Του Κώστα Ράπτη
Η ανοχή απέναντι στην ανατροπή του Ben Ali στην Τυνησία και του Mubarak στην Αίγυπτο ήταν το πρώτο σήμα συναγερμού. Η απροθυμία για επέμβαση στην κρίση της Συρίας ήταν το δεύτερο -με αποκορύφωμα την θεαματική αμερικανική μεταστροφή του Σεπτεμβρίου, βοηθούσης της ρωσικής διπλωματίας. Τέλος, η καταρχήν θετική ανταπόκριση της Ουάσιγκτον στα ανοίγματα της νέας κυβέρνησης Ruhani στο Ιράν, οδήγησε τον Οίκο των Σαούντ σε μία κατάσταση ανεξέλεγκτης οργής, αν όχι πανικού. Προνομιακός πελάτης των ΗΠΑ από την επαύριο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Σαουδική Αραβία αντιμετωπίζει πλέον την υπερατλαντική υπερδύναμη με απόλυτη καχυποψία και σχεδιάζει τις κινήσεις της αυτοτελώς.
Η επέμβαση στο Μπαχρέιν, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι το κύμα της “αραβικής άνοιξης΄ δεν θα απειλήσει και τις απόλυτες μοναρχίες της Αραβικής Χερσονήσου, ήταν η αρχή. Ο παραγκωνισμός του Κατάρ και του υπερφιλόδοξου προηγούμενου Εμίρη του, απάλλαξε το Ριάντ από τον κυριότερο τοπικό ανταγωνιστή του. Η πολιτική και οικονομική στήριξη των Αιγύπτιων στρατηγών που ανέτρεψαν τον Mohammad Morsi (με τις ευλογίες των υπερσυντηρητικών “σαλαφιστών” και ενώ η Ουάσιγκτον ταλαντευόταν) ήταν η απάντηση στο ενδεχόμενο εκδημοκρατισμού της περιοχής με όχημα την, μισητή στους Σαούντ, Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Όμως δύο μεγάλες εκκρεμότητες παραμένουν: η ανατροπή του Assad, που για το βασίλειο έχει εξελιχθεί σε εμμονή, δεν έχει επιτευχθεί, μολονότι η Συρία έχει κατακλυσθεί από κάθε είδους τζιχαντιστές αντάρτες με σουαδαραβική “επιμελητεία”. Και το Ιράν, όχι μόνο δεν χάνει τα ερείσματά του σε Ιράκ, Συρία και Λίβανο αλλά και προβάλλει έτοιμο να εξέλθει από το καθεστώς του διεθνούς παρία.
Εξ ού και η βασιλική οικογένεια έχει χάσει την ψυχραιμία της. Τον Ιούλιο, ο επικεφαλής των σαουδαραβικών μυστικών υπηρεσιών πρίγκηπας Bandar bin Sultan (πρωταγωνιστής όλων των μυστικών επιχειρήσεων του βασιλείου και πρέσβυς στις ΗΠΑ επί 22 χρόνια) έγινε δεκτός από τον Vladimir Putin τον οποίο, σύμφωνα με μία εκδοχή, επιχείρησε να δελεάσει για έναν συντονισμό στο θέμα της Συρίας, υποσχόμενος εξοπλιστικές παραγγελίες ύψους 15 δισ. δολαρίων και εκτοπισμό του Κατάρ από τη διεθνή αγορά φυσικού αερίου. Κατά μία δεύτερη εκδοχή, ο πρίγκηπας απείλησε ευθέως τον συνομιλητή του, δηλώνοντας ότι οι Τσετσένοι ένοπλοι που μάχονται στη Συρία θα μπορούσαν να αναλάβουν δράση στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Σότσι.
Ο ίδιος άνθρωπος ήταν αυτός που στον απόηχο της τελευταίας Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών κάλεσε σε briefing τους διαπιστευμένους στη χώρα του Ευρωπαίους διπλωμάτες για να διαμηνύσει ότι η οργή του Ριάντ έναντι της Ουάσιγκτον ήταν τόση, που εξεταζόταν το ζήτημα της διακοπής της αμερικανο-σαουδαραβικής συνεργασίας σε μια σειρά από πεδία.
Ο δε εξάδελφός του και υπουργός Εξωτερικών Saud al-Faisal είχε φθάσει στο σημείο να ακυρώσει την ομιλία του στη Γενική Συνέλευση, ενώ λίγες μέρες μετά ανακοίνωσε οργισμένα ότι (για πρώτη φορά στα χρονικά του ΟΗΕ) η χώρα του αρνείται να καταλάβει την θέση μη μονίμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας που είχε καταλάβει μετά από διετή διπλωματική προσπάθεια.
Θα ήταν ήδη κωμικοτραγικοί αυτοί οι αυτοτραυματισμοί (και η αντίστοιχη καταγγελία της Δύσης, από... θέσεις αρχής, για την “απάθειά” της στη συριακή κρίση), αν η Σαουδική Αραβία δεν ήταν οικονομική υπερδύναμη και αν δεν ήταν σε θέση να προβάλλει τη σκοταδιστική εκδοχή της του Ισλάμ σε όλο τον μουσουλμανικό κόσμο.
Από τα τηλεγραφήματα του Wikileaks γνωρίζουμε τις παροτρύνσεις του βασιλιά Abdullah προς τους Αμερικανούς συνομιλητές του να “κόψουν το κεφάλι του φιδιού”, ήτοι του Ιράν. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, το Ριάντ μιλά από θέση σχετικής αδυναμίας και το κύριο μέλημά του αφορά την εσωτερική κατάσταση και όχι την διεθνή αρχιτεκτονική.
Η μάχη για τη διαδοχή του 89χρονου Abdullah χει υπογείως αρχίσει, ανοίγοντας για πρώτη φορά το ενδεχόμενο μεταβίβασης του θρόνου σε κάποιον από τους εγγονούς του ιδρυτή του κράτους Abdulaziz Ibn Saud. Ο κατά πλειοψηφία σιιιτκός πληθυσμός των πετρελαιοπαραγωγών ανατολικών επαρχιών βρίσκεται σε μόνιμη αναταραχή, ενώ η διατήρηση του καθεστώτος της απόλυτης μοναρχίας δεν θα είναι για πολύ εφικτή, αν οι αλλαγές στη διεθνή ενεργειακή αγορά (αξιοποίηση σχιστολιθικών υδρογονανθράκων κ.ο.κ.) αναιρέσουν τη σημασία της “ειδικής σχέσης” της Ουάσιγκτον με το Ριάντ.
Σε αυτό το φόντο επισκέφθηκε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών John Kerry τη Δευτέρα τη Σαουδική Αραβία, προκειμένου να μεταφέρει στους συνομιλητές του δύο καθησυχαστικά μηνύματα: πρώτον, ότι οι ΗΠΑ θα υπερασπισθούν το βασίλειο απέναντι σε οποιαδήποτε εξωτερική απειλή στην ασφάλειά του και δεύτερον ότι το Ριάντ θα ενημερώνεται σε κάθε φάση για την πορεία των συνομιλιών με το Ιράν.
Ο επικεφαλής του State Department είχε βέβαια δώσει τις εξετάσεις του την προηγουμένη επισκεπτόμενος (για πρώτη φορά μετά την ανατροπή Morsi) το Κάιρο, όπου, αναζητώντας ματαίως τον σωστό “τόνο”, διαβεβαίωσε ότι η διακοπή της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας (όπως προβλέπεται νομοθετικά για χώρες όπου έχει υπάρξει αντιδημοκρατική εκτροπή) δεν είναι “τιμωρητικό μέτρο”.
Ωστόσο, οι “αναντικατάστατοι”, όπως τους χαρακτήρισε, Σαουδάραβες σύμμαχοι, δεν έδειξαν να πείθονται. Ο John Kerry τόνισε ότι χωρίς τη συμμετοχή της μετριοπαθούς συριακής αντιπολίτευσης στη διάσκεψη “Γενεύη 2” δεν θα μπορέσει να υπάρξει τερματισμός της βίας στη Συρία, Όμως ο πρίγκηπας Saud (που χαρακτήρισε της αμερικανο-σαουδαραβικές διαφορές κυρίως τακτικές και όχι στρατηγικές) αντέτεινε ότι αν η συριακή καταστροφή, η “μεγαλύτερη της τρέχουσας χιλιετίας”, δεν είναι επαρκής λόγος επέμβασης, δεν γνωρίζει τί άλλο θα ήταν.
http://www.capital.gr/News.asp?id=1901851
Η ανοχή απέναντι στην ανατροπή του Ben Ali στην Τυνησία και του Mubarak στην Αίγυπτο ήταν το πρώτο σήμα συναγερμού. Η απροθυμία για επέμβαση στην κρίση της Συρίας ήταν το δεύτερο -με αποκορύφωμα την θεαματική αμερικανική μεταστροφή του Σεπτεμβρίου, βοηθούσης της ρωσικής διπλωματίας. Τέλος, η καταρχήν θετική ανταπόκριση της Ουάσιγκτον στα ανοίγματα της νέας κυβέρνησης Ruhani στο Ιράν, οδήγησε τον Οίκο των Σαούντ σε μία κατάσταση ανεξέλεγκτης οργής, αν όχι πανικού. Προνομιακός πελάτης των ΗΠΑ από την επαύριο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Σαουδική Αραβία αντιμετωπίζει πλέον την υπερατλαντική υπερδύναμη με απόλυτη καχυποψία και σχεδιάζει τις κινήσεις της αυτοτελώς.
Η επέμβαση στο Μπαχρέιν, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι το κύμα της “αραβικής άνοιξης΄ δεν θα απειλήσει και τις απόλυτες μοναρχίες της Αραβικής Χερσονήσου, ήταν η αρχή. Ο παραγκωνισμός του Κατάρ και του υπερφιλόδοξου προηγούμενου Εμίρη του, απάλλαξε το Ριάντ από τον κυριότερο τοπικό ανταγωνιστή του. Η πολιτική και οικονομική στήριξη των Αιγύπτιων στρατηγών που ανέτρεψαν τον Mohammad Morsi (με τις ευλογίες των υπερσυντηρητικών “σαλαφιστών” και ενώ η Ουάσιγκτον ταλαντευόταν) ήταν η απάντηση στο ενδεχόμενο εκδημοκρατισμού της περιοχής με όχημα την, μισητή στους Σαούντ, Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Όμως δύο μεγάλες εκκρεμότητες παραμένουν: η ανατροπή του Assad, που για το βασίλειο έχει εξελιχθεί σε εμμονή, δεν έχει επιτευχθεί, μολονότι η Συρία έχει κατακλυσθεί από κάθε είδους τζιχαντιστές αντάρτες με σουαδαραβική “επιμελητεία”. Και το Ιράν, όχι μόνο δεν χάνει τα ερείσματά του σε Ιράκ, Συρία και Λίβανο αλλά και προβάλλει έτοιμο να εξέλθει από το καθεστώς του διεθνούς παρία.
Εξ ού και η βασιλική οικογένεια έχει χάσει την ψυχραιμία της. Τον Ιούλιο, ο επικεφαλής των σαουδαραβικών μυστικών υπηρεσιών πρίγκηπας Bandar bin Sultan (πρωταγωνιστής όλων των μυστικών επιχειρήσεων του βασιλείου και πρέσβυς στις ΗΠΑ επί 22 χρόνια) έγινε δεκτός από τον Vladimir Putin τον οποίο, σύμφωνα με μία εκδοχή, επιχείρησε να δελεάσει για έναν συντονισμό στο θέμα της Συρίας, υποσχόμενος εξοπλιστικές παραγγελίες ύψους 15 δισ. δολαρίων και εκτοπισμό του Κατάρ από τη διεθνή αγορά φυσικού αερίου. Κατά μία δεύτερη εκδοχή, ο πρίγκηπας απείλησε ευθέως τον συνομιλητή του, δηλώνοντας ότι οι Τσετσένοι ένοπλοι που μάχονται στη Συρία θα μπορούσαν να αναλάβουν δράση στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Σότσι.
Ο ίδιος άνθρωπος ήταν αυτός που στον απόηχο της τελευταίας Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών κάλεσε σε briefing τους διαπιστευμένους στη χώρα του Ευρωπαίους διπλωμάτες για να διαμηνύσει ότι η οργή του Ριάντ έναντι της Ουάσιγκτον ήταν τόση, που εξεταζόταν το ζήτημα της διακοπής της αμερικανο-σαουδαραβικής συνεργασίας σε μια σειρά από πεδία.
Ο δε εξάδελφός του και υπουργός Εξωτερικών Saud al-Faisal είχε φθάσει στο σημείο να ακυρώσει την ομιλία του στη Γενική Συνέλευση, ενώ λίγες μέρες μετά ανακοίνωσε οργισμένα ότι (για πρώτη φορά στα χρονικά του ΟΗΕ) η χώρα του αρνείται να καταλάβει την θέση μη μονίμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας που είχε καταλάβει μετά από διετή διπλωματική προσπάθεια.
Θα ήταν ήδη κωμικοτραγικοί αυτοί οι αυτοτραυματισμοί (και η αντίστοιχη καταγγελία της Δύσης, από... θέσεις αρχής, για την “απάθειά” της στη συριακή κρίση), αν η Σαουδική Αραβία δεν ήταν οικονομική υπερδύναμη και αν δεν ήταν σε θέση να προβάλλει τη σκοταδιστική εκδοχή της του Ισλάμ σε όλο τον μουσουλμανικό κόσμο.
Από τα τηλεγραφήματα του Wikileaks γνωρίζουμε τις παροτρύνσεις του βασιλιά Abdullah προς τους Αμερικανούς συνομιλητές του να “κόψουν το κεφάλι του φιδιού”, ήτοι του Ιράν. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, το Ριάντ μιλά από θέση σχετικής αδυναμίας και το κύριο μέλημά του αφορά την εσωτερική κατάσταση και όχι την διεθνή αρχιτεκτονική.
Η μάχη για τη διαδοχή του 89χρονου Abdullah χει υπογείως αρχίσει, ανοίγοντας για πρώτη φορά το ενδεχόμενο μεταβίβασης του θρόνου σε κάποιον από τους εγγονούς του ιδρυτή του κράτους Abdulaziz Ibn Saud. Ο κατά πλειοψηφία σιιιτκός πληθυσμός των πετρελαιοπαραγωγών ανατολικών επαρχιών βρίσκεται σε μόνιμη αναταραχή, ενώ η διατήρηση του καθεστώτος της απόλυτης μοναρχίας δεν θα είναι για πολύ εφικτή, αν οι αλλαγές στη διεθνή ενεργειακή αγορά (αξιοποίηση σχιστολιθικών υδρογονανθράκων κ.ο.κ.) αναιρέσουν τη σημασία της “ειδικής σχέσης” της Ουάσιγκτον με το Ριάντ.
Σε αυτό το φόντο επισκέφθηκε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών John Kerry τη Δευτέρα τη Σαουδική Αραβία, προκειμένου να μεταφέρει στους συνομιλητές του δύο καθησυχαστικά μηνύματα: πρώτον, ότι οι ΗΠΑ θα υπερασπισθούν το βασίλειο απέναντι σε οποιαδήποτε εξωτερική απειλή στην ασφάλειά του και δεύτερον ότι το Ριάντ θα ενημερώνεται σε κάθε φάση για την πορεία των συνομιλιών με το Ιράν.
Ο επικεφαλής του State Department είχε βέβαια δώσει τις εξετάσεις του την προηγουμένη επισκεπτόμενος (για πρώτη φορά μετά την ανατροπή Morsi) το Κάιρο, όπου, αναζητώντας ματαίως τον σωστό “τόνο”, διαβεβαίωσε ότι η διακοπή της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας (όπως προβλέπεται νομοθετικά για χώρες όπου έχει υπάρξει αντιδημοκρατική εκτροπή) δεν είναι “τιμωρητικό μέτρο”.
Ωστόσο, οι “αναντικατάστατοι”, όπως τους χαρακτήρισε, Σαουδάραβες σύμμαχοι, δεν έδειξαν να πείθονται. Ο John Kerry τόνισε ότι χωρίς τη συμμετοχή της μετριοπαθούς συριακής αντιπολίτευσης στη διάσκεψη “Γενεύη 2” δεν θα μπορέσει να υπάρξει τερματισμός της βίας στη Συρία, Όμως ο πρίγκηπας Saud (που χαρακτήρισε της αμερικανο-σαουδαραβικές διαφορές κυρίως τακτικές και όχι στρατηγικές) αντέτεινε ότι αν η συριακή καταστροφή, η “μεγαλύτερη της τρέχουσας χιλιετίας”, δεν είναι επαρκής λόγος επέμβασης, δεν γνωρίζει τί άλλο θα ήταν.
http://www.capital.gr/News.asp?id=1901851