26 Μαΐου 2013

Σημειολογικές διαθλάσεις ενός νεοσουλτάνου στην Ουάσιγκτον

Του Χριστόδουλου Γιαλλουρίδη

Ο Τούρκος Πρωθυπουργός έγινε δεκτός από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ με τιμές ηγεμόνα
Η διεθνής δημοσιότητα ασχολήθηκε εκτενώς με την επίσκεψη της ηγεσίας μιας χώρας η οποία, σύμφωνα με όλες τις αναλύσεις και εκτιμήσεις των διεθνών παρατηρητών, είναι η ανερχόμενη δύναμη στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και τη Νοτιοανατολική Λεκάνη της Μεσογείου…

ΕΤΟΙΜΑΖΕΤΑΙ μετεξέλιξη της Τουρκίας σε μιαν «Αμερική» της Μέσης Ανατολής και της Νοτιοανατολικής Λεκάνης της Μεσογείου. Σε αυτήν την περιοχή, προφανώς, προορίζουν την Ελλάδα στον ρόλο του Μεξικού…
Ο Πρωθυπουργός της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, περιβεβλημένος το ένδυμα του νεοσουλτάνου, μετέβη την εβδομάδα που μας πέρασε στην Ουάσιγκτον, σε μια επίσκεψη συνάντησης, διαβούλευσης και λήψης αποφάσεων με τον Πρόεδρο Ομπάμα, έναν ισότιμο πολιτικά στην παγκόσμια σκακιέρα ηγέτη προς τον Τούρκο Πρωθυπουργό.

Η επίσκεψη συνέπεσε τη στιγμή που ο Έλληνας Πρωθυπουργός βρισκόταν στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, υπερδύναμη η οποία διεκδικεί δυναμικά μια κυρίαρχη θέση στη διεθνή σκηνή.
Έχουμε λοιπόν τον Τούρκο Πρωθυπουργό να γίνεται δεκτός με τιμές ηγεμόνα, να του αφιερώνεται δυσανάλογα με το μέγεθος και την πραγματική σημασία της χώρας του μεγάλος χρόνος στις συνομιλίες με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, να είναι διεκδικητικά θρασύς, όπως το συνηθίζει εσχάτως απέναντι στους Αμερικανούς και όχι μόνο.

Από την άλλη, εμφανίζεται ταυτόχρονα ο Έλληνας Πρωθυπουγός στο Πεκίνο, να επιδιώκει με αξιοπρέπεια τη σύμπραξη με την Κίνα στα οικονομικά και γεωπολιτικά παιχνίδια που λαμβάνουν χώρα στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, που αποτελεί για τους Κινέζους την πύλη πρόσβασης στην Ευρώπη και τη Δύση.

Το σκηνικό, λοιπόν, παραπέμπει στον πομπώδη Ερντογάν, ο οποίος απαιτεί να τον ακολουθήσουν οι ΗΠΑ και η Δύση στον μεγαλοϊδεατικό του σχεδιασμό, για ηγεμονική κηδεμόνευση της ευρύτερης Μέσης Ανατολής και της Νοτιοανατολικής Λεκάνης της Μεσογείου, με αιχμή του δόρατος τον συριακό εμφύλιο και την κυπριακή κρίση (βλ. window of opportunity!).

Η επίσκεψη Ερντογάν στην Ουάσιγκτον υπήρξε από μόνη της μια πρωταγωνιστική τελετουργία στα διεθνή δρώμενα της εβδομάδας, θα λέγαμε του μήνα. Η διεθνής δημοσιότητα ασχολήθηκε εκτενώς με την επίσκεψη της ηγεσίας μιας χώρας η οποία, σύμφωνα με όλες τις αναλύσεις και εκτιμήσεις των διεθνών παρατηρητών, κυρίως δε των ΜΜΕ, είναι η ανερχόμενη δύναμη στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και τη Νοτιοανατολική Λεκάνη της Μεσογείου, που αυτοπροορίζεται να διαδραματίσει σταθεροποιητικό ρόλο στις εκρηκτικές καταστάσεις που διαμορφώνονται στη Μέση Ανατολή, καλύπτοντας το κενό ισχύος που αναδύεται μέσα από την κατάρρευση των καθεστώτων της Μέσης Ανατολής και τη σταδιακή αποχώρηση των ΗΠΑ από την περιοχή.

Σε αυτήν τη δέσμη γεωπολιτικών αιτιών θα μπορούσαν να αποδοθούν και τα κίνητρα και λανθάνουσες στοχεύσεις της Ουάσιγκτον, προσεγγίζοντας κατά τρόπον απρόσμενα θετικό το νεοσουλτανικό ηγετικό σχήμα υπό τους Ερντογάν και Νταβούτογλου. Φυσικά σε αυτήν την εικόνα που διαμορφώθηκε για την Τουρκία στην Ουάσιγκτον, σημαντικό ρόλο έπαιξαν εμφανώς και αφανώς τα εδώ και χρόνια χρηματοδοτούμενα από την Τουρκία λόμπι επιρροής που αναπτύσσονται σε όλα τα επίπεδα στις ΗΠΑ. Πρέπει να σημειωθεί εν προκειμένω, πως οι Αμερικανοί πιστώνουν σε μεγάλο βαθμό την πολιτική των ΗΠΑ στην περιοχή, επενδύοντας στην προσωπικότητα του Ερντογάν.

Προτού καν αναλάβει την Πρωθυπουργία της Τουρκίας, από το 2002, οι ΗΠΑ τον υποδέχθηκαν ως Πρωθυπουργό χωρίς να έχει αναλάβει επίσημα. Τώρα, τον υποδέχθηκαν με τιμές Προέδρου, ενώ είναι Πρωθυπουργός, αποδεχόμενοι τον σχεδιασμό και τη στόχευσή του για την Προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας σε ένα αναδομημένο τουρκικό πολιτικό σύστημα.

Η σημειολογία συνίσταται στο ότι ο Ερντογάν προορίζει τον εαυτό του σε πανίσχυρο Πρόεδρο της Τουρκίας, εγκαθιδρύοντας ένα είδος αμερικανικού προεδρικού συστήματος, με τους Αμερικανούς να συμπορεύονται και να υιοθετούν τους σχεδιασμούς του για ηγεμονική πολιτική στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Επομένως, αυτό που ετοιμάζεται είναι η μετεξέλιξη της Τουρκίας σε μια «Αμερική» της Μέσης Ανατολής και της Νοτιοανατολικής Λεκάνης της Μεσογείου. Σε αυτήν την περιοχή, προφανώς προορίζουν την Ελλάδα στον ρόλο του Μεξικού!

Στο πλαίσιο αυτής της εικόνας και με δεδομένη τη θέληση και την προβολή ισχύος της Άγκυρας στον ταραγμένο χώρο της Μέσης Ανατολής, συζητήθηκαν ως κυρίαρχα θέματα ο συριακός εμφύλιος, οι ισραηλινοτουρκικές σχέσεις, η επίλυση του Κυπριακού και η περαιτέρω ενδυνάμωση των σχέσεων ΗΠΑ - Τουρκίας.

Οι διεθνείς αναλυτές υπογραμμίζουν εν προκειμένω πως πέραν από το περιτύλιγμα και τις φιλοφρονητικές κορώνες, η επίσκεψη πέτυχε στον αναμενόμενο βαθμό για μεγαλύτερη και ουσιαστικότερη εμπλοκή της διεθνούς κοινότητας, και εν προκειμένω των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, για την αποφασιστικότερη και ταχύτερη κατάλυση του καθεστώτος Άσαντ και ανάδειξη της σημερινής αντιπολίτευσης σε ηγεσία της χώρας.

Το δεύτερο θέμα που συζητήθηκε ήταν η αποκατάσταση των σχέσεων Τουρκίας - Ισραήλ και η επίσκεψη Ερντογάν στη Γάζα, πράγμα που συνδυάστηκε και με την αποζημίωση που ζητούν οι Τούρκοι από το Ισραήλ για τα θύματα του Μαβί Μαρμαρά. Στο θέμα αυτό του Μαβί Μαρμαρά πρέπει να πούμε πως υπήρξε μεγάλη κινητοποίηση του εβραϊκού λόμπι, το οποίο λειτούργησε αρνητικά για τον Ερντογάν, όχι μόνο στο ζήτημα της Γάζας και το όλο πλαίσιο που την ακολουθεί, αλλά και για το σύνολο των τουρκοϊσραηλινών σχέσεων.

Αντίθετες υπαρξιακές στρατηγικές με Ισραήλ
Στα δύο αυτά ζητήματα δεν είχε την αναμενόμενη από τον ίδιο επιτυχία. Ο Ερντογάν δεν κατάφερε να πείσει τους Αμερικανούς να αποδεχθούν τις θέσεις του και να συμφωνήσουν μαζί του για την εμπλοκή στη συριακή κρίση και για την αποδοχή από τους Ισραηλινούς των τουρκικών θέσεων στο Παλαιστινιακό Ζήτημα, τον ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή ως διαμεσολαβητή και τη συρρίκνωση της δύναμης του Ισραήλ. Πρόκειται για δύο μεγέθη, η Τουρκία και το Ισραήλ, που δεν μπορούν να συμφιλιωθούν, ούτε να συμβιώσουν αρμονικά, γιατί απλούστατα έχουν διαμετρικά αντίθετες υπαρξιακές στρατηγικές, στοχεύσεις και ρόλους στην περιοχή. Όπως υπογραμμίζει και ο μέγας Ότο Φον Μπίσμαρκ, «στην πολιτική δεν υπάρχουν μόνιμοι φίλοι ή εχθροί, αλλά μόνιμα συμφέροντα». Τα συμφέροντα λοιπόν των δύο στην προκειμένη περίπτωση είναι συγκρουσιακά.

Οι πολιτικές εξελίξεις στην περιοχή διακρίνονται από έντονη ρευστότητα, στον βαθμό που όχι μόνο δεν μπορεί να παρέμβει στρατιωτικά η Δύση με την Τουρκία ως αιχμή του δόρατος στον συριακό εμφύλιο, αλλά, αντιθέτως, το καθεστώς Άσαντ ενισχύεται από ενεργοποίηση του ρωσικού παράγοντα, ο οποίος προμηθεύει τη Συρία με πυραύλους S-300, ενώ ο Άσαντ εμφανίζει σημεία ανάκαμψης στην εμφύλια σύρραξη έναντι των αντικαθεστωτικών.Ταυτόχρονα, πρέπει να αναφέρει κανείς πως ούτε και ο Ομπάμα διέρχεται την πιο εύφορη και γόνιμη περίοδο, αφού συνταράζεται ο Λευκός Οίκος από σκάνδαλα που θυμίζουν το Watergate.

Ουδέτερη αντιμετώπιση στο Κυπριακό από ΗΠΑ
ΣΤΟ Κυπριακό υπήρξε μια σχετικά ουδέτερη αντιμετώπιση της αμερικανικής ηγεσίας στις τουρκικές αιτιάσεις περί ευθύνης των Ελληνοκυπρίων, ενώ η αμερικανική ηγεσία, όπως διεθνώς προβάλλεται, δεν δείχνει να ενδίδει άμεσα στις τουρκικές πιέσεις και παροτρύνσεις να διακηρυχθεί από τον Αμερικανό Πρόεδρο η ανάγκη για έναρξη διαπραγματεύσεων τώρα και υπό τις συνθήκες κατάρρευσης της κυπριακής οικονομίας. Εδώ πρέπει να υπογραμμίσουμε πως όλο το βάρος σε σχέση και με το Κυπριακό, τουλάχιστον στις δημόσιες παρεμβάσεις και δημοσιεύματα, φαίνεται ότι το πήρε το εβραϊκό λόμπι, με εμφανή την απουσία της κυπριακής ή ελλαδικής πλευράς.

Η Κύπρος διέρχεται μια περίοδο όχι απλώς δύσκολη, αλλά πρωτοφανούς κυριολεκτικά συρρίκνωσης της κρατικής της υπόστασης ως κύρους και διεθνούς εικόνας, ενώ παράλληλα εμφανίζεται και απομονωμένη από συμμαχίες, φίλους και δυνατότητες άμεσης σύμπραξης και στήριξης. Δεδομένης της αδυναμίας των ΗΠΑ να παρέμβουν γενικώς και ειδικώς, δεν πρέπει να δώσουμε χώρο στους ντόπιους ανθύπατους -Ντάουνερ και λοιπούς αυτόκλητους και ετεροχρηματοδοτούμενους μεσολαβητές- να αναλάβουν πρωτοβουλίες και ρόλους, προωθώντας και επιβάλλοντας εντέλει λύσεις δικές τους και τουρκικής έμπνευσης σε μιαν αποδυναμωμένη απολύτως χώρα.

Επομένως, ανεξαρτήτως της έκβασης σε ουσιαστικά αποτελέσματα της συνάντησης στην Ουάσιγκτον, εκείνο που πρέπει να μας προβληματίζει είναι η βαρύτητα που δόθηκε και η σημασία που αποδίδεται στον νεοσουλτανικό τουρκικό παράγοντα. Η μεθοδολογία της αυτοεκπληρούμενης προφητείας, όπως και η κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Κύπρος, αλλά και η Ελλάδα τούτη την περίοδο, επιβάλλουν σε όλους μας τη μέγιστη δυνατή κινητοποίηση και στρατηγική παρέμβασης στα κέντρα λήψης αποφάσεων διεθνώς, με στόχο την υιοθέτηση των δικών μας στόχων εθνικής επιβίωσης και κρατικής ανάκαμψης, και παρεμπόδισης της επιβολής των στόχων της αντιπάλου δυνάμεως.

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής
Διευθυντής Κέντρου Ανατολικών Σπουδών
στο Πάντειο Πανεπιστήμιο