Του Π. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ* Το απόγευμα της Πέμπτης 20 Μαρτίου ο Τούρκος πρωθυπουργός, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν,
μιλούσε σε προεκλογική συγκέντρωση του κυβερνώντος κόμματος, ΑΚΡ, στην
Προύσα, ενόψει των κρίσιμων τοπικών εκλογών αυτής της Κυριακής. Η
κεντρική του εξαγγελία άφησε πολλούς να αναρωτιούνται για την ψυχική του
ισορροπία: «Θα ξεριζώσουμε το twitter και όλα αυτά»,
άστραψε και βρόντηξε ο Ερντογάν, προσθέτοντας ότι δεν δίνει ούτε δεκάρα
για τις αναμενόμενες αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας. «Τώρα θα δουν τη δύναμη της Τουρκικής Δημοκρατίας», προειδοποίησε.Αμ” έπος,
αμ” έργον. Την Παρασκευή το πρωί εκατομμύρια χρήστες του δημοφιλούς
μέσου κοινωνικής δικτύωσης έβλεπαν στις οθόνες τους ένα μήνυμα της Κεντρικής Αρχής Τηλεπικοινωνιών
που τους πληροφορούσε ότι η πρόσβαση ήταν αδύνατη λόγω δικαστικής
απόφασης για καθολική αναστολή λειτουργίας του twitter στην Τουρκία.
Φυσικά, ο Ερντογάν δεν είχε περισσότερες, πιθανότητες να κερδίσει τη μάχη του με το internet απ” όσες είχε ο Δον Κιχώτης
να νικήσει τους ανεμόμυλους. Στους παραβάτες της κυβερνητικής απόφασης,
που έσπευσαν να στείλουν επιδεικτικά μηνύματα μέσω… twitter,
συγκαταλέγονταν ο δήμαρχος της Άγκυρας, Μελίχ Γκοκτσέκ -μέλος του ΑΚΡ και γνωστός «τουιτερομανής»-, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Μπουλέντ Αρίντς, και ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Αμπντουλάχ Γκιουλ.
Συνιδρυτής του ΑΚΡ και άσπονδος εσωκομματικός αντίπαλος του Ερντογάν, ο
Γκιουλ καταδίκασε απερίφραστα την επιλογή του Τούρκου πρωθυπουργού.
Για μεγάλο διάστημα η πλειονότητα των δυτικών μέσων ενημέρωσης διαφήμιζε την Τουρκία του Ερντογάν ως υπόδειγμα «μετάβασης στη Δημοκρατία»,
ένα μοντέλο προς εξαγωγή στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Έχοντας περιορίσει
τους πασάδες του στρατού στους στρατώνες και έχοντας διευρύνει τα
δικαιώματα των Κούρδων, ο πολιτικός που βαδίζει από νίκη σε νίκη τα
τελευταία δώδεκα χρόνια, κυριαρχώντας συντριπτικά στο τουρκικό πολιτικό
σκηνικό, εμφανιζόταν ως εφευρέτης μιας ιδανικής σύνθεσης Δημοκρατίας και
πολιτικού Ισλάμ. Ωστόσο, πρώτα η ωμή καταστολή των επίμονων
αντικυβερνητικών διαδηλώσεων σε δεκάδες πόλεις το περασμένο καλοκαίρι,
έπειτα η χειραγώγηση της Δικαιοσύνης στο πολύκροτο σκάνδαλο των
δωροδοκιών που ξέσπασε το Δεκέμβριο και τώρα ο ατυχής πόλεμος κατά του
Διαδικτύου έκαναν πολλούς να βρίσκουν αναλογίες ανάμεσα στην Τουρκική Δημοκρατία και το Ιράν, την Κίνα και τη Βόρειο Κορέα.
ΓΙΑΤΙ ΑΛΛΑΞΕ Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ;
Τι ήταν αυτό, άραγε, που οδήγησε έναν κατά γενική ομολογία χαρισματικό πολιτικό σε κατάσταση πραγματικού αμόκ;Στον
τουρκικό Τύπο οι εικασίες δίνουν και παίρνουν. Κατά μία εκδοχή, ο Ταγίπ
Ερντογάν «καβάλησε το καλάμι» μετά τον τρίτο εκλογικό του θρίαμβο -το ΑΚΡ πήρε σχεδόν το 50% των ψήφων μετά από εννέα χρόνια στην εξουσία-,
σε σημείο που να βλέπει όλους τους αντιπάλους του σαν… κουνούπια και να
χάσει κάθε αίσθηση του μέτρου. Κατά μία άλλη, αντιδρά σαν πληγωμένο
θηρίο ύστερα από τα -πραγματικά ή πλαστά, μένει να αποδειχθεί- ηχητικά
ντοκουμέντα που εμπλέκουν τον ίδιο και το γιο του Μπιλάλ στο σκάνδαλο
των δωροδοκιών. Έχοντας πληροφορίες ότι νέα «ντοκουμέντα»
επρόκειτο να διαρρεύσουν μέσω Διαδικτύου την τελευταία, κρίσιμη εβδομάδα
της προεκλογικής περιόδου, ο Ερντογάν αποφάσισε να εξαπολύσει ένα
προληπτικό πλήγμα, όπως υποστηρίζουν οι ίδιες πηγές.
Ενδιαφέρουσα είναι και η εκδοχή του συνήθως πολύ καλά πληροφορημένου Μουράτ Γιετκίν, διευθυντή της Hurriyet Daily News.
Σύμφωνα με το γνωστό δημοσιογράφο, εκείνοι που βρίσκονται πίσω από τις
υποκλοπές τηλεφωνικών συνομιλιών, τις οποίες αφήνουν να διαρρεύουν μέσω
twitter, είχαν στα χέρια τους διάλογο του αρχηγού της μυστικής
υπηρεσίας ΜΙΤ, Χακάν Φιντάν, με τον ηγέτη του κουρδικού ΡΚΚ, Αμπντουλάχ
Οτσαλάν, για τους όρους της πιθανής αποφυλάκισης του τελευταίου.
Η δημοσιοποίηση των μυστικών διαπραγματεύσεων μεταξύ τουρκικού κράτους
και Οτσαλάν ακριβώς την ημέρα της κουρδικής Πρωτοχρονιάς -συμπίπτει με
την εαρινή ισημερία- απειλούσε να δυναμιτίσει τις διαπραγματεύσεις για
το Κουρδικό και να στοιχίσει ακριβά στο ΑΚΡ, τόσο στο κουρδικό εκλογικό
σώμα όσο και στους Τούρκους εθνικιστές. Αν αυτό επαληθευόταν, θα
αποτελούσε έναν ισχυρό λόγο εκνευρισμού του Ερντογάν, αν και ο τρόπος
με τον οποίο αντέδρασε αποτελεί μνημείο πολιτικής αδεξιότητας, στα όρια
της αυτοχειρίας.
Γεγονός παραμένει ότι ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν,
στο μήνυμά του που διαβάστηκε στη μεγάλη συγκέντρωση των Κούρδων που
έλαβε χώρα στο Ντιγιάρμπακιρ. με αφορμή την κουρδική
Πρωτοχρονιά, ήταν ένας από τους ελάχιστους πολιτικούς , που στάθηκε
ουσιαστικά στο πλευρό του Ερντογάν, κάνοντας λόγο για «διεθνή συνωμοσία»
με στόχο να τορπιλιστεί η ειρήνευση στο Κουρδιστάν.
Ο ίδιος ο Ερντογάν είναι απολύτως πεπεισμένος ότι αποτελεί εδώ και κάμποσο καιρό στόχο διεθνούς ή, μάλλον, αμερικανοϊσραηλινής συνωμοσίας,
που επιδιώκει το πολιτικό του λιντσάρισμα και τον αναπροσανατολισμό της
τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Θεωρεί ότι όλα ξεκίνησαν από την
τολμηρή στροφή του υπέρ της παλαιστινιακής υπόθεσης, που απέκτησε
δραματικά χαρακτηριστικά με τη φονική ισραηλινή επιδρομή εναντίον του «Στόλου της Ελευθερίας»
που μετέφερε ανθρωπιστική βοήθεια στη Λωρίδα της Γάζας το 2011, με
αποτέλεσμα εννέα Τούρκοι να χάσουν τη ζωή τους. Η σθεναρή υποστήριξη του
Ερντογάν στον ισλαμιστή Πρόεδρο της Αιγύπτου Μοχάμεντ Μόρσι και σε ένοπλες ισλαμικές ομάδες στη Συρία μάλλον δεν βελτίωσαν τις σχέσεις του με την Ουάσιγκτον και την Ιερουσαλήμ.
Ως πέμπτη φάλαγγα των ΗΠΑ και του Ισραήλ στην Τουρκία αντιμετωπίζει ο Ερντογάν την Αδελφότητα του αυτοεξόριστου στην Πενσιλβάνια ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν.
Έχοντας διεισδύσει σε βάθος στη Δικαιοσύνη και την Αστυνομία, η
Αδελφότητα Γκιουλέν είχε καθοριστική συμβολή στο ξεδόντιασμα του
κεμαλικού στρατιωτικού κατεστημένου με αφορμή τις πολύκροτες συνωμοσίες «Εργκένεκον» και «Βαριοπούλα».
Ωστόσο, ο διοι μηχανισμοί της Αδελφότητας που είχαν στηρίξει τον
Ερντογάν στράφηκαν με μανία κατά της κυβέρνησής του στη συνέχεια, όπως
έδειξε και το δικαστικό – αστυνομικό πογκρόμ σε βάρος υπουργών και
επιχειρηματιών που ξεκίνησε τον περασμένο Δεκέμβριο με αφορμή το
σκάνδαλο των δωροδοκιών.
Η σύγκρουση εξελίχθηκε σε αγώνα ζωής και θανάτου μεταξύ Ερντογάν και Γκιουλέν. Ο Τούρκος πρωθυπουργός ανακήρυξε την Αδελφότητα «παρακράτος» και τον Γκιουλέν «Ασασίνο ψευδοπροφήτη»,
πέταξε τους οπαδούς του έξω από τη Δικαιοσύνη και την Αστυνομία και
έθεσε υπό διωγμόν τα ιδιωτικά σχολεία της Αδελφότητας, έναν από τους
κυριότερους μηχανισμούς εξασφάλισης εσόδων και άσκησης επιρροής.
Ενδεχόμενη
επικράτηση του ΑΚΡ στις τοπικές εκλογές αυτής της Κυριακής χωρίς
σοβαρές απώλειες θα σημάνει την πένθιμη καμπάνα για την Αδελφότητα,
τουλάχιστον με τη μορφή που τη γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Εξ ου και η
λυσσαλέα μορφή που απέκτησε η σύγκρουση στην τελική ευθεία προς τις
κάλπες. Σημειωτέον ότι μεγάλης επιρροής μέσα ενημέρωσης που
ανήκουν στην Αδελφότητα, όπως η εφημερίδα Zaman, άρχισαν προ δεκαημέρου
να κάνουν λόγο περί πιθανής νοθείας του ΑΚΡ στις εκλογές, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί ατμόσφαιρα πολιτικής ανωμαλίας από την ερχόμενη Δευτέρα.
Εξίσου
δραματικό είναι το διακύβευμα για τον Ερντογάν. Ένα αρνητικό αποτέλεσμα
στις τοπικές εκλογές, που έχουν αποκτήσει εκ των πραγμάτων
χαρακτηριστικά δημοψηφίσματος, θα βάλει τέλος στη φιλοδοξία του να
διεκδικήσει την Προεδρία της Δημοκρατίας στις εκλογές του προσεχούς
Αυγούστου – ενδεχομένως δε να σημάνει και το τέλος της πολιτικής του
καριέρας μετά την εκπνοή της τρίτης πρωθυπουργικής του θητείας το 2015.
Αλλά ακόμη κι αν καταφέρει να υπερισχύσει για άλλη μια φορά των
αντιπάλων του αυτή την Κυριακή, τίθεται το ερώτημα πώς θα
μπορέσει να διεκδικήσει το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα ένας πολιτικός που
έχει μετατρέψει σε αδιάλλακτο εχθρό του το 50% της τουρκικής κοινωνίας. Ίσως η συνειδητοποίηση της δεινής θέσης στην οποία έχει φέρει ο ίδιος τον εαυτό του να είναι η κυριότερη αιτία των αλλεπάλληλων εκρήξεων και της αλλοπρόσαλλης συμπεριφοράς του Τούρκου πρωθυπουργού.
*Πηγή: Επίκαιρα, 27/03/14