Η Ελλάδα και η Τουρκία
συμφωνούν ότι πρέπει να αρχίσουν πάλι οι συνομιλίες για το Κυπριακό.
Ωστόσο, οι διαφορές τους στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται τα
δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας εντός της ΑΟΖ της φαίνεται ότι
είναι θεμελιώδεις. Ακριβώς για αυτό και εκτός συγκλονιστικού απροόπτου,
το ερευνητικό σκάφος «Μπαρμπαρός» θα συνεχίσει να βρίσκεται εντός της
κυπριακής ΑΟΖ και δεν πρόκειται να υπάρξει κάποια άρση της παράνομης
NAVTEX που εξέδωσε η Άγκυρα (και λήγει στα τέλη του έτους) πριν από τη
σύγκληση του 3ου Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδος – Τουρκίας την προσεχή Παρασκευή και Σάββατο (5-6 Δεκεμβρίου) στην Αθήνα.
Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από τις επαφές που είχε στην Τουρκία εντός του Σαββατοκύριακου ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών συναντήθηκε το πρωϊ του Σαββάτου με τον υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και το απόγευμα της ίδια ημέρας με τον Πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ωστόσο, η συνάντηση με τον τούρκο ηγέτη ήταν μάλλον γενικότερου περιεχομένου και δεν εισήλθε στον «σκληρό πυρήνα» των θεμάτων.
Η κύρια συζήτηση έγινε με τον κ. Τσαβούσογλου το πρωϊ του Σαββάτου και ήταν μακρά σε διάρκεια. Σε αυτή ήταν επίσης παρόντες ο Γενικός Γραμματέας του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών Αναστάσιος Μητσιάλης και ο τούρκος μόνιμος υφυπουργός Εξωτερικών Φεριντούν Σινιρλίογλου (σσ. ο άνθρωπος που χειρίζεται όλους τους «καυτούς φακέλους» από την τουρκική πλευρά). Η ίδια σύνθεση ήταν παρούσα και στη συνάντηση με τον κ. Ερντογάν, με την προσθήκη του έλληνα πρεσβευτή στην Άγκυρα Κυριάκου Λουκάκη.
Στις δημόσιες δηλώσεις το κλίμα ήταν το σύνηθες, με αμοιβαίες φιλοφρονήσεις, αλλά αναμφίβολα οι ευαίσθητες λεπτομέρειες συζητήθηκαν πίσω από τις κλειστές πόρτες. Η προσπάθεια αποφυγής οποιονδήποτε διαρροών είναι εμφανής και σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες τούτη είναι η σαφής εντολή του έλληνα Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά προς αυτή την κατεύθυνση.
Ο κ. Τσαβούσογλου εμφανίστηκε πάντως αμετακίνητος. Έμεινε στην πάγια γραμμή ότι η Άγκυρα και οι Τουρκοκύπριοι δεν πρόκειται να αποδεχθούν καμία «μονομερή», όπως τη χαρακτήρισε, κίνηση των Ελληνοκυπρίων στο θέμα της ενέργειας. «Όταν σταματήσουν οι γεωτρήσεις, θα αποσύρουμε το πλοίο» ήταν η φράση που χαρακτηριστικά χρησιμοποίησε. Ωστόσο, το ερευνητικό πρόγραμμα της ιταλικής Eni περιλαμβάνει άλλες τρεις γεωτρήσεις πέραν της τρέχουσας στο «Οικόπεδο 9» της κυπριακής ΑΟΖ και δύσκολα θα μπορούσε να σταματήσει χωρίς οικονομικό κόστος για την εταιρεία και βαρύτατο πολιτικό κόστος για τη Λευκωσία.
Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών επανέλαβε δε την άποψη που πρόσφατα είχε παρουσιάσει στην Εθνοσυνέλευση ότι αυτό που επιδιώκεται από την τουρκική πλευρά είναι κάποιου είδους συνδιαχείριση του φυσικού αερίου. «Θα μπορούσε να δημιουργηθεί μία κοινή εταιρεία που να κάνει όλες τις έρευνες για το συμφέρον των δύο κοινοτήτων. Η εταιρεία αυτή θα μπορούσε να είναι ιδιωτική» πρόσθεσε.
Από την πλευρά του, ο κ. Βενιζέλος ξεκαθάρισε ότι αυτή στη στιγμή υπάρχει «μία προσβολή σε εξέλιξη» εναντίον των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας και αυτή πρέπει να τερματιστεί ώστε οι συνομιλίες να επαναληφθούν. Ο υπουργός Εξωτερικών έκανε τη διάκριση ανάμεσα στους φυσικούς πόρους που ανήκουν στην Κυπριακή Δημοκρατία και κατ’ επέκταση στην όποια μετεξέλιξή της μετά από μία λύση και στα έσοδα από τους φυσικούς πόρους που ανήκουν και στις δύο κοινότητες. Δεν παρέλειψε δε να πει ότι υπάρχουν ήδη πολιτικές συγκλίσεις για το μοίρασμα αυτών των εσόδων μετά τη λύση (αναφερόταν στις συγκλίσεις Χριστόφια – Ταλάτ και Χριστόφια – Έρογλου της περιόδου 2008 – 2012).
Το ερώτημα που πλανάται ενόψει και της ελληνοτουρκικής συνάντησης της Παρασκευής είναι λοιπόν τι μέλλει γενέσθαι στο Κυπριακό. Και τούτο από τη στιγμή που και η Λευκωσία δεν δείχνει διατεθειμένη σε υποχωρήσεις που θα την οδηγούσαν σε λάθη όπως το μορατόριουμ ερευνών στο Αιγαίο το οποίο πέτυχε η Τουρκία προκαλώντας διαδοχικές κρίσεις από τη δεκαετία του 1970 και μετά. Αν και ουδείς μπορεί να αποκλείσει παρασκηνιακές συνεννοήσεις, αυτό που μοιάζει προς το παρόν ως πιθανότερο είναι η διασφάλιση μίας «ευαίσθητης ισορροπίας» που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία απρόβλεπτη κλιμάκωση όχι μόνο στο Κυπριακό αλλά και στις διμερείς ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι τρίτοι παίκτες δεν θα ήθελαν να βγει η κατάσταση εκτός ελέγχου και προς τούτο έχουν ενεργοποιηθεί οι απαραίτητοι δίαυλοι.
Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από τις επαφές που είχε στην Τουρκία εντός του Σαββατοκύριακου ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών συναντήθηκε το πρωϊ του Σαββάτου με τον υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και το απόγευμα της ίδια ημέρας με τον Πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ωστόσο, η συνάντηση με τον τούρκο ηγέτη ήταν μάλλον γενικότερου περιεχομένου και δεν εισήλθε στον «σκληρό πυρήνα» των θεμάτων.
Η κύρια συζήτηση έγινε με τον κ. Τσαβούσογλου το πρωϊ του Σαββάτου και ήταν μακρά σε διάρκεια. Σε αυτή ήταν επίσης παρόντες ο Γενικός Γραμματέας του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών Αναστάσιος Μητσιάλης και ο τούρκος μόνιμος υφυπουργός Εξωτερικών Φεριντούν Σινιρλίογλου (σσ. ο άνθρωπος που χειρίζεται όλους τους «καυτούς φακέλους» από την τουρκική πλευρά). Η ίδια σύνθεση ήταν παρούσα και στη συνάντηση με τον κ. Ερντογάν, με την προσθήκη του έλληνα πρεσβευτή στην Άγκυρα Κυριάκου Λουκάκη.
Στις δημόσιες δηλώσεις το κλίμα ήταν το σύνηθες, με αμοιβαίες φιλοφρονήσεις, αλλά αναμφίβολα οι ευαίσθητες λεπτομέρειες συζητήθηκαν πίσω από τις κλειστές πόρτες. Η προσπάθεια αποφυγής οποιονδήποτε διαρροών είναι εμφανής και σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες τούτη είναι η σαφής εντολή του έλληνα Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά προς αυτή την κατεύθυνση.
Ο κ. Τσαβούσογλου εμφανίστηκε πάντως αμετακίνητος. Έμεινε στην πάγια γραμμή ότι η Άγκυρα και οι Τουρκοκύπριοι δεν πρόκειται να αποδεχθούν καμία «μονομερή», όπως τη χαρακτήρισε, κίνηση των Ελληνοκυπρίων στο θέμα της ενέργειας. «Όταν σταματήσουν οι γεωτρήσεις, θα αποσύρουμε το πλοίο» ήταν η φράση που χαρακτηριστικά χρησιμοποίησε. Ωστόσο, το ερευνητικό πρόγραμμα της ιταλικής Eni περιλαμβάνει άλλες τρεις γεωτρήσεις πέραν της τρέχουσας στο «Οικόπεδο 9» της κυπριακής ΑΟΖ και δύσκολα θα μπορούσε να σταματήσει χωρίς οικονομικό κόστος για την εταιρεία και βαρύτατο πολιτικό κόστος για τη Λευκωσία.
Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών επανέλαβε δε την άποψη που πρόσφατα είχε παρουσιάσει στην Εθνοσυνέλευση ότι αυτό που επιδιώκεται από την τουρκική πλευρά είναι κάποιου είδους συνδιαχείριση του φυσικού αερίου. «Θα μπορούσε να δημιουργηθεί μία κοινή εταιρεία που να κάνει όλες τις έρευνες για το συμφέρον των δύο κοινοτήτων. Η εταιρεία αυτή θα μπορούσε να είναι ιδιωτική» πρόσθεσε.
Από την πλευρά του, ο κ. Βενιζέλος ξεκαθάρισε ότι αυτή στη στιγμή υπάρχει «μία προσβολή σε εξέλιξη» εναντίον των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας και αυτή πρέπει να τερματιστεί ώστε οι συνομιλίες να επαναληφθούν. Ο υπουργός Εξωτερικών έκανε τη διάκριση ανάμεσα στους φυσικούς πόρους που ανήκουν στην Κυπριακή Δημοκρατία και κατ’ επέκταση στην όποια μετεξέλιξή της μετά από μία λύση και στα έσοδα από τους φυσικούς πόρους που ανήκουν και στις δύο κοινότητες. Δεν παρέλειψε δε να πει ότι υπάρχουν ήδη πολιτικές συγκλίσεις για το μοίρασμα αυτών των εσόδων μετά τη λύση (αναφερόταν στις συγκλίσεις Χριστόφια – Ταλάτ και Χριστόφια – Έρογλου της περιόδου 2008 – 2012).
Το ερώτημα που πλανάται ενόψει και της ελληνοτουρκικής συνάντησης της Παρασκευής είναι λοιπόν τι μέλλει γενέσθαι στο Κυπριακό. Και τούτο από τη στιγμή που και η Λευκωσία δεν δείχνει διατεθειμένη σε υποχωρήσεις που θα την οδηγούσαν σε λάθη όπως το μορατόριουμ ερευνών στο Αιγαίο το οποίο πέτυχε η Τουρκία προκαλώντας διαδοχικές κρίσεις από τη δεκαετία του 1970 και μετά. Αν και ουδείς μπορεί να αποκλείσει παρασκηνιακές συνεννοήσεις, αυτό που μοιάζει προς το παρόν ως πιθανότερο είναι η διασφάλιση μίας «ευαίσθητης ισορροπίας» που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία απρόβλεπτη κλιμάκωση όχι μόνο στο Κυπριακό αλλά και στις διμερείς ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι τρίτοι παίκτες δεν θα ήθελαν να βγει η κατάσταση εκτός ελέγχου και προς τούτο έχουν ενεργοποιηθεί οι απαραίτητοι δίαυλοι.