17 Οκτωβρίου 2013

Η Ουάσινγκτον... Νο1 κίνδυνος για την οικονομία

Η συμφωνία της τελευταίας στιγμής δεν λύνει τα προβλήματα. Reuters, New York Times και Economist ασκούν σκληρή κριτική στην πολιτική ελίτ των ΗΠΑ. Οι χαμένες ευκαιρίες, οι «γελοίες» αναμετρήσεις και ο κίνδυνος για την οικονομία της υπερδύναμης.
Πως η Ουάσινγκτον έγινε ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την αμερικανική οικονομία«Σκληρός» είναι ο ξένος Τύπος για τις εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων στην Ουάσινγκτον. Παρά τη συμφωνία που επετεύχθη στο παρά πέντε, τα δημοσιεύματα είναι επικριτικά. Το Reuters τονίζει ότι ο υπ' αριθμόν 1 κίνδυνος για την οικονομία είναι η ίδια η Ουάσινγκτον. Οι New York Times δηλώνουν ότι το κοντέρ του κόστους για την οικονομία συνεχίζει να μετρά, από την χαμένη αξιοπιστία των τελευταίων ετών. Πιο δηκτικός ο Economist που τονίζει ότι οι ΗΠΑ χάνουν μία τεράστια ευκαιρία από τα χαμηλά επιτόκια με την "ηλίθια" αναμέτρηση και τις "γελοιότητες". 

 

Reuters: Ο κίνδυνος για την οικονομία είναι το Κογκρέσο

Μπορεί να είναι δύσκολο να βρει κανείς ομοφωνία αυτές τις μέρες στην Ουάσινγκτον, όμως πολλά στελέχη επιχειρήσεων και οικονομολόγοι φαίνεται πως συμφωνούν σε ένα πράγμα: ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου μπορεί τελικά να είναι οι ίδιοι οι εκλεγμένοι εκπρόσωποί της.Σύμφωνα με ανάλυση του Reuters, οι κρίσεις στον προϋπολογισμό και το χρέος που λύνονται την τελευταία στιγμή, οι χωρίς διακρίσεις περικοπές δαπανών, ακόμα και το κλείσιμο επί 16 ημέρες των δημοσίων υπηρεσιών, μπορεί να μην αρκούν για να επιστρέψει η ύφεση στην αμερικανική οικονομία, όμως οι «γκάφες» πολιτικής της Ουάσινγκτον τα τελευταία χρόνια έχουν επιβραδύνει σημαντικά τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης και έχουν διατηρήσει στην ανεργία περίπου 2 εκατ. ανθρώπους, σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις.

Ένας από τους βασικούς λόγους, είναι οι βαθύτατες περικοπές δαπανών. Παράλληλα, όμως, η διακυβέρνηση με την εκμετάλλευση των κρίσεων μπορεί να ωθεί τις επιχειρήσεις να φυλάξουν το ρευστό τους παρά να το επενδύσουν στην κατασκευή νέων εργοστασίων, στην αγορά περισσότερου εξοπλισμού και στην πρόσληψη νέου εργατικού δυναμικού, όπως εκτιμούν ορισμένοι οικονομολόγοι.
«Όλο και περισσότερο είμαι της άποψης ότι ο λόγος για τον οποίο η οικονομία μας δεν μπορεί να αναπτύξει ταχύτητα είναι η αβεβαιότητα που δημιουργείται από την Ουάσινγκτον», ανέφερε ο επικεφαλής οικονομολόγος της Moody's Analytics, Mark Zandi.

Όπως σημειώνει το πρακτορείο, το Κογκρέσο ψήφισε την Τετάρτη υπέρ του ανοίγματος των δημοσίων υπηρεσιών και της παράτασης της δυνατότητας δανεισμού μέχρι τον Φεβρουάριο του επόμενου έτους. Όμως η συμφωνία δεν προσφέρει τίποτα στην επίλυση των βασικών διαφωνιών που οδήγησαν στην κρίση. Έτσι, δεν είναι λίγοι αυτοί που φοβούνται πως θα υπάρξει και νέα αναμέτρηση μέσα σε λίγους μήνες. Το σχέδιο που πέρασε προβλέπει τη δημιουργία φόρουμ που θα προσπαθήσει να καταρτίσει μια πιο μόνιμη συμφωνία για τον προϋπολογισμοί, λίγοι είναι όμως αυτοί που περιμένουν ότι το εγχείρημα θα στεφτεί με επιτυχία.

«Έχουμε τη μια κρίση μετά την άλλη και αυτό έχει διαβρωτική επίπτωση στην οικονομία», ανέφερε ο αναλυτής του Potomac Research Group, Greg Valliere. «Αν είσαι επιχειρηματίας, πως μπορείς να κάνεις σχέδια μέσα σ' αυτό το κλίμα;»

Με την άποψη αυτή φαίνεται πως συμφωνούν και κορυφαία στελέχη επιχειρήσεων.
«Οι περισσότεροι CEOs με τους οποίους μιλάω στις ΗΠΑ λένε πως, λόγω αυτής της κατάστασης, βλέπουν να υπάρχει επιβράδυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητα», δήλωσε σε συνέντευξή του ο CEO της BlackRock, Laurence Fink.

Βέβαια, δεν συμφωνούν όλοι οι οικονομολόγοι με την άποψη ότι το πολιτικό «τσίρκο» στην Ουάσινγκτον βλάπτει την οικονομία με μετρήσιμο τρόπο, σχολιάζει το Reuters. Αν και οι ανησυχίες για το όριο του χρέους οδήγησαν σε αύξηση του κόστους δανεισμού της αμερικανικής κυβέρνησης την περασμένη εβδομάδα, ωστόσο η αύξηση αυτή ήταν μικρή, ενώ ο δείκτης S&P 500 παραμένει κοντά στα ιστορικά υψηλά του.

Από την άλλη πλευρά, ο ρυθμός της ανάκαμψης από την ύφεση του 2008-2009 είναι ασυνήθιστα αργός. Αν και η συνολική οικονομική παραγωγή της Αμερικής είναι σήμερα υψηλότερη απ' ότι πριν την ύφεση, ωστόσο το επίπεδο των ιδιωτικών επενδύσεων παραμένει χαμηλότερο απ' ότι ήταν το 2007. Επίσης, οι εργοδότες συνεχίζουν να προσλαμβάνουν εργαζόμενους με βραδύτερο ρυθμό απ' ότι πριν την ύφεση.

Από τότε που «χαλάρωσε» η οικονομική κρίση, η Ουάσινγκτον έχει δημιουργήσει το ένα πρόβλημα μετά το άλλο. Οι Δημοκρατικοί πέρασαν σαρωτικές μεταρρυθμίσεις στο σύστημα Υγείας και στον χρηματοοικονομικό τομέα το 2010, οι οποίες δημιούργησαν στρεβλώσεις στους δυο πυλώνες της μετα-βιομηχανικής οικονομίας των ΗΠΑ.

Η λαϊκή ανησυχία αναφορικά με τον νόμο για το σύστημα Υγείας, βοήθησε τους Ρεπουμπλικάνους να κερδίσουν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων το 2010, φέρνοντας μια εποχή διχασμού της κυβέρνησης που έχει οδηγήσει σε αλλεπάλληλες αναμετρήσεις για τους φόρους και τις δαπάνες. Τον Απρίλιο του 2011 η απειλή «λουκέτου» οδήγησε στο αδιέξοδο για το όριο χρέους τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του ιδίου έτους, που έφερε τη χώρα στο χείλος της χρεοκοπίας και οδήγησε στην πρώτη υποβάθμιση στην ιστορία των ΗΠΑ.

Όπως και σε αυτή την πιο πρόσφατη κρίση, το Κογκρέσο απέτρεψε την καταστροφή στο παρά ένα. Όμως η ακραία στάση των δυο πλευρών οδήγησε την καταναλωτική εμπιστοσύνη στον «πάτο», όπου και παρέμεινε για πολλούς μήνες. Ο S&P 500 έκανε «βουτιά» 17% και χρειάστηκε περισσότερους από έξι μήνες για να ανακτήσει τα κέρδη του.

Εκείνη η συμφωνία για το όριο χρέους προέβλεπε βαθύτατες περικοπές στις δαπάνες για την εθνική άμυνα, τα οδικά έργα, την επιστημονική έρευνα και άλλες προαιρετικές δαπάνες που θα πρέπει να εγκρίνει ετησίως το Κογκρέσο.

Μια άλλη συμφωνία για τον προϋπολογισμό, η οποία επιτεύχθηκε τον φετινό Ιανουάριο, αφού οι δυο πλευρές είχαν και πάλι φτάσει στα άκρα, συμπεριελάμβανε αυξήσεις στη φορολογία προκειμένου να μειωθούν περαιτέρω τα ελλείμματα του προϋπολογισμού.

Όπως επισημαίνει το Reuters, καμιά από αυτές τις συμφωνίες δεν αντιμετώπισε το θέμα των δαπανών για την υγεία και τις συντάξεις, που αποτελούν και την μεγαλύτερη απειλή για την μακροπρόθεσμη δημοσιονομική ευρωστία της χώρας. Η αποτυχία μείωσης των προγραμμάτων αυτών ή εξεύρεσης πόρων από αλλού, οδήγησε στις αυτόματες περικοπές (το επονομαζόμενο sequester) που τέθηκαν σε εφαρμογή τον Μάρτιο.

Σε συνδυασμό με μια βελτιούμενη οικονομία, τα μέτρα αυτά βοήθησαν στη μείωση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού των ΗΠΑ από το 8,7% του ΑΕΠ το 2011 στο 3,9% του ΑΕΠ που εκτιμάται για το δημοσιονομικό έτος που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου.
Όλα αυτά όμως είχαν ένα βαρύ τίμημα.

Σε έκθεση που δημοσιοποιήθηκε τη Δευτέρα, η Macroeconomic Advisers εκτιμούσε πως σήμερα θα εργάζονταν 1,2 εκατ. περισσότεροι Αμερικάνοι εάν το Κογκρέσο είχε διατηρήσει τις προαιρετικές δαπάνες στα επίπεδα του 2010. Η εταιρεία προβλέψεων εκτιμούσε ότι η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά της Ουάσινγκτον οδήγησε επίσης σε αύξηση της ανεργίας κατά επιπλέον 900.000 θέσεις.

Ο κ. Zandi εκτιμά πως η δημοσιονομική λιτότητα έχει στοιχίσει 2,25 εκατ. θέσεις εργασίας. Χωρίς τα μέτρα αυτά, ο ρυθμός της ανεργίας θα διαμορφώνονταν σήμερα στο 6,3% αντί του 7,7%, σύμφωνα με τον ίδιο.

Και ακόμα και πολλοί από αυτούς που διαφωνούν με την άποψη ότι η αβεβαιότητα στην πολιτική βλάπτει την οικονομία, συμφωνούν πως οι περικοπές δαπανών και οι αυξήσεις φόρων θα έπρεπε να εφαρμοστούν πιο σταδιακά.

New York Times: Το κοντέρ του κόστους συνεχίζει να μετρά - Αγγίζει τα $150 δισ.

Οι New York Times επισημαίνουν σε σχετική ανάλυση ότι, παρά τη συμφωνία, η διαμάχη στο Κογκρέσο εξακολουθεί να επιφέρει κόστος στην αμερικανική οικονομία. «Το συνολικό κόστος συνεχίζει να αυξάνεται ακόμη και μετά τη συμφωνία, εν μέρει λόγω της αβεβαιότητας που έχει δημιουργηθεί για το εάν θα υπάρξει ένα ακόμη παρόμοιο αδιέξοδο τον επόμενο χρόνο» αναφέρει το δημοσίευμα. Οι New York Times παραθέτουν συγκεκριμένα στοιχεία.
«Σύμφωνα με την Macroeconomic Advisers, το κρατικό λουκέτο στις ΗΠΑ στοίχισε 0,3% από το ΑΕΠ του τετάρτου τριμήνου ή περίπου 12 δισ. δολ. Η Standard & Poor’s είναι ακόμη πιο απαισιόδοξη καθώς εκτιμά ότι το κρατικό λουκέτο θα στοιχίσει περίπου 0,6% από το πληθωριστικά προσαρμοσμένο ΑΕΠ, που αντιστοιχεί σε 24 δισ. δολ. Επιπλέον, το τελευταίο αδιέξοδο για τον προϋπολογισμό δεν είναι το πρώτο. Υπήρχαν πολλά παρόμοια επεισόδια τα τελευταία χρόνια και ο οικονομικοί αναλυτές προειδοποιούν ότι με την πάροδο του χρόνου οι οικονομικές επιπτώσεις συσσωρεύονται.

Νέα έκθεση από την Macroeconomic Advisers εκτιμά το κόστος της δημοσιονομικής αβεβαιότητας κατά τα τελευταία χρόνια. Το μοντέλο που χρησιμοποιείται καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η αβεβαιότητα από τα τέλη του 2009 έχει αυξήσει σε ορισμένες περιπτώσεις το κόστος δανεισμού ακόμη και κατά 0,38%, επιβραδύνει την οικονομική ανάπτυξη κατά 0,3% ετησίως στοιχίζοντας τουλάχιστον 150 δισ. δολ σε παραγωγή που χάθηκε, ενώ το ποσοστό της ανεργίας φέτος αυξήθηκε από αυτό το λόγο κατά 0,6%. Αυτό μεταφράζεται σε 900.000 χαμένες θέσεις εργασίας.

Economist: Τεράστιο το κόστος ευκαιρίας για τις ΗΠΑ με τις "γελοιότητες"

Το Economist από την πλευρά του κάνει λόγο για «εθισμό των πολιτικών στις ΗΠΑ να δημιουργούν κρίσεις» και τονίζει το «τεράστιο κόστος ευκαιρίας» για την αμερικανική οικονομία. «Οι ΗΠΑ έχουν τελειώσει μία μορφή δυσλειτουργικής διακυβέρνησης που στηρίζεται σε φρενήρεις διαπραγματεύσεις και συμφωνίες της τελευταίας στιγμής για τον τερματισμό κρίσεων που η ίδια η Ουάσιγκτον δημιούργησε. Δεν είναι αυτός τρόπος να κυβερνάται μία χώρα. Κάθε φορά που οι πολιτικοί φέρνουν τις ΗΠΑ στο χείλος της καταστροφής θρυμματίζουν την εικόνα της χώρας και υπονομεύουν την αξιοπιστία της. Η ζημιά συνεχίζεται. Είναι πιθανό να υπάρξει νέα πολιτική παράλυση» αναφέρει.

Σε ξεχωριστό άρθρο, ο Economist τονίζει: «Η πολιτική αναταραχή στην Ουάσιγκτον είναι τόσο ηλίθια όσο πιστεύουν όλοι. Και έχει ήδη επιφέρει ζημία. Η κυβέρνηση χάνει την ευκαιρία που παρουσιάζεται από το ιστορικά χαμηλό κόστος δανεισμού για να προχωρήσει σε πολύτιμες δημόσιες επενδύσεις και να δώσει ώθηση στη μεσο-μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Εάν η κυβέρνηση ήταν αποφασισμένη να συρρικνώσει τα ελλείμματα υπάρχουν άλλοι απείρως καλύτεροι τρόποι να το κάνει κανείς από ότι έχει γίνει τα τελευταία χρόνια με αυτό το παιχνίδι των δειλών. Ανόητες δημοσιονομικές μάχες με την τρελή και καταδικασμένη προσπάθεια των Ρεπουμπλικανών να υποσκάψουν το Obamacare, επέφεραν τεράστιο κόστος ευκαιρίας ως προς τη νομοθεσία που θα μπορούσε να είχε περάσει για το μεταναστευτικό, τη φορολογική μεταρρύθμιση κοκ και που τώρα αναβάλλονται από αυτές τις γελοιότητες».
http://www.euro2day.gr/