O άνθρωπος είναι ον πολιτικό. Mπορεί να κατευθύνει τη λογική και το
συναίσθημά του με τέτοιο τρόπο, ώστε να παράγει μηχανισμούς επιβίωσης.
Οταν η ατομική ικανότητα αθροιστεί σε ευρείες συλλογικές συνέργειες,
τότε η διεργασία του πολιτικού αποκτά μια απροσμέτρητη δυναμική, που
παράγει την πρωτογενή ύλη της Ιστορίας.Η όποια διαδικασία διαπραγμάτευσης αφορά την ελληνική Πολιτεία με την
τρόικα περνά μέσα από το φασματοσκόπιο της πολιτικής, σε κανονιστικό
αλλά και σε πραξεολογικό επίπεδο. Ξεκάθαρες επιλογές στο ευρύ φάσμα των
προοπτικών που προσφέρει η πολιτική διαπραγμάτευση με στόχο τη βελτίωση
των όρων εξέλιξης των δανειακών μας υποχρεώσεων και ταυτόχρονα την
επίτευξη ενός σημαντικού «κουρέματος» του χρέους, ώστε αυτό να καταστεί
βιώσιμο.
H πολιτική διαπραγμάτευση προσφέρει εκ των πραγμάτων μια μεγαλύτερη επιφάνεια κινήσεων στη σκακιέρα του ελληνικού ζητήματος απ' ό,τι μπορεί να προσφέρει η διαδικασία της οικονομικής διαπραγμάτευσης, που διαχειρίζεται απλώς τους αριθμούς και όχι το σύνολο των συντελεστών ισχύος που διαθέτει η Πολιτεία, ενώ δεν λαμβάνει επίσης υπόψη της τη διεθνή κατανομή ισχύος. Η πολιτική διαπραγμάτευση οφείλει να στηριχτεί σε άριστα πολιτικά στελέχη και σε πρωτοπόρους τεχνοκράτες και να χαράξει μια πορεία επιστημονικού ορθολογισμού με γνώση των μακροοικονομικών δεδομένων, συναίσθηση των μικροοικονομικών καταστάσεων, ουσιαστική αντίληψη περί των εύθραυστων κοινωνικών ισορροπιών και βαθιά γνώση της μεγάλης διεθνοπολιτικής σκακιέρας.
Πρέπει όμως να απαντηθεί με ρεαλισμό αν μπορούμε να επιλέξουμε την πολιτική διαπραγμάτευση. Αν δηλαδή η Ελλάδα σήμερα έχει το επίπεδο ισχύος να φέρει την μπάλα στο πολιτικό γήπεδο. Η απάντηση είναι «ασφαλώς και ναι». Γιατί; Γιατί ούτως ή άλλως το ελληνικό ζήτημα θα καταλήξει κάποτε, αδιευκρίνιστο πότε, σε μια πολιτική διευθέτηση. Επομένως η Ελλάδα δεν καλείται να κάνει ένα βήμα στο κενό, που ασφαλώς θα ήταν επιζήμια κίνηση για τα συμφέροντα του κράτους, αλλά να πείσει τους εταίρους μας ότι αυτή είναι η καλύτερη λύση ώστε να επιστρέψει ο ευρωπαϊκός χώρος σε συνθήκες δημοσιονομικής και κοινωνικής ομαλότητας. Γιατί πολιτική διαπραγμάτευση σημαίνει ένα φάσμα ενεργειών που θα έχουν στόχο να συνεργαστούμε δημιουργικά με τους δανειστές μας για την οικοδόμηση αναπτυξιακών πυλώνων, για τη δημιουργία μιας οικονομίας που θα μπορεί να παράγει πρωτογενή πλούτο, με μια κοινωνία όρθια, δραστήρια και πρωτοπόρα, με μεθόδους δημιουργικές, για να μπει ξανά η ζωή μας σε συνθήκες κανονικότητας. Πώς μπορούμε να το κάνουμε αυτό ως Πολιτεία; Με την πολιτική στήριξη των Δυτικών ηγετών, όσων τουλάχιστον θεωρούν ότι το ελληνικό ζήτημα δεν θεραπεύεται με μη αναπτυξιακά μέτρα. Υπάρχουν τέτοιοι ηγέτες; Ασφαλώς. Θυμηθείτε τη δήλωση του Μπαράκ Ομπάμα μέσα στο Οβάλ Γραφείο σχετικά με το ελληνικό ζήτημα κατά τη διάρκεια των επίσημων συνομιλιών με τον Ελληνα πρωθυπουργό. Και στο τέλος της ημέρας, τόσο καιρό δοκιμάζουμε οικονομική διαπραγμάτευση. Ας δώσουμε μια ευκαιρία στην πολιτική προσέγγιση.
Ας ξεκαθαριστεί όμως ότι πολιτική διαπραγμάτευση δεν σημαίνει «τσαμπουκάδες» ή πρόταξη του θυμικού έναντι της λογικής. Σημαίνει δημιουργική εκμετάλλευση της επικείμενης ελληνικής προεδρίας. Γνωρίζει, δρώντας αναλόγως, πόσο σημαντική είναι η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ε.Ε., όχι μόνο για εμάς, για λόγους πολιτικής και οικονομικής υπεραξίας, αλλά και για τους εταίρους μας, για λόγους πολιτισμικής και ιδεολογικής νομιμοποιητικής συνεκτικότητας. Προτάσσει δημιουργικά ως κεντρικό συντελεστή εθνικής ισχύος τη στρατηγική μας θέση στον πυρήνα του ΝΑΤΟ και τις στενές σχέσεις που έχουμε αναπτύξει με το Ισραήλ.
Οπως έχει πει ένας πολιτικός στον οποίο μπροστά η Ιστορία δικαίως στέκεται με σεβασμό, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που λέγονται και δεν γίνονται και πράγματα που γίνονται αλλά δεν λέγονται. Ας είναι η πολιτική διαπραγμάτευση λοιπόν κάτι που δεν θα ανακοινωθεί ποτέ...
Σπύρος Ν. Λίτσας
H πολιτική διαπραγμάτευση προσφέρει εκ των πραγμάτων μια μεγαλύτερη επιφάνεια κινήσεων στη σκακιέρα του ελληνικού ζητήματος απ' ό,τι μπορεί να προσφέρει η διαδικασία της οικονομικής διαπραγμάτευσης, που διαχειρίζεται απλώς τους αριθμούς και όχι το σύνολο των συντελεστών ισχύος που διαθέτει η Πολιτεία, ενώ δεν λαμβάνει επίσης υπόψη της τη διεθνή κατανομή ισχύος. Η πολιτική διαπραγμάτευση οφείλει να στηριχτεί σε άριστα πολιτικά στελέχη και σε πρωτοπόρους τεχνοκράτες και να χαράξει μια πορεία επιστημονικού ορθολογισμού με γνώση των μακροοικονομικών δεδομένων, συναίσθηση των μικροοικονομικών καταστάσεων, ουσιαστική αντίληψη περί των εύθραυστων κοινωνικών ισορροπιών και βαθιά γνώση της μεγάλης διεθνοπολιτικής σκακιέρας.
Πρέπει όμως να απαντηθεί με ρεαλισμό αν μπορούμε να επιλέξουμε την πολιτική διαπραγμάτευση. Αν δηλαδή η Ελλάδα σήμερα έχει το επίπεδο ισχύος να φέρει την μπάλα στο πολιτικό γήπεδο. Η απάντηση είναι «ασφαλώς και ναι». Γιατί; Γιατί ούτως ή άλλως το ελληνικό ζήτημα θα καταλήξει κάποτε, αδιευκρίνιστο πότε, σε μια πολιτική διευθέτηση. Επομένως η Ελλάδα δεν καλείται να κάνει ένα βήμα στο κενό, που ασφαλώς θα ήταν επιζήμια κίνηση για τα συμφέροντα του κράτους, αλλά να πείσει τους εταίρους μας ότι αυτή είναι η καλύτερη λύση ώστε να επιστρέψει ο ευρωπαϊκός χώρος σε συνθήκες δημοσιονομικής και κοινωνικής ομαλότητας. Γιατί πολιτική διαπραγμάτευση σημαίνει ένα φάσμα ενεργειών που θα έχουν στόχο να συνεργαστούμε δημιουργικά με τους δανειστές μας για την οικοδόμηση αναπτυξιακών πυλώνων, για τη δημιουργία μιας οικονομίας που θα μπορεί να παράγει πρωτογενή πλούτο, με μια κοινωνία όρθια, δραστήρια και πρωτοπόρα, με μεθόδους δημιουργικές, για να μπει ξανά η ζωή μας σε συνθήκες κανονικότητας. Πώς μπορούμε να το κάνουμε αυτό ως Πολιτεία; Με την πολιτική στήριξη των Δυτικών ηγετών, όσων τουλάχιστον θεωρούν ότι το ελληνικό ζήτημα δεν θεραπεύεται με μη αναπτυξιακά μέτρα. Υπάρχουν τέτοιοι ηγέτες; Ασφαλώς. Θυμηθείτε τη δήλωση του Μπαράκ Ομπάμα μέσα στο Οβάλ Γραφείο σχετικά με το ελληνικό ζήτημα κατά τη διάρκεια των επίσημων συνομιλιών με τον Ελληνα πρωθυπουργό. Και στο τέλος της ημέρας, τόσο καιρό δοκιμάζουμε οικονομική διαπραγμάτευση. Ας δώσουμε μια ευκαιρία στην πολιτική προσέγγιση.
Ας ξεκαθαριστεί όμως ότι πολιτική διαπραγμάτευση δεν σημαίνει «τσαμπουκάδες» ή πρόταξη του θυμικού έναντι της λογικής. Σημαίνει δημιουργική εκμετάλλευση της επικείμενης ελληνικής προεδρίας. Γνωρίζει, δρώντας αναλόγως, πόσο σημαντική είναι η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ε.Ε., όχι μόνο για εμάς, για λόγους πολιτικής και οικονομικής υπεραξίας, αλλά και για τους εταίρους μας, για λόγους πολιτισμικής και ιδεολογικής νομιμοποιητικής συνεκτικότητας. Προτάσσει δημιουργικά ως κεντρικό συντελεστή εθνικής ισχύος τη στρατηγική μας θέση στον πυρήνα του ΝΑΤΟ και τις στενές σχέσεις που έχουμε αναπτύξει με το Ισραήλ.
Οπως έχει πει ένας πολιτικός στον οποίο μπροστά η Ιστορία δικαίως στέκεται με σεβασμό, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που λέγονται και δεν γίνονται και πράγματα που γίνονται αλλά δεν λέγονται. Ας είναι η πολιτική διαπραγμάτευση λοιπόν κάτι που δεν θα ανακοινωθεί ποτέ...
Σπύρος Ν. Λίτσας