Οι μαζικές εκδηλώσεις που έλαβαν χώρα αυτή την εβδομάδα στην Ουγγαρία στο πρόβλημα του εορτασμού της Ημέρας της Ανεξαρτησίας για πρώτη φορά στη νεότατη ιστορία της χώρας αυτής σημαδεύτηκαν από συνθήματα με έντονο πνεύμα κατά της πολιτικής της ΕΕ και του «ξένου κεφαλαίου».
Λαμβανομένου
υπόψη του βαθμού δημοτικότητας της σημερινής κυβέρνησης του Βίκτορ
Όρμπαν και των οικονομικών επιτυχιών της, η διαμάχη μεταξύ της
Βουδαπέστης και των Βρυξελλών θα εντείνεται, παρασύροντας στην τροχιά
της και άλλα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.
Την
άνοιξη του 2014 στην Ουγγαρία αναμένονται βουλευτικές εκλογές και η
κεντροαριστερή αντιπολίτευση ήδη έσπευσε να κατηγορήσει τον πρωθυπουργό
Όρμπαν και τους οπαδούς του για προσπάθεια χρησιμοποίησης της Ημέρας της
Ανεξαρτησίας για προεκλογικούς σκοπούς. Ωστόσο ακριβώς στο Βίκτορ
Όρμπαν λιγότερο από τους άλλους κορυφαίους Ούγγρους πολιτικούς αρέσει να
χρησιμοποιεί την πολιτική συγκυρία στην εκτίμηση των ιστορικών
γεγονότων. Εξάλλου και η πολιτική του καριέρα στο μεταίχμιο των
δεκαετιών του ΄80 και του ΄90 του περασμένου αιώνα είχε αρχίσει ακριβώς
με συνθήματα έντονης επίκρισης της Σοβιετικής Ένωσης και υπεράσπισης του
αυτοτελούς δρόμου του κράτους της Ουγγαρίας.
Φυσικά,
οι επικριτικές επιθέσεις κατά των Βρυξελλών στην Ουγγαρία εκείνης της
εποχής, η οποία επεδίωκε την ένταξη το ταχύτερο στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, δεν
ήταν της μόδας. Για τον απλούστατο λόγο ότι τίποτα δεν υπήρχε για την
άσκηση κριτικής. Η σύγχρονη μορφή της ΕΕ μόλις που διαμορφωνόταν τότε
στη Μάαστριχτ - αντί του ευρώ λειτουργούσε το ασαφές ECU και κύριο
πλεονέκτημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης φαινόταν η δυνατότητα διακίνησης
στις χώρες της Ευρώπης χωρίς βίζα. Η ένταξη της Ουγγαρίας το 2004 στην
ΕΕ αποτέλεσε επιτυχία όλων των ουγγρικών κυβερνήσεων των προηγούμενων 15
χρόνων.
Όμως
σε ένα-δυο χρόνια η ευφορία στην Ουγγαρία και τις γειτονικές της χώρες
αντικαταστάθηκε από αυξανόμενη ανησυχία και νέο γύρο εθνικιστικών
διαθέσεων. Όπως αποδείχτηκε, η ΕΕ όχι μόνο δεν είναι ικανή να προσδώσει
νέα ώθηση στον κοινωνικο-οικονομικό τομέα, αλλά και σε κάποιο βαθμό
στέρησε από τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης τις κατακτήσεις της
σοσιαλιστικής εποχής: τις βιομηχανικές επιχειρήσεις, τις παραδόσεις της
γεωργικής παραγωγής, τις συνήθεις αγορές πώλησης. Από του Ούγγρους,
Πολωνούς, Τσέχους, Σλοβάκους (και από το 2007 από τους Βούλγαρους και
τους Ρουμάνους) απαιτούσαν ουσιαστικά να απορρίψουν την εθνικά
προσανατολισμένη οικονομία, την εμπορική και εξωτερική πολιτική
αυτοτέλεια και τις πολιτιστικές εθνικές παραδόσεις. Και από το 2009
προστέθηκαν οι απαιτήσεις να «σφίξουν τα ζωνάρια» για τη διάσωση των
καταχρεωμένων Ελλήνων, ή των Γερμανών αστών, ή των γραφειοκρατων των
Βρυξελλών.
* Οι απόψεις της Σύνταξης μπορεί να μη συμπίπτουν με τις απόψεις του/της αρθρογράφου.