του Τάσου Παππά.«Εμείς τους πιάνουμε κι αυτοί τους αφήνουν». Αυτό είπε, σε ελεύθερη
απόδοση, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη με αφορμή την απόδραση του
Χριστόδουλου Ξηρού. Οπου «εμείς» η αστυνομία, όπου «αυτοί» η Δικαιοσύνη.
Και άρχισε έτσι ένα γαϊτανάκι για το ποιος ευθύνεται περισσότερο. Η
αστυνομία που δεν φρόντισε να παρακολουθεί τον Ξηρό ή το συμβούλιο των
φυλακών που του έδωσε άδεια;
Οπως ήταν αναμενόμενο -στην Ελλάδα ζούμε- ξεδιπλώθηκε ένα κουβάρι υπερβολών, ιερεμιάδων, υστερίας, υποψιών και δηλητηριωδών υπαινιγμών για τις προθέσεις των εμπλεκομένων. Ωστόσο αυτό που ενδιαφέρει εδώ είναι η κριτική του αρμόδιου υπουργού στη Δικαιοσύνη σχετικά με τη στάση της απέναντι στις υποθέσεις που έχουν άρωμα τρομοκρατίας.Η άποψη του κ. Δένδια, την οποία συμμερίζονται και πολλοί από τον χώρο της ενημέρωσης, στη γυμνή εκδοχή της, είναι επικίνδυνη.
Τι μας λέει με λίγα λόγια ο κυβερνητικός αξιωματούχος; Οτι από τη σύλληψη ενός υπόπτου για συμμετοχή σε εγκληματικές δραστηριότητες μέχρι την απόδειξη της ενοχής του, πέραν πάσης αμφιβολίας, δεν είναι απαραίτητο να μεσολαβεί το στάδιο της ενδελεχούς διερεύνησης. Είσαι ύποπτος (συνήθης ή φρέσκος); Είσαι αυτομάτως και κατηγορούμενος.
Οι δικαστές, με βάση αυτή τη λογική, είναι υποχρεωμένοι να δέχονται ως αδιάσειστα τα στοιχεία που προσκομίζουν οι αστυνομικές αρχές. Τα περί τεκμηρίου αθωότητας, οι επιφυλάξεις για το πώς έδρασε η αστυνομία και το πώς συγκέντρωσε τα στοιχεία, για το αν αυτά τα στοιχεία είναι επαρκή για την προφυλάκιση ή την παραπομπή κάποιου για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση, θεωρούνται λεπτομέρειες. Προέχει η ασφάλεια και έπεται η νομιμότητα.
Από το παρελθόν γνωρίζουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις η αστυνομία προσπάθησε να τυλίξει σε μια κόλλα χαρτί ανθρώπους που δεν είχαν καμία σχέση με την τρομοκρατία. Εσυρε πολίτες σε ανακριτικά γραφεία, ταλαιπώρησε τις οικογένειές τους και τους φίλους τους και κατασκεύασε κατηγορητήρια, με βασικό κριτήριο τις ιδεολογικές προτιμήσεις τους και την ένταξή τους σε εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις. Οταν η δικαιοσύνη, παρασυρμένη από το περιρρέον κλίμα, δεν εξάντλησε τα περιθώρια αναζήτησης της αλήθειας και οδήγησε τις υποθέσεις στο ακροατήριο, οι κατηγορίες κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος.
Είναι στη φύση της αστυνομίας να υποψιάζεται τους πάντες και τα πάντα. Είναι ωστόσο καθήκον της Δικαιοσύνης να προφυλακίζει όταν συντρέχουν λόγοι, να παραπέμπει όταν υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις, να δικάζει με βάση αποδείξεις. Οπως καθήκον της είναι να προστατεύει τους πολίτες από τις αυθαιρεσίες των κατασταλτικών μηχανισμών. Αυτό όφειλε να το γνωρίζει ο νομικός κ. Δένδιας. Διαφορετικά χάνει το δίκιο του, όταν το έχει, όπως στην περίπτωση Μαζιώτη.
Οπως ήταν αναμενόμενο -στην Ελλάδα ζούμε- ξεδιπλώθηκε ένα κουβάρι υπερβολών, ιερεμιάδων, υστερίας, υποψιών και δηλητηριωδών υπαινιγμών για τις προθέσεις των εμπλεκομένων. Ωστόσο αυτό που ενδιαφέρει εδώ είναι η κριτική του αρμόδιου υπουργού στη Δικαιοσύνη σχετικά με τη στάση της απέναντι στις υποθέσεις που έχουν άρωμα τρομοκρατίας.Η άποψη του κ. Δένδια, την οποία συμμερίζονται και πολλοί από τον χώρο της ενημέρωσης, στη γυμνή εκδοχή της, είναι επικίνδυνη.
Τι μας λέει με λίγα λόγια ο κυβερνητικός αξιωματούχος; Οτι από τη σύλληψη ενός υπόπτου για συμμετοχή σε εγκληματικές δραστηριότητες μέχρι την απόδειξη της ενοχής του, πέραν πάσης αμφιβολίας, δεν είναι απαραίτητο να μεσολαβεί το στάδιο της ενδελεχούς διερεύνησης. Είσαι ύποπτος (συνήθης ή φρέσκος); Είσαι αυτομάτως και κατηγορούμενος.
Οι δικαστές, με βάση αυτή τη λογική, είναι υποχρεωμένοι να δέχονται ως αδιάσειστα τα στοιχεία που προσκομίζουν οι αστυνομικές αρχές. Τα περί τεκμηρίου αθωότητας, οι επιφυλάξεις για το πώς έδρασε η αστυνομία και το πώς συγκέντρωσε τα στοιχεία, για το αν αυτά τα στοιχεία είναι επαρκή για την προφυλάκιση ή την παραπομπή κάποιου για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση, θεωρούνται λεπτομέρειες. Προέχει η ασφάλεια και έπεται η νομιμότητα.
Από το παρελθόν γνωρίζουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις η αστυνομία προσπάθησε να τυλίξει σε μια κόλλα χαρτί ανθρώπους που δεν είχαν καμία σχέση με την τρομοκρατία. Εσυρε πολίτες σε ανακριτικά γραφεία, ταλαιπώρησε τις οικογένειές τους και τους φίλους τους και κατασκεύασε κατηγορητήρια, με βασικό κριτήριο τις ιδεολογικές προτιμήσεις τους και την ένταξή τους σε εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις. Οταν η δικαιοσύνη, παρασυρμένη από το περιρρέον κλίμα, δεν εξάντλησε τα περιθώρια αναζήτησης της αλήθειας και οδήγησε τις υποθέσεις στο ακροατήριο, οι κατηγορίες κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος.
Είναι στη φύση της αστυνομίας να υποψιάζεται τους πάντες και τα πάντα. Είναι ωστόσο καθήκον της Δικαιοσύνης να προφυλακίζει όταν συντρέχουν λόγοι, να παραπέμπει όταν υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις, να δικάζει με βάση αποδείξεις. Οπως καθήκον της είναι να προστατεύει τους πολίτες από τις αυθαιρεσίες των κατασταλτικών μηχανισμών. Αυτό όφειλε να το γνωρίζει ο νομικός κ. Δένδιας. Διαφορετικά χάνει το δίκιο του, όταν το έχει, όπως στην περίπτωση Μαζιώτη.