Το αποτέλεσμα της κάλπης στις εκλογές που διεξήχθησαν στην Τουρκία
έβγαλε μεγάλο νικητή το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP). Μία νίκη
που σφραγίζει για μία ακόμη φορά την ηγεμονική θέση του κόμματος στο
τουρκικό πολιτικό πεδίο 13 χρόνια μετά την άνοδό του στην εξουσία, με
μία μικρή διακοπή έξι μηνών.Με την καταμέτρηση των ψήφων να έχει σχεδόν ολοκληρωθεί οι πρώτες
πληροφορίες από ολόκληρη την Τουρκία μας επιτρέπουν να εξάγουμε μία
σειρά συμπερασμάτων. Τα πορίσματά μας έχουν ως εξής:
-Σε κλίμα πολέμου, αιματοκυλίσματος, βομβιστικών επιθέσεων και πολιτικής-κοινωνικής πόλωσης το ΑΚΡ κατάφερε να αυξήσει τους ψηφοφόρους του από 18 εκατ. σε περίπου 22 εκατ. Αυτή είναι μία αξιοσημείωτη αύξηση. Από ποιες πολιτικές δυνάμεις άντλησε το ΑΚΡ τις πολύτιμες ψήφους;
Με βάση το πώς διαμορφώνεται το εκλογικό σκηνικό το ΑΚΡ επωφελήθηκε από την αύξηση του ποσοστού συμμετοχής στις εκλογές, ενώ, παράλληλα, φαίνεται να «έκλεψε» πολύτιμες ψήφους από το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης, το Κόμμα Ευτυχίας και το Κόμμα Μεγάλης Ενότητας.
Σύμφωνα με πρόχειρους υπολογισμούς το ποσοστό των ψηφοφόρων οι οποίοι μετακινήθηκαν προς το ΑΚΡ ανέρχεται στα 3.000.000. Πώς, όμως, κατάφερε να εξασφαλίσει αυτά τα ποσοστά το ΑΚΡ; Το ΑΚΡ άντλησε πολύτιμους ψήφους από τις συγκεκριμένες δεξαμενές, επωφελούμενο από το εμφύλιο κλίμα και την δυναμική, την οποία δημιουργούν οι συγκρούσεις με το κουρδικό κίνημα και χρησιμοποιώντας στο έπακρον τις αδυναμίες των μικρών εθνικιστικών και συντηρητικών κομμάτων.
Άρα, το αμάλγαμα του τουρκικού εθνικισμού και της συντηρητικής ιδεολογίας κατάφερε για μία ακόμη φορά να «ελέγξει» το αντιδημοκρατικό πολιτικό καθεστώς της Τουρκίας, το οποίο εγκαινιάστηκε από τη στρατιωτική χούντα της δεκαετίας '80.
-Οι εκλογές διεξήχθηκαν σε κλίμα συγκρούσεων και εμφύλιας σύρραξης, ενώ μετεκλογικά συνοδεύτηκαν από υποψίες για νοθεία και άσκηση πολιτικής βίας. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (ΔΚΛ), το οποίο λαμβάνει μεγάλο ποσοστό ψήφων από τους κόλπους της κουρδικής κοινότητας και το οποίο είναι, πλέον, το τρίτο μεγαλύτερο κόμμα της Τουρκίας, έχασε περίπου 1 εκατομμύριο ψηφοφόρους.
Πού πήγαν αυτοί οι ψηφοφόροι; Ακόμη και αν αποδεχτούμε την υπόθεση ότι κάποιες κουρδικές φυλές πέρασαν στο στρατόπεδο του ΑΚΡ (με βία, πιέσεις, εξαγορά ψήφων ή εθελούσια) και ότι μία μερίδα της κεντροαριστεράς «επέστρεψε» από το ΔΚΛ στην αξιωματική αντιπολίτευση, θα πρέπει να ρωτήσουμε το εξής ερώτημα:
Πώς είναι δυνατόν να χάθηκαν τόσες ψήφοι σε μία περίοδο που οι τουρκικές δυνάμεις καταστολής «γαζώνουν» στην κυριολεξία τις κουρδικές επαρχίες; Παρά το γεγονός ότι τα πρώτα δεδομένα από τις τουρκικές εκλογές δεν μας επιτρέπουν να απαντήσουμε με απόλυτη σιγουριά σε αυτό το ερώτημα το σίγουρο είναι ότι στη σύγχρονη Τουρκία ο θρίαμβος της εθνικιστικής-συντηρητικής ιδεολογίας συνοδεύεται από βία και απολυταρχισμό.
-Τα αποτελέσματα φέρνουν στο προσκήνιο για μία ακόμη φορά τη μεγάλη αδυναμία του τουρκικού πολιτικού συστήματος. Η απουσία μιας αποτελεσματικής αντιπολίτευσης ανοίγει τον δρόμο για τους νέους θριάμβους της εθνικιστικής-συντρητητικής-λαϊκιστικής παράταξης και φυσικά την επικράτηση των αντιδημοκρατικών πρακτικών. Η συγκεκριμένη εξέλιξη έχει «ταξική» επεξήγηση:
Σε αντίθεση με την αναδυόμενη μεσαία τάξη της Ανατολίας-το νέο κεφάλαιο της χώρας-, η οποία εργαλοιοποιεί την εθνικιστική και συντηρητική ανάγνωση του τουρκικού εθνικισμού και του οθωμανικού παρελθόντος, οι μεσαίες και ανώτερες τάξεις της δυτικής Τουρκίας δεν καταφέρνουν να εδραιώσουν μία ενιαία, ισχυρή παράταξη με μία εδραιωμένη ιδεολογία, η οποία θα είναι σε θέση να αγγίξει ολόκληρη την Τουρκία.
Σε κάθε περίπτωση, η επόμενη ημέρα των τουρκικών εκλογών δίνει νέα ώθηση στα μελλοντικά σχέδια του τουρκικού Προεδρικού, το οποίο προ πολλού έχει πραγματοποιήσει στροφή στο προαναφερόμενο αμάλγαμα εθνικισμού-συντηρητικής ιδεολογίας.
Ήδη, τη στιγμή που γραφόταν το συγκεκριμένο ρεπορτάζ, οι κύκλοι του Προεδρικού προανάγγελλαν ότι το σχέδιο για δημιουργία προεδρικού συστήματος έχει επανέλθει στο τουρκικό πολιτικό προσκήνιο.
Εν ολίγοις, η Τουρκία με τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου σφραγίζει την παραμονή της στην τροχιά του απολυταρχισμού και εθνικοσυντηρισμού.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣΕρντογάν: Υπέρ της σταθερότητας και της ασφάλειας ο τουρκικός λαός
Νταβούτογλου: «Κέρδισε το έθνος μας, κανείς δεν ηττήθηκε»
Μπαχτσελί: Ρεζιλίκια και απάτες το τελευταίο πεντάμηνο
-Σε κλίμα πολέμου, αιματοκυλίσματος, βομβιστικών επιθέσεων και πολιτικής-κοινωνικής πόλωσης το ΑΚΡ κατάφερε να αυξήσει τους ψηφοφόρους του από 18 εκατ. σε περίπου 22 εκατ. Αυτή είναι μία αξιοσημείωτη αύξηση. Από ποιες πολιτικές δυνάμεις άντλησε το ΑΚΡ τις πολύτιμες ψήφους;
Με βάση το πώς διαμορφώνεται το εκλογικό σκηνικό το ΑΚΡ επωφελήθηκε από την αύξηση του ποσοστού συμμετοχής στις εκλογές, ενώ, παράλληλα, φαίνεται να «έκλεψε» πολύτιμες ψήφους από το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης, το Κόμμα Ευτυχίας και το Κόμμα Μεγάλης Ενότητας.
Σύμφωνα με πρόχειρους υπολογισμούς το ποσοστό των ψηφοφόρων οι οποίοι μετακινήθηκαν προς το ΑΚΡ ανέρχεται στα 3.000.000. Πώς, όμως, κατάφερε να εξασφαλίσει αυτά τα ποσοστά το ΑΚΡ; Το ΑΚΡ άντλησε πολύτιμους ψήφους από τις συγκεκριμένες δεξαμενές, επωφελούμενο από το εμφύλιο κλίμα και την δυναμική, την οποία δημιουργούν οι συγκρούσεις με το κουρδικό κίνημα και χρησιμοποιώντας στο έπακρον τις αδυναμίες των μικρών εθνικιστικών και συντηρητικών κομμάτων.
Άρα, το αμάλγαμα του τουρκικού εθνικισμού και της συντηρητικής ιδεολογίας κατάφερε για μία ακόμη φορά να «ελέγξει» το αντιδημοκρατικό πολιτικό καθεστώς της Τουρκίας, το οποίο εγκαινιάστηκε από τη στρατιωτική χούντα της δεκαετίας '80.
-Οι εκλογές διεξήχθηκαν σε κλίμα συγκρούσεων και εμφύλιας σύρραξης, ενώ μετεκλογικά συνοδεύτηκαν από υποψίες για νοθεία και άσκηση πολιτικής βίας. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (ΔΚΛ), το οποίο λαμβάνει μεγάλο ποσοστό ψήφων από τους κόλπους της κουρδικής κοινότητας και το οποίο είναι, πλέον, το τρίτο μεγαλύτερο κόμμα της Τουρκίας, έχασε περίπου 1 εκατομμύριο ψηφοφόρους.
Πού πήγαν αυτοί οι ψηφοφόροι; Ακόμη και αν αποδεχτούμε την υπόθεση ότι κάποιες κουρδικές φυλές πέρασαν στο στρατόπεδο του ΑΚΡ (με βία, πιέσεις, εξαγορά ψήφων ή εθελούσια) και ότι μία μερίδα της κεντροαριστεράς «επέστρεψε» από το ΔΚΛ στην αξιωματική αντιπολίτευση, θα πρέπει να ρωτήσουμε το εξής ερώτημα:
Πώς είναι δυνατόν να χάθηκαν τόσες ψήφοι σε μία περίοδο που οι τουρκικές δυνάμεις καταστολής «γαζώνουν» στην κυριολεξία τις κουρδικές επαρχίες; Παρά το γεγονός ότι τα πρώτα δεδομένα από τις τουρκικές εκλογές δεν μας επιτρέπουν να απαντήσουμε με απόλυτη σιγουριά σε αυτό το ερώτημα το σίγουρο είναι ότι στη σύγχρονη Τουρκία ο θρίαμβος της εθνικιστικής-συντηρητικής ιδεολογίας συνοδεύεται από βία και απολυταρχισμό.
-Τα αποτελέσματα φέρνουν στο προσκήνιο για μία ακόμη φορά τη μεγάλη αδυναμία του τουρκικού πολιτικού συστήματος. Η απουσία μιας αποτελεσματικής αντιπολίτευσης ανοίγει τον δρόμο για τους νέους θριάμβους της εθνικιστικής-συντρητητικής-λαϊκιστικής παράταξης και φυσικά την επικράτηση των αντιδημοκρατικών πρακτικών. Η συγκεκριμένη εξέλιξη έχει «ταξική» επεξήγηση:
Σε αντίθεση με την αναδυόμενη μεσαία τάξη της Ανατολίας-το νέο κεφάλαιο της χώρας-, η οποία εργαλοιοποιεί την εθνικιστική και συντηρητική ανάγνωση του τουρκικού εθνικισμού και του οθωμανικού παρελθόντος, οι μεσαίες και ανώτερες τάξεις της δυτικής Τουρκίας δεν καταφέρνουν να εδραιώσουν μία ενιαία, ισχυρή παράταξη με μία εδραιωμένη ιδεολογία, η οποία θα είναι σε θέση να αγγίξει ολόκληρη την Τουρκία.
Σε κάθε περίπτωση, η επόμενη ημέρα των τουρκικών εκλογών δίνει νέα ώθηση στα μελλοντικά σχέδια του τουρκικού Προεδρικού, το οποίο προ πολλού έχει πραγματοποιήσει στροφή στο προαναφερόμενο αμάλγαμα εθνικισμού-συντηρητικής ιδεολογίας.
Ήδη, τη στιγμή που γραφόταν το συγκεκριμένο ρεπορτάζ, οι κύκλοι του Προεδρικού προανάγγελλαν ότι το σχέδιο για δημιουργία προεδρικού συστήματος έχει επανέλθει στο τουρκικό πολιτικό προσκήνιο.
Εν ολίγοις, η Τουρκία με τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου σφραγίζει την παραμονή της στην τροχιά του απολυταρχισμού και εθνικοσυντηρισμού.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣΕρντογάν: Υπέρ της σταθερότητας και της ασφάλειας ο τουρκικός λαός
Νταβούτογλου: «Κέρδισε το έθνος μας, κανείς δεν ηττήθηκε»
Μπαχτσελί: Ρεζιλίκια και απάτες το τελευταίο πεντάμηνο