Μαλούχος Γεώργιος Π. -Οσο εμείς εδώ συνεχίζουμε να
βράζουμε στο ζουμί μας και να τρώμε τον καιρό με τα δευτερεύοντα
αγνοώντας διαρκώς τα μεγάλα και τα σημαντικά, γίνεται και πάλι κάτι που
έχει κατ’ επανάληψη συμβεί στο παρελθόν: σε κρίσιμες περιόδους η Ελλάδα
αφήνει τις διπλωματικές δυνατότητες να φυλλορροούν και να χάνονται
ανεκμετάλλευτες.Κάπως έτσι είναι που, έπειτα από πέντε χρόνια οξύτατων σχέσεων
ανάμεσα στο Τελ Αβιβ και στην Αγκυρα, φαίνεται ότι έρχεται τώρα η
αποκατάσταση αυτής της επαφής. Κάτι που, αν τελικά επιβεβαιωθεί,
αναμφίβολα θα λειτουργήσει αρνητικά για την Ελλάδα και την Κύπρο όσα
επίσημα και μεγαλόσχημα κι αν περί του αντιθέτου ειπωθούν.
Η Ελλάδα δεν πρόλαβε να κάνει εκείνο που έπρεπε. Κινήθηκε, αλλά
κινήθηκε πολύ αργά και πολύ διστακτικά. Η Κύπρος υπήρξε πολύ πιο
δραστήρια στην κατεύθυνση της στενότατης συνεργασίας με το Ισραήλ. Ομως,
τώρα, έχοντας το Κυπριακό στη διαδικασία πίεσης για «επίλυση» τα
πράγματα γίνονται πολύ πιο σύνθετα.Η επαναπροσέγγιση Ισραήλ – Τουρκίας (δεν είναι τυχαίο, ούτε άσχετο,
ότι ήδη προηγήθηκε η επισημοποίηση μιας νέας προνομιακής σχέσης του
Ισραήλ με την Αλβανία) περνάει μέσα από τρεις «δρόμους» που, και οι
τρεις, δυσκολεύουν τόσο την Ελλάδα όσο και την Κύπρο ανεξάρτητα από το
γεγονός ότι κάθε άλλο παρά αυτή είναι η επιθυμία του Ισραήλ – κι αυτό
είναι δεδομένο, όμως οι προτεραιότητες έχουν το δικό τους ρόλο, ειδικά
όταν εμείς κοιμόμαστε... Και από την ώρα που προτάσσεται πλέον η
στρατηγική συνεργασία με την Αγκυρα, η ισορροπία μοιραία μεταβάλλεται
αρνητικά.
Οι τρεις αυτοί «δρόμοι» είναι: Πρώτον, η στρατηγική της ενέργειας και της διανομής της στην Ευρώπη. Δεύτερον, η ξαφνική όξυνση των σχέσεων Ρωσίας – Τουρκίας. Και, τρίτον, ίσως το πιο σημαντικό, η εργώδης προσπάθεια των ΗΠΑ να επαναφέρουν σε θετική τροχιά τις σχέσεις Αγκυρας – Τελ Αβιβ.Συνεπώς, το σχήμα που φαίνεται να διαμορφώνεται αυτή τη στιγμή είναι τέτοιο που δεν επιτρέπει την παραμικρή αισιοδοξία από ελληνικής πλευράς, ιδίως από τη στιγμή που είναι ιδιαίτερα δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι θα μπορούσε να επανισορροπήσει η κατάσταση με την ενίσχυση των ελληνορωσικών σχέσεων: κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει σε στρατηγικό επίπεδο καθώς, επί της ουσίας, η Γιάλτα βρίσκεται ακόμα σε πλήρη ισχύ και οι Ρώσοι ουδέποτε θα την παραβίαζαν ακόμα κι αν η Ελλάδα ήταν πρόθυμη να συνεργαστεί στενότατα μαζί τους σε άλλη κλίμακα.
Όλα αυτά θα επιβαρυνθούν τόσο από την αυξημένη τουρκική επιθετικότητα όσο και από την προσφυγική κρίση, η οποία έχει φέρει την Τουρκία σε πολύ πλεονεκτική διπλωματική θέση. Επιπλέον, το Κυπριακό μπορεί να αποδειχθεί εκρηκτικό, καθώς, με τα δεδομένα που διαμορφώνονται, η «λύση» που βρίσκεται σε πλήρη προετοιμασία δεν μπορεί παρά να προκαλεί ιδιαίτερα μεγάλες ανησυχίες.
Εν κατακλείδι τα πράγματα είναι δύσκολα και θα γίνουν ακόμα δυσκολότερα. Ετσι, το καίριο ερώτημα είναι πλέον τι από όλα αυτά έχει κατανοήσει η ελληνική πολιτική και τι είναι άραγε εις θέση να πράξει η – ας μην το ξεχνάμε: πτωχευμένη, μετέωρη - Ελλάδα για τη βελτίωση της θέσης της;
Δυστυχώς, η απάντηση είναι πικρή: από ελάχιστα, έως τίποτα. Η χώρα απλώς παρακολουθεί αμήχανη. Αν δηλαδή καν παρακολουθεί…
Οι τρεις αυτοί «δρόμοι» είναι: Πρώτον, η στρατηγική της ενέργειας και της διανομής της στην Ευρώπη. Δεύτερον, η ξαφνική όξυνση των σχέσεων Ρωσίας – Τουρκίας. Και, τρίτον, ίσως το πιο σημαντικό, η εργώδης προσπάθεια των ΗΠΑ να επαναφέρουν σε θετική τροχιά τις σχέσεις Αγκυρας – Τελ Αβιβ.Συνεπώς, το σχήμα που φαίνεται να διαμορφώνεται αυτή τη στιγμή είναι τέτοιο που δεν επιτρέπει την παραμικρή αισιοδοξία από ελληνικής πλευράς, ιδίως από τη στιγμή που είναι ιδιαίτερα δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι θα μπορούσε να επανισορροπήσει η κατάσταση με την ενίσχυση των ελληνορωσικών σχέσεων: κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει σε στρατηγικό επίπεδο καθώς, επί της ουσίας, η Γιάλτα βρίσκεται ακόμα σε πλήρη ισχύ και οι Ρώσοι ουδέποτε θα την παραβίαζαν ακόμα κι αν η Ελλάδα ήταν πρόθυμη να συνεργαστεί στενότατα μαζί τους σε άλλη κλίμακα.
Όλα αυτά θα επιβαρυνθούν τόσο από την αυξημένη τουρκική επιθετικότητα όσο και από την προσφυγική κρίση, η οποία έχει φέρει την Τουρκία σε πολύ πλεονεκτική διπλωματική θέση. Επιπλέον, το Κυπριακό μπορεί να αποδειχθεί εκρηκτικό, καθώς, με τα δεδομένα που διαμορφώνονται, η «λύση» που βρίσκεται σε πλήρη προετοιμασία δεν μπορεί παρά να προκαλεί ιδιαίτερα μεγάλες ανησυχίες.
Εν κατακλείδι τα πράγματα είναι δύσκολα και θα γίνουν ακόμα δυσκολότερα. Ετσι, το καίριο ερώτημα είναι πλέον τι από όλα αυτά έχει κατανοήσει η ελληνική πολιτική και τι είναι άραγε εις θέση να πράξει η – ας μην το ξεχνάμε: πτωχευμένη, μετέωρη - Ελλάδα για τη βελτίωση της θέσης της;
Δυστυχώς, η απάντηση είναι πικρή: από ελάχιστα, έως τίποτα. Η χώρα απλώς παρακολουθεί αμήχανη. Αν δηλαδή καν παρακολουθεί…