«Συνομωσία του Μονάχου» - έτσι
ονόμασαν οι ιστορικοί τη συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε 75 χρόνια πριν
στη Γερμανία. Στις 29 και 30 Σεπτεμβρίου του 1938 στη πρωτεύουσα της
Βαυαρίας συναντήθηκαν οι επικεφαλής των κυβερνήσεων της Αγγλίας, της
Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας. Τους εκπροσώπους της
Τσεχοσλοβακίας, η τύχη της οποίας αποφασιζόταν στις συνομιλίες, και την
ΕΣΣΔ, δεν κάλεσαν στο Μόναχο. Η συνεδρίαση ήταν στην πραγματικότητα ένα
από τα πρώτα βήματα για το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η άνετη για τους σύγχρονους ρωσοφόβους θεωρεία αποσιωπεί το γεγονός ότι το Σύμφωνο ήταν για τη Μόσχα μία αναγκαστική ενέργεια. Ή μάλλον μια απάντηση για τις συμφωνίες που είχαν συναφθεί με το Βερολίνο από τις κυβερνήσεις της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας. Η Ευρώπη πρόλαβε να αξιολογήσει την απειλή από την Γερμανία, και ήθελε να κατευθύνει την επιθετικότητα του Χίτλερ προς την ανατολή. Όμως το παιχνίδι αποδείχθηκε ότι είναι πολύ δύσκολο ακόμα για τους έμπειρους πολιτικούς.
Όπως είναι γνωστό, ο Χίτλερ ξεκίνησε την πορεία του για την «παγκόσμια κυριαρχία» με την προσάρτηση της Αυστρίας το 1938. Το κατάφερε εύκολα και αμέσως μετά βρήκε τον επόμενο στόχο. Η Τσεχοσλοβακία μετά τη διάσπαση της Αυστρο-Ουγγρικής Αυτοκρατορίας έγινε μια από τις πιο ευημερούσες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Στο έδαφός της βρίσκονταν οι σημαντικότερες βιομηχανικές επιχειρήσεις, επίσης από τους 14 εκατομμύρια κατοίκους περίπου τα 3 εκατομμύρια ήταν Γερμανοί ως προς την εθνότητα, οι οποίοι κατοικούσαν στη Σουδητία.
Στις αρχές του 1938 ο Χίτλερ μετακίνησε τα γερμανικά στρατεύματα προς τα σύνορα με τη Τσεχοσλοβακία. Η Σοβιετική Ένωση και η Γαλλία προειδοποίησαν τη Γερμανία ότι θα εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους ως προς την Πράγα. Ενώ το Λονδίνο δήλωσε ότι δεν μπορεί να εγγυηθεί τη στήριξη της Μεγάλης Βρετανίας σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης κατά της Τσεχοσλοβακίας. Ο Χίτλερ, εμπνευσμένος από την αναποφασιστικότητα της βρετανικής κυβέρνησης, αποφάσισε να στηρίξει τα σχέδιά του πάνω στην «πέμπτη φάλαγγα», η οποία αποτελούταν από Γερμανούς της Σουδητίας και το προ-ναζιστικό Σουδητικό γερμανικό κόμμα. Ο Γκενλέιν, ηγέτης του κόμματος αυτού, απαίτησε στην ουσία από την Τσεχοσλοβακία να απαρνηθεί την κυριαρχία της για την περιοχή της Σουδητίας (24 Απριλίου). Στις 30 Απριλίου ο Χίτλερ έδωσε μια κρυφή διαταγή για τη διεξαγωγή της επιχείρησης «Γκριουν» έως τη 1η Οκτωβρίου του 1938.
Το Παρίσι, παρεμπιπτόντως, σύντομα σταμάτησε να το παίζει ως ένας ιδεολογικός ειρηνοποιός. Οι Γάλλοι διπλωμάτες μαζί με τους Άγγλους εταίρους τους ξεκίνησαν μια μεγάλη εκστρατεία, προετοιμάζοντας την κοινή γνώμη για μια μελλοντική συμφωνία με τον Χίτλερ. Και στις 18 Σεπτεμβρίου ακολούθησε το άγγλο-γαλλικό τελεσίγραφο προς την Πράγα για την παραχώρηση στη Γερμανία μέρους των εδαφών της. Ο Χίτλερ διαβεβαίωσε τον Τσάμπερλεν: εάν λυθεί το πρόβλημα των Γερμανών της Σουδητίας, τότε ο ίδιος δεν θα έχει περαιτέρω εδαφικές διεκδικήσεις στην Ευρώπη. Οι ηγέτες των τριών χωρών – Τσάμπερλεν, Νταλαντιέ και Μουσολίνι, συναντήθηκαν Στο Μόναχο στις 29 Σεπτεμβρίου. Και στις 30 υπέγραψαν τη συμφωνία.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Τσάμπερλεν, επιστρέφοντας στο Λονδίνο μετά τη διάσκεψη του Μονάχου, δήλωσε στη Βουλή των Κοινοτήτων: «Κύριοι, έχω φέρει την ειρήνη στη γενιά σας». Όμως αντί για ειρήνη έφερε τον πόλεμο. Η «Συνομωσία του Μονάχου» έλυσε τα χέρια του Χίτλερ. Ενώ η ΕΣΣΔ, ουσιαστικά δεν είχε συμμάχους και θα ήταν στα πρόθυρα της ήττας εάν η Γερμανία χτυπούσε το 39 είτε στις αρχές του 40. Με αυτό τον τρόπο το Σύμφωνο Μόλοτοφ-Ρίμπεντροπ, η ένταξη των κρατών της Βαλτικής θάλασσας στην ΕΣΣΔ, αποτέλεσαν ένα αναγκαίο μέτρο. Η Σοβιετική Ένωση ωθούσε τη γραμμή ασφαλείας προς τη Δύση.
Ερμηνείες
της ιστορίας, ιδιαίτερα των γεγονότων που συνέβησαν πριν το Δεύτερο
Παγκόσμιο Πόλεμο, τις τελευταίες δεκαετίες εμφανίζονται με επιταχυνόμενο
ρυθμό. Μια από τις πιο δημοφιλής θεωρίες μεταξύ των δυτικών, και ακόμη
και Ρώσων επιστημόνων αφορά το «Σύμφωνο Μόλοτοφ-Ρίμπεντροπ», μιας
συμφωνίας μη επίθεσης μεταξύ της Γερμανίας και της ΕΣΣΔ του 1939. Η
δημοτικότητά της είναι εύκολο να εξηγηθεί, διότι η ευθύνη για την έναρξη
του πολέμου αναθέτεται στη Σοβιετική Ένωση. Έχει μάλιστα φτάσει στο
σημείο που την ημέρα της υπογραφής της συμφωνίας, την 23η Αυγούστου, το
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το ανακοίνωσε ως «ημέρα μνήμης των θυμάτων
σταλινισμού και ναζισμού».
Η άνετη για τους σύγχρονους ρωσοφόβους θεωρεία αποσιωπεί το γεγονός ότι το Σύμφωνο ήταν για τη Μόσχα μία αναγκαστική ενέργεια. Ή μάλλον μια απάντηση για τις συμφωνίες που είχαν συναφθεί με το Βερολίνο από τις κυβερνήσεις της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας. Η Ευρώπη πρόλαβε να αξιολογήσει την απειλή από την Γερμανία, και ήθελε να κατευθύνει την επιθετικότητα του Χίτλερ προς την ανατολή. Όμως το παιχνίδι αποδείχθηκε ότι είναι πολύ δύσκολο ακόμα για τους έμπειρους πολιτικούς.
Όπως είναι γνωστό, ο Χίτλερ ξεκίνησε την πορεία του για την «παγκόσμια κυριαρχία» με την προσάρτηση της Αυστρίας το 1938. Το κατάφερε εύκολα και αμέσως μετά βρήκε τον επόμενο στόχο. Η Τσεχοσλοβακία μετά τη διάσπαση της Αυστρο-Ουγγρικής Αυτοκρατορίας έγινε μια από τις πιο ευημερούσες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Στο έδαφός της βρίσκονταν οι σημαντικότερες βιομηχανικές επιχειρήσεις, επίσης από τους 14 εκατομμύρια κατοίκους περίπου τα 3 εκατομμύρια ήταν Γερμανοί ως προς την εθνότητα, οι οποίοι κατοικούσαν στη Σουδητία.
Στις αρχές του 1938 ο Χίτλερ μετακίνησε τα γερμανικά στρατεύματα προς τα σύνορα με τη Τσεχοσλοβακία. Η Σοβιετική Ένωση και η Γαλλία προειδοποίησαν τη Γερμανία ότι θα εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους ως προς την Πράγα. Ενώ το Λονδίνο δήλωσε ότι δεν μπορεί να εγγυηθεί τη στήριξη της Μεγάλης Βρετανίας σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης κατά της Τσεχοσλοβακίας. Ο Χίτλερ, εμπνευσμένος από την αναποφασιστικότητα της βρετανικής κυβέρνησης, αποφάσισε να στηρίξει τα σχέδιά του πάνω στην «πέμπτη φάλαγγα», η οποία αποτελούταν από Γερμανούς της Σουδητίας και το προ-ναζιστικό Σουδητικό γερμανικό κόμμα. Ο Γκενλέιν, ηγέτης του κόμματος αυτού, απαίτησε στην ουσία από την Τσεχοσλοβακία να απαρνηθεί την κυριαρχία της για την περιοχή της Σουδητίας (24 Απριλίου). Στις 30 Απριλίου ο Χίτλερ έδωσε μια κρυφή διαταγή για τη διεξαγωγή της επιχείρησης «Γκριουν» έως τη 1η Οκτωβρίου του 1938.
Το Παρίσι, παρεμπιπτόντως, σύντομα σταμάτησε να το παίζει ως ένας ιδεολογικός ειρηνοποιός. Οι Γάλλοι διπλωμάτες μαζί με τους Άγγλους εταίρους τους ξεκίνησαν μια μεγάλη εκστρατεία, προετοιμάζοντας την κοινή γνώμη για μια μελλοντική συμφωνία με τον Χίτλερ. Και στις 18 Σεπτεμβρίου ακολούθησε το άγγλο-γαλλικό τελεσίγραφο προς την Πράγα για την παραχώρηση στη Γερμανία μέρους των εδαφών της. Ο Χίτλερ διαβεβαίωσε τον Τσάμπερλεν: εάν λυθεί το πρόβλημα των Γερμανών της Σουδητίας, τότε ο ίδιος δεν θα έχει περαιτέρω εδαφικές διεκδικήσεις στην Ευρώπη. Οι ηγέτες των τριών χωρών – Τσάμπερλεν, Νταλαντιέ και Μουσολίνι, συναντήθηκαν Στο Μόναχο στις 29 Σεπτεμβρίου. Και στις 30 υπέγραψαν τη συμφωνία.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Τσάμπερλεν, επιστρέφοντας στο Λονδίνο μετά τη διάσκεψη του Μονάχου, δήλωσε στη Βουλή των Κοινοτήτων: «Κύριοι, έχω φέρει την ειρήνη στη γενιά σας». Όμως αντί για ειρήνη έφερε τον πόλεμο. Η «Συνομωσία του Μονάχου» έλυσε τα χέρια του Χίτλερ. Ενώ η ΕΣΣΔ, ουσιαστικά δεν είχε συμμάχους και θα ήταν στα πρόθυρα της ήττας εάν η Γερμανία χτυπούσε το 39 είτε στις αρχές του 40. Με αυτό τον τρόπο το Σύμφωνο Μόλοτοφ-Ρίμπεντροπ, η ένταξη των κρατών της Βαλτικής θάλασσας στην ΕΣΣΔ, αποτέλεσαν ένα αναγκαίο μέτρο. Η Σοβιετική Ένωση ωθούσε τη γραμμή ασφαλείας προς τη Δύση.
* Η άποψη της Σύνταξης μπορεί να μη συμπίπτει με την άποψη του/της αρθρογράφου.