Ζούμε σε μία χώρα πραγματικά ξεχωριστή.
Μεταξύ των ιδιαιτεροτήτων της δεν είναι μόνον η λαμπρή πολιτιστική κληρονομιά
της και το απαράμιλλο φυσικό κάλλος της. Ένα κεντρικό χαρακτηριστικό της,
ατυχώς, είναι και η συχνότητα από τις διάφορες …φούσκες που δημιουργούνται και
διαλύονται σε σχετικά σύντομο διάστημα ή παρατείνονται απροόπτως επί μακρόν, με
επώδυνα αποτελέσματα σε κάθε περίπτωση.Ας
αναφέρουμε μερικά
παραδείγματα. Ποιός δεν θυμάται την φούσκα του Χρηματιστηρίου; Το έτος 1999 ο
γενικός δείκτης είχε φθάσει στις 6.300 μονάδες και αργότερα κατέρρευσε παταγωδώς
προκαλώντας οικονομική καταστροφή σε εκατοντάδες χιλιάδες ατυχείς
«επενδυτές».
Μία αντίστοιχη φούσκα υπήρξε στον χώρο των ακινήτων. Η τιμή ενός παραθαλάσσιου οικοπέδου σε ορισμένες περιοχές έφθασε το ένα εκατομμύριο ευρώ ανά στρέμμα, οι τιμές μονοκατοικιών, διαμερισμάτων και εμπορικών καταστημάτων σε ανάλογα, δυσθεώρητα ύψη. Από το 2009, οι τιμές υποχωρούν δραματικά. Παράλληλα, ο αριθμός των εμπορικών καταστημάτων ανά κάτοικο είχε ξεπεράσει κάθε αντίστοιχο δεδομένο σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα. Ήδη, και αυτή η φούσκα αποδομείται: χιλιάδες καταστήματα, κεντρικά και συνοικιακά, παραμένουν ξενοίκιαστα.
Πριν από τα επάρατα μνημόνια υπήρχαν περί τα 180 (!) ασφαλιστικά ταμεία, κύριας και επικουρικής ασφάλισης, με βασικό σκοπό τον διορισμό «ημετέρων» (όπως, άλλωστε, και σε κάθε δημόσια υπηρεσία, επιχείρηση ή οργανισμό). Παράλληλα, φούσκωνε ο αριθμός των συνταξιούχων με πενηντάρηδες ή σαραντάρηδες, αλλά και με …νεκρούς, τυφλούς …οδηγούς αυτοκινήτων ή ανάπηρους …δρομείς! Και ατυχώς -παρά την προσπάθεια «συμμαζέματος»-, ενώ σήμερα ένας συνταξιούχος στηρίζεται από δύο εργαζόμενους, εντός των επόμενων τριών δεκαετιών -σύμφωνα με δημογραφικές προβλέψεις- το βάρος αυτό θα πέσει σε 1,3 εργαζόμενους.
Στην περίοδο που τώρα διερχόμαστε, η φούσκα που μεγεθύνεται είναι αυτή των φόρων. Αυξανόμενοι φορολογικοί συντελεστές επί εισοδημάτων, κερδών και συναλλαγών, νέα τέλη και χαράτσια, εισφορές τακτικές και έκτακτες, απομυζούν κάθε ικμάδα από τους συνεπείς φορολογούμενους -κυρίως, μισθωτούς, συνταξιούχους και κατόχους ακίνητης περιουσίας (μεγάλης ή μικρής)- και ματαιώνουν κάθε δυνατότητα για αποταμίευση ή επένδυση. Και αυτή η φούσκα δεν θα μπορέσει να διατηρηθεί επί μακρόν.
Η πλέον ανωφελής και, ατυχώς, διατηρούμενη φούσκα είναι αυτή του δημόσιου τομέα εν γένει. Στην κορυφή, το πολιτικό σύστημα: Βουλή τριακοσίων μελών, που με απλό νόμο θα μπορούσε να μειωθεί σε διακόσια. Κυβερνήσεις τεσσαρακονταμελείς ή πεντηκονταμελείς. Προεδρία Δημοκρατίας, η παρουσία ή απουσία της οποίας σημαίνει ένα και το αυτό. Δημόσιες υπηρεσίες σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο, ΔΕΚΟ, θυγατρικές εταιρείες οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που, κατά κανόνα, θα μπορούσαν να λειτουργήσουν (αν θεωρήσουμε ότι η λειτουργία τους είναι απαραίτητη) με τα δύο τρίτα περίπου του αριθμού των σήμερα απασχολουμένων. Πλήθος νομικών προσώπων, δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, κυβερνητικών ή μη οργανώσεων, επιχορηγουμένων από τον κρατικό κορβανά, που ακόμη και σήμερα πιθανόν δεν είναι καταγεγραμμένα στην ολότητά τους. Σε πολλές περιπτώσεις, ουδείς γνωρίζει επακριβώς ποιό έργο επιτελούν οι φορείς αυτοί, πόσα άτομα απασχολούν και πόσες επιβαρύνσεις προκαλούν, άμεσα ή έμμεσα, στους φορολογούμενους.
Σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτει ο καθηγητής στην Σχολή Δημόσιας Διοίκησης κ. Π. Καρκατσούλης, το Ελληνικό Δημόσιο, ενώ μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980 απασχολούσε συνολικά 350.000 υπαλλήλους, μέσα στα λίγα επόμενα χρόνια -μετά την «Αλλαγή» του 1981- ο αριθμός αυτός αυξήθηκε κατά 30%, σε 450.000 περίπου. Πριν από το πρώτο μνημόνιο (άνοιξη του 2010) ο αριθμός αυτός είχε ανέλθει σε 900.000 περίπου (!!) Για την δημιουργία της φούσκας αυτής υπάρχει απαράγραπτη ευθύνη όλων των κυβερνήσεων που ήλθαν στην εξουσία στο ενδιάμεσο διάστημα (αλλά και των κομμάτων της Αριστεράς, που πίεζαν για ακόμη περισσότερες προσλήψεις).
Αυτή η πέραν από κάθε λογική διόγκωση του δημόσιου τομέα δημιούργησε άλλες, παρεπόμενες φούσκες και μπαλόνια. Το δημόσιο χρέος, από 0,6 δις ευρώ το 1975, ανήλθε σε 340,6 δις ευρώ το 2012 (ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, από 26% σε 176% αντίστοιχα). Τούτο σημαίνει, χρέος κατά κεφαλήν 66 ευρώ το 1975 και 30.120 ευρώ το 2012. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (που καθρεφτίζει την εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας), από 1,1% το 1981 έφθασε σε 16% το 2009 (!) Ο αριθμός των πάσης φύσεως κανονιστικών διατάξεων (νόμοι, προεδρικά διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις) ξεπέρασε τις 171.000.
Σύμφωνα με μία καταγραφή, υπάρχουν 23.142 διαφορετικές αρμοδιότητες, εν τούτοις κάθε δημόσιος υπάλληλος διαμαρτύρεται ότι δεν έχει «budget», δεν έχει αρμοδιότητα… Μέσα σε αυτό το έδαφος εκτρέφονται η γραφειοκρατία (με το κόστος της στην Ελλάδα να υπολογίζεται σε 6,8% επί του ΑΕΠ, έναντι 3,4% κατά μέσον όρο στην ΕΕ) και η συναφής διαφθορά, με εκπροσώπους επιφανείς, όπως ο καταδικασθείς πρώην Υπουργός Εθνικής Άμυνας, ή λιγότερο προβεβλημένους αλλά εξ ίσου απεχθείς, όπως οι υπάλληλοι του ΙΚΑ Καλλιθέας και ο συνδικαλιστής του νοσοκομείου «Σωτηρία».
Υπάρχει ελπίδα η χώρα να παύσει επιτέλους να είναι Φουσκολάνδη και να λειτουργήσει με τρόπο ομαλό και πολιτισμένο, αντάξιο της ιστορίας της. Χρειάζεται, όμως, ακόμη πολύ μεγάλη προσπάθεια γι’ αυτό.
(από την εφημερίδα "Εστία")
Μία αντίστοιχη φούσκα υπήρξε στον χώρο των ακινήτων. Η τιμή ενός παραθαλάσσιου οικοπέδου σε ορισμένες περιοχές έφθασε το ένα εκατομμύριο ευρώ ανά στρέμμα, οι τιμές μονοκατοικιών, διαμερισμάτων και εμπορικών καταστημάτων σε ανάλογα, δυσθεώρητα ύψη. Από το 2009, οι τιμές υποχωρούν δραματικά. Παράλληλα, ο αριθμός των εμπορικών καταστημάτων ανά κάτοικο είχε ξεπεράσει κάθε αντίστοιχο δεδομένο σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα. Ήδη, και αυτή η φούσκα αποδομείται: χιλιάδες καταστήματα, κεντρικά και συνοικιακά, παραμένουν ξενοίκιαστα.
Πριν από τα επάρατα μνημόνια υπήρχαν περί τα 180 (!) ασφαλιστικά ταμεία, κύριας και επικουρικής ασφάλισης, με βασικό σκοπό τον διορισμό «ημετέρων» (όπως, άλλωστε, και σε κάθε δημόσια υπηρεσία, επιχείρηση ή οργανισμό). Παράλληλα, φούσκωνε ο αριθμός των συνταξιούχων με πενηντάρηδες ή σαραντάρηδες, αλλά και με …νεκρούς, τυφλούς …οδηγούς αυτοκινήτων ή ανάπηρους …δρομείς! Και ατυχώς -παρά την προσπάθεια «συμμαζέματος»-, ενώ σήμερα ένας συνταξιούχος στηρίζεται από δύο εργαζόμενους, εντός των επόμενων τριών δεκαετιών -σύμφωνα με δημογραφικές προβλέψεις- το βάρος αυτό θα πέσει σε 1,3 εργαζόμενους.
Στην περίοδο που τώρα διερχόμαστε, η φούσκα που μεγεθύνεται είναι αυτή των φόρων. Αυξανόμενοι φορολογικοί συντελεστές επί εισοδημάτων, κερδών και συναλλαγών, νέα τέλη και χαράτσια, εισφορές τακτικές και έκτακτες, απομυζούν κάθε ικμάδα από τους συνεπείς φορολογούμενους -κυρίως, μισθωτούς, συνταξιούχους και κατόχους ακίνητης περιουσίας (μεγάλης ή μικρής)- και ματαιώνουν κάθε δυνατότητα για αποταμίευση ή επένδυση. Και αυτή η φούσκα δεν θα μπορέσει να διατηρηθεί επί μακρόν.
Η πλέον ανωφελής και, ατυχώς, διατηρούμενη φούσκα είναι αυτή του δημόσιου τομέα εν γένει. Στην κορυφή, το πολιτικό σύστημα: Βουλή τριακοσίων μελών, που με απλό νόμο θα μπορούσε να μειωθεί σε διακόσια. Κυβερνήσεις τεσσαρακονταμελείς ή πεντηκονταμελείς. Προεδρία Δημοκρατίας, η παρουσία ή απουσία της οποίας σημαίνει ένα και το αυτό. Δημόσιες υπηρεσίες σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο, ΔΕΚΟ, θυγατρικές εταιρείες οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που, κατά κανόνα, θα μπορούσαν να λειτουργήσουν (αν θεωρήσουμε ότι η λειτουργία τους είναι απαραίτητη) με τα δύο τρίτα περίπου του αριθμού των σήμερα απασχολουμένων. Πλήθος νομικών προσώπων, δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, κυβερνητικών ή μη οργανώσεων, επιχορηγουμένων από τον κρατικό κορβανά, που ακόμη και σήμερα πιθανόν δεν είναι καταγεγραμμένα στην ολότητά τους. Σε πολλές περιπτώσεις, ουδείς γνωρίζει επακριβώς ποιό έργο επιτελούν οι φορείς αυτοί, πόσα άτομα απασχολούν και πόσες επιβαρύνσεις προκαλούν, άμεσα ή έμμεσα, στους φορολογούμενους.
Σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτει ο καθηγητής στην Σχολή Δημόσιας Διοίκησης κ. Π. Καρκατσούλης, το Ελληνικό Δημόσιο, ενώ μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980 απασχολούσε συνολικά 350.000 υπαλλήλους, μέσα στα λίγα επόμενα χρόνια -μετά την «Αλλαγή» του 1981- ο αριθμός αυτός αυξήθηκε κατά 30%, σε 450.000 περίπου. Πριν από το πρώτο μνημόνιο (άνοιξη του 2010) ο αριθμός αυτός είχε ανέλθει σε 900.000 περίπου (!!) Για την δημιουργία της φούσκας αυτής υπάρχει απαράγραπτη ευθύνη όλων των κυβερνήσεων που ήλθαν στην εξουσία στο ενδιάμεσο διάστημα (αλλά και των κομμάτων της Αριστεράς, που πίεζαν για ακόμη περισσότερες προσλήψεις).
Αυτή η πέραν από κάθε λογική διόγκωση του δημόσιου τομέα δημιούργησε άλλες, παρεπόμενες φούσκες και μπαλόνια. Το δημόσιο χρέος, από 0,6 δις ευρώ το 1975, ανήλθε σε 340,6 δις ευρώ το 2012 (ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, από 26% σε 176% αντίστοιχα). Τούτο σημαίνει, χρέος κατά κεφαλήν 66 ευρώ το 1975 και 30.120 ευρώ το 2012. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (που καθρεφτίζει την εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας), από 1,1% το 1981 έφθασε σε 16% το 2009 (!) Ο αριθμός των πάσης φύσεως κανονιστικών διατάξεων (νόμοι, προεδρικά διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις) ξεπέρασε τις 171.000.
Σύμφωνα με μία καταγραφή, υπάρχουν 23.142 διαφορετικές αρμοδιότητες, εν τούτοις κάθε δημόσιος υπάλληλος διαμαρτύρεται ότι δεν έχει «budget», δεν έχει αρμοδιότητα… Μέσα σε αυτό το έδαφος εκτρέφονται η γραφειοκρατία (με το κόστος της στην Ελλάδα να υπολογίζεται σε 6,8% επί του ΑΕΠ, έναντι 3,4% κατά μέσον όρο στην ΕΕ) και η συναφής διαφθορά, με εκπροσώπους επιφανείς, όπως ο καταδικασθείς πρώην Υπουργός Εθνικής Άμυνας, ή λιγότερο προβεβλημένους αλλά εξ ίσου απεχθείς, όπως οι υπάλληλοι του ΙΚΑ Καλλιθέας και ο συνδικαλιστής του νοσοκομείου «Σωτηρία».
Υπάρχει ελπίδα η χώρα να παύσει επιτέλους να είναι Φουσκολάνδη και να λειτουργήσει με τρόπο ομαλό και πολιτισμένο, αντάξιο της ιστορίας της. Χρειάζεται, όμως, ακόμη πολύ μεγάλη προσπάθεια γι’ αυτό.
(από την εφημερίδα "Εστία")