Ο καθηγητής Χέρμαν Πάρτσινγκερ περιγράφει το σχέδιο του Πρωσικού Ιδρύματος με τα 60 μουσεία, βιβλιοθήκες, ερευνητικά κέντρα.Συνέντευξη στον Νικο Γ. Ξυδακη
O Χέρμαν Πάρτσινγκερ είναι ένας αθλητικός πενηντάρης, ένας προσηνής γενειοφόρος άνδρας, που μιλάει απλά, οργανωμένα, με σαφήνεια. Σαν επιστήμονας. Του αρέσει πολύ το Μουσείο Ακροπόλεως, αλλά αυτό που του έκανε εξαιρετική εντύπωση είναι το Βυζαντινό Μουσείο, για τον πλούτο των συλλογών και τον τρόπο έκθεσης των αντικειμένων. Είναι επιστήμονας: το πεδίο του είναι η προϊστορική αρχαιολογία. Εχει συμμετάσχει και έχει διευθύνει πολλές ανασκαφές σε Τουρκία, Ιράν, Σιβηρία, Καζαχστάν, Ουζμπεκιστάν. Εχει δουλέψει και στην Ελλάδα: στο ανασκαφικό πεδίο της μυκηναϊκής Τίρυνθας. Από το 2009, όμως, η ανασκαφική και ακαδημαϊκή του δράση έχει υποχωρήσει· το κύριο έργο του είναι η διεύθυνση του Πρωσικού Ιδρύματος Πολιτιστικής Κληρονομιάς, ενός από τους μεγαλύτερους πολιτιστικούς οργανισμούς παγκοσμίως, που περιλαμβάνει εξήντα μουσεία, βιβλιοθήκες, αρχεία και ερευνητικά κέντρα. Ολα στο Βερολίνο, πρωτεύουσα της Πρωσίας και πρωτεύουσα της Γερμανίας.
Ο Βαυαρός αρχαιολόγος εξελέγη πρόεδρος αυτού του γιγάντιου οργανισμού, το 2008, από εκπροσώπους των 16 κρατιδίων, μιας και το Πρωσικό Ιδρυμα έχει το μοναδικό προνόμιο να υποστηρίζεται όχι μόνο από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση αλλά και από τις κυβερνήσεις όλων των κρατιδίων: είναι μια εθνική, παγγερμανική υπόθεση. Ενας από τους σκοπούς του ιδρύματος άλλωστε είναι η επανασυγκέντρωση όλων των θησαυρών των πρωσικών συλλογών, οι οποίοι μετά τον Β΄ Παγκόσμιο σκόρπισαν, ως λάφυρα και αποζημιώσεις των νικητών. Μόνο οι Ρώσοι πήραν 2,5 εκατ. αντικείμενα, εκ των οποίων 1,5 εκατ. επανήλθαν στη Γερμανία τη δεκαετία του ’50. «Ενα εκατομμύριο αντικείμενα παραμένουν σε ρωσικό έδαφος», μας πληροφορεί ο καθ. Πάρτσινγκερ. «Τα σημαντικά είναι περίπου διακόσιες χιλιάδες». Η επιστροφή τους είναι αβέβαιη, ωστόσο: «Οι Ρώσοι τα θεωρούν μέρος των πολεμικών αποζημιώσεων».
Και χωρίς αυτά όμως ο πλούτος των συλλογών είναι μυθικός. Μια περιπλάνηση στα μουσεία του περίφημου Νησιού των Μουσείων αρκεί για να εντυπωσιάσει τον καθένα: Μεσοποταμία, Μέση Ανατολή, Αφρική, Ωκεανία, Αμερική και βέβαια Ευρώπη, όλοι οι πολιτισμοί από τα βάθη της προϊστορίας έως και τον 20ό αιώνα, είναι εκεί, με κάθε λογής έργα τέχνης, επιστήμης, θρησκείας, καθημερινής ζωής.
Στο Νησί των Μουσείων
Το Νησί των Μουσείων είναι ο πυρήνας ασφαλώς του Πρωσικού Ιδρύματος: το Altes Museum (1830) του περίφημου αρχιτέκτονα Κ. Φ. Σίνκελ θεωρείται το αρχετυπικό μουσείο των νεότερων χρόνων, βάσει του οποίου οργανώνονται κτιριακά και εννοιολογικά όλα τα μουσεία μετά από αυτό. Πλάι του το Νeues Museum (1859), του Φ. Α. Στίλερ, μαθητή του Σίνκελ, το οποίο έστεκε μισοερειπωμένο επί 70 χρόνια, και αναστηλώθηκε το 2009 από τον D. Chipperfield. Τα υπόλοιπα, επίσης σπουδαία: Bode (1904), Alte Nationalgallerie (1876), Pergamon Museum (1930) με τις εντυπωσιακές ανακατασκευές από την Πέργαμο και τη Βαβυλώνα. Η ανακαίνιση του Pergamon άρχισε στην αρχή του 2013 και θα ολοκληρωθεί σε τουλάχιστον δεκατρία χρόνια.
Το κτιριακό πρόγραμμα στο Νησί προχωρεί με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Αλλά το πρότζεκτ του Πρωσικού Ιδρύματος είναι πολύ ευρύτερο: φιλοδοξεί να μεταμορφώσει το Βερολίνο σε πολιτιστική μητρόπολη με παγκόσμια ακτινοβολία, ανταγωνιζόμενη τη Νέα Υόρκη, το Λονδίνο, το Παρίσι. «Ξεκινάμε από τα μεγάλα επιστημονικά και καλλιτεχνικά επιτεύγματα του 19ου αιώνα και φτάνουμε στον 21ο αιώνα. Αλλά δίνουμε ίδια έμφαση και στους πολιτισμούς εκτός Ευρώπης. Το σύνολό μας θα έχει οικουμενικό χαρακτήρα και θα περιλαμβάνει όχι μόνο έργα τέχνης, αλλά κάθε πτυχή της ανθρώπινης δραστηριότητας». Πράγματι, και μόνο το κτιριακό πρόγραμμα δείχνει το ιστορικό εύρος: από τον Σίνκελ στον Mies van der Roe, στη μοναδική Νeue Nationalgallerie του (1968), τον Παρθενώνα του μοντερνισμού. «Το σχέδιο του Mies ξεκίνησε από μια παραγγελία της ποτοποιίας Bacardi για κτίριό της στην Αβάνα. Η κουβανική επανάσταση ματαίωσε την ανέγερση και το σχέδιο, τροποποιημένο, ήρθε στο Βερολίνο», σχολιάζει ο καθ. Πάρτσινγκερ. Το κτίριο όμως έχει γεράσει, η ανακαίνιση έχει ξεκινήσει.
Το πιο φιλόδοξο έργο είναι η ανακατασκευή του Παλατιού του Βερολίνου, εκεί όπου κάποτε ήταν τα πρωσικά ανάκτορα και τα οποία κατεδάφισε στη δεκαετία ’50 το ανατολικογερμανικό καθεστώς για να χρίσει στη θέση του το Παλάτι της Δημοκρατίας, τη δεκαετία ’70. Μετά την ενοποίηση, μια δεύτερη κατεδάφιση άφησε κενό το οικόπεδο για να υψωθεί πάλι το πρωσικό μεγαλείο, αλλά με νέο κόνσεπτ: Θα ανακατασκευαστούν οι προσόψεις, αλλά στο εσωτερικό θα είναι ένα σύγχρονο κτίριο. Κυρίως με νέο συμβολισμό: «Το Παλάτι θα είναι η έδρα του Humboldt Forum, δεν θα έχει αμιγή πολιτικό συμβολισμό, θα είναι ένα αστικό ορόσημο που θα ενοποιεί πολεοδομικά το κέντρο του Βερολίνου, και θα είναι ένας κόμβος για τις τέχνες, τις επιστήμες, την έρευνα, τα γράμματα, τον πολιτισμό. Θα περιέχει τις μη ευρωπαϊκές συλλογές των κρατικών μουσείων του Βερολίνου, συλλογές της Βιβλιοθήκης του Βερολίνου, και έναν εκθεσιακό χώρο για το περιώνυμο Πανεπιστήμιο Humboldt».
Το Humboldt Forum, όπως μας το περιγράφει ο συνομιλητής μας, θα φιλοξενεί διαρκώς εκθέσεις, διαλέξεις, συνέδρια, κινηματογραφικές προβολές, συναυλίες, θα είναι μια κυψέλη μοναδική ίσως στον κόσμο, που θα προσπαθεί να υπερβεί κατά πολύ τον χαρακτήρα του Κέντρου Πομπιντού ή του Λίνκολν Σέντερ, πρωτοποριακών χώρων των περασμένων δεκαετιών.
Αναστηλώσεις και ανεγέρσεις κόστους 3 δισ.
«Το 1984 επισκέφθηκα πρώτη φορά το Νησί των Μουσείων, στο τότε Ανατολικό Βερολίνο. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση το γκρεμισμένο Νέο Μουσείο· αναρωτήθηκα γιατί να μην έχει αναστηλωθεί. Το ’φερε η τύχη και, είκοσι πέντε χρόνια αργότερα, ήμουν παρών, ως πρόεδρος, στα εγκαίνια του αναστηλωμένου Νέου Μουσείου». Το παράδειγμα του καθηγητή Πάρτσινγκερ περιγράφει συνοπτικά το μεγαλεπήβολο σχέδιο αναστηλώσεων και νέων κατασκευών του Πρωσικού Ιδρύματος Πολιτιστική Κληρονομιάς, που αρχίζει τυπικά το 1957, με τον ιδρυτικό νόμο που ψήφισε η Ομοσπονδιακή Βουλή. Ο κατασκευαστικός πυρετός όμως άρχισε μόνο μετά την πτώση του Τείχους και την ενοποίηση του Βερολίνου.Το πρόγραμμα, έως την πρώτη φάση ολοκλήρωσης, το 2019, με την ανέγερση του Berlin Palace, θα απορροφήσει περίπου 3 δισ. ευρώ, όλα από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό και με πόρους από τα 16 κρατίδια.
Ενδεικτικά: Η αναστήλωση του Νέου Μουσείου στοίχισε 200 εκατ. ευρώ. Η Εθνική Βιβλιοθήκη, παραδοτέα το 2016, θα απορροφήσει 400 εκατ. Η ανακαίνιση της Νέας Εθνικής Πινακοθήκης 80 εκατ., έως το 2017 κ.ο.κ.Το 2019 θα είναι το μεγάλο ορόσημο: Αφενός, θα παραδοθεί το Berlin Palace, μεγάλης συμβολικής και πολιτικής σημασίας. Αφετέρου, το ανακαινισμένο αριστούργημα του Mies Van Der Roe μαζί με ένα συμπληρωματικό κτίριο θα περιλάβουν την τέχνη του 20ού αιώνα, από τον εξπρεσιονισμό έως τον Γιόζεφ Μπόις, ενώ το Hamburger Banhoff θα περιλάβει μόνο σύγχρονη τέχνη από τον όψιμο 20ό αιώνα και μετά.