Συντάκτης: efsyn.gr Στη δίωρη συνεδρίασή του, το
διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ ενημερώθηκε χθες (Τετάρτη) ότι το το υψηλό
χρέος και οι κακές επιδόσεις στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων σημαίνει
ότι το Ταμείο δεν μπορεί να συμμετάσχει σε ένα τρίτο ελληνικό πρόγραμμα,
γράφουν οι Financial Times, επικαλούμενοι «αυστηρά
εμπιστευτικό» έγγραφο από τη συνεδρίαση.Αυτό σημαίνει, επισημαίνεται στο σχετικό ρεπορτάζ, ότι τίθεται εν
γένει εν αμφιβόλω η συμμετοχή του Ταμείου στο πακέτο των 86 δισ.
τουλάχιστον για τους επόμενους μήνες, ίσως και τον επόμενο χρόνο,
καθυστέρηση που μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις, ειδικά στην
Γερμανία, όπου η κυβέρνηση έχει επανειλημμένα πει ότι θα δυσκολευτεί
πολύ να κερδίσει την έγκριση της Βουλής, εάν δεν έχει εξασφαλιστεί η
συμμετοχή του ΔΝΤ.
Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτό το τετρασέλιδο έγγραφο, που είναι η περίληψη της συνεδρίασης του δ.σ., το κλιμάκιο του ΔΝΤ θα «συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις για την χάραξη πολιτικής» προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το νέο ελληνικό πρόγραμμα «συνάδει με αυτό που έχει στο μυαλό του το Ταμείο», αλλά δεν είναι δυνατόν «να επιτευχθεί συμφωνία σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων σε αυτό το επίπεδο». Το Ταμείο θα αποφασίσει εάν θα συμμετάσχει μόνο στη διάρκεια «του δεύτερου σταδίου» των διαπραγματεύσεων, αφού δηλαδή η Ελλάδα «έχει συμφωνήσει σε ένα συνολικό πακέτο μεταρρυθμίσεων» και -κυρίως- αφού οι Ευρωπαίοι δανειστές της «έχουν συμφωνήσει στην μείωση του χρέους».
Αυτός ο όρος μπορεί να αποδειχθεί το κρίσιμο σημείο, αφού και το Βερολίνο και η υπόλοιπη ευρωζώνη έχουν προς το παρόν αντισταθεί σθεναρά σε κάθε πρόταση να χαριστεί μέρος του χρέους στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με το εμπιστευτικό έγγραφο, γράφουν οι FT, ο εκπρόσωπος της Γερμανίας στο δ.σ. του ΔΝΤ είπε ότι το Βερολίνο «θα προτιμούσε να κινηθεί το ΔΝΤ... παράλληλα» με τους Ευρωπαίους στις διαπραγματεύσεις. Αντίθετα όμως, τώρα θα βρεθεί αντιμέτωπο με το ενδεχόμενο να πρέπει να πείσει μια ολοένα και πιο δύσπιστη Βουλή μέσα σε λίγες εβδομάδες, χωρίς να έχει αποσπάσει την επίσημη έγκριση του Ταμείου.
Αυτή η εκτίμηση εκ μέρους του ΔΝΤ περιπλέκει ακόμα περισσότερο την κατάσταση, την ώρα που Αθήνα και πιστωτές αρχίζουν εντατικές διαπραγματεύσεις προκειμένου να ολοκληρώσουν τη συμφωνία πριν τις 20 Αυγούστου, οπότε θα πρέπει να καταβληθεί μια ακόμα δόση στην ΕΚΤ, ύψους άνω των 3 δισ. ευρώ.
Το ΔΝΤ αποφάσισε την περασμένη εβδομάδα ότι το τρέχον πρόγραμμα που έχει συνυπογράψει με την Αθήνα και το οποίο αρχικά έληγε τον Μάρτιο, πρέπει να σταματήσει, αφού δεν είναι δυνατόν πλέον να επιτευχθούν οι στόχοι του. Αποτέλεσμα ήταν στη συνέχεια να υποχρεωθεί η ελληνική κυβέρνηση να αιτηθεί ένα νέο πρόγραμμα στην Ουάσιγκτον, που πρέπει όμως να εγκριθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου.
Σύμφωνα με τα πρακτικά, αρκετά μέλη εκτός Ευρώπης- συμπεριλαμβανομένων χωρών από την Ασία, την Βραζιλία και τον Καναδά- προειδοποίησαν για την «ανάγκη να προστατευτεί η φήμη του Ταμείου» και στο έγγραφο σημειώνεται ότι η κ. Λαγκάρντ αναγνώρισε αυτές τις ανησυχίες.
Οι ειδικοί του ΔΝΤ κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα δεν πληροί πλέον δυο από τα τέσσερα κριτήρια που θέτει το Ταμείο: αφενός ότι δεν μπορεί να αποδείξει «την θεσμική και πολιτική της ικανότητα» να εφαρμόσει τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις και αφετέρου ότι «υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες το δημόσιο χρέος της να μην είναι βιώσιμο μεσοπρόθεσμα». Επιπλέον δεν γνωρίζουν εάν η Αθήνα θα μπορεί να ανταποκριθεί μέχρι το φθινόπωρο.
«Η Ελλάδα θέλει να αποφασίσει για μερικές σημαντικές μεταρρυθμίσεις το φθινόπωρο και οι Ευρωπαίοι θέλουν να αντιμετωπίσουν το θέμα του χρέους μετά την πρώτη αξιολόγηση διότι θέλουν πρώτα να ξανακτιστούν οι σχέσεις εμπιστοσύνης», αναφέρεται στο έγγραφο. «Οι διαφορές μεταξύ του τρόπου σκέψης του Ταμείου για το θέμα του χρέους και αυτού που προς το παρόν σκέπτονται οι Ευρωπαίοι απέχουν πάρα πολύ».
Στην εισήγηση αυτή επισημαίνεται ακόμα ότι δεν υπάρχει πλέον σήμερα ο κίνδυνος διεθνούς διάχυσης της κρίσης λόγω μιας πιθανής Ελληνικής χρεοκοπίας, αφού πλέον ελάχιστα ελληνικά ομόλογα βρίσκονται στα χέρια ιδιωτών. «Τώρα, απαιτείται μια αναδιάρθρωση του χρέους»- αναφέρεται στο έγγραφο- «και δεν μπορούμε να σκεφτούμε παρά ελάχιστες περιπτώσεις που η αναδιάρθρωση δημοσίου χρέους θα προκαλούσε διάχυση της κρίσης».
Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτό το τετρασέλιδο έγγραφο, που είναι η περίληψη της συνεδρίασης του δ.σ., το κλιμάκιο του ΔΝΤ θα «συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις για την χάραξη πολιτικής» προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το νέο ελληνικό πρόγραμμα «συνάδει με αυτό που έχει στο μυαλό του το Ταμείο», αλλά δεν είναι δυνατόν «να επιτευχθεί συμφωνία σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων σε αυτό το επίπεδο». Το Ταμείο θα αποφασίσει εάν θα συμμετάσχει μόνο στη διάρκεια «του δεύτερου σταδίου» των διαπραγματεύσεων, αφού δηλαδή η Ελλάδα «έχει συμφωνήσει σε ένα συνολικό πακέτο μεταρρυθμίσεων» και -κυρίως- αφού οι Ευρωπαίοι δανειστές της «έχουν συμφωνήσει στην μείωση του χρέους».
Αυτός ο όρος μπορεί να αποδειχθεί το κρίσιμο σημείο, αφού και το Βερολίνο και η υπόλοιπη ευρωζώνη έχουν προς το παρόν αντισταθεί σθεναρά σε κάθε πρόταση να χαριστεί μέρος του χρέους στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με το εμπιστευτικό έγγραφο, γράφουν οι FT, ο εκπρόσωπος της Γερμανίας στο δ.σ. του ΔΝΤ είπε ότι το Βερολίνο «θα προτιμούσε να κινηθεί το ΔΝΤ... παράλληλα» με τους Ευρωπαίους στις διαπραγματεύσεις. Αντίθετα όμως, τώρα θα βρεθεί αντιμέτωπο με το ενδεχόμενο να πρέπει να πείσει μια ολοένα και πιο δύσπιστη Βουλή μέσα σε λίγες εβδομάδες, χωρίς να έχει αποσπάσει την επίσημη έγκριση του Ταμείου.
Αυτή η εκτίμηση εκ μέρους του ΔΝΤ περιπλέκει ακόμα περισσότερο την κατάσταση, την ώρα που Αθήνα και πιστωτές αρχίζουν εντατικές διαπραγματεύσεις προκειμένου να ολοκληρώσουν τη συμφωνία πριν τις 20 Αυγούστου, οπότε θα πρέπει να καταβληθεί μια ακόμα δόση στην ΕΚΤ, ύψους άνω των 3 δισ. ευρώ.
Το ΔΝΤ αποφάσισε την περασμένη εβδομάδα ότι το τρέχον πρόγραμμα που έχει συνυπογράψει με την Αθήνα και το οποίο αρχικά έληγε τον Μάρτιο, πρέπει να σταματήσει, αφού δεν είναι δυνατόν πλέον να επιτευχθούν οι στόχοι του. Αποτέλεσμα ήταν στη συνέχεια να υποχρεωθεί η ελληνική κυβέρνηση να αιτηθεί ένα νέο πρόγραμμα στην Ουάσιγκτον, που πρέπει όμως να εγκριθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου.
Σύμφωνα με τα πρακτικά, αρκετά μέλη εκτός Ευρώπης- συμπεριλαμβανομένων χωρών από την Ασία, την Βραζιλία και τον Καναδά- προειδοποίησαν για την «ανάγκη να προστατευτεί η φήμη του Ταμείου» και στο έγγραφο σημειώνεται ότι η κ. Λαγκάρντ αναγνώρισε αυτές τις ανησυχίες.
Οι ειδικοί του ΔΝΤ κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα δεν πληροί πλέον δυο από τα τέσσερα κριτήρια που θέτει το Ταμείο: αφενός ότι δεν μπορεί να αποδείξει «την θεσμική και πολιτική της ικανότητα» να εφαρμόσει τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις και αφετέρου ότι «υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες το δημόσιο χρέος της να μην είναι βιώσιμο μεσοπρόθεσμα». Επιπλέον δεν γνωρίζουν εάν η Αθήνα θα μπορεί να ανταποκριθεί μέχρι το φθινόπωρο.
«Η Ελλάδα θέλει να αποφασίσει για μερικές σημαντικές μεταρρυθμίσεις το φθινόπωρο και οι Ευρωπαίοι θέλουν να αντιμετωπίσουν το θέμα του χρέους μετά την πρώτη αξιολόγηση διότι θέλουν πρώτα να ξανακτιστούν οι σχέσεις εμπιστοσύνης», αναφέρεται στο έγγραφο. «Οι διαφορές μεταξύ του τρόπου σκέψης του Ταμείου για το θέμα του χρέους και αυτού που προς το παρόν σκέπτονται οι Ευρωπαίοι απέχουν πάρα πολύ».
Στην εισήγηση αυτή επισημαίνεται ακόμα ότι δεν υπάρχει πλέον σήμερα ο κίνδυνος διεθνούς διάχυσης της κρίσης λόγω μιας πιθανής Ελληνικής χρεοκοπίας, αφού πλέον ελάχιστα ελληνικά ομόλογα βρίσκονται στα χέρια ιδιωτών. «Τώρα, απαιτείται μια αναδιάρθρωση του χρέους»- αναφέρεται στο έγγραφο- «και δεν μπορούμε να σκεφτούμε παρά ελάχιστες περιπτώσεις που η αναδιάρθρωση δημοσίου χρέους θα προκαλούσε διάχυση της κρίσης».