Του Χριστόδουλου Γιαλλουρίδη
Η Κύπρος απειλείται με υπαγωγή της στο τουρκικό σύστημα
εξουσίας μέσα από τις δρομολογούμενες λύσεις και αυτό θα σήμαινε πως η
Αθήνα δεν χάνει την Κύπρο ως έδαφος, αλλά ως τρισχιλιετή ιστορία
ελληνικής παρουσίας
Η Νέα Υόρκη σηματοδοτεί εξελίξεις που θα καθορίσουν πιθανότατα το μέλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας και κατά προέκταση της Κύπρου. Οι διαπραγματεύσεις, που βρίσκονται εν εξελίξει, λαμβάνουν χώρα σε μια στιγμή που στο «Κυπριακό βασίλειο της Δανιμαρκίας» συμβαίνουν πράγματα και θαύματα ανήκουστα για την κυπριακή ιστορία και την πολιτιστική της παράδοση, την πολιτική κουλτούρα των Κυπρίων.
Η διαφθορά και η σήψη έφτασε σε όρια που προσβάλλουν, όχι μόνο τη λογική και τον πολιτισμό μας, αλλά και την αισθητική μας, κυρίως όμως φοβίζουν τους πάντες ως προς το μέλλον, αφού κανένα κράτος δεν μπορεί να λειτουργήσει όταν διαβρώνονται οι θεσμοί και καταρρέουν οι δομές του πολιτικού συστήματος και της κρατικής εν γένει οντότητας εκ των έσω.
Ο φόβος συνίσταται και στην απονομιμοποιημένη λειτουργία της σχέσης πολιτικού προσωπικού και κοινωνίας, μια σχέση που είναι βαρύτατα τραυματισμένη τα τελευταία τουλάχιστον έξι χρόνια. Παράλληλα, η Αθήνα που είναι εθνικά, πολιτικά και νομικά υποχρεωμένη να στηρίζει τη Λευκωσία στις επιλογές της, κυρίως στο δρομολόγιο της λύσης και εδώ μιλούμε για την ανυπαρξία στρατηγικής, κινείται σπασμωδικά, αδύναμα και κυρίως χωρίς εθνικά συγκροτημένη πολιτική σε σχέση με το μέλλον της Κύπρου, ως μέλλοντος που άπτεται της ύπαρξης του Ελληνισμού και των κρατικών συμφερόντων της ίδιας της χώρας. Όπως έλεγε και ο Γεώργιος Παπανδρέου το 1964, η Κύπρος είναι από τη θέση και τη γεωστρατηγική της σημασία, το γεωπολιτικό προγεφύρωμα της Ελλάδας στην Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική.
Η Κύπρος απειλείται με υπαγωγή της στο τουρκικό σύστημα εξουσίας μέσα από τις δρομολογούμενες λύσεις και αυτό θα σήμαινε πως η Αθήνα δεν χάνει την Κύπρο ως έδαφος, χάνει την Κύπρο ως πολιτισμό, ως τρισχιλιετή ιστορία ελληνικής παρουσίας. Η υπαγωγή στο τουρκικό σύστημα εξουσίας σημαίνει ότι οδηγείται η Κύπρος σε πολιτιστική και πολιτική αλλοτρίωση, πράγμα που σημαίνει πως ο Ελληνισμός, ως διαρκής και διαχρονική δυναμική παρουσία στο νησί, θα παύσει να έχει τον πρώτο λόγο και ευθύνη για τον τόπο και το μέλλον του, αλλά θα αναλάβουν οι άλλοι, οι ξένοι, οι ετερόκλητοι, οι Τούρκοι, οι οποίοι θα αφανίσουν τα ίχνη του πολιτισμού και της ιστορίας, όχι μόνο ως παρελθόντος, αλλά κυρίως ως μέλλοντος. Αυτοί που διαπραγματεύονται πρέπει να γνωρίζουν ότι πιθανότατα θα είναι με βάση αυτά τα δεδομένα, η τελευταία γενιά Ελλήνων ηγετών της Κύπρου.
Στη Νέα Υόρκη λαμβάνει χώρα τούτη την ώρα και προφανώς τις προηγούμενες ημέρες μια διαρκής διαπραγμάτευση για τη διευθέτηση του Κυπριακού, όπως την αντιλαμβάνονται οι διαχειριστές του προβλήματος της Κύπρου, τρίτοι, πλην Κυπρίων και Ελλήνων. Έτσι λοιπόν, η φόρμουλα διευθέτησης λαμβάνει χώρα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδος, δηλαδή του Αχμέτ Νταβούτογλου και του Ευάγγελου Βενιζέλου, διαμεσολαβούντων των Ηνωμένων Πολιτειών και μηχανορραφούντων στο παρασκήνιο, ως είθισται, των Άγγλων και όχι μόνο!
Υπάρχει εν εξελίξει μια ομιχλώδης συζήτηση γύρω από την προετοιμασία μιας τετραμερούς διάσκεψης για την επίλυση του Κυπριακού, που σημαίνει Ελλάδα, Τουρκία, Ελληνοκύπριοι, Τουρκοκύπριοι, της οποίας το πλαίσιο και το περιεχόμενο ως προς την ουσία της λύσης, η δημοσιότητα δεν γνωρίζει τίποτα συγκεκριμένο. Εκείνο που αντιλαμβανόμαστε συνίσταται σε μια διολίσθηση της κρατικής οντότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας σε επίπεδο κοινότητας, αφού ουσιαστικά η διαπραγμάτευση γίνεται μεταξύ δύο κρατών, της Ελλάδας και της Τουρκίας και δύο κοινοτήτων, των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Φυσικά το ζήτημα που ανακύπτει δεν είναι μόνο αν θα υπάρχει λύση και τι είδους λύση, είναι πολύ περισσότερο το ενδεχόμενο της αποτυχίας αυτής της διαπραγμάτευσης ή μιας αδιέξοδης πορείας της. Σε αυτό το ενδεχόμενο η Κυπριακή Δημοκρατία θα βγει τραυματισμένη και αποδυναμωμένη, ενώ θα έχει ουσιαστικά ενισχυθεί η τουρκοκυπριακή «κρατική οντότητα».
Αυτό που ουσιαστικά λέμε είναι ότι από αυτήν τη διαδικασία a priori η Κύπρος υφίσταται έναν τραυματισμό της διεθνούς της κρατικής παρουσίας, που αντανακλά τόσο στη διαπραγματευτική της ισχύ, εν μέσω της διαδικασίας, όσο και μετά το τέλος της διαπραγμάτευσης. Το πλήγμα, εν προκειμένω, αφορά στο κύρος και στην υπόσταση της Κύπρου ως κρατικής οντότητας, που την αναγνωρίζει το διεθνές σύστημα ως μόνη εκπρόσωπο της Κύπρου διεθνώς.
Η επιλογή της τετραμερούς ήταν πάγια θέση των Τούρκων, θέση η οποία εξίσωνε στο επίπεδο της κρατικής οντότητας τους Ελληνοκυπρίους με τους Τουρκοκυπρίους ως ξεχωριστές κρατικές οντότητες. Για την Τουρκία, η Κυπριακή Δημοκρατία από το 1964 και μετά δεν υφίσταται. Πέραν τούτου, που είναι πολύ σοβαρό πρόβλημα για το διεθνές κύρος της Κύπρου ως ανεξάρτητου κράτους, ένα κύρος που ολοένα βαίνει μειούμενο, εξαιτίας δικών μας λαθών πολιτικής και στρατηγικής, το ζήτημα που τίθεται είναι με ποιο σχέδιο πάμε στη διαπραγμάτευση; Τι επιδιώκουμε; Θέλει να πετύχει η Κύπρος την απελευθέρωση της Αμμοχώστου; Θαυμάσια! Και μετά τι; Θα είναι η απελευθέρωση απαλλαγμένη οποιωνδήποτε άλλων πολιτικών δεσμεύσεων σε σχέση με τη λύση;
Ποια είναι η στρατηγική της κυπριακής και ελλαδικής ηγεσίας σε σχέση με τη λύση; Περιμένουμε παραχωρήσεις από την Τουρκία, γιατί αποκαθίσταται σταδιακά ένα κλίμα συναινετικής συνεννόησης μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας; Ποιες είναι οι προϋποθέσεις που θέτουμε στη διαπραγμάτευση για τη λύση; Σε ποια βάση θα στηθεί η οικοδόμηση του κυπριακού κράτους ως μετεξέλιξης της Κυπριακής Δημοκρατίας; Θα υπάρξει πρόνοια σεβασμού στα ανθρώπινα δικαιώματα και στις ατομικές ελευθερίες όλων των πολιτών; Θα λειτουργεί η δημοκρατία για όλους, όπως συμβαίνει σε όλα τα κράτη του δυτικού κόσμου και της Ευρώπης ιδιαίτερα, ομοσπονδιακά ή μη; Θα υπάρξει κράτος δικαίου, δηλαδή προστασία και ισότιμη μεταχείριση όλων; Κυρίως όμως, τι είδους κράτος επιχειρείται να οικοδομηθεί;
Σήμερα βιώνουμε το μεταμοντέρνο κράτος, όπου οι άνθρωποι επικοινωνούν μεταξύ τους ελεύθερα και ανεμπόδιστα, όπου η ασφάλεια όλων και η κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους είναι μια υπόθεση που εμπεδώθηκε τους τελευταίους τρεις αιώνες σε όλο τον δυτικό κόσμο. Είμαστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αυτό σημαίνει μέτοχοι στην ευρωπαϊκή πολιτική παράδοση και κουλτούρα. Ουδείς διανοείται να δημιουργήσει ένα θνησιγενές κρατικό εξάμβλωμα που να μην μπορεί να λειτουργεί, να παράγει ανωμαλία και προβλήματα. Το θνησιγενές αυτό κράτος δεν θα προστρέξει κανείς να το στηρίξει μετά την υπογραφή των προνοιών διάλυσης, όπως μαρτυρεί το τραγικό παράδειγμα της Βοσνίας ή ακόμα και του Κοσσυφοπεδίου. Θα αφήσουν την Κύπρο να απορροφηθεί από τον μεγάλο και ισχυρό γείτονά της.
Αντιθέτως, το πρόβλημα της Κύπρου συνίσταται σε μια διεθνή ανωμαλία, όπως είναι η παράνομη επιθετική διεκδίκηση της Τουρκίας έναντι της Κύπρου. Θα ήταν πάρα πολύ εύκολο να λυθεί το Κυπριακό, αν η Τουρκία εξαναγκαζόταν να αφήσει την Κύπρο ελεύθερη και ανεμπόδιστη να οργανώσει τις κρατικές της υποθέσεις σύμφωνα με τη βούληση του λαού της, Ελλήνων, Τούρκων και άλλων μειονοτήτων, σεβόμενη πάντοτε το διεθνές δίκαιο και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Γιατί η Κύπρος έχει παράδοση δυτικού πολιτικού πολιτισμού, έχει το θεσμικό πλαίσιο που της επιτρέπει να ξανακτίσει ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό για τους πολίτες της κράτος, που να είναι σε θέση να συμβάλει στην υπόθεση της ειρήνης και της ασφάλειας στη Νοτιοανατολική Λεκάνη της Μεσογείου και την ευρύτερη Μέση Ανατολή. Υπάρχει η υποδομή, υπάρχει η θέληση των Κυπρίων να κτίσουν το κράτος τους.
Το κυριότερο πρόβλημα που απασχολεί όλους εμάς που είμαστε εκτός της ενεργού πολιτικής κονίστρας, αλλά σκεφτόμαστε με τους κανόνες της επιστήμης και της ακαδημαϊκής κοινότητας, συνίσταται στην ανησυχία μας, από την προχειρότητα των ανθρώπων που διαχειρίζονται τα πολιτικά πράγματα και κατά καιρούς την υπόθεση της Κύπρου, οι οποίοι και απέτυχαν στο καθήκον τους να αποκαταστήσουν τη διεθνή νομιμότητα, τη δικαιοσύνη και την ελευθερία στην Κύπρο. Τούτο μάλιστα, ακόμα και σε περιόδους που η Κύπρος και η Ελλάδα ήταν ισχυρές και η Τουρκία αδύναμη. Γιατί ακριβώς ήμασταν πρόχειροι και επιχειρούσαμε με ερασιτεχνικές ενέργειες και σχεδιασμούς του ποδαριού, να επιτύχουμε την επίλυση ενός διεθνούς προβλήματος, όπου η εμπλοκή των συμφερόντων του διεθνούς παράγοντα ήταν άμεση και ενεργός.
Η κυπριακή κοινωνία πρέπει να διεκδικήσει ενημέρωση, κινητοποιούμενη παντού, διεκδικώντας συμμετοχή και λόγο στο μέλλον. Κανείς δεν διανοείται πλέον το ενδεχόμενο να ξυπνήσει ένα Σάββατο, όχι μόνο χωρίς χρήματα, αλλά και χωρίς κράτος, χωρίς πατρίδα. Ο Ελληνισμός δικαιούται να ξέρει προς τα πού οδεύει το κυπριακό πρόβλημα. Ποια είναι η στοχοθεσία και ποιες οι πραγματικές επιλογές μας; Ποιο είναι το σχέδιό μας για την Κύπρο του σήμερα και του αύριο; Ζούμε στιγμές που δεν επιτρέπεται να κινούμαστε με βάση τις υποδείξεις των άλλων, αλλά επί τη βάσει του δικού μας σχεδίου και των συμφερόντων του Ελληνισμού.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου
Η Νέα Υόρκη σηματοδοτεί εξελίξεις που θα καθορίσουν πιθανότατα το μέλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας και κατά προέκταση της Κύπρου. Οι διαπραγματεύσεις, που βρίσκονται εν εξελίξει, λαμβάνουν χώρα σε μια στιγμή που στο «Κυπριακό βασίλειο της Δανιμαρκίας» συμβαίνουν πράγματα και θαύματα ανήκουστα για την κυπριακή ιστορία και την πολιτιστική της παράδοση, την πολιτική κουλτούρα των Κυπρίων.
Η διαφθορά και η σήψη έφτασε σε όρια που προσβάλλουν, όχι μόνο τη λογική και τον πολιτισμό μας, αλλά και την αισθητική μας, κυρίως όμως φοβίζουν τους πάντες ως προς το μέλλον, αφού κανένα κράτος δεν μπορεί να λειτουργήσει όταν διαβρώνονται οι θεσμοί και καταρρέουν οι δομές του πολιτικού συστήματος και της κρατικής εν γένει οντότητας εκ των έσω.
Ο φόβος συνίσταται και στην απονομιμοποιημένη λειτουργία της σχέσης πολιτικού προσωπικού και κοινωνίας, μια σχέση που είναι βαρύτατα τραυματισμένη τα τελευταία τουλάχιστον έξι χρόνια. Παράλληλα, η Αθήνα που είναι εθνικά, πολιτικά και νομικά υποχρεωμένη να στηρίζει τη Λευκωσία στις επιλογές της, κυρίως στο δρομολόγιο της λύσης και εδώ μιλούμε για την ανυπαρξία στρατηγικής, κινείται σπασμωδικά, αδύναμα και κυρίως χωρίς εθνικά συγκροτημένη πολιτική σε σχέση με το μέλλον της Κύπρου, ως μέλλοντος που άπτεται της ύπαρξης του Ελληνισμού και των κρατικών συμφερόντων της ίδιας της χώρας. Όπως έλεγε και ο Γεώργιος Παπανδρέου το 1964, η Κύπρος είναι από τη θέση και τη γεωστρατηγική της σημασία, το γεωπολιτικό προγεφύρωμα της Ελλάδας στην Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική.
Η Κύπρος απειλείται με υπαγωγή της στο τουρκικό σύστημα εξουσίας μέσα από τις δρομολογούμενες λύσεις και αυτό θα σήμαινε πως η Αθήνα δεν χάνει την Κύπρο ως έδαφος, χάνει την Κύπρο ως πολιτισμό, ως τρισχιλιετή ιστορία ελληνικής παρουσίας. Η υπαγωγή στο τουρκικό σύστημα εξουσίας σημαίνει ότι οδηγείται η Κύπρος σε πολιτιστική και πολιτική αλλοτρίωση, πράγμα που σημαίνει πως ο Ελληνισμός, ως διαρκής και διαχρονική δυναμική παρουσία στο νησί, θα παύσει να έχει τον πρώτο λόγο και ευθύνη για τον τόπο και το μέλλον του, αλλά θα αναλάβουν οι άλλοι, οι ξένοι, οι ετερόκλητοι, οι Τούρκοι, οι οποίοι θα αφανίσουν τα ίχνη του πολιτισμού και της ιστορίας, όχι μόνο ως παρελθόντος, αλλά κυρίως ως μέλλοντος. Αυτοί που διαπραγματεύονται πρέπει να γνωρίζουν ότι πιθανότατα θα είναι με βάση αυτά τα δεδομένα, η τελευταία γενιά Ελλήνων ηγετών της Κύπρου.
Στη Νέα Υόρκη λαμβάνει χώρα τούτη την ώρα και προφανώς τις προηγούμενες ημέρες μια διαρκής διαπραγμάτευση για τη διευθέτηση του Κυπριακού, όπως την αντιλαμβάνονται οι διαχειριστές του προβλήματος της Κύπρου, τρίτοι, πλην Κυπρίων και Ελλήνων. Έτσι λοιπόν, η φόρμουλα διευθέτησης λαμβάνει χώρα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδος, δηλαδή του Αχμέτ Νταβούτογλου και του Ευάγγελου Βενιζέλου, διαμεσολαβούντων των Ηνωμένων Πολιτειών και μηχανορραφούντων στο παρασκήνιο, ως είθισται, των Άγγλων και όχι μόνο!
Υπάρχει εν εξελίξει μια ομιχλώδης συζήτηση γύρω από την προετοιμασία μιας τετραμερούς διάσκεψης για την επίλυση του Κυπριακού, που σημαίνει Ελλάδα, Τουρκία, Ελληνοκύπριοι, Τουρκοκύπριοι, της οποίας το πλαίσιο και το περιεχόμενο ως προς την ουσία της λύσης, η δημοσιότητα δεν γνωρίζει τίποτα συγκεκριμένο. Εκείνο που αντιλαμβανόμαστε συνίσταται σε μια διολίσθηση της κρατικής οντότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας σε επίπεδο κοινότητας, αφού ουσιαστικά η διαπραγμάτευση γίνεται μεταξύ δύο κρατών, της Ελλάδας και της Τουρκίας και δύο κοινοτήτων, των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Φυσικά το ζήτημα που ανακύπτει δεν είναι μόνο αν θα υπάρχει λύση και τι είδους λύση, είναι πολύ περισσότερο το ενδεχόμενο της αποτυχίας αυτής της διαπραγμάτευσης ή μιας αδιέξοδης πορείας της. Σε αυτό το ενδεχόμενο η Κυπριακή Δημοκρατία θα βγει τραυματισμένη και αποδυναμωμένη, ενώ θα έχει ουσιαστικά ενισχυθεί η τουρκοκυπριακή «κρατική οντότητα».
Αυτό που ουσιαστικά λέμε είναι ότι από αυτήν τη διαδικασία a priori η Κύπρος υφίσταται έναν τραυματισμό της διεθνούς της κρατικής παρουσίας, που αντανακλά τόσο στη διαπραγματευτική της ισχύ, εν μέσω της διαδικασίας, όσο και μετά το τέλος της διαπραγμάτευσης. Το πλήγμα, εν προκειμένω, αφορά στο κύρος και στην υπόσταση της Κύπρου ως κρατικής οντότητας, που την αναγνωρίζει το διεθνές σύστημα ως μόνη εκπρόσωπο της Κύπρου διεθνώς.
Η επιλογή της τετραμερούς ήταν πάγια θέση των Τούρκων, θέση η οποία εξίσωνε στο επίπεδο της κρατικής οντότητας τους Ελληνοκυπρίους με τους Τουρκοκυπρίους ως ξεχωριστές κρατικές οντότητες. Για την Τουρκία, η Κυπριακή Δημοκρατία από το 1964 και μετά δεν υφίσταται. Πέραν τούτου, που είναι πολύ σοβαρό πρόβλημα για το διεθνές κύρος της Κύπρου ως ανεξάρτητου κράτους, ένα κύρος που ολοένα βαίνει μειούμενο, εξαιτίας δικών μας λαθών πολιτικής και στρατηγικής, το ζήτημα που τίθεται είναι με ποιο σχέδιο πάμε στη διαπραγμάτευση; Τι επιδιώκουμε; Θέλει να πετύχει η Κύπρος την απελευθέρωση της Αμμοχώστου; Θαυμάσια! Και μετά τι; Θα είναι η απελευθέρωση απαλλαγμένη οποιωνδήποτε άλλων πολιτικών δεσμεύσεων σε σχέση με τη λύση;
Ποια είναι η στρατηγική της κυπριακής και ελλαδικής ηγεσίας σε σχέση με τη λύση; Περιμένουμε παραχωρήσεις από την Τουρκία, γιατί αποκαθίσταται σταδιακά ένα κλίμα συναινετικής συνεννόησης μεταξύ Αθηνών και Άγκυρας; Ποιες είναι οι προϋποθέσεις που θέτουμε στη διαπραγμάτευση για τη λύση; Σε ποια βάση θα στηθεί η οικοδόμηση του κυπριακού κράτους ως μετεξέλιξης της Κυπριακής Δημοκρατίας; Θα υπάρξει πρόνοια σεβασμού στα ανθρώπινα δικαιώματα και στις ατομικές ελευθερίες όλων των πολιτών; Θα λειτουργεί η δημοκρατία για όλους, όπως συμβαίνει σε όλα τα κράτη του δυτικού κόσμου και της Ευρώπης ιδιαίτερα, ομοσπονδιακά ή μη; Θα υπάρξει κράτος δικαίου, δηλαδή προστασία και ισότιμη μεταχείριση όλων; Κυρίως όμως, τι είδους κράτος επιχειρείται να οικοδομηθεί;
Σήμερα βιώνουμε το μεταμοντέρνο κράτος, όπου οι άνθρωποι επικοινωνούν μεταξύ τους ελεύθερα και ανεμπόδιστα, όπου η ασφάλεια όλων και η κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους είναι μια υπόθεση που εμπεδώθηκε τους τελευταίους τρεις αιώνες σε όλο τον δυτικό κόσμο. Είμαστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αυτό σημαίνει μέτοχοι στην ευρωπαϊκή πολιτική παράδοση και κουλτούρα. Ουδείς διανοείται να δημιουργήσει ένα θνησιγενές κρατικό εξάμβλωμα που να μην μπορεί να λειτουργεί, να παράγει ανωμαλία και προβλήματα. Το θνησιγενές αυτό κράτος δεν θα προστρέξει κανείς να το στηρίξει μετά την υπογραφή των προνοιών διάλυσης, όπως μαρτυρεί το τραγικό παράδειγμα της Βοσνίας ή ακόμα και του Κοσσυφοπεδίου. Θα αφήσουν την Κύπρο να απορροφηθεί από τον μεγάλο και ισχυρό γείτονά της.
Αντιθέτως, το πρόβλημα της Κύπρου συνίσταται σε μια διεθνή ανωμαλία, όπως είναι η παράνομη επιθετική διεκδίκηση της Τουρκίας έναντι της Κύπρου. Θα ήταν πάρα πολύ εύκολο να λυθεί το Κυπριακό, αν η Τουρκία εξαναγκαζόταν να αφήσει την Κύπρο ελεύθερη και ανεμπόδιστη να οργανώσει τις κρατικές της υποθέσεις σύμφωνα με τη βούληση του λαού της, Ελλήνων, Τούρκων και άλλων μειονοτήτων, σεβόμενη πάντοτε το διεθνές δίκαιο και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Γιατί η Κύπρος έχει παράδοση δυτικού πολιτικού πολιτισμού, έχει το θεσμικό πλαίσιο που της επιτρέπει να ξανακτίσει ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό για τους πολίτες της κράτος, που να είναι σε θέση να συμβάλει στην υπόθεση της ειρήνης και της ασφάλειας στη Νοτιοανατολική Λεκάνη της Μεσογείου και την ευρύτερη Μέση Ανατολή. Υπάρχει η υποδομή, υπάρχει η θέληση των Κυπρίων να κτίσουν το κράτος τους.
Το κυριότερο πρόβλημα που απασχολεί όλους εμάς που είμαστε εκτός της ενεργού πολιτικής κονίστρας, αλλά σκεφτόμαστε με τους κανόνες της επιστήμης και της ακαδημαϊκής κοινότητας, συνίσταται στην ανησυχία μας, από την προχειρότητα των ανθρώπων που διαχειρίζονται τα πολιτικά πράγματα και κατά καιρούς την υπόθεση της Κύπρου, οι οποίοι και απέτυχαν στο καθήκον τους να αποκαταστήσουν τη διεθνή νομιμότητα, τη δικαιοσύνη και την ελευθερία στην Κύπρο. Τούτο μάλιστα, ακόμα και σε περιόδους που η Κύπρος και η Ελλάδα ήταν ισχυρές και η Τουρκία αδύναμη. Γιατί ακριβώς ήμασταν πρόχειροι και επιχειρούσαμε με ερασιτεχνικές ενέργειες και σχεδιασμούς του ποδαριού, να επιτύχουμε την επίλυση ενός διεθνούς προβλήματος, όπου η εμπλοκή των συμφερόντων του διεθνούς παράγοντα ήταν άμεση και ενεργός.
Η κυπριακή κοινωνία πρέπει να διεκδικήσει ενημέρωση, κινητοποιούμενη παντού, διεκδικώντας συμμετοχή και λόγο στο μέλλον. Κανείς δεν διανοείται πλέον το ενδεχόμενο να ξυπνήσει ένα Σάββατο, όχι μόνο χωρίς χρήματα, αλλά και χωρίς κράτος, χωρίς πατρίδα. Ο Ελληνισμός δικαιούται να ξέρει προς τα πού οδεύει το κυπριακό πρόβλημα. Ποια είναι η στοχοθεσία και ποιες οι πραγματικές επιλογές μας; Ποιο είναι το σχέδιό μας για την Κύπρο του σήμερα και του αύριο; Ζούμε στιγμές που δεν επιτρέπεται να κινούμαστε με βάση τις υποδείξεις των άλλων, αλλά επί τη βάσει του δικού μας σχεδίου και των συμφερόντων του Ελληνισμού.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής,
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου