Πολύς λόγος έγινε προς τα τέλη του 2014 περί του ζήτηματος της
μείωσης του εκλογικού ορίου στην Τουρκία. Σύμφωνα με το άρθρο 33 του
ισχύοντος εκλογικού νόμου για να μπορέσει να εκπροσωπηθεί ένα κόμμα στη
Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση απαιτείται το ποσοστό του 10% .
Αυτό αποτελεί ένα υψηλό εκλογικό όριο σε σχέση με άλλες χώρες. Το ποσοστό αυτό απαγορεύει σε κόμματα που λαμβάνουν λιγότερο από το 10% των ψήφων να παίρνουν μέρος στη λήψη των αποφάσεων. Το ζήτημα όμως της μείωσης ή όχι του εκλογικού ορίου δε σχετίζεται τόσο με τη στέρηση μεγάλου μέρους της εκλογικής βάσης από την έμμεση συμμετοχή της στη λήψη των αποφάσεων, αλλά με τη «δύναμη» που μπορεί να αποκτήσει το κάθε κόμμα γενομένης αυτής της αλλαγής.
Το ζήτημα ανέκυψε όταν το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο της Τουρκίας έλαβε αιτήματα ιδιωτών με τα οποία ζητούσαν τη μείωση του εκλογικού ορίου. Όπως είναι λογικό, ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αντέδρασε έντονα λέγοντας πως δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου να λαμβάνει αποφάσεις για τη διαμόρφωση ζητημάτων πολιτικής. Παραφράζοντας τα λόγια του ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας, Κεμάλ Ατατούρκ, είπε, «Η κυριαρχία δεν ανήκει στο Συνταγματικό Δικαστήριο» (από το «Η κυριαρχία ανήκει άνευ όρων στο έθνος» ).
Από την άλλη πλευρά το κόμμα της αντιπολίτευσης, Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), πρότεινε τη μείωση του εκλογικού ορίου από το 10% στο 3%. Το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, MHP, σχολίασε ότι δεν έχει γίνει ποτέ κάτι παρόμοιο στην πολιτική ιστορία της Τουρκίας, να υπάρξει δηλαδή τροποποίηση στον εκλογικό νόμο ένα χρόνο πριν από τις επόμενες εκλογές . Το κόμμα που επηρεάζεται περισσότερο από την μείωση του εκλογικού ορίου είναι το φιλοκουρδικό Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα (HDP) του Σεχαλατίν Ντεμιρτάς το οποίο βρίσκεται γύρω από το ποσοστό του 10% χωρίς να μπορεί παρόλα αυτά να το ξεπεράσει. Σε αυτό ίσως να παίζει ρόλο η αυξημένη απήχηση του AKP στον κουρδικό πληθυσμό καθώς πολλές φορές έχει ειπωθεί πως το AKP εκπροσωπεί μεγαλύτερο τμήμα της κουρδικής κοινότητας από ότι το HDP.
Το ζήτημα της μείωσης του εκλογικού ορίου δεν ήρθε στην επιφάνεια λόγω της στέρησης του δικαιώματος μεγάλης μερίδας του πληθυσμού από το να μετέχει στη λήψη των αποφάσεων. Οι βουλευτικές εκλογές πλησιάζουν και είναι αναμενόμενο η αντιπολίτευση (CHP) να προσπαθεί να κλονίσει την «παντοκρατορία» του AKP. Από την εκλογική αναμέτρηση του Νοεμβρίου 2002 και μετά το κόμμα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει καταφέρει να κερδίσει όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις στις οποίες έλαβε μέρος. Και το πιο εντυπωσιακό από όλα δεν είναι η νίκη αυτή καθεαυτή, αλλά το διαρκώς αυξανόμενο ποσοστό εκλογής του κόμματος. Αυτό δείχνει την εμπιστοσύνη από πλευράς των πολιτών στο AKP, αλλά και την προτίμηση του λαού, η οποία προέρχεται δια μέσω της μεθόδου της «ατόπου απαγωγής» δεδομένου το ότι δεν υπάρχει άλλος πόλος εξουσίας αρκετά ανταγωνιστικός για να μπορέσει να διεκδικήσει τη θέση του κυβερνώντος κόμματος.
Η προσπάθεια του CHP να αποτρέψει μια ακόμα νίκη του AKP το περασμένο καλοκαίρι στις προεδρικές εκλογές στέφθηκε με αποτυχία. Ο κοινός υποψήφιος του CHP και MHP, Εκμελεντίν Ιχσάνογλου, δεν κατάφερε να «εκτοπίσει» τον αντίπαλο του, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος έγινε ο πρώτος Πρόεδρος που εκλέχθηκε από το λαό στην ιστορία της Τουρκίας.
Είναι άραγε και αυτό άλλο ένα από «κρυφά χαρτιά» του CHP; Η απάντηση μπορεί να είναι θετική. Η κατάληξη όμως ήταν σίγουρα αρνητική ή πιο σωστά αναμενόμενα αρνητική. Στις 6 Ιανουαρίου το Τουρκικό Συνταγματικό Δικαστήριο ψήφισε κατά της μείωσης του εκλογικού ορίου που απαιτείται για την εκλογή των κομμάτων. Από το σύνολο των 16 μελών, τα 14 ψήφισαν κατά της μείωσης, ενώ μόνο 2 υπέρ της . Πληροφορίες λένε πως ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου Χασίμ Κιλίτς δεν παρευρέθηκε. Ο Πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου είχε δηλώσει προτού αποφασισθεί από το Συνταγματικό Δικαστήριο, ότι το εκλογικό όριο δεν θα μειωθεί, ότι δεν πρέπει κανείς να κατηγορεί το AKP για το εκλογικό όριο, γιατί η εκλογή του κόμματος του έγινε εξαρχής σύμφωνα με αυτό .