Νίκος Σβέρκος Οι «μεταλλαγμένοι» Εργατικοί, το κόμμα που υπό την ηγεσία του Τόνι Μπλερ πρωτοστάτησε μαζί με τους Γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες του Γκέρχαρντ Σρέντερ, στην περίφημη νεοφιλελεύθερη «στροφή» της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, έχουν πλέον για αρχηγό έναν δηλωμένο σοσιαλιστή. Έναν πολιτικό που υποστηρίζει με θέρμη την αύξηση της φορολογίας των επιχειρήσεων και των πλουσίων. Έναν άνθρωπο που θεωρεί ότι το Ισραήλ εφαρμόζει το Άπαρτχαϊντ στη Γάζα. Έναν βουλευτή που προσκάλεσε δυο φορές στο Λονδίνο τον ηγέτη του Σιν Φέιν, Τζέρι Άνταμς. Η εκλογή του Κόρμπιν είναι, λοιπόν, ένα γεγονός ιστορικό για τα προοδευτικά κόμματα στην Ευρώπη.
Μια μακροσκοπική παρατήρηση των πολιτικών τάσεων στην Ευρώπη, μπορεί
να βεβαιώσει ότι η οικονομική κρίση και οι νεοφιλελεύθερες εμμονές
επέφεραν ακριβώς τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που πάλευε η
μονοκρατορία των αγορών. Το «τέλος της ιστορίας» όχι μόνο δεν ήρθε, μα
«τα πράγματα όχι μόνο μπορούν, αλλά θα αλλάξουν», όπως είπε ο Κόρμπιν
προχτές. Στις βαθιές δημοκρατικές και κοινωνικές αλλαγές πρωτοστατεί η
Αριστερά δίνοντας έμπνευση στις μάζες να αναλάβουν δράση και ελκύοντας
τα «όμορα» κόμματα να τοποθετηθούν στα εμφατικά κοινωνικά ερωτήματα.
Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ τον περασμένο Ιανουάριο ήταν το γεγονός, που έστρεψε τα βλέμματα στην ευρωπαϊκή Αριστερά. Η τακτική της τήρησης αποστάσεων από την ιδεολογική «καθαρότητα», βοήθησε στο να δοθούν νέες απαντήσεις στα κομβικά ερωτήματα που θέτει η οικονομική κρίση και να εκτεθεί η σοσιαλδημοκρατία. Ωστόσο η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έθεσε και άλλα νέα ερωτήματα στο «τραπέζι»: Είναι δυνατή η αμφισβήτηση με δημοκρατικούς όρους της τεχνοκρατικής δομής της ευρωζώνης; Μπορεί η Ευρώπη να «ανεχτεί» πολιτικές δυνάμεις που αμφισβητούν το κυρίαρχο οικονομικό της μοντέλο; Είναι και, αν ναι, μέχρι ποιό σημείο θεμιτά τα «τελεσίγραφα» εντός μιας ένωσης ανταγωνιζόμενων κρατών;
Οι απαντήσεις στα παραπάνω εξαρτώνται φυσικά από τις συνθήκες που επικρατούν σε κάθε χώρα ξεχωριστά. Η αμφισβήτηση του νεοφιλελεύθερου δόγματος, ιδιαίτερα μετά την συνυπογραφή του νέου ελληνικού μνημονίου, επιδέχεται εντελώς διαφορετικών τακτικών στην Ελλάδα, την Ιταλία, την Γερμανία ή την Βρετανία, ενώ ο τρόπος με τον οποίο «ανταπαντούν» οι υπερισχύουσες συντηρητικές δυνάμεις είναι εξαιρετικά «ευρηματικός». Πρόκειται για μια πολυεπίπεδη «μάχη», στην οποία επανακαθορίζονται πολιτικές σχέσεις και συσχετισμοί. Άλλωστε, η ίδια ήπειρος έχει βιώσει τους τελευταίους μήνες την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, την μετέπειτα «υποχώρηση» ή «ήττα» της ελληνικής κυβέρνησης στην διαπραγμάτευση, την ενδυνάμωση νέων πολιτικών πρακτικών στην Ισπανία και την παράδοξη (για τα ελληνικά δεδομένα) «επιστροφή» των αριστερών εντός ισχυρών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων όπως οι Εργατικοί.
Οι συγκρίσεις ανάμεσα στα κατά τόπους κόμματα δεν μπορούν να είναι ευθείες. Διαφορετικές και αντικρουόμενες ιστορικές παραδόσεις των προοδευτικών αριστερών δυνάμεων συμμετέχουν σε έναν ευγενή «ανταγωνισμό»: από τον ΣΥΡΙΖΑ των συνομόσπονδων τάσεων μέχρι την επίμονη «αριστερή αντιπολίτευση» μέσα στους κόλπους ενός κόμματος, των Εργατικών, που πρωταγωνίστησαν στις αντιδραστικές πολιτικές, τα «πειράματα» για την Αριστερά ποικίλουν, ενώ ακόμα δεν έχει βρεθεί η «μαγική συνταγή». Πόσω μάλλον που το μοναδικό νικηφόρο επαναστατικό παράδειγμα των προηγούμενων αιώνων, η Οκτωβριανή Επανάσταση, κατέληξε να εκπροσωπείται από γραφειοκρατικά καθεστώτα του «υπαρκτού».
Πέραν των τακτικών ελιγμών και των ποικίλων «συνταγών», το στοιχείο που ενώνει τις αριστερές «τελείες» στον ευρωπαϊκό χάρτη είναι η κινητοποίηση των λαϊκών στρωμάτων σε προοδευτικές κατευθύνσεις. Η «ώθηση» των αριστερών κομμάτων ή η προοδευτική «στροφή» πολιτικών φορέων, που βρίσκονται σε πολιτικό τέλμα, δίνεται από τις κοινωνικές δυνάμεις που η Αριστερά επιδιώκει να εκπροσωπήσει: στην Δυτική Ευρώπη από τα ακόμα ισχυρά εργατικά συνδικάτα, στις πληττόμενες από τα μνημόνια χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας από τις μάζες όσων βρίσκονται στο χείλος της ανέχειας.
Παρ' όλες τις υποχωρήσεις, τις συνθηκολογήσεις και τις ήττες, που διαχρονικά παρατηρούνται στους οργανωμένους φορείς, οι κινητήριες δυνάμεις της κοινωνίας αναζητούν την διέξοδο σε ένα πολιτικό σχέδιο που αφορά το συμφέρον των υποτελών. Και αν οι ηγεσίες διαψεύδουν τις προσδοκίες, τα επίμονα ερωτήματα για την κοινωνία και την οικονομία δεν εξαφανίζονται. Το αντίθετο, απαιτούν νέες ακόμα πιο πειστικές απαντήσεις. Η ιστορία, ευτυχώς, είναι πεισματάρα.
Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ τον περασμένο Ιανουάριο ήταν το γεγονός, που έστρεψε τα βλέμματα στην ευρωπαϊκή Αριστερά. Η τακτική της τήρησης αποστάσεων από την ιδεολογική «καθαρότητα», βοήθησε στο να δοθούν νέες απαντήσεις στα κομβικά ερωτήματα που θέτει η οικονομική κρίση και να εκτεθεί η σοσιαλδημοκρατία. Ωστόσο η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έθεσε και άλλα νέα ερωτήματα στο «τραπέζι»: Είναι δυνατή η αμφισβήτηση με δημοκρατικούς όρους της τεχνοκρατικής δομής της ευρωζώνης; Μπορεί η Ευρώπη να «ανεχτεί» πολιτικές δυνάμεις που αμφισβητούν το κυρίαρχο οικονομικό της μοντέλο; Είναι και, αν ναι, μέχρι ποιό σημείο θεμιτά τα «τελεσίγραφα» εντός μιας ένωσης ανταγωνιζόμενων κρατών;
Οι απαντήσεις στα παραπάνω εξαρτώνται φυσικά από τις συνθήκες που επικρατούν σε κάθε χώρα ξεχωριστά. Η αμφισβήτηση του νεοφιλελεύθερου δόγματος, ιδιαίτερα μετά την συνυπογραφή του νέου ελληνικού μνημονίου, επιδέχεται εντελώς διαφορετικών τακτικών στην Ελλάδα, την Ιταλία, την Γερμανία ή την Βρετανία, ενώ ο τρόπος με τον οποίο «ανταπαντούν» οι υπερισχύουσες συντηρητικές δυνάμεις είναι εξαιρετικά «ευρηματικός». Πρόκειται για μια πολυεπίπεδη «μάχη», στην οποία επανακαθορίζονται πολιτικές σχέσεις και συσχετισμοί. Άλλωστε, η ίδια ήπειρος έχει βιώσει τους τελευταίους μήνες την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, την μετέπειτα «υποχώρηση» ή «ήττα» της ελληνικής κυβέρνησης στην διαπραγμάτευση, την ενδυνάμωση νέων πολιτικών πρακτικών στην Ισπανία και την παράδοξη (για τα ελληνικά δεδομένα) «επιστροφή» των αριστερών εντός ισχυρών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων όπως οι Εργατικοί.
Οι συγκρίσεις ανάμεσα στα κατά τόπους κόμματα δεν μπορούν να είναι ευθείες. Διαφορετικές και αντικρουόμενες ιστορικές παραδόσεις των προοδευτικών αριστερών δυνάμεων συμμετέχουν σε έναν ευγενή «ανταγωνισμό»: από τον ΣΥΡΙΖΑ των συνομόσπονδων τάσεων μέχρι την επίμονη «αριστερή αντιπολίτευση» μέσα στους κόλπους ενός κόμματος, των Εργατικών, που πρωταγωνίστησαν στις αντιδραστικές πολιτικές, τα «πειράματα» για την Αριστερά ποικίλουν, ενώ ακόμα δεν έχει βρεθεί η «μαγική συνταγή». Πόσω μάλλον που το μοναδικό νικηφόρο επαναστατικό παράδειγμα των προηγούμενων αιώνων, η Οκτωβριανή Επανάσταση, κατέληξε να εκπροσωπείται από γραφειοκρατικά καθεστώτα του «υπαρκτού».
Πέραν των τακτικών ελιγμών και των ποικίλων «συνταγών», το στοιχείο που ενώνει τις αριστερές «τελείες» στον ευρωπαϊκό χάρτη είναι η κινητοποίηση των λαϊκών στρωμάτων σε προοδευτικές κατευθύνσεις. Η «ώθηση» των αριστερών κομμάτων ή η προοδευτική «στροφή» πολιτικών φορέων, που βρίσκονται σε πολιτικό τέλμα, δίνεται από τις κοινωνικές δυνάμεις που η Αριστερά επιδιώκει να εκπροσωπήσει: στην Δυτική Ευρώπη από τα ακόμα ισχυρά εργατικά συνδικάτα, στις πληττόμενες από τα μνημόνια χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας από τις μάζες όσων βρίσκονται στο χείλος της ανέχειας.
Παρ' όλες τις υποχωρήσεις, τις συνθηκολογήσεις και τις ήττες, που διαχρονικά παρατηρούνται στους οργανωμένους φορείς, οι κινητήριες δυνάμεις της κοινωνίας αναζητούν την διέξοδο σε ένα πολιτικό σχέδιο που αφορά το συμφέρον των υποτελών. Και αν οι ηγεσίες διαψεύδουν τις προσδοκίες, τα επίμονα ερωτήματα για την κοινωνία και την οικονομία δεν εξαφανίζονται. Το αντίθετο, απαιτούν νέες ακόμα πιο πειστικές απαντήσεις. Η ιστορία, ευτυχώς, είναι πεισματάρα.