έτσι ώστε να απομειωθεί ο ρόλος και η οικονομική τους επιρροή στο τουρκικό πολιτικό σύστημα.
Έχουμε λοιπόν, μετά τον Χίτλερ και τους Νεότουρκους, τους συμμάχους και εταίρους της Κύπρου στην Ευρωζώνη, οι οποίοι χρησιμοποίησαν τις ίδιες μεθόδους, προκαλώντας μια συνολική συρρίκνωση του ήδη τραυματισμένου κυπριακού κράτους στην οικονομία, στην πολιτική και στη διεθνή αξιοπιστία. Υπογραμμίζεται εν προκειμένω πως η Κύπρος εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση προσδοκώντας τη συμβολή της Ένωσης και του ευρωπαϊκού πολιτικού πολιτισμού, δηλαδή του ευρωπαϊκού κεκτημένου, στη λύση του κυπριακού προβλήματος, ώστε οι Ευρωπαίοι να συμβάλουν στην αποκατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας στο εδώ και τέσσερις δεκαετίες κατεχόμενο από την Τουρκία πολύπαθο νησί.
Αντί τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου, οι Ευρωπαίοι συνέστησαν στους Κυπρίους να αποδεχθούν το ρατσιστικό σχέδιο Ανάν, το 2004, ενώ η ένταξη τής Κύπρου στην Ευρωζώνη ενέτεινε τις προσδοκίες-εμείς οι Έλληνες συνεχίζουμε να παραμυθιαζόμαστε με διακηρυκτικές κορώνες περί δυνατοτήτων της Ευρώπης, που απεδείχθη, και ως Ευρωπαϊκή Ένωση και ως Ευρωζώνη, ανίκανη και άβουλη να προασπίσει και να στηρίξει τους αδύναμους εταίρους της, να συμπεριφερθεί κατά τρόπον αλληλέγγυο, όπως επιτάσσει η ίδια η ιδρυτική πράξη και φιλοσοφία της Ένωσης από το 1957 μέχρι σήμερα.
Η πρακτική κατάρρευσης
Τα κράτη ως δυτικά κράτη, ως μοντέρνα κράτη, δημιουργήματα των τελευταίων 300 και πλέον ετών, έχουν ως βασική τους διάσταση, θεμέλιο θα λέγαμε, το κράτος δικαίου, που σημαίνει ανθρώπινα δικαιώματα και ατομικές ελευθερίες. Η συνήθης πρακτική κατάρρευσης ή διάλυσης κρατών είναι η πολεμική εμπλοκή, η ήττα, η καταστροφή, κάτι που για να συμβεί και να επέλθει ως τελική πράξη, δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Η Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία κατέρρευσε μέσα από σύγκρουση των μερών της.
Το Ιράκ διελύθη και ανασυστήθηκε μέσα από πολεμική αναμέτρηση. Σε άλλες περιπτώσεις ακόμη, συμβαίνει κράτη να υφίστανται μια στρατιωτική εξωτερική επιβουλή ή ακόμα και να συναινούν μεταξύ τους τα μέλη μιας ομοσπονδίας να διαλύσουν το κοινό κράτος και να παραμείνουν ως ξεχωριστές, αυτόνομες πολιτικές οντότητες. Κράτη δεν καταρρέουν από τη μια στιγμή στην άλλη. Χρειάζεται εσωτερική ή διεθνής μεθόδευση, συνωμοσία ή πολεμικές ενέργειες, εχθρικές συμπεριφορές ή και εσωτερική αποδυνάμωση των θεσμών και διεθνής απονομιμοποίηση για να οδηγηθεί ένα κράτος στη διάλυση.
Απομειωμένης κρατικής υπόστασης…
Η ΚΥΠΡΟΣ, λοιπόν, στα μάτια των τρίτων, του διεθνούς παράγοντα έχει χάσει σημαντικό μέρος από τη νομιμοποίησή της, δηλαδή την ικανότητά της να διαπραγματεύεται και να υπάρχει πολιτικά ως κρατική οντότητα διεθνώς. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως η Κύπρος, εξαιτίας των τραγικών ατοπημάτων και λαθών, κυρίως της προηγούμενης ηγεσίας, αλλά και την ανάρμοστη, σχεδόν εχθρική στάση των εταίρων στην Ευρωζώνη, είναι σήμερα απομειωμένης κρατικής υπόστασης. Αυτό επηρεάζει το μέλλον της Κύπρου, αφού πλέον η Κύπρος δεν διαπραγματεύεται ως κρατική οντότητα από θέση ισχύος, αλλά από θέση απόλυτης κρατικής αδυναμίας.
Έχει υποχρέωση να μάθει από αυτήν την εμπειρία και κυρίως η πολιτική ηγεσία της χώρας, πως τα πράγματα σε κάθε Ευρωζώνη και σε κάθε Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια διαρκής πάλη διεκδίκησης και υπεράσπισης του εθνικού συμφέροντος του καθενός. Δεν χαρίζεται τίποτα. Οφείλουμε να αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία μας, να συνάψουμε συμμαχίες εντός της Ε.Ε. και Ευρωζώνης, να δημιουργήσουμε κοινά συμφέροντα προβολής και υπεράσπισης της χώρας, κυρίως όμως πρέπει να έχουμε στρατηγική για το τι θέλουμε.
Η Κύπρος έχασε την αξιοπιστία του τραπεζικού της τομέα. Μπορεί όμως να αναπτύξει άλλους κλάδους της οικονομίας και γενικότερα των διεθνών οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως το εμπόριο και η ενέργεια, ώστε να μπορέσει ξανά να γίνει αυτό που ήταν, δηλαδή ένας διεθνής οικονομικός κόμβος στο γεωπολιτικά κρίσιμο πέρασμα της Μεσογείου. Κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο, για να μπορέσει η Κύπρος να διεκδικήσει αυτό που δικαιούται, δηλαδή να συνεχίσει να υπάρχει ως ελεύθερη, ευρωπαϊκή χώρα, που υπερασπίζεται τον πολιτισμό και τις παραδόσεις της.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών
Σπουδών, Επικοινωνίαςκαι Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου