Σπύρος Λίτσας Μελετώντας κάποιος την ελληνική Ιστορία θα διαπιστώσει ότι στις
κρίσιμες στιγμές, ενώ οφείλαμε να συσπειρωθούμε, εμείς αναλωνόμασταν σε
εσωτερικές συγκρούσεις. Ο ελληνικός στρατός βρισκόταν στη Μικρά Ασία και
υπερασπιζόταν τα εθνικά συμφέροντα στους προαιώνιους ελληνικούς χώρους
της Ιωνίας και της Αιολίας, και ο διχασμός ήδη κατέτρωγε τον πυρήνα της
όλης προσπάθειας, με βασικούς αίτιους τη βασιλική πτέρυγα, που προέκρινε
ως πολιτικό στόχο τη «μικρή πλην τίμια Ελλάδα», απαξιώνοντας την Ελλάδα
των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών, που είχε οικοδομήσει ο
Ελευθέριος Βενιζέλος. Σήμερα, εν τω μέσω ενός νέου κατακλυσμού, Βένετοι
εναντίον Πράσινων, Καπουλέτοι εναντίον Μοντέγων ή έστω Μακρυκωσταίοι
εναντίον Κοντογιώργηδων ετοιμάζονται για άλλο έναν γύρο αλληλοεξόντωσης
σχετικά με το αν η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη πρέπει να αποκτήσουν
μουσουλμανικό τέμενος ή όχι.
Αξίζει να δούμε, όμως, ποια κοινή γνώμη «αγωνιά» για το θέμα. Αυτή που θεωρεί «προοδευτική» θέση ότι υπήρξε συνωστισμός των Ελλήνων στην προκυμαία της Σμύρνης όταν οι Τσέτες του Κεμάλ εισέβαλαν σ’ αυτή ή που νιώθει καλά όταν ο Γιάννης Μπουτάρης εκθειάζει τον Κεμάλ Ατατούρκ, όντας εκλεγμένος δήμαρχος σε μια πόλη παιδιών και εγγονών προσφύγων; Αυτή που μετά το Καστελόριζο ήταν υπέρ της ένταξης στο Μνημόνιο, «για να γίνουμε επιτέλους κράτος», όπως ακουγόταν εκείνον τον καιρό από τηλεοπτικούς δέκτες και κοινωνικές συναθροίσεις σε ολάνθιστα μπαλκόνια; Αυτή που κόπτεται αν η γειτόνισσα βλέπει τουρκικές σαπουνόπερες, αλλά που έχει ήδη ξεχάσει την ήττα των Ιμίων, τους νεκρούς μας τη νύχτα της κλιμάκωσης της κρίσης και την πρόταση-σταθμό πλέον στη διαχείριση κρίσεων «θα πούμε ότι τη σημαία την πήρε ο αέρας»; Αυτή που συνωστίζεται στα «πολιτιστικά κέντρα» τα βράδια του Σαββάτου, γεμίζοντας τις πίστες με βουνά από γαρδένιες και εκσφενδονίζει αστακούς όταν το κέφι «ανάψει» για τα καλά; Αυτή που παρκάρει στις θέσεις που είναι δεσμευμένες για άτομα με κινητικά προβλήματα ή πάνω στα πεζοδρόμια για να μην μπορούν οι συνάνθρωποί μας με αναπηρικά αμαξίδια να κινηθούν ελεύθερα στα νεο-κοινωνικοδαρβινικά αστικά μας κέντρα; Αυτή που δαιμονοποιεί το δικαίωμα μιας μητέρας να θηλάσει το βρέφος της δημοσίως, αλλά που κλείνει τα μάτια της στην πορνεία και τη δημόσια χρήση ναρκωτικών ακόμα και στον ιερό χώρο των Προπυλαίων; Αυτή που αντλεί ατομική υπεραξία μέσα από το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;»· που παλεύει τα αδιέξοδα της μέσα από τον οπαδισμό, ποδοσφαιρικό ή κομματικό, που πανηγυρίζει on camera γιατί απέχει από τις εκλογές;
Θεωρώ ότι ασφαλώς και πρέπει οι πιστοί του Ισλάμ να αποκτήσουν λατρευτικούς χώρους σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Η Ελλάδα είναι μέρος του δυτικού κόσμου, είναι μια φιλελεύθερη αστική δημοκρατία -έστω και με δομικά συστημικά προβλήματα- και οφείλει να αναγνωρίζει τα δικαιώματα της ισονομίας και της ισοπολιτείας προς όλους. Επίσης είναι ορθολογικό κράτος και γνωρίζει ότι μέσα σε οργανωμένους και επίσημα αναγνωρισμένους χώρους λατρείας διαβρωτικά φαινόμενα φονταμενταλισμού μπορούν να μειωθούν σημαντικά και να ελεγχθούν καλύτερα. Οχι, η Αθήνα δεν κινδυνεύει από τη λειτουργία τζαμιού. Από τον ακαλλιέργητο κινδυνεύει που κάνει γκράφιτι πάνω στο άγαλμα του Αδαμάντιου Κοραή γιατί πολύ απλά δεν γνωρίζει ποιος είναι αυτός. Οχι, η Θεσσαλονίκη δεν κινδυνεύει από τη λειτουργία τζαμιού. Από τον αδαή κινδυνεύει που πετά μπογιά στην επιγραφή «Η Μακεδονία είναι ελληνική» ή χαράζει τη σβάστικα στο μνημείο του εβραϊκού ολοκαυτώματος στη Λεωφόρο Νίκης.
Η πατρίδα μας κινδυνεύει από την υπεραπλούστευση και την άγνοια, τον σκοταδισμό και την ημιμάθεια, την εσωτερική διαίρεση και τη μισαλλοδοξία, τον φανατισμό και τον ανορθολογισμό, τον νεποτισμό και τη μετριοκρατία και όχι από την παροχή του φιλελεύθερου δημοκρατικού δικαιώματος στον καθένα να αποκτήσει πρόσβαση στον λατρευτικό χώρο της θρησκείας που αυτός επιλέγει.
Αξίζει να δούμε, όμως, ποια κοινή γνώμη «αγωνιά» για το θέμα. Αυτή που θεωρεί «προοδευτική» θέση ότι υπήρξε συνωστισμός των Ελλήνων στην προκυμαία της Σμύρνης όταν οι Τσέτες του Κεμάλ εισέβαλαν σ’ αυτή ή που νιώθει καλά όταν ο Γιάννης Μπουτάρης εκθειάζει τον Κεμάλ Ατατούρκ, όντας εκλεγμένος δήμαρχος σε μια πόλη παιδιών και εγγονών προσφύγων; Αυτή που μετά το Καστελόριζο ήταν υπέρ της ένταξης στο Μνημόνιο, «για να γίνουμε επιτέλους κράτος», όπως ακουγόταν εκείνον τον καιρό από τηλεοπτικούς δέκτες και κοινωνικές συναθροίσεις σε ολάνθιστα μπαλκόνια; Αυτή που κόπτεται αν η γειτόνισσα βλέπει τουρκικές σαπουνόπερες, αλλά που έχει ήδη ξεχάσει την ήττα των Ιμίων, τους νεκρούς μας τη νύχτα της κλιμάκωσης της κρίσης και την πρόταση-σταθμό πλέον στη διαχείριση κρίσεων «θα πούμε ότι τη σημαία την πήρε ο αέρας»; Αυτή που συνωστίζεται στα «πολιτιστικά κέντρα» τα βράδια του Σαββάτου, γεμίζοντας τις πίστες με βουνά από γαρδένιες και εκσφενδονίζει αστακούς όταν το κέφι «ανάψει» για τα καλά; Αυτή που παρκάρει στις θέσεις που είναι δεσμευμένες για άτομα με κινητικά προβλήματα ή πάνω στα πεζοδρόμια για να μην μπορούν οι συνάνθρωποί μας με αναπηρικά αμαξίδια να κινηθούν ελεύθερα στα νεο-κοινωνικοδαρβινικά αστικά μας κέντρα; Αυτή που δαιμονοποιεί το δικαίωμα μιας μητέρας να θηλάσει το βρέφος της δημοσίως, αλλά που κλείνει τα μάτια της στην πορνεία και τη δημόσια χρήση ναρκωτικών ακόμα και στον ιερό χώρο των Προπυλαίων; Αυτή που αντλεί ατομική υπεραξία μέσα από το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;»· που παλεύει τα αδιέξοδα της μέσα από τον οπαδισμό, ποδοσφαιρικό ή κομματικό, που πανηγυρίζει on camera γιατί απέχει από τις εκλογές;
Θεωρώ ότι ασφαλώς και πρέπει οι πιστοί του Ισλάμ να αποκτήσουν λατρευτικούς χώρους σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Η Ελλάδα είναι μέρος του δυτικού κόσμου, είναι μια φιλελεύθερη αστική δημοκρατία -έστω και με δομικά συστημικά προβλήματα- και οφείλει να αναγνωρίζει τα δικαιώματα της ισονομίας και της ισοπολιτείας προς όλους. Επίσης είναι ορθολογικό κράτος και γνωρίζει ότι μέσα σε οργανωμένους και επίσημα αναγνωρισμένους χώρους λατρείας διαβρωτικά φαινόμενα φονταμενταλισμού μπορούν να μειωθούν σημαντικά και να ελεγχθούν καλύτερα. Οχι, η Αθήνα δεν κινδυνεύει από τη λειτουργία τζαμιού. Από τον ακαλλιέργητο κινδυνεύει που κάνει γκράφιτι πάνω στο άγαλμα του Αδαμάντιου Κοραή γιατί πολύ απλά δεν γνωρίζει ποιος είναι αυτός. Οχι, η Θεσσαλονίκη δεν κινδυνεύει από τη λειτουργία τζαμιού. Από τον αδαή κινδυνεύει που πετά μπογιά στην επιγραφή «Η Μακεδονία είναι ελληνική» ή χαράζει τη σβάστικα στο μνημείο του εβραϊκού ολοκαυτώματος στη Λεωφόρο Νίκης.
Η πατρίδα μας κινδυνεύει από την υπεραπλούστευση και την άγνοια, τον σκοταδισμό και την ημιμάθεια, την εσωτερική διαίρεση και τη μισαλλοδοξία, τον φανατισμό και τον ανορθολογισμό, τον νεποτισμό και τη μετριοκρατία και όχι από την παροχή του φιλελεύθερου δημοκρατικού δικαιώματος στον καθένα να αποκτήσει πρόσβαση στον λατρευτικό χώρο της θρησκείας που αυτός επιλέγει.