ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΖΙΜΑΣ-
ΤΙΡΑΝΑ-ΑΠΟΣΤΟΛΗ. Η
φωνή του μουεζίνη από τα μεγάφωνα του πανύψηλου μιναρέ ακούγεται σε όλο
το κέντρο των Τιράνων. Ο ιμάμης καλεί τους πιστούς να προσέλθουν στο
τέμενος της οδού Καβάγια, ενός εκ των κεντρικότερων και πολυσύχναστων
δρόμων της πόλης, για τη μεσημεριανή προσευχή. Το Ραμαζάνι πλησιάζει
στην κορύφωσή του και στο τζαμί της Καβάγια, ξακουστό στην Αλβανία και
ένα από τα μεγαλύτερα στα Βαλκάνια, η κινητικότητα είναι μεγάλη.Αντρες με μακριές γενειάδες και ξυρισμένα κρανία και άλλοι με «κανονική»
εμφάνιση, έφηβοι και αμούστακα παιδιά, καταφθάνουν ένας ένας ή σε
παρέες. Μπαίνουν αμίλητοι στο τζαμί.
Στην είσοδο, ο Ερι, με μακριά γένια και κουρεμένος «γουλί», έχει απλωμένα πάνω σε δύο πάγκους προς πώληση μπουκαλάκια με νερό-«αγίασμα» από τη Μέκκα, καθώς και χουρμάδες από το Ιράν. Οταν δεν παζαρεύει με πελάτη, μελετάει το Κοράνι κάνοντας μετάνοιες. Κάθε λίγο κλείνει το βιβλίο και κοιτάζει γύρω του, σαν να παρατηρεί κάτι. Δίνει την εντύπωση ότι ελέγχει την είσοδο του τζαμιού, τα πεζοδρόμια και τους διερχόμενους.
Ο Ερι που, όπως μας λέει σε σχετικά καλά ελληνικά, δούλεψε σ’ ένα επιπλάδικο στη Νεροχωρούδα, έξω από τη Θεσσαλονίκη, αποφεύγει ν’ ανοίξει μαζί μας κουβέντα για τους τζιχαντιστές. Μας «επεξεργάζεται» με καχυποψία και δείχνει σχεδόν εχθρικός. Δεν χρειάζεται να μας εξηγήσει το γιατί. Μια ματιά σε σταθμευμένα γύρω από το τζαμί αυτοκίνητα με έναν ή δύο βαριεστημένους «επιβάτες» ή στους δήθεν αδιάφορους «διαβάτες», που περνούν δύο και τρεις φορές οι ίδιοι από το πεζοδρόμιο, δεν αφήνει αμφιβολία ότι το τέμενος εμφανίζει για κάποιους αυξημένο ενδιαφέρον.
Το τζαμί της Καβάγια «ακτινογραφείται» νυχθημερόν από ανθρώπους των μυστικών υπηρεσιών της Αλβανίας και όχι μόνο. Καθώς φέρεται να ελέγχεται από τους ακραίους κύκλους των ισλαμιστών και θεωρείται ως ο υπ’ αριθμόν 1 «ύποπτος» χώρος στρατολόγησης τζιχαντιστών, η αστυνομία παρακολουθεί ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει.
Τρεις ιμάμηδες έχουν συλληφθεί ήδη στα Τίρανα με την κατηγορία της συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση που στρατολογεί φανατικούς νέους ισλαμιστές και τους στέλνει να πολεμήσουν στη Συρία.Τα πράγματα θα ήταν πολύ πιο απλά για τους διώκτες της ισλαμιστικής τρομοκρατίας αν το τέμενος της Καβάγια ήταν η μοναδική «γιάφκα» ακραίων ισλαμιστών στην Αλβανία.
Υπάρχουν άλλα 650, σύμφωνα με τον επικεφαλής της Επιτροπής Θρησκευμάτων της Αλβανίας Ιλιρ Χοτζόλι, νόμιμα, αναγνωρισμένα δηλαδή από την επίσημη Μουσουλμανική Κοινότητα, και δεκάδες άλλα με φανατικούς ιμάμηδες που λειτουργούν παράνομα σε πόλεις και χωριά. «Ολα δυνάμει αποτελούν χώρους στρατολόγησης ακραίων ισλαμιστικών στοιχείων», λέει στην «Κ» ο ειδικός αναλυτής για θέματα ασφάλειας Αριαν Ντιρμίσι.
Κάτω από τους μιναρέδες, η διαπάλη μεταξύ των υποστηριζόμενων από τη Σαουδική Αραβία, Υεμένη, Κατάρ κ.λπ. ακραίων Ουαχαβιτών και του αποκαλούμενου «τουρκικού μοντέλου» ή αλλιώς «Ισλαμ του Ερντογάν» για την επιρροή και τον έλεγχο στους ομόθρησκους Αλβανούς εξελίσσεται υπογείως και είναι αδυσώπητη. Αφθονο χρήμα από την Τουρκία και τις αραβικές χώρες ρέει μέσα από γκρίζα κανάλια και ύποπτες εταιρείες προς τα τεμένη και τους ιμάμηδες. Και από την άλλη, η Δύση, επισπεύδοντας τις διαδικασίες ένταξης της Αλβανίας στην Ε.Ε., ελπίζει ότι δεν θα την αφήσει να πέσει στην «αγκαλιά» του Ισλάμ.
«Επί του παρόντος, η Τουρκία έχει το πάνω χέρι στα τζαμιά. Χρηματοδοτεί τα περισσότερα και πληρώνει μυστικά τους ιμάμηδες, όμως οι Ουαχαβίτες αυξάνουν ταχύτατα την επιρροή τους», μου εξηγεί ο Αρτάν, καλός γνώστης του παρασκηνίου της «υπόθεσης των τζιχαντιστών», που τείνει να καταστεί πληγή για την Αλβανία.
Το ριζοσπαστικό Ισλάμ κερδίζει ραγδαία έδαφος στο παραδοσιακά ήπιο αλβανικό μουσουλμανικό στοιχείο, που ξεπερνάει το 60% του πληθυσμού, και απ’ αυτόν τον διαρκώς αυξανόμενο κόσμο των φανατικών πιστών, στρατολογούνται οι «στρατιώτες του Αλλάχ».
Δεν χρειάζεται να επισκεφθεί κάποιος τεμένη ή μεντρεσέδες για να διαπιστώσει την παρουσία Ουαχαβιτών και άλλων σκληροπυρηνικών, ιερωμένων ή μη, ισλαμιστών με μακριές γενειάδες, κελεμπίες, ή γυναικών, ακόμα και μικρών κοριτσιών με μαντίλες.
Τους συναντά στην πλατεία Σκεντέρμπεη, στις φτωχογειτονιές των Τιράνων, στα χωριά του Πόγραδετς και του Λιμπράζι, και βεβαίως στην «αραβοτουρκοποιημένη», όπως τη λένε οι ντόπιοι, λεωφόρο Καβάγια, που έχει καταστεί λόγω του φημισμένου και ελεγχόμενου από τους Ουαχαβίτες τζαμιού της κάτι σαν τη Μέκκα των ριζοσπαστικοποιημένων Αλβανών ισλαμιστών.
«Οπως θα θυμάσαι, όλα αυτά δεν υπήρχαν πριν από 15-20 χρόνια στην Αλβανία», μου λέει ο Αρτάν, και δεν έχει άδικο.
Αγνωστο το Ισλάμ μέχρι την πτώση του Χότζα
Μέχρι την κατάρρευση του καθεστώτος Χότζα, το 1991, και τα πρώτα χρόνια της Δημοκρατίας, το Ισλάμ ήταν μάλλον άγνωστο στην Αλβανία, μολονότι η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού ήταν παραδοσιακά μουσουλμάνοι. Ο Χότζα είχε απαγορεύσει τη θρησκεία, το 1967 κατεδάφισε τζαμιά και χριστιανικές εκκλησίες και όταν έπεσε η δικτατορία, όλοι σχεδόν οι Αλβανοί ήταν θρησκευτικά «άγραφες δέλτοι», δεν είχαν ιδέα για προφήτες, τον Μωάμεθ ή και τον Χριστό.
Το 1992 ο τότε πρόεδρος Σαλί Μπερίσα θα εντάξει τη χώρα του στην Ισλαμική Διάσκεψη ανοίγοντας τις πύλες στις πάσης φύσεως ισλαμιστικές οργανώσεις από τη Σαουδική Αραβία, την Τουρκία, την Υεμένη, την Αίγυπτο κ.ά., που κατέφθασαν με ανθρωπιστικό μανδύα στην άγνωστη γι’ αυτούς χώρα.
«Ξέροντας ότι ήμασταν άθεοι, δρούσαν με κοινωνικό προφίλ, προσφέροντας τρόφιμα, ρούχα κ.λπ. ακολουθώντας μια πρακτική που εφάρμοσαν και μετά τον πόλεμο στο Κόσοβο», εξηγεί ο Αριαν Ντιρμίσι. «Ενας πονηρός τρόπος ήταν οι υποτροφίες στη Σαουδική Αραβία, τάχα για ιατρικές σχολές. Πολλούς από αυτούς που πήγαιναν εκεί, αντί για ιατρικές σπουδές, τους κατηύθυναν σε θρησκευτικές σχολές, και όταν επέστρεφαν προωθούνταν ως ιμάμηδες σε τζαμιά που ως επί το πλείστον έφτιαχναν παράνομα ή δίδασκαν σε μεντρεσέδες. Ετσι αποκτήσαμε Ουαχαβίτες φορείς διάδοσης του ακραίου Ισλάμ», προσθέτει.
Η διείσδυση των Ουαχαβιτών δεν θα περάσει απαρατήρητη από την Τουρκία, που ενεργοποίησε το δικό της, ήπιο σχετικά, σουνιτικό ισλαμικό μοντέλο, ώστε να ενισχύσει την επιρροή της στην Αλβανία, στο πλαίσιο του γενικότερου γεωπολιτικού παιγνιδιού στην περιοχή. Το τουρκικό χρήμα από τις αρχές του 2000 άρχισε να ρέει άφθονο στα τζαμιά και στις τσέπες των ιμάμηδων.
Η σύγκρουση με τους Ουαχαβίτες επεκτείνεται, πέρα από τον έλεγχο των τζαμιών και των ιμάμηδων, και στην επιρροή στη διοίκηση και στον μηχανισμό της διοίκησης της Μουσουλμανικής Κοινότητας. Μπορεί η Τουρκία, όπως λένε οι ειδικοί περί τα θρησκευτικά στα Τίρανα, να έχει το πάνω χέρι, όπου όμως παίρνει υπό τον έλεγχό της ένα νόμιμο τέμενος, εγκεκριμένο δηλαδή από τη Μουσουλμανική Κοινότητα, οι Ουαχαβίτες ανοίγουν ένα παράνομο και βάζουν δικούς τους ιμάμηδες.
«Στην αρχή η σύγκρουση ήταν αθέατη, τώρα όμως διεξάγεται ανοιχτά μέσω του Διαδικτύου. Οι στρατολογίες μπορεί να γίνονται παντού, σε τζαμιά, σε γκρουπ και “γιάφκες”, σε σπίτια, σε λαϊκές γειτονιές, σε απομονωμένα χωριά και φτωχά κοινωνικά στρώματα». Ο Αριαν Ντιρμίσι παραδέχεται ότι «δεν ήμασταν προετοιμασμένοι για να αντιμετωπίσουμε ένα τέτοιο φαινόμενο».
Η αλβανική πολιτική, πνευματική, θρησκευτική ελίτ (καλο)είδε το «τυρί», τα χρήματα δηλαδή που εισέρρεαν από τις χώρες του Κόλπου και την Τουρκία, αλλά δεν είδε τη «φάκα», την επιχείρηση δηλαδή ριζοσπαστικοποίησης του κοσμικού μέχρι τότε Ισλάμ.
Τα «φίδια» ότι ο ισλαμικός εξτρεμισμός έχει αποκτήσει ισχυρές βάσεις στην Αλβανία θα ζώσουν τις δυτικές μυστικές υπηρεσίες το 1998, όταν θα εξαρθρωθεί στα Τίρανα με τη βοήθεια της CIA ισλαμιστική οργάνωση η οποία εφοδίαζε με πλαστά έγγραφα και προωθούσε στην Ευρώπη τρομοκράτες της Αλ Κάιντα.
Θα συλληφθούν τότε επτά άτομα, εκ των οποίων πέντε Αιγύπτιοι που καταζητούνταν για συμμετοχή στη δολοφονία του Ανουάρ Σαντάτ. Οι Αμερικανοί θα τους παραδώσουν στην Αίγυπτο όπου και θα εκτελεστούν.
Ως απάντηση, όπως ανέφερε σε προκήρυξή της στη βρετανική εφημερίδα SUN, η Αλ Κάιντα θα ανατινάξει τις πρεσβείες των ΗΠΑ στην Κένυα και την Τανζανία με διακόσιους νεκρούς.
«Γνώμη μου είναι ότι αυτές οι ομάδες δεν θα βρουν ευρεία απήχηση στην αλβανική κοινωνία. Στόχος τους, πάντως, είναι γενικότερα να εισχωρήσουν στον πυρήνα του ήπιου αλβανικού Ισλάμ και βέβαια γενικότερα η δημιουργία χαλιφάτου στην Ευρώπη. Κατά την άποψή μου ωστόσο, υπάρχουν δύο κίνδυνοι: σε βάθος χρόνου να δημιουργηθούν ισλαμιστικά κόμματα και να αλλοιωθεί το δημοκρατικό πολίτευμα και η ριζοσπαστικοποίηση του Ισλάμ να υπονομεύσει την αρμονική θρησκευτική συνύπαρξη με τα άλλα χριστιανικά δόγματα, Ορθοδόξους, Καθολικούς, Μπεχτασήδες», τονίζει στην «Κ» ο Αριαν Ντιρμίσι.
«Το τζαμί εκτρέφει τον εξτρεμισμό»
Ο Χατζή Μπαμπά Εντομοντ Μπραχιτάι, είναι ο ηγέτης –κάτι σαν πατριάρχης– των Μπεχτασήδων, ενός σιιτικού μουσουλμανικού ρεύματος, ήπιου και ειρηνικού, μη καταπιεστικού, που όπως λέει, έχει 150.000.000 πιστούς σε όλο τον κόσμο, με την Αλβανία να αποτελεί τη δική τους Μέκκα. Διατηρούν άριστες σχέσεις με τους Ορθοδόξους χριστιανούς, «με τους οποίους συγγενεύουμε σε πολλά» και κατά τον «Οικουμενικό Αρχιπαππού των Μπεχτασήδων» αποτελούν σήμερα το 30% του μουσουλμανικού στοιχείου στην Αλβανία.Η επίσημη απογραφή πάντως, την οποία οι ίδιοι έχουν καταγγείλει, τους φέρνει σ’ ένα ποσοστό περίπου 12%.
«Δεν έχουμε καμία σχέση με εξτρεμισμούς εμείς», μας λέει στον μεγάλο Τεκέ στη συνοικία Αλι Ντέμι, όπου τον συναντήσαμε. «Η Αλβανία θα πάει στην Ευρώπη με τον Μπεχτασισμό και όχι με τον ισλαμικό φονταμενταλισμό. Ο Τεκές είναι τόπος ειρήνης και ευλογίας, ενώ το τζαμί εκτρέφει τον εξτρεμισμό», τονίζει. «Μας ανησυχεί ο ριζοσπαστισμός στο Ισλάμ. Οσο γι’ αυτούς που πάνε να πολεμήσουν στο όνομα του Θεού, είναι εγκληματίες και πρέπει να δικαστούν, δεν έχει κανείς το δικαίωμα να αφαιρέσει τη ζωή κανενός και για κανένα λόγο, πολύ περισσότερο να το κάνει στο όνομα του Θεού», προσθέτει.
Στην είσοδο, ο Ερι, με μακριά γένια και κουρεμένος «γουλί», έχει απλωμένα πάνω σε δύο πάγκους προς πώληση μπουκαλάκια με νερό-«αγίασμα» από τη Μέκκα, καθώς και χουρμάδες από το Ιράν. Οταν δεν παζαρεύει με πελάτη, μελετάει το Κοράνι κάνοντας μετάνοιες. Κάθε λίγο κλείνει το βιβλίο και κοιτάζει γύρω του, σαν να παρατηρεί κάτι. Δίνει την εντύπωση ότι ελέγχει την είσοδο του τζαμιού, τα πεζοδρόμια και τους διερχόμενους.
Ο Ερι που, όπως μας λέει σε σχετικά καλά ελληνικά, δούλεψε σ’ ένα επιπλάδικο στη Νεροχωρούδα, έξω από τη Θεσσαλονίκη, αποφεύγει ν’ ανοίξει μαζί μας κουβέντα για τους τζιχαντιστές. Μας «επεξεργάζεται» με καχυποψία και δείχνει σχεδόν εχθρικός. Δεν χρειάζεται να μας εξηγήσει το γιατί. Μια ματιά σε σταθμευμένα γύρω από το τζαμί αυτοκίνητα με έναν ή δύο βαριεστημένους «επιβάτες» ή στους δήθεν αδιάφορους «διαβάτες», που περνούν δύο και τρεις φορές οι ίδιοι από το πεζοδρόμιο, δεν αφήνει αμφιβολία ότι το τέμενος εμφανίζει για κάποιους αυξημένο ενδιαφέρον.
Το τζαμί της Καβάγια «ακτινογραφείται» νυχθημερόν από ανθρώπους των μυστικών υπηρεσιών της Αλβανίας και όχι μόνο. Καθώς φέρεται να ελέγχεται από τους ακραίους κύκλους των ισλαμιστών και θεωρείται ως ο υπ’ αριθμόν 1 «ύποπτος» χώρος στρατολόγησης τζιχαντιστών, η αστυνομία παρακολουθεί ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει.
Τρεις ιμάμηδες έχουν συλληφθεί ήδη στα Τίρανα με την κατηγορία της συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση που στρατολογεί φανατικούς νέους ισλαμιστές και τους στέλνει να πολεμήσουν στη Συρία.Τα πράγματα θα ήταν πολύ πιο απλά για τους διώκτες της ισλαμιστικής τρομοκρατίας αν το τέμενος της Καβάγια ήταν η μοναδική «γιάφκα» ακραίων ισλαμιστών στην Αλβανία.
Υπάρχουν άλλα 650, σύμφωνα με τον επικεφαλής της Επιτροπής Θρησκευμάτων της Αλβανίας Ιλιρ Χοτζόλι, νόμιμα, αναγνωρισμένα δηλαδή από την επίσημη Μουσουλμανική Κοινότητα, και δεκάδες άλλα με φανατικούς ιμάμηδες που λειτουργούν παράνομα σε πόλεις και χωριά. «Ολα δυνάμει αποτελούν χώρους στρατολόγησης ακραίων ισλαμιστικών στοιχείων», λέει στην «Κ» ο ειδικός αναλυτής για θέματα ασφάλειας Αριαν Ντιρμίσι.
Κάτω από τους μιναρέδες, η διαπάλη μεταξύ των υποστηριζόμενων από τη Σαουδική Αραβία, Υεμένη, Κατάρ κ.λπ. ακραίων Ουαχαβιτών και του αποκαλούμενου «τουρκικού μοντέλου» ή αλλιώς «Ισλαμ του Ερντογάν» για την επιρροή και τον έλεγχο στους ομόθρησκους Αλβανούς εξελίσσεται υπογείως και είναι αδυσώπητη. Αφθονο χρήμα από την Τουρκία και τις αραβικές χώρες ρέει μέσα από γκρίζα κανάλια και ύποπτες εταιρείες προς τα τεμένη και τους ιμάμηδες. Και από την άλλη, η Δύση, επισπεύδοντας τις διαδικασίες ένταξης της Αλβανίας στην Ε.Ε., ελπίζει ότι δεν θα την αφήσει να πέσει στην «αγκαλιά» του Ισλάμ.
«Επί του παρόντος, η Τουρκία έχει το πάνω χέρι στα τζαμιά. Χρηματοδοτεί τα περισσότερα και πληρώνει μυστικά τους ιμάμηδες, όμως οι Ουαχαβίτες αυξάνουν ταχύτατα την επιρροή τους», μου εξηγεί ο Αρτάν, καλός γνώστης του παρασκηνίου της «υπόθεσης των τζιχαντιστών», που τείνει να καταστεί πληγή για την Αλβανία.
Το ριζοσπαστικό Ισλάμ κερδίζει ραγδαία έδαφος στο παραδοσιακά ήπιο αλβανικό μουσουλμανικό στοιχείο, που ξεπερνάει το 60% του πληθυσμού, και απ’ αυτόν τον διαρκώς αυξανόμενο κόσμο των φανατικών πιστών, στρατολογούνται οι «στρατιώτες του Αλλάχ».
Δεν χρειάζεται να επισκεφθεί κάποιος τεμένη ή μεντρεσέδες για να διαπιστώσει την παρουσία Ουαχαβιτών και άλλων σκληροπυρηνικών, ιερωμένων ή μη, ισλαμιστών με μακριές γενειάδες, κελεμπίες, ή γυναικών, ακόμα και μικρών κοριτσιών με μαντίλες.
Τους συναντά στην πλατεία Σκεντέρμπεη, στις φτωχογειτονιές των Τιράνων, στα χωριά του Πόγραδετς και του Λιμπράζι, και βεβαίως στην «αραβοτουρκοποιημένη», όπως τη λένε οι ντόπιοι, λεωφόρο Καβάγια, που έχει καταστεί λόγω του φημισμένου και ελεγχόμενου από τους Ουαχαβίτες τζαμιού της κάτι σαν τη Μέκκα των ριζοσπαστικοποιημένων Αλβανών ισλαμιστών.
«Οπως θα θυμάσαι, όλα αυτά δεν υπήρχαν πριν από 15-20 χρόνια στην Αλβανία», μου λέει ο Αρτάν, και δεν έχει άδικο.
Αγνωστο το Ισλάμ μέχρι την πτώση του Χότζα
Μέχρι την κατάρρευση του καθεστώτος Χότζα, το 1991, και τα πρώτα χρόνια της Δημοκρατίας, το Ισλάμ ήταν μάλλον άγνωστο στην Αλβανία, μολονότι η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού ήταν παραδοσιακά μουσουλμάνοι. Ο Χότζα είχε απαγορεύσει τη θρησκεία, το 1967 κατεδάφισε τζαμιά και χριστιανικές εκκλησίες και όταν έπεσε η δικτατορία, όλοι σχεδόν οι Αλβανοί ήταν θρησκευτικά «άγραφες δέλτοι», δεν είχαν ιδέα για προφήτες, τον Μωάμεθ ή και τον Χριστό.
Το 1992 ο τότε πρόεδρος Σαλί Μπερίσα θα εντάξει τη χώρα του στην Ισλαμική Διάσκεψη ανοίγοντας τις πύλες στις πάσης φύσεως ισλαμιστικές οργανώσεις από τη Σαουδική Αραβία, την Τουρκία, την Υεμένη, την Αίγυπτο κ.ά., που κατέφθασαν με ανθρωπιστικό μανδύα στην άγνωστη γι’ αυτούς χώρα.
«Ξέροντας ότι ήμασταν άθεοι, δρούσαν με κοινωνικό προφίλ, προσφέροντας τρόφιμα, ρούχα κ.λπ. ακολουθώντας μια πρακτική που εφάρμοσαν και μετά τον πόλεμο στο Κόσοβο», εξηγεί ο Αριαν Ντιρμίσι. «Ενας πονηρός τρόπος ήταν οι υποτροφίες στη Σαουδική Αραβία, τάχα για ιατρικές σχολές. Πολλούς από αυτούς που πήγαιναν εκεί, αντί για ιατρικές σπουδές, τους κατηύθυναν σε θρησκευτικές σχολές, και όταν επέστρεφαν προωθούνταν ως ιμάμηδες σε τζαμιά που ως επί το πλείστον έφτιαχναν παράνομα ή δίδασκαν σε μεντρεσέδες. Ετσι αποκτήσαμε Ουαχαβίτες φορείς διάδοσης του ακραίου Ισλάμ», προσθέτει.
Η διείσδυση των Ουαχαβιτών δεν θα περάσει απαρατήρητη από την Τουρκία, που ενεργοποίησε το δικό της, ήπιο σχετικά, σουνιτικό ισλαμικό μοντέλο, ώστε να ενισχύσει την επιρροή της στην Αλβανία, στο πλαίσιο του γενικότερου γεωπολιτικού παιγνιδιού στην περιοχή. Το τουρκικό χρήμα από τις αρχές του 2000 άρχισε να ρέει άφθονο στα τζαμιά και στις τσέπες των ιμάμηδων.
Η σύγκρουση με τους Ουαχαβίτες επεκτείνεται, πέρα από τον έλεγχο των τζαμιών και των ιμάμηδων, και στην επιρροή στη διοίκηση και στον μηχανισμό της διοίκησης της Μουσουλμανικής Κοινότητας. Μπορεί η Τουρκία, όπως λένε οι ειδικοί περί τα θρησκευτικά στα Τίρανα, να έχει το πάνω χέρι, όπου όμως παίρνει υπό τον έλεγχό της ένα νόμιμο τέμενος, εγκεκριμένο δηλαδή από τη Μουσουλμανική Κοινότητα, οι Ουαχαβίτες ανοίγουν ένα παράνομο και βάζουν δικούς τους ιμάμηδες.
«Στην αρχή η σύγκρουση ήταν αθέατη, τώρα όμως διεξάγεται ανοιχτά μέσω του Διαδικτύου. Οι στρατολογίες μπορεί να γίνονται παντού, σε τζαμιά, σε γκρουπ και “γιάφκες”, σε σπίτια, σε λαϊκές γειτονιές, σε απομονωμένα χωριά και φτωχά κοινωνικά στρώματα». Ο Αριαν Ντιρμίσι παραδέχεται ότι «δεν ήμασταν προετοιμασμένοι για να αντιμετωπίσουμε ένα τέτοιο φαινόμενο».
Η αλβανική πολιτική, πνευματική, θρησκευτική ελίτ (καλο)είδε το «τυρί», τα χρήματα δηλαδή που εισέρρεαν από τις χώρες του Κόλπου και την Τουρκία, αλλά δεν είδε τη «φάκα», την επιχείρηση δηλαδή ριζοσπαστικοποίησης του κοσμικού μέχρι τότε Ισλάμ.
Τα «φίδια» ότι ο ισλαμικός εξτρεμισμός έχει αποκτήσει ισχυρές βάσεις στην Αλβανία θα ζώσουν τις δυτικές μυστικές υπηρεσίες το 1998, όταν θα εξαρθρωθεί στα Τίρανα με τη βοήθεια της CIA ισλαμιστική οργάνωση η οποία εφοδίαζε με πλαστά έγγραφα και προωθούσε στην Ευρώπη τρομοκράτες της Αλ Κάιντα.
Θα συλληφθούν τότε επτά άτομα, εκ των οποίων πέντε Αιγύπτιοι που καταζητούνταν για συμμετοχή στη δολοφονία του Ανουάρ Σαντάτ. Οι Αμερικανοί θα τους παραδώσουν στην Αίγυπτο όπου και θα εκτελεστούν.
Ως απάντηση, όπως ανέφερε σε προκήρυξή της στη βρετανική εφημερίδα SUN, η Αλ Κάιντα θα ανατινάξει τις πρεσβείες των ΗΠΑ στην Κένυα και την Τανζανία με διακόσιους νεκρούς.
«Γνώμη μου είναι ότι αυτές οι ομάδες δεν θα βρουν ευρεία απήχηση στην αλβανική κοινωνία. Στόχος τους, πάντως, είναι γενικότερα να εισχωρήσουν στον πυρήνα του ήπιου αλβανικού Ισλάμ και βέβαια γενικότερα η δημιουργία χαλιφάτου στην Ευρώπη. Κατά την άποψή μου ωστόσο, υπάρχουν δύο κίνδυνοι: σε βάθος χρόνου να δημιουργηθούν ισλαμιστικά κόμματα και να αλλοιωθεί το δημοκρατικό πολίτευμα και η ριζοσπαστικοποίηση του Ισλάμ να υπονομεύσει την αρμονική θρησκευτική συνύπαρξη με τα άλλα χριστιανικά δόγματα, Ορθοδόξους, Καθολικούς, Μπεχτασήδες», τονίζει στην «Κ» ο Αριαν Ντιρμίσι.
«Το τζαμί εκτρέφει τον εξτρεμισμό»
Ο Χατζή Μπαμπά Εντομοντ Μπραχιτάι, είναι ο ηγέτης –κάτι σαν πατριάρχης– των Μπεχτασήδων, ενός σιιτικού μουσουλμανικού ρεύματος, ήπιου και ειρηνικού, μη καταπιεστικού, που όπως λέει, έχει 150.000.000 πιστούς σε όλο τον κόσμο, με την Αλβανία να αποτελεί τη δική τους Μέκκα. Διατηρούν άριστες σχέσεις με τους Ορθοδόξους χριστιανούς, «με τους οποίους συγγενεύουμε σε πολλά» και κατά τον «Οικουμενικό Αρχιπαππού των Μπεχτασήδων» αποτελούν σήμερα το 30% του μουσουλμανικού στοιχείου στην Αλβανία.Η επίσημη απογραφή πάντως, την οποία οι ίδιοι έχουν καταγγείλει, τους φέρνει σ’ ένα ποσοστό περίπου 12%.
«Δεν έχουμε καμία σχέση με εξτρεμισμούς εμείς», μας λέει στον μεγάλο Τεκέ στη συνοικία Αλι Ντέμι, όπου τον συναντήσαμε. «Η Αλβανία θα πάει στην Ευρώπη με τον Μπεχτασισμό και όχι με τον ισλαμικό φονταμενταλισμό. Ο Τεκές είναι τόπος ειρήνης και ευλογίας, ενώ το τζαμί εκτρέφει τον εξτρεμισμό», τονίζει. «Μας ανησυχεί ο ριζοσπαστισμός στο Ισλάμ. Οσο γι’ αυτούς που πάνε να πολεμήσουν στο όνομα του Θεού, είναι εγκληματίες και πρέπει να δικαστούν, δεν έχει κανείς το δικαίωμα να αφαιρέσει τη ζωή κανενός και για κανένα λόγο, πολύ περισσότερο να το κάνει στο όνομα του Θεού», προσθέτει.