1 Οσον αφορά την Κύπρο, περνούν από την προαγωγή συνθηκών, είτε για λύση που θα την καθιστά επικυρίαρχη κηδεμονευτική δύναμη (με βασικό έρεισμα το στρατηγικό προγεφύρωμα του ψευδοκράτους) είτε για επισημοποίηση του αδιεξόδου, που θα της επιτρέψει να εμπεδώσει την οριστική γεωπολιτική διαίρεση της μεγαλονήσου. Με ανάλογη μονιμοποίηση της δικής της παρουσίας στο σκαιώς κρεουργημένο αυτό ευρωπαϊκό σύνορο.
2 Οσον αφορά τα ελληνοτουρκικά, διέρχονται από τη δημιουργία καταστάσεως τέτοιας που θα επιτρέψει: α) την εκ των πραγμάτων επιβολή τετελεσμένων σε συγκεκριμένες θαλάσσιες ζώνες (και κυρίως στις νοτιο-ανατολικές παρυφές των εθνικών ορίων) και β) την αποτροπή ασκήσεως από πλευράς Αθήνας, φυσικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, εντός αυτών των ορίων. Οπως είναι η ανακήρυξη ΑΟΖ. Καλλιεργώντας φοβικά σύνδρομα, που διέπουν διαχρονικά την ελληνική πολιτική ως προς αυτά.
Οσο και αν τέτοιες διαπιστώσεις φαίνονται πεσιμιστικές, εντούτοις ανακλούν μια επώδυνη πραγματικότητα. Η οποία μόνο εάν ειδωθεί κατά πρόσωπο και με όρους στυγνής αυτοσκοπήσεως είναι δυνατόν ν' αντιμετωπισθεί. Προκειμένου αυτοί τελικά οι τεκμαρτοί φόβοι να μην αποβούν αυτοεπιβεβαιούμενες κασσανδρολογίες. Καθώς σ' αυτή τη ρευστή κι εύφλεκτη γεωγραφία που μας διαλαμβάνει συντελούνται μοιραίες ανατροπές και διαμορφώνονται ισοζύγια τέτοια που μόνον όσοι μπορούν να παρέμβουν επαρκώς είναι δυνατόν: είτε ν' αποτρέψουν αρνητικές συνέπειες στα εθνικά τους συμφέροντα είτε ν' απομειώσουν αναπόδραστες αρνητικές επιπτώσεις. Είτε ακόμη και να επιτύχουν οφέλη από τις ευκαιρίες που ενδεχομένως θα ανακύψουν. Κάτι που προαπαιτεί ενεργό συνεμπλοκή στα δρώμενα. Με δυνατότητες που θα επέτρεπαν τελεσφόρες στρατηγικές ζεύξεις. Οι ευκαιρίες υπάρχουν. Και «το μεν πνεύμα πρόθυμον, αλλ' η σάρξ ασθενής» για να δημιουργηθούν ελπίδες και κυρίως ανάλογες δυμαμικές.
Κι αυτό, καθώς στη σύνολη περιοχή συγκλίνουν αυτή τη στιγμή τεράστια συμφέροντα και συνωθούνται πολλοί παίκτες, διεκδικώντας και στρατηγικά πλεονεκτήματα και μερίδιο από το νέο ενεργειακό Ελντοράντο που αναδύεται από τα εν πολλοίς ανήσυχα νερά της Ανατολικής Μεσογείου.
Και πρέπει ρεαλιστικώς ανατέμνοντας τις εξελίξεις να καταγραφεί ως όλως ιδιαίτερης σημασίας η παρεμβατική (και προς το παρόν αποτελεσματική) πολιτική της Τουρκίας. Της οποίας οι έωλες στοχοθεσίες εκδηλώνονται με ολοένα και πιο έντονο τρόπο. Και οι οποίες συνοψίζονται στην επιδίωξη ν' αναδειχθεί περιφερειακός άξονας και συντελεστής, ασκώντας στρατηγική τοποτηρητεία. Οχι μόνο σε ό,τι αφορά συμφέροντα συμμαχικών ατλαντικών κέντρων, ως ΝΑΤΟϊκή αιχμή στη Μέση κι Εγγύς Ανατολή. Το πάει πιο μακριά. Εκδηλώνοντας πολυδιάστατη διπλωματική τακτική, με μειδιάματα προς Μόσχα και πολλά υποσχόμενες «μπίζνες» με Πεκίνο.
Σύντομα δε (κι αυτό θα το διαπιστώσουμε οσονούπω) με πολιτικές στρατηγικής επαναζεύξεως με το Ισραήλ! Είναι μάλιστα εξίσου προφανές ότι αυτά βαίνουν εκ παραλλήλου με προδιαγραφόμενες αναδιατάξεις στην ίδια την Τουρκία. Κι αφού ξεκαθαρισθεί το τοπίο σε ό,τι αφορά το Συριακό, τη ρύθμιση του Κουρδικού, τη σταθεροποίηση όσων σχετίζονται με το Ιράν και γενικότερα των ζητημάτων που αυτή τη στιγμή αποσταθεροποιούν την κατάσταση σε πλειάδα μουσουλμανικών κέντρων.
Ο,τι όμως και να συμβαίνει αλλού, το θέμα που αφορά εμάς είναι ότι: εάν δεν υπερβούμε περισπασμούς και δεν αποτάξουμε (ή τουλάχιστον απαμβλύνουμε) παθογένειες, μπορεί να βρεθούμε μπροστά σε αδόκητα φαινόμενα κι επικίνδυνους αιφνιδιασμούς. Καθώς οι επιθετικές -με την έννοια της προαγωγής τετελεσμένων- διαθέσεις της Τουρκίας διέπονται από βουλιμικά σύνδρομα. Κι επειδή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και διαφορές υπεισέρχονται ως νέοι παράγοντες οι παροξυνόμενες οσμές των υδρογονανθράκων, τείνει να επανακάμψει εκ νέου η πολιτική των κανονιοφόρων. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και με ό,τι κυρίως θ' ανακύψει, εάν αντί ανατάξεως ελληνικών δυναμικών, συνεχισθούν οι βάναυσες διαδικασίες αποδομήσεως εθνικών δυνατοτήτων και αντιστάσεων.
* Δημοσιογράφος-συγγραφέας