ΤΟΥΡΚΙΑ Ο εμφύλιος στο
κυβερνών κόμμα βαθαίνει, με τους φιλελεύθερους ισλαμιστές να
αποδυναμώνουν τον συντηρητικό Ερντογάν, ενώ αυτός επιτίθεται σε δύο
εφημερίδες συμφερόντων του αντιπάλου του, Γκιουλέν
Του Νικόλα Ζηργάνου
Οξύνεται η εσωκομματική διαμάχη που έχει ξεσπάσει τους τελευταίους μήνες μεταξύ των φιλελεύθερων και των συντηρητικών στελεχών του κυβερνώντος κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), με τον πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να αποδυναμώνεται και το κόμμα να χάνει παραδοσιακά του ερείσματα. Χθες, η διεύθυνση της μέχρι πρότινος φιλοκυβερνητικής εφημερίδας «Ταράφ», που πρόσκειται στον φιλελεύθερο ισλαμιστή ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, ανακοίνωσε ότι θα προσφύγει στη Δικαιοσύνη εναντίον του Τούρκου πρωθυπουργού «για δυσφήμηση», ενώ τον κατηγορεί και για χειραγώγηση της Δικαιοσύνης.
Η εφημερίδα είχε αποκαλύψει στις 28 Νοεμβρίου έγγραφα προερχόμενα από την τουρκική μυστική υπηρεσία, ΜΙΤ, που χρονολογούνται το 2004, πως το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας, με υπογραφή του πρωθυπουργού Ερντογάν, ζητούσε από την κυβέρνηση να λάβει μέτρα «για να τελειώνουμε» με το κίνημα του Γκιουλέν. Τον περασμένο μήνα η κυβέρνηση αποφάσισε να κλείσει τα ιδιωτικά προπαρασκευαστικά σχολεία, πολλά από τα οποία ανήκουν στην Αδελφότητα του Γκιουλέν. Η Αδελφότητα αντλεί μεγάλο μέρος των εσόδων της από τα δίδακτρα αυτών των σχολείων.
Ο Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος ζει αυτοεξόριστος στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1999, ηγείται μιας πανίσχυρης Αδελφότητας η οποία στήριξε με πολλούς τρόπους την άνοδο του AKP και του Ερντογάν στην εξουσία. Πολλοί βουλευτές, υπουργοί, δικαστές και ανώτεροι αξιωματικοί επηρεάζονται από τον Γκιουλέν. Η Αδελφότητα άρχισε να παίρνει αποστάσεις από τον Ερντογάν κατά τη διάρκεια της εξέγερσης στο Ταξίμ, το καλοκαίρι του 2013, όταν η κυβέρνηση κατέστειλε τις λαϊκές κινητοποιήσεις με βία και αυταρχισμό. Κατά τον Γκιουλέν, ήταν ένα λάθος που αποξένωσε τα φιλελεύθερα στοιχεία μέσα και έξω από το ΑΚΡ. Ακολούθησε η απόφαση του Ερντογάν να απαγορέψει στους φοιτητές διαφορετικού φύλου να συμβιώνουν όχι μόνο στους κοιτώνες, αλλά και σε ιδιωτικές κατοικίες. Ο Γκιουλέν αντέδρασε και πάλι, αλλά η ρήξη ήρθε με τις αποκαλύψεις της «Ταράφ» και την παραγγελία που έδωσε ο Τούρκος πρωθυπουργός στη Δικαιοσύνη, να ερευνήσει την εφημερίδα με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας και της δημοσιοποίησης απόρρητων κρατικών εγγράφων που έκανε ο ρεπόρτερ της, Μεχμέτ Μπαρανσού. Ο Μπαρανσού κατήγγειλε στις 7 Δεκεμβρίου ότι βρήκε στην κατοικία του κάμερα παρακολούθησης και κοριούς που είχαν τοποθετήσει «άγνωστοι».
Ο ρεπόρτερ της «Ταράφ» είναι γνωστός για τις αποκαλύψεις που έκανε στο παρελθόν για το βαθύ κράτος και την επιχείρηση «βαριοπούλα». Με βάση τα δημοσιεύματά του βρέθηκαν στο εδώλιο δεκάδες Τούρκοι στρατιωτικοί.
Η συμπρόεδρος της κοινής κοινοβουλευτικής επιτροπής Ε.Ε.-Τουρκίας, Ελεν Φλοτρ, δήλωσε ότι η δίωξη της «Ταράφ» και του Μπαρανσού αποτελεί «σκάνδαλο» και πως ανησυχεί για την ελευθερία του Τύπου στην Τουρκία. Σε περίπτωση που ο Μπαρανσού κριθεί ένοχος, αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης έως και 43 ετών.
Κριτική άσκησε στον Ερντογάν και η εφημερίδα «Ζαμάν» (πρόσκειται στην Αδελφότητα του Γκιουλέν), η οποία χαρακτήρισε την απόφαση να κλείσουν τα ιδιωτικά σχολεία «πραξικόπημα». Βουλευτές του ΑΚΡ δήλωσαν ότι αν έρθει σχετικό νομοσχέδιο στη Βουλή θα το καταψηφίσουν.
Ο πολιτικός σύμβουλος του Ερντογάν, Γιαλτσίν Ακτογκάν, δήλωσε ότι υπάρχουν δυνάμεις που εν όψει εκλογών (περιφερειακές και δημοτικές εκλογές τον Μάρτιο 2014) στοχεύουν να πλήξουν πολιτικά τον πρωθυπουργό. Η εικόνα τού άλλοτε πανίσχυρου Ερντογάν φαίνεται να ξεθωριάζει ύστερα από 12 χρόνια εξουσίας και στο κόμμα του, το AKP, αρχίζουν να εμφανίζονται σημάδια σκληρής εσωτερικής διαμάχης.
Αποφασιστικής σημασίας θα είναι οι επερχόμενες τοπικές εκλογές, όπου ο Ερντογάν ελπίζει να κερδίσει ψήφους από τους Κούρδους οι οποίοι υποστηρίζουν την κατάπαυση του πυρός και το τέλος του πολέμου στο Κουρδιστάν, με αντάλλαγμα δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η κυβέρνηση οδεύει προς ανασχηματισμό, καθώς ήδη δύο υπουργοί ορίστηκαν ως υποψήφιοι δήμαρχοι (υπάρχει ασυμβίβαστο με την ιδιότητα του βουλευτή), ενώ αναμένονται μέσα στις γιορτές να ανακοινωθούν και νέες υποψηφιότητες.
Του Νικόλα Ζηργάνου
Οξύνεται η εσωκομματική διαμάχη που έχει ξεσπάσει τους τελευταίους μήνες μεταξύ των φιλελεύθερων και των συντηρητικών στελεχών του κυβερνώντος κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), με τον πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να αποδυναμώνεται και το κόμμα να χάνει παραδοσιακά του ερείσματα. Χθες, η διεύθυνση της μέχρι πρότινος φιλοκυβερνητικής εφημερίδας «Ταράφ», που πρόσκειται στον φιλελεύθερο ισλαμιστή ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, ανακοίνωσε ότι θα προσφύγει στη Δικαιοσύνη εναντίον του Τούρκου πρωθυπουργού «για δυσφήμηση», ενώ τον κατηγορεί και για χειραγώγηση της Δικαιοσύνης.
Η εφημερίδα είχε αποκαλύψει στις 28 Νοεμβρίου έγγραφα προερχόμενα από την τουρκική μυστική υπηρεσία, ΜΙΤ, που χρονολογούνται το 2004, πως το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας, με υπογραφή του πρωθυπουργού Ερντογάν, ζητούσε από την κυβέρνηση να λάβει μέτρα «για να τελειώνουμε» με το κίνημα του Γκιουλέν. Τον περασμένο μήνα η κυβέρνηση αποφάσισε να κλείσει τα ιδιωτικά προπαρασκευαστικά σχολεία, πολλά από τα οποία ανήκουν στην Αδελφότητα του Γκιουλέν. Η Αδελφότητα αντλεί μεγάλο μέρος των εσόδων της από τα δίδακτρα αυτών των σχολείων.
Ο Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος ζει αυτοεξόριστος στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1999, ηγείται μιας πανίσχυρης Αδελφότητας η οποία στήριξε με πολλούς τρόπους την άνοδο του AKP και του Ερντογάν στην εξουσία. Πολλοί βουλευτές, υπουργοί, δικαστές και ανώτεροι αξιωματικοί επηρεάζονται από τον Γκιουλέν. Η Αδελφότητα άρχισε να παίρνει αποστάσεις από τον Ερντογάν κατά τη διάρκεια της εξέγερσης στο Ταξίμ, το καλοκαίρι του 2013, όταν η κυβέρνηση κατέστειλε τις λαϊκές κινητοποιήσεις με βία και αυταρχισμό. Κατά τον Γκιουλέν, ήταν ένα λάθος που αποξένωσε τα φιλελεύθερα στοιχεία μέσα και έξω από το ΑΚΡ. Ακολούθησε η απόφαση του Ερντογάν να απαγορέψει στους φοιτητές διαφορετικού φύλου να συμβιώνουν όχι μόνο στους κοιτώνες, αλλά και σε ιδιωτικές κατοικίες. Ο Γκιουλέν αντέδρασε και πάλι, αλλά η ρήξη ήρθε με τις αποκαλύψεις της «Ταράφ» και την παραγγελία που έδωσε ο Τούρκος πρωθυπουργός στη Δικαιοσύνη, να ερευνήσει την εφημερίδα με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας και της δημοσιοποίησης απόρρητων κρατικών εγγράφων που έκανε ο ρεπόρτερ της, Μεχμέτ Μπαρανσού. Ο Μπαρανσού κατήγγειλε στις 7 Δεκεμβρίου ότι βρήκε στην κατοικία του κάμερα παρακολούθησης και κοριούς που είχαν τοποθετήσει «άγνωστοι».
Ο ρεπόρτερ της «Ταράφ» είναι γνωστός για τις αποκαλύψεις που έκανε στο παρελθόν για το βαθύ κράτος και την επιχείρηση «βαριοπούλα». Με βάση τα δημοσιεύματά του βρέθηκαν στο εδώλιο δεκάδες Τούρκοι στρατιωτικοί.
Η συμπρόεδρος της κοινής κοινοβουλευτικής επιτροπής Ε.Ε.-Τουρκίας, Ελεν Φλοτρ, δήλωσε ότι η δίωξη της «Ταράφ» και του Μπαρανσού αποτελεί «σκάνδαλο» και πως ανησυχεί για την ελευθερία του Τύπου στην Τουρκία. Σε περίπτωση που ο Μπαρανσού κριθεί ένοχος, αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης έως και 43 ετών.
Κριτική άσκησε στον Ερντογάν και η εφημερίδα «Ζαμάν» (πρόσκειται στην Αδελφότητα του Γκιουλέν), η οποία χαρακτήρισε την απόφαση να κλείσουν τα ιδιωτικά σχολεία «πραξικόπημα». Βουλευτές του ΑΚΡ δήλωσαν ότι αν έρθει σχετικό νομοσχέδιο στη Βουλή θα το καταψηφίσουν.
Ο πολιτικός σύμβουλος του Ερντογάν, Γιαλτσίν Ακτογκάν, δήλωσε ότι υπάρχουν δυνάμεις που εν όψει εκλογών (περιφερειακές και δημοτικές εκλογές τον Μάρτιο 2014) στοχεύουν να πλήξουν πολιτικά τον πρωθυπουργό. Η εικόνα τού άλλοτε πανίσχυρου Ερντογάν φαίνεται να ξεθωριάζει ύστερα από 12 χρόνια εξουσίας και στο κόμμα του, το AKP, αρχίζουν να εμφανίζονται σημάδια σκληρής εσωτερικής διαμάχης.
Αποφασιστικής σημασίας θα είναι οι επερχόμενες τοπικές εκλογές, όπου ο Ερντογάν ελπίζει να κερδίσει ψήφους από τους Κούρδους οι οποίοι υποστηρίζουν την κατάπαυση του πυρός και το τέλος του πολέμου στο Κουρδιστάν, με αντάλλαγμα δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η κυβέρνηση οδεύει προς ανασχηματισμό, καθώς ήδη δύο υπουργοί ορίστηκαν ως υποψήφιοι δήμαρχοι (υπάρχει ασυμβίβαστο με την ιδιότητα του βουλευτή), ενώ αναμένονται μέσα στις γιορτές να ανακοινωθούν και νέες υποψηφιότητες.