01 Δεκεμβρίου 2014

Γιατί δεν ήρθαν τα drones στην Κρήτη

Μπαίνει στο συρτάρι το σχέδιο για στάθμευση αμερικανικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών - Οι διαπραγματεύσεις, τα «καυτά σημεία» και ο... ΣΥΡΙΖΑ
Τα Drones τελικά δεν θα πάνε στην Κρήτη για τεχνικούς - λειτουργικούς λόγους αλλά και για πολιτικούς καθώς η κυβέρνηση δεν επιθυμεί να ανοίξει πιθανό μέτωπο αντιπαράθεσης με τον ΣΥΡΙΖΑΤο σχέδιο για στάθμευση αμερικανικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών (Unmanned Aerial Vehicles - UAV) φαίνεται ότι τελικά δεν θα ευδοκιμήσει, τουλάχιστον στο προσεχές διάστημα. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, η ελληνική πρόταση για στάθμευσή τους στην αεροναυτική βάση της Σούδας δεν μοιάζει ικανοποιητική για τεχνικούς - λειτουργικούς λόγους, ενώ την ίδια στιγμή η εσωτερική πολιτική κατάσταση δεν επιτρέπει στην κυβέρνηση να ανοίξει ένα πιθανό μέτωπο αντιπαράθεσης με τον ΣΥΡΙΖΑ. Τούτο θα συνέβαινε, όπως εκτιμούν κυβερνητικοί παράγοντες, στην περίπτωση που η στάθμευση των αμερικανικών UAV θα απαιτούσε διμερή συμφωνία που θα έπρεπε να περάσει από το Ελληνικό Κοινοβούλιο.

Διπλωματικοί και στρατιωτικοί κύκλοι που μίλησαν ανωνύμως στο «Βήμα» λόγω της ευαισθησίας του θέματος υπογράμμιζαν ότι η ικανοποίηση του εν λόγω αιτήματος θα αναβάθμιζε σημαντικά την εικόνα της Ελλάδας έναντι τόσο των Ηνωμένων Πολιτειών όσο και των συμμάχων τους. Σε μια περίοδο που οι ανακατατάξεις στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής είναι καταιγιστικές, η στάθμευση των αμερικανικών UAV θα προσέφερε σοβαρή ενίσχυση της «γεωπολιτικής μετοχής» της χώρας με συγκεκριμένες πράξεις, ενώ θα συνιστούσε μια ιδεατή ευκαιρία για ανταλλάγματα σε κρίσιμους τομείς, κυρίως στην άμυνα της χώρας.

Δεν πρέπει επίσης να λησμονείται ότι οι Αμερικανοί επιδεικνύουν εσχάτως μεγάλο ενδιαφέρον για την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι μετά την προσάρτηση της Κριμαίας και τα γεγονότα στην Ουκρανία η ρωσική επιρροή έχει αυξηθεί σημαντικά σε μια περιοχή που όχι μόνο αποτελεί οδό τροφοδοσίας υδρογονανθράκων αλλά και στην οποία δεν επιτρέπεται η ελεύθερη στρατιωτική παρουσία τρίτων χωρών (όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες) λόγω της Σύμβασης του Μοντρέ.

Οπως δε «Το Βήμα» πληροφορείται, πριν από μερικές ημέρες υψηλόβαθμος παράγοντας του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών υπέγραψε έγγραφο με το οποίο θα επιτρέπονται για διάστημα περίπου ενός μηνός (μέσα Νοεμβρίου - μέσα Δεκεμβρίου) διελεύσεις αμερικανικών UAV από τη βάση τους στη Σιγκονέλα της Ιταλίας προς τη Μαύρη Θάλασσα στο πλαίσιο συμμετοχής τους σε νατοϊκές και άλλες επιχειρήσεις. Αυτή η κίνηση των Αμερικανών είναι ενδεικτική του ενδιαφέροντός τους για τη Μαύρη Θάλασσα.

Οι εσωτερικές διαβουλεύσεις τόσο στο υπουργείο Εξωτερικών όσο επίσης και στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας, στο ΓΕΑ, στο ΓΕΕΘΑ αλλά και στο Μέγαρο Μαξίμου για το θέμα των UAV (πιο γνωστών διεθνώς ως drones) υπήρξαν ιδιαίτερα έντονες. Είχαν δε απασχολήσει πολύ τόσο τον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά όσο και τον υπουργό Εξωτερικών Ευάγγελο Βενιζέλο αλλά και τον πρώην υπουργό Εθνικής Αμυνας και νυν ευρωπαίο επίτροπο Δημήτρη Αβραμόπουλο (που υπήρξε και ο αρχικός δέκτης της αμερικανικής πρότασης).

«Αγκάθι» η ανάγκη κύρωσης του σχεδίου από τη Βουλή
Η αρχική συμφωνία και οι επιπλοκές που προέκυψαν

Οπως είναι πλέον γνωστό και είχε αναλυτικά περιγράψει «Το Βήμα» στις 27 Ιουλίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν ζητήσει από την Αθήνα ήδη από τα τέλη του 2013 να εγκαταστήσουν μη επανδρωμένα αεροσκάφη στην 133η Σμηναρχία Μάχης στο Καστέλι Κρήτης (βορείως του Νομού Χανίων). Η αμερικανική πλευρά ζητούσε τη στάθμευσή τους για ένα διάστημα 6-12 μηνών, αν και μετά το τέλος αυτής δεν αποκλειόταν μια μονιμότερη συνεργασία, ενδεχομένως σε άλλη περιοχή της Κρήτης. Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, αμερικανικό κλιμάκιο είχε εξετάσει για τον λόγο αυτόν βάση κοντά στο Τυμπάκι.

Η αρχική διμερής συμφωνία είχε τη μορφή «Μνημονίου Κατανόησης» (MoU) που κατόπιν μετεβλήθη σε «Τεχνική Συμφωνία» (Technical Arrangement). Προβλεπόταν επίσης ότι τα αμερικανικά UAV (που πιθανότατα θα ήταν τύπου MQ-9 Reaper ή MQ-1 Predator) δεν θα έφεραν οπλισμό, εκτός αν είχε προηγηθεί συνεννόηση με την ελληνική πλευρά (η σχετική διαδικασία όμως δεν είχε αποσαφηνιστεί).

Οι νομικές δυσκολίες

Ωστόσο το «καυτό σημείο» και εκεί όπου, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, προέκυψε επιπλοκή ήταν η ανάγκη κύρωσης μιας διμερούς συμφωνίας από τη Βουλή ή όχι. Οι αρχικές εισηγήσεις τόσο της Νομικής Υπηρεσίας του ΓΕΕΘΑ όσο και εκείνης του υπουργείου Εξωτερικών ήταν ότι η κοινοβουλευτική έγκριση ήταν απαραίτητη από τη στιγμή που το ζήτημα αφορούσε στάθμευση ξένων δυνάμεων σε ελληνικό έδαφος. Αναμφίβολα αυτό δεν ήταν ιδεατό σενάριο για την κυβέρνηση, που θα επιθυμούσε να αποφύγει μια τέτοια αντιπαράθεση.

Το ακριβές πάντως περιεχόμενο του διμερούς συμβατικού κειμένου που θα υπογραφόταν αλλά και το ενδεχόμενο προσωρινής στάθμευσης των drones ίσως να επέτρεπαν τη μη κύρωσή του (αν και διπλωματικές και στρατιωτικές πηγές έλεγαν σε ιδιωτικές συνομιλίες τους ότι η πρόθεση των Αμερικανών ήταν για μονιμότερη συνεργασία). Από ένα σημείο και μετά πάντως οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν στην πιθανή στάθμευση των UAV στην αεροναυτική βάση της Σούδας και όχι στην 133η Σμηναρχία Μάχης στο Καστέλι.

Η ελληνική αντιπρόταση είχε διττό στόχο. Κατ' αρχάς δεν θα υπήρχε, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, επέκταση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Κρήτη. Επιπλέον και σε συνδυασμό με το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο της αμυντικής συνεργασίας των δύο χωρών (που διέπεται από τη Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας/MDCA και τη Συνολική Τεχνική Συμφωνία/CTA), θα μπορούσε να βρεθεί μια λύση που δεν θα απαιτούσε κοινοβουλευτική έγκριση.

Μάλιστα, σύμφωνα με νεότερη εισήγηση της Νομικής Υπηρεσίας του υπουργείου Εξωτερικών, υπάρχει συγκεκριμένη πρόβλεψη της συμφωνίας MDCA που θα επέτρεπε τον χαρακτηρισμό των εν λόγω αεροσκαφών ως αναγνωριστικών. Κατ' επέκταση, θα μπορούσε π.χ. να υπογραφεί μια συμφωνία ή ένα μνημόνιο ανάμεσα στον γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών και στον αμερικανό πρέσβη στην Αθήνα, μια πρακτική που έχει ακολουθηθεί και σε άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν.

Το πρόβλημα της χωροταξίας

Σε ό,τι αφορά πάντως την εγκατάσταση των αμερικανικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών στη Σούδα, το πρόβλημα της χωροταξίας ήταν πολύ μεγαλύτερο από αυτό που επιθυμούσε η ελληνική πλευρά. Τα αεροσκάφη αυτά δεν είναι μικρού μεγέθους. Απαιτούν ειδικά υπόστεγα για τη στάθμευση και επίσης συνοδεύονται από σημαντικό αριθμό προσωπικού (υπολογίζονται περί τα 170-200 άτομα). Επομένως θα απαιτούνταν εργασίες που ίσως έπαιρναν πολύ χρόνο.

Δεν πρέπει, τέλος, να αγνοηθεί το γεγονός ότι η ελληνική πλευρά μάλλον δεν είχε κατασταλάξει στα ακριβή ανταλλάγματα που θα ζητούσε σε περίπτωση που έδινε το «πράσινο φως» για τα αμερικανικά UAV. Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, η μόνη ουσιαστική πρόταση περί ανταλλαγμάτων ήταν να ζητηθεί από την Αθήνα η υποβολή πλήρων σχεδίων πτήσεων εντός του FIR Αθηνών. Οι ίδιες πηγές τόνιζαν ότι με κατάλληλους χειρισμούς τα ανταλλάγματα θα μπορούσαν να είναι μεγαλύτερα.