Επανεξετάζει η Τουρκία τον
ρόλο της στην περιοχή και, μετά την περιθωριοποίηση των Αδελφών
Μουσουλμάνων στην Αίγυπτο και την διάψευση της ελπίδας της Αγκυρας να
ηγηθεί ενός σουνιτικού άξονα, προσπαθεί σήμερα να ρίξει γέφυρες προς
τους σιίτες. Όπως γράφουν οι «New York Times», η Αγκυρα κάνει κινήσεις
για να προσεταιριστεί τις δυο μεγαλύτερες σιιτικές δυνάμεις στη Μέση
Ανατολή, το Ιράν και το Ιράκ.Ο ιδεαλισμός για την ηγεσία μιας νέας σουνιτικής συμμαχίας έχει
παραχωρήσει την θέση του σε μια πιο πραγματιστική προσέγγιση με
επίκεντρο την εξασφάλιση πετρελαίου και φυσικού αερίου για την
οικονομία, την βελτίωση των συνθηκών για τους τούρκους επιχειρηματίες
και την εξεύρεση διεξόδου από την κρίση στη Συρία. Πολλοί αναλυτές
περιγράφουν την στροφή αυτή ως μια επιστροφή στην πολιτική των
«μηδενικών προβλημάτων» με τους γείτονες, το λεγόμενο «δόγμα
Νταβούτογλου» που κυριάρχησε για ένα διάστημα στο πρόσφατο παρελθόν στην
εξωτερική πολιτική της Τουρκίας.
Μια από τις πιο εμφανείς ενδείξεις της στροφής αυτής είναι η δήλωση του υπουργού Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου ο οποίος επισκέφθηκε πρόσφατα τη Βαγδάτη: «Δεν υπάρχει όριο στη συνεργασία»
ανάμεσα στις δυο χώρες. Ο Νταβούτογλου, ντυμένος στα μαύρα, σύμβολο
πένθους κεντρικό στη σιιτική πίστη, προσευχήθηκε σε ονομαστό σιιτικό
τζαμί, συναντήθηκε με τον πνευματικό ηγέτη των σιιτών του Ιράκ, τον
μεγάλο αγιατολάχ Αλί αλ-Σιστάνι, και τον αγωνιστή σιίτη ηγέτη Μοκτάντα αλ-Σαντρ και αναφέρθηκε στους σιίτες «αδερφούς» του. Είχε προηγηθεί η υποδοχή του ιρανού ομολόγου του στην Αγκυρα ενώ αξιωματούχοι διαρρέουν ότι ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σχεδιάζει ταξίδι στη Βαγδάτη και στην Τεχεράνη.
Η Τουρκία, που υποστηρίζει τους αντάρτες στη Συρία, βρίσκεται στο
αντίθετο στρατόπεδο από εκείνο του Ιράν και του Ιράκ που υποστηρίζουν
τον Μπασάρ αλ-Ασαντ. Αλλά καθώς η διεθνής κοινότητα
αναζητά μια πολιτική λύση στη σύγκρουση, η Τουρκία ευθυγραμμίζεται με τη
διπλωματική οδό, εν μέρει διότι την τρομάζει η άνοδος των ακραίων
ισλαμιστών που ηγούνται των ανταρτών κατά μήκος των συροτουρκικών
συνόρων.Τα δυο τελευταία χρόνια, η Τουρκία και το Ιράκ είχαν τεταμένες
σχέσεις στις οποίες συνέβαλε και η προσωπική διαμάχη ανάμεσα στον
Ερντογάν και τον ιρακινό πρωθυπουργό Νούρι αλ-Μαλίκι. Η
Τουρκία υποστήριζε την σουνιτική αντιπολίτευση στο Ιράκ, όπου οι
τουρκικές επιχειρήσεις υφίστανται μποϊκοτάζ και οι τούρκοι εργάτες
κρατούνται για την παραμικρή παρατυπία στην άδεια εργασίας τους.
Η Τουρκία και το Ιράν κατόρθωσαν να διατηρήσουν μια σχέση, αν και
συχνά τεταμένη, κυρίως λόγω κοινών ενεργειακών συμφερόντων. Όμως μερικοί
τούρκοι αξιωματούχοι θεωρούν το Ιράν ως τον μεγαλύτερο ανταγωνιστή
τους.Πριν από την Αραβική Ανοιξη, η Τουρκία μεταχειριζόταν την
οικονομική και πολιτιστική ισχύ της, περιλαμβανομένων των σαπουνόπερων
που είναι εξαιρετικά δημοφιλείς στην περιοχή, για να επεκτείνει την
επιρροή της στη Μέση Ανατολή, φθάνοντας στο σημείο να οραματίζεται μια
περιφερειακή συμμαχία στα πρότυπα της ΕΕ. Αλλά ο εμφύλιος στη Συρία
έφερε τα πάνω κάτω.Τα παραπατήματα και οι αποτυχίες της τουρκικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή κόστισαν στην εικόνα του Ερντογάν στην περιοχή.
Υστερα από την εξέγερση που ανέτρεψε τον δικτάτορα Χόσνι Μουμπάρακ
στην Αίγυπτο, το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) του Ερντογάν
παρείχε τεχνική και οικονομική υποστήριξη στους Αδελφούς Μουσουλμάνους
τους οποίους θεωρεί αδελφό κόμμα. Σήμερα οι νέοι στρατιωτικοί ηγέτες της
Αιγύπτου πιθανότατα θα απαγόρευαν στον Ερντογάν να πατήσει το πόδι του
στη χώρα.
Αναλυτές θεωρούν, κοιτώντας προς τα πίσω, ότι το όραμα της Τουρκίας
να ηγηθεί μιας νέας Μέσης Ανατολής είναι υπερφιλόδοξο, δεδομένων των
ιστορικών βαρών και του απόηχου της τουρκικής κυριαρχίας επί του
αραβικού κόσμου την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για τον λόγο
αυτό, η στροφή πίσω στην πολιτική των μηδενικών προβλημάτων με τους
γείτονες ήταν κατά κάποιον τρόπο αναμενόμενη. «Οι Αραβες δεν θέλουν να τους διατάζουν οι Τούρκοι», είπε στην αμερικανική εφημερίδα δυτικός αξιωματούχος στην Αγκυρα.