Νέα δεδομένα για τον ενεργειακό κλάδο δημιουργούν η
πτώση των πετρελαϊκών τιμών και οι αποφάσεις της Επ. Ανταγωνισμού του
Ισραήλ. Οι σχεδιασμοί της ΕΕ και η Αιγυπτος. Ο ρόλος και οι επιδιώξεις
της Ελλάδας. Γράφει ο Κ. Φίλης.
Το τελευταίο διάστημα έχουν εντατικοποιηθεί οι
σχετιζόμενες με την ενέργεια διεργασίες στην Ανατολική Μεσόγειο. Η
Ελλάδα δραστηριοποιείται, επιχειρώντας να αναδείξει τα πλεονεκτήματα
συμπερίληψης της στους σχεδιασμούς των πλουτοπαραγωγικών κρατών της
περιοχής.Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε κοντά σε ανακοινώσεις από πλευράς Ισραήλ,
με την Κύπρο να ακολουθεί, εκτός απροόπτου, εντός του 2015. Εντούτοις,
δύο γεγονότα ίσως επιφέρουν καθυστερήσεις, αν όχι προσωρινή διακοπή, που
ανάλογα τη συνέχεια, ίσως αποδειχθούν ζημιογόνες στην ορθή ανάπτυξη του
ενεργειακού πλούτου της περιοχής. Αφενός, η πτώση των τιμών του
πετρελαίου καθιστά δυσχερείς και λιγότερο ελκυστικές τις μεγάλες
επενδύσεις που απαιτούνται για την άντληση από βαθιά κοιτάσματα (deep
offshore) όπως αυτών της Ανατολικής Μεσογείου.
Αν διατηρηθεί η τωρινή δυναμική, τότε οι περισσότερες εταιρείες εύλογα θα στραφούν στην αξιοποίηση κοιτασμάτων με χαμηλότερο κόστος εξόρυξης, αποστασιοποιούμενες από αυτά που περιορίζουν τα κέρδη τους ή επιβραδύνουν τις αποσβέσεις των επενδύσεων τους.
Αφετέρου, η Επιτροπή Ανταγωνισμού του Ισραήλ εξέδωσε πριν λίγες μέρες απόφαση βάσει της οποίας ανακαλείται η συμφωνία παραχώρησης για το Leviathan, στη λογική ότι Delek και Noble συνιστούν καρτέλ. Κάτι τέτοιο πιθανόν να απαιτήσει τον διαχωρισμό των ενεργειακών πεδίων Leviathan και Tamar, καθώς και την πώληση του πρώτου σε νέο εταιρικό σχήμα. Σε μία τέτοια περίπτωση αναμένονται –στην καλύτερη εκδοχή- σημαντικές αργοπορίες.
Στο ομαλό σενάριο, ο σχεδιασμός των εταιρειών προβλέπει τη διάθεση ποσοτήτων στο εγγύς εξωτερικό, ώστε να χρηματοδοτηθούν οι επενδύσεις σε νέα πεδία. Το Τελ Αβίβ, στην πρώτη φάση ανάπτυξης των κοιτασμάτων του θα τροφοδοτήσει με 16 δις κ.μ. την εγχώρια αγορά, την Ιορδανία (αξιοπρόσεκτες, πάντως, οι αντιδράσεις απέναντι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο στο εσωτερικό της) και πιθανότατα τους δύο σταθμούς υγροποίησης της Αιγύπτου.
Στην Αίγυπτο, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Αλ Σίσι να ελέγξει το εσωτερικό μέτωπο, το Ισλαμικό Κίνημα παραμένει ισχυρό, ενώ οι τρομοκρατικές ενέργειες και η εκπεφρασμένη πρόθεση εμπλοκής του ISIS επιτείνουν το αίσθημα ανασφάλειας. Συνακόλουθα, υπάρχει δισταγμός για το ρίσκο χρήσης των εγκαταστάσεων LNG για εξαγωγή σε Ευρώπη ή/και Ασία. Από την άλλη, οι οικονομίες κλίμακος και η γεωγραφική εγγύτητα είναι τόσο ευνοϊκές που δύσκολα θα αφήσουν την Αίγυπτο εκτός νυμφώνος. Υπογραμμίζεται πως δεδομένου του χαμηλού κόστους εξόρυξης και της επανεργοποίησης ξένων εταιρειών προς αυτή την κατεύθυνση, λόγω της μερικής άρσης των επιδοτήσεων που διατηρούσαν τις εγχώριες τιμές ιδιαίτερα χαμηλές, η χώρα επιζητά συμβόλαια μικρότερα της δεκαετίας, διότι κατόπιν θα είναι σε θέση εκ νέου να παράγει το φυσικό αέριο που θα καταναλώνει.
Η ΕΕ έχει, επίσης, ενδιαφέρον για τα τεκταινόμενα. Η πολυσυζητημένη διαφοροποίηση περνάει μέσα και από την Ανατολική Μεσόγειο, πολλώ δε μάλλον στον απόηχο των πρόσφατων αποφάσεων της Μόσχας σε σχέση με τον South Stream και τον ενισχυμένο ρόλο της Άγκυρας. Η περιοχή ναι μεν δεν μπορεί ποσοτικά να συμβάλλει καταλυτικά στην ασφάλεια τροφοδοσίας, αλλά διατηρεί τη χρησιμότητά της. Αφενός αποτελεί μία συμπληρωματική λύση, η οποία αν αθροιστεί με τις υπόλοιπες εναλλακτικές (Κασπία, σχιστολιθικό, αργότερα Ιράκ και Ιράν) δύνανται να καλύψουν σχεδόν το ήμισυ των ρωσικών εξαγωγών αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά σε βάθος 15ετίας. Αφετέρου και κυρίως, η εμπλοκή δύο κρατών-μελών διασφαλίζει καλύτερες συνθήκες ομαλής και αδιάλειπτης ροής. Παράλληλα, επιτυγχάνεται η επέκταση του ευρωπαϊκού ενεργειακού κεκτημένου με σκοπό τη σύγκλιση των περιφερειακών αγορών ενέργειας με την εσωτερική αγορά ενέργειας της ΕΕ, καθώς επίσης διευκολύνονται οι συμφωνίες λόγω κοινού νομικού καθεστώτος.
Οι υφιστάμενες ποσότητες Ισραήλ και Κύπρου δεν επαρκούν για να συνδυαστεί η τροφοδοσία των περιφερειακών κρατών (ιδίως αν μελλοντικά προστεθεί και η Τουρκία), η υγροποίηση στους δύο τερματικούς υγροποίησης της Αιγύπτου και η κατασκευή αγωγού προς την Ευρώπη ή η προμήθεια της Γηραιάς Ηπείρου με πιο εξελιγμένους τρόπους (π.χ. μεταφορά συμπιεσμένου αερίου-CNG).
Άρα, όσο επιθυμητές και αν είναι οι συμμαχίες που προωθούνται, δεν είναι απαραίτητα αλληλοσυμπληρωματικές, ούτε εγγυώνται την ικανοποίηση των ενεργειακών μας συμφερόντων. Οι συνεννοήσεις μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου-Ισραήλ, έστω και αν γίνονται σε διαφορετικά επίπεδα, στοχεύουν στη σταδιακή αποφόρτιση των εντάσεων και την επακόλουθη δημιουργία συνθηκών οικονομικής ανάπτυξης.
Ωστόσο, η εδραίωση της θέσης μας στην Ανατολική Μεσόγειο θα προέλθει μέσα από βιώσιμες συμπράξεις, οι οποίες αυτονόητα δεν θα ικανοποιούν όλους τους δυνάμει εταίρους μας.
* Ο Δρ Κωνσταντίνος Φίλης είναι Διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.
Αν διατηρηθεί η τωρινή δυναμική, τότε οι περισσότερες εταιρείες εύλογα θα στραφούν στην αξιοποίηση κοιτασμάτων με χαμηλότερο κόστος εξόρυξης, αποστασιοποιούμενες από αυτά που περιορίζουν τα κέρδη τους ή επιβραδύνουν τις αποσβέσεις των επενδύσεων τους.
Αφετέρου, η Επιτροπή Ανταγωνισμού του Ισραήλ εξέδωσε πριν λίγες μέρες απόφαση βάσει της οποίας ανακαλείται η συμφωνία παραχώρησης για το Leviathan, στη λογική ότι Delek και Noble συνιστούν καρτέλ. Κάτι τέτοιο πιθανόν να απαιτήσει τον διαχωρισμό των ενεργειακών πεδίων Leviathan και Tamar, καθώς και την πώληση του πρώτου σε νέο εταιρικό σχήμα. Σε μία τέτοια περίπτωση αναμένονται –στην καλύτερη εκδοχή- σημαντικές αργοπορίες.
Στο ομαλό σενάριο, ο σχεδιασμός των εταιρειών προβλέπει τη διάθεση ποσοτήτων στο εγγύς εξωτερικό, ώστε να χρηματοδοτηθούν οι επενδύσεις σε νέα πεδία. Το Τελ Αβίβ, στην πρώτη φάση ανάπτυξης των κοιτασμάτων του θα τροφοδοτήσει με 16 δις κ.μ. την εγχώρια αγορά, την Ιορδανία (αξιοπρόσεκτες, πάντως, οι αντιδράσεις απέναντι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο στο εσωτερικό της) και πιθανότατα τους δύο σταθμούς υγροποίησης της Αιγύπτου.
Στην Αίγυπτο, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Αλ Σίσι να ελέγξει το εσωτερικό μέτωπο, το Ισλαμικό Κίνημα παραμένει ισχυρό, ενώ οι τρομοκρατικές ενέργειες και η εκπεφρασμένη πρόθεση εμπλοκής του ISIS επιτείνουν το αίσθημα ανασφάλειας. Συνακόλουθα, υπάρχει δισταγμός για το ρίσκο χρήσης των εγκαταστάσεων LNG για εξαγωγή σε Ευρώπη ή/και Ασία. Από την άλλη, οι οικονομίες κλίμακος και η γεωγραφική εγγύτητα είναι τόσο ευνοϊκές που δύσκολα θα αφήσουν την Αίγυπτο εκτός νυμφώνος. Υπογραμμίζεται πως δεδομένου του χαμηλού κόστους εξόρυξης και της επανεργοποίησης ξένων εταιρειών προς αυτή την κατεύθυνση, λόγω της μερικής άρσης των επιδοτήσεων που διατηρούσαν τις εγχώριες τιμές ιδιαίτερα χαμηλές, η χώρα επιζητά συμβόλαια μικρότερα της δεκαετίας, διότι κατόπιν θα είναι σε θέση εκ νέου να παράγει το φυσικό αέριο που θα καταναλώνει.
Η ΕΕ έχει, επίσης, ενδιαφέρον για τα τεκταινόμενα. Η πολυσυζητημένη διαφοροποίηση περνάει μέσα και από την Ανατολική Μεσόγειο, πολλώ δε μάλλον στον απόηχο των πρόσφατων αποφάσεων της Μόσχας σε σχέση με τον South Stream και τον ενισχυμένο ρόλο της Άγκυρας. Η περιοχή ναι μεν δεν μπορεί ποσοτικά να συμβάλλει καταλυτικά στην ασφάλεια τροφοδοσίας, αλλά διατηρεί τη χρησιμότητά της. Αφενός αποτελεί μία συμπληρωματική λύση, η οποία αν αθροιστεί με τις υπόλοιπες εναλλακτικές (Κασπία, σχιστολιθικό, αργότερα Ιράκ και Ιράν) δύνανται να καλύψουν σχεδόν το ήμισυ των ρωσικών εξαγωγών αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά σε βάθος 15ετίας. Αφετέρου και κυρίως, η εμπλοκή δύο κρατών-μελών διασφαλίζει καλύτερες συνθήκες ομαλής και αδιάλειπτης ροής. Παράλληλα, επιτυγχάνεται η επέκταση του ευρωπαϊκού ενεργειακού κεκτημένου με σκοπό τη σύγκλιση των περιφερειακών αγορών ενέργειας με την εσωτερική αγορά ενέργειας της ΕΕ, καθώς επίσης διευκολύνονται οι συμφωνίες λόγω κοινού νομικού καθεστώτος.
Οι υφιστάμενες ποσότητες Ισραήλ και Κύπρου δεν επαρκούν για να συνδυαστεί η τροφοδοσία των περιφερειακών κρατών (ιδίως αν μελλοντικά προστεθεί και η Τουρκία), η υγροποίηση στους δύο τερματικούς υγροποίησης της Αιγύπτου και η κατασκευή αγωγού προς την Ευρώπη ή η προμήθεια της Γηραιάς Ηπείρου με πιο εξελιγμένους τρόπους (π.χ. μεταφορά συμπιεσμένου αερίου-CNG).
Άρα, όσο επιθυμητές και αν είναι οι συμμαχίες που προωθούνται, δεν είναι απαραίτητα αλληλοσυμπληρωματικές, ούτε εγγυώνται την ικανοποίηση των ενεργειακών μας συμφερόντων. Οι συνεννοήσεις μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου-Ισραήλ, έστω και αν γίνονται σε διαφορετικά επίπεδα, στοχεύουν στη σταδιακή αποφόρτιση των εντάσεων και την επακόλουθη δημιουργία συνθηκών οικονομικής ανάπτυξης.
Ωστόσο, η εδραίωση της θέσης μας στην Ανατολική Μεσόγειο θα προέλθει μέσα από βιώσιμες συμπράξεις, οι οποίες αυτονόητα δεν θα ικανοποιούν όλους τους δυνάμει εταίρους μας.
* Ο Δρ Κωνσταντίνος Φίλης είναι Διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.