Μέρα με τη μέρα η μεταναστευτική κρίση οξύνεται και
παίρνει δραματικές διαστάσεις. Οι αντοχές της Ευρώπης δοκιμάζονται. Η
κρίση αναδεικνύει τις αδυναμίες της και αναβιώνει τα ένστικτα του
ρατσισμού και της ξενοφοβίας. Στην ουσία δεν πρόκειται πια για
μεταναστευτική κρίση αλλά για προσφυγική, με την έξοδο χιλιάδων ανθρώπων
που κινδυνεύει η ζωή τους στις ίδιες τους τις χώρες. Η Ευρώπη βρέθηκε
ανέτοιμη να αντιμετωπίσει αυτή τη μεγάλη ανθρωπιστική κρίση αφού δεν
διαθέτει μια ολοκληρωμένη πολιτική. Τα ξύλινα τείχη που ορθώνει στους
πρόσφυγες δεν αντέχουν πια! Κάποιες χώρες της κεντρικής Ευρώπης στήνουν
συρματοπλέγματα στα σύνορά τους και απειλούν να χρησιμοποιήσουν ακόμη
και τον στρατό για να εμποδίσουν τους πρόσφυγες να εισέλθουν στο έδαφός
τους. Η Βρετανία, μια από τις χώρες με βαρύ αποικιακό και μεταποικιακό
παρελθόν, χώρα που στάθηκε στο πλευρό των Αμερικανών όταν
αποσταθεροποιούσαν με τους πολέμους τους χώρες της Μέσης Ανατολής και
όχι μόνον, τώρα αρνείται να αναλάβει τις ευθύνες της.
Η Γερμανία, η οποία ηγεμονεύει της Ευρώπης, δυσκολεύεται επίσης να
αναλάβει τις ευθύνες της, ενώ η Ελλάδα και η Ιταλία που δέχονται
καθημερινά το μεγάλο κύμα των προσφύγων έχουν πια φτάσει στα όριά τους.
Τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος... Η Ευρώπη και γενικότερα η Δύση
πληρώνουν σήμερα τη μυωπική πολιτική τους. Δίπλα στις παλιές αμαρτίες
του αποικισμού προστέθηκαν και οι πρόσφατες στρατιωτικές επεμβάσεις
τους, οι πόλεμοι με τους οποίους ανέτρεψαν καθεστώτα μεν δεσποτικά, τα
οποία όμως πρόσφεραν μια πολιτική σταθερότητα στην περιοχή και καλύτερες
συνθήκες ζωής στους πολίτες τους, από αυτές που βιώνουν σήμερα εν μέσω
εμφυλίων σπαραγμών και ακυβερνησίας. Τον χορό άνοιξαν οι ΗΠΑ με τις
στρατιωτικές επεμβάσεις τους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Ακολούθησε η
Γαλλία με τον Σαρκοζί, ο οποίος ήθελε να δρέψει δάφνες με την ανατροπή
του Καντάφι, και μετά ήταν η στήριξη στους ισλαμιστές της Συρίας. Όλες
σχεδόν οι χώρες της Ευρώπης, υιοθετώντας αυτή τη μυωπική πολιτική,
στήριξαν τις επεμβάσεις που αποσταθεροποίησαν τη Μέση Ανατολή, οδήγησαν
σε εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, κατέστρεψαν πόλεις και χωριά και
έβγαλαν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους στους δρόμους της προσφυγιάς. Οι
σταυροφορίες αυτές της Δύσης όχι μόνον άφησαν πίσω τους ερείπια αλλά
μετέτρεψαν χώρες όπως το Ιράκ, τη Λιβύη και τη Συρία σε ακυβέρνητες
πολιτείες.
Τα καραβάνια των προσφύγων προέρχονται από αυτές τις χώρες.
Τα παλιά καθεστώτα, αν και δικτατορικά, ήταν τουλάχιστον κοσμικά και
εξασφάλιζαν τη συμβίωση διαφορετικών θρησκευτικών και εθνοτικών
κοινοτήτων. Εξασφάλιζαν επίσης υποφερτές συνθήκες ζωής στους πολίτες,
μολονότι τα ανθρώπινα δικαιώματά τους παραβιάζονταν καθημερινά. Η Δύση
δεν ανέτρεψε βέβαια τα καθεστώτα αυτά για να επιβάλει τη δημοκρατία όπως
ισχυριζόταν, αλλά γιατί δεν εξυπηρετούσαν τα συμφέροντά της. Όσο αυτό
συνέβαινε, ανεχόταν τους δικτάτορες και δεν δίσταζε μάλιστα να
συνεργαστεί μαζί τους. Ποιος δεν θυμάται τη συνεργασία των Αμερικανών με
τον Σαντάμ Χουσέιν εναντίον του Ιράν, ή την αυτοκρατορική υποδοχή του
Καντάφι στο Παρίσι και τη Ρώμη. Στη θέση των κοσμικών αυτών δεσποτικών
καθεστώτων, με τα οποία η συνεργασία ήταν δυνατή και θα μπορούσαν
σταδιακά να είχαν μια πιθανή δημοκρατική εξέλιξη, η Δύση κατάφερε, με
τις επεμβάσεις και τους εμφύλιους σπαραγμούς που ακολούθησαν, να
καταστήσει τους ακραίους ισλαμιστές κυρίαρχους πια του πολιτικού
παιχνιδιού. Η κατάσταση για την ώρα είναι χαώδης και εκτός ελέγχου, το
δε κύμα των προσφύγων θα συνεχιστεί.
Γίνεται δε φανερό ότι τα ξύλινα τείχη της Ευρώπης δεν της παρέχουν πια
προστασία. Δεν υπάρχει καμιά δύναμη που να μπορεί να σταματήσει την
πορεία αυτή των προσφύγων. Το βλέπουμε καθημερινά, διακινδυνεύουν τη ζωή
τους γιατί δεν έχουν πια τίποτε να χάσουν. Αν η Ευρώπη δεν καταφέρει να
διαχειριστεί αυτό το θέμα, κινδυνεύει να αποσταθεροποιηθεί και η ίδια.
Και ασφαλώς δεν μπορεί να υπάρξει αντιμετώπιση του προβλήματος χωρίς μια
ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή πολιτική. Φυσικά η σωστή πολιτική θα ήταν να
βοηθηθούν οι χώρες των προσφύγων να επανέλθουν στην ομαλότητα και να
μπορέσουν οι άνθρωποι αυτοί να ζήσουν στον τόπο τους. Οι ανταγωνισμοί
όμως και τα συμφέροντα στο πλαίσιο ενός παγκοσμιοποιημένου άγριου
καπιταλισμού δεν φαίνεται να ευνοούν αυτή τη στιγμή μια τέτοια πολιτική.
*Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής Πολιτικών
Επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του
Πανεπιστημίου Κρήτης.