Οι Βρετανοί επίσημοι
συμφωνούσαν με την επιβολή ενός δικτατορικού καθεστώτος, αρκεί να μην
αντιστρατευόταν το εθνικό τους συμφέρον, τουλάχιστον όπως το
αντιλαμβάνονταν οι ηγετικοί κύκλοι της Αγγλίας
Στο χρονικό διάστημα μεταξύ των δύο
Παγκοσμίων Πολέμων η Μεγάλη Βρετανία παρέμενε μια μεγάλη δύναμη, με
αποικίες και επιρροή σε διάφορες ηπείρους. Αλλά είχε αρχίσει να
αισθάνεται έντονη απειλή από την άνοδο του Μουσολίνι στην Ιταλία και του
Χίτλερ στη Γερμανία, που με την ιμπεριαλιστική τους πολιτική
αμφισβητούσαν την κυριαρχία της.
Οταν ξεσπά ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και οι
μάχες συνεχίζονται, ο Μεταξάς χάνει την εκτίμησή του προς τους
ομοϊδεάτες του, Χίτλερ και Μουσολίνι
Ομως δεν ήταν ο μόνος κίνδυνος. Η δημιουργία της ΕΣΣΔ το 1917
ήταν επίσης ένα αγκάθι που με τα κατά τόπους Κομμουνιστικά Κόμματα την
αμφισβητούσαν έντονα και στόχευαν την Αγγλία ως μια αποικιοκρατική και
ιμπεριαλιστική δύναμη.Η Αγγλία και οι σύμμαχοί της (συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας)
είχαν ήδη αποτύχει να ανατρέψουν ένοπλα το σοβιετικό καθεστώς.Ομως η άνοδος του φασισμού και του ναζισμού στην Ευρώπη έκαναν
να εμφανίζεται ένας γκρίζος διεθνής ορίζοντας, ιδιαίτερα μετά την
ιταλική εισβολή στα αιθιοπικά αφρικανικά εδάφη τον Οκτώβρη του 1935.
Στις αρχές του 1936 ο Γάλλος στρατιωτικός ακόλουθος στην Αθήνα ανέφερε στην κυβέρνησή του ότι «εδώ και μερικές εβδομάδες, πριν από την έναρξη των εχθροπραξιών στην Αιθιοπία, η Αγγλία αναπτύσσει σε όλη την Εγγύς Ανατολή και τα Βαλκάνια μια πολύ σοβαρή προσπάθεια. Προσπάθεια διπλωματική, εμπορική και στρατιωτική, χωρίς να ξεχνάμε την εισβολή των πρακτόρων της Ιντέλιτζενς Σέρβις».
Η άνοδος
Την άνοιξη του '36 ένας νέος πονοκέφαλος για την ηγέτιδα τάξη της Ελλάδας παρουσιάστηκε, με την εμφάνιση δυναμικών εργατικών κινητοποιήσεων που τον Μάιο αντιμετωπίστηκαν βίαια, με αποτέλεσμα να υπάρχουν αρκετοί νεκροί και τραυματίες. Οι Αγγλοι επίσημοι δεν θα είχαν αντίρρηση για την επιβολή ενός δικτατορικού καθεστώτος στην Ελλάδα με έντονη αντικομμουνιστική μορφή. Αλλωστε πίσω από το κομμουνιστικό κίνημα όχι μόνο έβλεπαν έναν αδιάλλακτο αντίπαλο του αστικού συστήματος, αλλά διέκριναν και τη σοβιετική επιρροή.
Από το βασιλιά Γεώργιο Β' και τον Ιωάννη Μεταξά είχαν ήδη λάβει έντονες διαβεβαιώσεις για το φιλοαγγλικό τους προσανατολισμό, όταν επιβλήθηκε η δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936.
Οπως έγραψε μεταπολεμικά ο στρατηγός Θ. Πετζόπουλος, «μόνον κατά την φωτεινήν περίοδον της διακυβερνήσεως του Ι. Μεταξά κατεπολεμήθη και εξουθενώθη ο κομμουνισμός, με μέθοδον, συνέχειαν και επιστημονικότητα άνευ προηγουμένου. Ο τότε υφυπουργός της Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκης δικαιούται να είναι υπερήφανος διά την υπηρεσίαν του αυτήν προς την πατρίδα».
Οι Βρετανοί επίσημοι συμφωνούσαν με την επιβολή ενός δικτατορικού καθεστώτος, αρκεί να μην αντιστρατευόταν το εθνικό τους συμφέρον, τουλάχιστον όπως το αντιλαμβάνονταν οι ηγετικοί κύκλοι της Αγγλίας.
Στις 20 Αυγούστου, λίγες ημέρες μετά την επιβολή της δικτατορίας, ο Αγγλος βασιλιάς επισκέφθηκε την Κέρκυρα, όπου παραθέριζε ο Γεώργιος. Μετά τη συνάντησή τους ο Ελληνας βασιλιάς τηλεγράφησε στον Μεταξά: «Βασιλεύς Αγγλίας εξεφράσθη λίαν ευμενώς διά κατάστασιν εν Ελλάδι».Μία εβδομάδα αργότερα ο Αγγλος μονάρχης συναντήθηκε με τον Μεταξά στην Αθήνα. Ο Ελληνας δικτάτορας ενημέρωσε σχετικά τον Γεώργιο για τη συνομιλία του με τον Αγγλο ηγεμόνα: «Α.Μ. Βασιλεύς Αγγλίας με εδέχθη απόψε εις ακρόασιν διαρκέσασαν επί μίαν και ημίσειαν ώραν. Υποδοχή Βασιλέως λίαν εγκάρδιος. Συνομιλία περιεστράφη εις όλα τα θέματα και Α.Μ. επέδειξε το μέγιστον ενδιαφέρον του και απόλυτον ευμένειαν διά τα εν Ελλάδι.
Αυτοκριτική
»Συνωμιλήσαμεν διά την παλαιάν φιλίαν μεταξύ Ελλάδος και Αγγλίας ήτις διεβεβαίωσα Α.Μ. ότι θα διαρκέση πάντοτε». Είναι αξιοσημείωτο ότι ένας παλιός στρατιωτικός, γερμανόφιλος όπως ήταν ο Μεταξάς, στενός συνεργάτης του βασιλιά Κωνσταντίνου, θεωρούμενου επίσης ως γερμανόφιλου, προσχώρησε στο αγγλοσαξονικό στρατόπεδο, συνταυτιζόμενος σε μεγάλο βαθμό με τους εκπροσώπους της ηγέτιδας τάξης που είχαν ακολουθήσει πριν από εκείνον την ίδια πορεία, όπως ήταν ο Αλ. Μαυροκορδάτος, οι Σπυρίδων και Χαρίλαος Τρικούπης, ο Ελευθέριος Βενιζέλος κ.ά.
Οταν μάλιστα ξεσπά ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και οι μάχες συνεχίζονται, ο Μεταξάς χάνει όλο και περισσότερο την εκτίμησή του προς του ομοϊδεάτες του Χίτλερ και Μουσολίνι, που επιβουλεύονται την Ελλάδα.
Θεωρεί ότι η πολιτική τους δεν είναι τίποτε άλλο παρά «ένας διψασμένος ιμπεριαλισμός» και σημειώνει χαρακτηριστικά στις 2 Ιανουαρίου 1941: «...είναι όχι μόνον μωρός αλλά και κακόπιστος ο Ελληνας που πιστεύει ακόμα τώρα πλέον, με αυτά που βλέπουμε γύρω μας, σε ιδεολογίες του Χίτλερ και πολύ περισσότερο του Μουσολίνι».
Λίγο πριν πεθάνει, ο Μεταξάς θα κάνει και μια αυτοκριτική για τον παλιό φιλογερμανισμό του και τον Εθνικό Διχασμό, γράφοντας στις 5.1.1941: «Θα μας συγχωρήση ο Θεός (για) το 1915; Φταίμε όλοι! Και ο Βενιζέλος ακόμα! Τώρα αισθάνομαι πόσο έφταιξα».Η συμπόρευση της Ελλάδας με το αγγλοσαξονικό στρατόπεδο είχε προσφέρει και ένα θετικό αποτέλεσμα: η χώρα είχε βρεθεί στο στρατόπεδο των νικητών και στους δύο Παγκοσμίους Πολέμους, γεγονός που τη βοήθησε στην εδαφική της ολοκλήρωση.
Αν μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο δεν είχε βρεθεί στο στρατόπεδο των νικητών, οι εδαφικές επιτυχίες της Ελλάδας της περιόδου 1912-13 ίσως να είχαν αμφισβητηθεί. Στο Βαλκανικό Μέτωπο στο πλευρό της Αντάντ ήταν η Σερβία, που ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για το λιμάνι της Θεσσαλονίκης.
Το 1915, η Αγγλία είχε προτείνει για πρώτη και τελευταία φορά την παραχώρηση της Κύπρου στην Ελλάδα, αν εκείνη προσχωρούσε στο στρατόπεδο της Αντάντ. Αλλά ο Κωνσταντίνος και οι συνεργάτες του είχαν απορρίψει την πρόταση. Αργότερα ο Βενιζέλος επέβαλε δυναμικά την ένταξη της Ελλάδας στο αγγλογαλλικό στρατόπεδο που έφερε τη χώρα στο στρατόπεδο των νικητών κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.