Του Ηλια Μαγκλινη
Μολονότι προσπαθώ να αποφεύγω τον σχολιασμό χρηματοοικονομικών ζητημάτων, η επικαιρότητα της κρίσης με ξεβράζει κάθε τόσο σε όχθες για τις οποίες -θα το πω ευθαρσώς- δεν γνωρίζω σχεδόν τίποτα. Αλλά αυτή είναι και μια βασική παράμετρος της δημοσιογραφίας: σε ωθεί στην ημιμάθεια, καθώς σου επιτρέπει, και συχνά σου επιβάλλει, να ασχολείσαι με τα πάντα, με τις ανάλογες φυσικά συνέπειες... Περιαυτολογώ μόνο και μόνο για να σταθώ στον πολυσυζητημένο αφορισμό του κ. Βορίδη, σύμφωνα με τον οποίο (αποδίδω από μνήμης), η οικονομική κρίση στη χώρα μας σήμερα έχει ονοματεπώνυμο: Ανδρέας Παπανδρέου.
Θα αφήσω λοιπόν στην άκρη κάθε κουβέντα περί οικονομικών. Σχολιάστηκαν εξάλλου οι συνέπειες (οι αρνητικές μα και οι θετικές) που είχαν στη χώρα οι οικονομικές πολιτικές του Α. Παπανδρέου, από δημοσιογράφους και αναλυτές που κατέχουν το αντικείμενο, συνεπώς δεν χρειάζεται -ευτυχώς- να το θίξω εδώ. Την ίδια στιγμή, σε όλα αυτά τα σχόλια έγινε αναφορά και στον περίφημο λαϊκισμό που άφησε κληρονομιά ο Α. Παπανδρέου. Από το πολύ γενικό αυτό πλαίσιο του λαϊκισμού, θα ήθελα να περιοριστώ σε ένα συγκεκριμένο σημείο: στην κληρονομιά του λεγόμενου «αυριανισμού».
Στις νεότερες γενιές δεν πρέπει να λέει και πολλά αυτός ο όρος. Οι σημερινοί εικοσάρηδες πρέπει να κοιτάζουν μάλλον αδιάφορα την εφημερίδα που γέννησε τον όρο αυτό, αναρτημένη στα περίπτερα, χαζεύοντας την άθλια αισθητική και τους πηχυαίους τίτλους μέσα από τους οποίους δίνεται καθημερινά ρεσιτάλ καταστροφολογίας.
Κι όμως, για όποιον έζησε την εφηβεία του μέσα στη δεκαετία του ’80, η «Αυριανή» της εποχής εκείνης ήταν κάτι πρωτοφανές - και ήταν στα χείλη όλων. Οι χυδαίες επιθέσεις στον Μάνο Χατζιδάκι, οι άθλιες συκοφαντίες γύρω από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τον οποίο παραμονές των βουλευτικών εκλογών του 1985 παρουσίαζε ως συνεργάτη των Γερμανών - είναι ελάχιστα από τα θαυμαστά κατορθώματά της. Κι όλα αυτά με τις ευλογίες τού τότε ηγέτη του ΠΑΣΟΚ. Τότε, η «Αυριανή» απλώς κυριαρχούσε. Εκανε τον μεγαλύτερο θόρυβο κι έριχνε την πιο βρωμερή λάσπη (αλλάζοντας «στρατόπεδο» όποτε τη βόλευε: μέσα της δεκαετίας του ’90, προέβη στην αθλιότητα να δημοσιεύσει ιδιωτικές φωτογραφίες της κ. Λιάνη...).
Οχι πια όμως. Από καιρό έχει περάσει στο περιθώριο. Εχει εξάλλου προ πολλού ξεπεραστεί κυρίως από διάφορους τηλεαστέρες. Και εδώ βρίσκεται το πρόβλημα: ενώ η ίδια η «Αυριανή» βρίσκεται στην αρμόζουσα παρακμή, δύο τρία κλικ μακριά από τις «προφητείες» που εξαγγέλλει κάθε τόσο η «Ελεύθερη Ωρα», ο λεγόμενος «αυριανισμός» είναι παρών. Δεν είναι φυσικά η μοναδική κληρονομιά που άφησε πίσω του ο Α. Παπανδρέου, σίγουρα όμως πρέπει να είναι, πολιτισμικά μιλώντας έστω, η πλέον επονείδιστη. Και είναι σαν ένα καρκίνωμα το οποίο, από τη δεκαετία του ’80 έως σήμερα, δεν έχει κάνει απλώς μεταστάσεις αλλά έχει διαχυθεί σε πολλές και διαφορετικές σφαίρες των μέσων μαζικής ενημέρωσης, κυρίως όμως στην ιδιωτική τηλεόραση. Και για να μην περιοριστούμε στα παραδοσιακά Μέσα: ιστοσελίδες, μπλογκ, «τιτιβίσματα» και «ποσταρίσματα» σε social media μοιάζουν συχνά να συνεχίζουν την κίτρινη υποκουλτούρα. Διότι ο «αυριανισμός» έπλασε και διαμόρφωσε συνειδήσεις, καθόρισε μια νοσηρή νοοτροπία, η οποία δεν αφορά μονάχα τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ και το κόμμα του, αλλά σημαντικό μέρος της πολιτικής ζωής της χώρας και, δυστυχώς, της ίδιας της κοινωνίας.
Στην ιστοσελίδα του free press Lifo, ο κ. Βαγγέλης Μακρής έγραφε προχθές για τον «επιθανάτιο ρόγχο του αυριανισμού», σχολιάζοντας: «Καθώς ο αυριανισμός ξεψυχά ένας νεοναζιστής τού κρατά το χέρι» (www.lifo.gr). Δεν είμαι τόσο αισιόδοξος ότι ο «αυριανισμός ξεψυχά». Η δική μου αίσθηση είναι ότι απλώς έχει αλλάξει μορφή και, το χειρότερο, έχει διευρυνθεί. Οπωσδήποτε, τα νεοναζιστικά μορφώματα του ταιριάζουν γάντι.
Σε κάθε περίπτωση, το φαινόμενο Ανδρέα Παπανδρέου είναι σαφώς εξαιρετικά πολύπλευρο για να εξαντληθεί μέσα σε έναν αφορισμό. Κάτι ανάλογο ισχύει και για τον αυριανισμό στην ευρεία του έννοια: δεν αφορά μόνον τον Ανδρέα Παπανδρέου αλλά όλους μας.
Μολονότι προσπαθώ να αποφεύγω τον σχολιασμό χρηματοοικονομικών ζητημάτων, η επικαιρότητα της κρίσης με ξεβράζει κάθε τόσο σε όχθες για τις οποίες -θα το πω ευθαρσώς- δεν γνωρίζω σχεδόν τίποτα. Αλλά αυτή είναι και μια βασική παράμετρος της δημοσιογραφίας: σε ωθεί στην ημιμάθεια, καθώς σου επιτρέπει, και συχνά σου επιβάλλει, να ασχολείσαι με τα πάντα, με τις ανάλογες φυσικά συνέπειες... Περιαυτολογώ μόνο και μόνο για να σταθώ στον πολυσυζητημένο αφορισμό του κ. Βορίδη, σύμφωνα με τον οποίο (αποδίδω από μνήμης), η οικονομική κρίση στη χώρα μας σήμερα έχει ονοματεπώνυμο: Ανδρέας Παπανδρέου.
Θα αφήσω λοιπόν στην άκρη κάθε κουβέντα περί οικονομικών. Σχολιάστηκαν εξάλλου οι συνέπειες (οι αρνητικές μα και οι θετικές) που είχαν στη χώρα οι οικονομικές πολιτικές του Α. Παπανδρέου, από δημοσιογράφους και αναλυτές που κατέχουν το αντικείμενο, συνεπώς δεν χρειάζεται -ευτυχώς- να το θίξω εδώ. Την ίδια στιγμή, σε όλα αυτά τα σχόλια έγινε αναφορά και στον περίφημο λαϊκισμό που άφησε κληρονομιά ο Α. Παπανδρέου. Από το πολύ γενικό αυτό πλαίσιο του λαϊκισμού, θα ήθελα να περιοριστώ σε ένα συγκεκριμένο σημείο: στην κληρονομιά του λεγόμενου «αυριανισμού».
Στις νεότερες γενιές δεν πρέπει να λέει και πολλά αυτός ο όρος. Οι σημερινοί εικοσάρηδες πρέπει να κοιτάζουν μάλλον αδιάφορα την εφημερίδα που γέννησε τον όρο αυτό, αναρτημένη στα περίπτερα, χαζεύοντας την άθλια αισθητική και τους πηχυαίους τίτλους μέσα από τους οποίους δίνεται καθημερινά ρεσιτάλ καταστροφολογίας.
Κι όμως, για όποιον έζησε την εφηβεία του μέσα στη δεκαετία του ’80, η «Αυριανή» της εποχής εκείνης ήταν κάτι πρωτοφανές - και ήταν στα χείλη όλων. Οι χυδαίες επιθέσεις στον Μάνο Χατζιδάκι, οι άθλιες συκοφαντίες γύρω από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τον οποίο παραμονές των βουλευτικών εκλογών του 1985 παρουσίαζε ως συνεργάτη των Γερμανών - είναι ελάχιστα από τα θαυμαστά κατορθώματά της. Κι όλα αυτά με τις ευλογίες τού τότε ηγέτη του ΠΑΣΟΚ. Τότε, η «Αυριανή» απλώς κυριαρχούσε. Εκανε τον μεγαλύτερο θόρυβο κι έριχνε την πιο βρωμερή λάσπη (αλλάζοντας «στρατόπεδο» όποτε τη βόλευε: μέσα της δεκαετίας του ’90, προέβη στην αθλιότητα να δημοσιεύσει ιδιωτικές φωτογραφίες της κ. Λιάνη...).
Οχι πια όμως. Από καιρό έχει περάσει στο περιθώριο. Εχει εξάλλου προ πολλού ξεπεραστεί κυρίως από διάφορους τηλεαστέρες. Και εδώ βρίσκεται το πρόβλημα: ενώ η ίδια η «Αυριανή» βρίσκεται στην αρμόζουσα παρακμή, δύο τρία κλικ μακριά από τις «προφητείες» που εξαγγέλλει κάθε τόσο η «Ελεύθερη Ωρα», ο λεγόμενος «αυριανισμός» είναι παρών. Δεν είναι φυσικά η μοναδική κληρονομιά που άφησε πίσω του ο Α. Παπανδρέου, σίγουρα όμως πρέπει να είναι, πολιτισμικά μιλώντας έστω, η πλέον επονείδιστη. Και είναι σαν ένα καρκίνωμα το οποίο, από τη δεκαετία του ’80 έως σήμερα, δεν έχει κάνει απλώς μεταστάσεις αλλά έχει διαχυθεί σε πολλές και διαφορετικές σφαίρες των μέσων μαζικής ενημέρωσης, κυρίως όμως στην ιδιωτική τηλεόραση. Και για να μην περιοριστούμε στα παραδοσιακά Μέσα: ιστοσελίδες, μπλογκ, «τιτιβίσματα» και «ποσταρίσματα» σε social media μοιάζουν συχνά να συνεχίζουν την κίτρινη υποκουλτούρα. Διότι ο «αυριανισμός» έπλασε και διαμόρφωσε συνειδήσεις, καθόρισε μια νοσηρή νοοτροπία, η οποία δεν αφορά μονάχα τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ και το κόμμα του, αλλά σημαντικό μέρος της πολιτικής ζωής της χώρας και, δυστυχώς, της ίδιας της κοινωνίας.
Στην ιστοσελίδα του free press Lifo, ο κ. Βαγγέλης Μακρής έγραφε προχθές για τον «επιθανάτιο ρόγχο του αυριανισμού», σχολιάζοντας: «Καθώς ο αυριανισμός ξεψυχά ένας νεοναζιστής τού κρατά το χέρι» (www.lifo.gr). Δεν είμαι τόσο αισιόδοξος ότι ο «αυριανισμός ξεψυχά». Η δική μου αίσθηση είναι ότι απλώς έχει αλλάξει μορφή και, το χειρότερο, έχει διευρυνθεί. Οπωσδήποτε, τα νεοναζιστικά μορφώματα του ταιριάζουν γάντι.
Σε κάθε περίπτωση, το φαινόμενο Ανδρέα Παπανδρέου είναι σαφώς εξαιρετικά πολύπλευρο για να εξαντληθεί μέσα σε έναν αφορισμό. Κάτι ανάλογο ισχύει και για τον αυριανισμό στην ευρεία του έννοια: δεν αφορά μόνον τον Ανδρέα Παπανδρέου αλλά όλους μας.