ΜΙΑ ΠΡΩΤΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΡΟΩΡΩΝ «ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ» ΤΗΣ 28ης ΙΟΥΛΙΟΥ 2013 ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΑΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ
Το
πολιτικό πλαίσιο της ψηφοφορίας στα κατεχόμενα χαρακτηρίστηκε έντονα
από την πορεία μετασχηματισμού έτσι όπως προκύπτει από το οικονομικό
πρωτόκολλο της Άγκυρας, αλλά και τις επιπτώσεις που έχει στην
Τουρκοκυπριακή κοινότητα.
Τελικά, η πραγματικότητα που οικοδομείται
ανάμεσα στους Τουρκοκύπριους και η οποία φαίνεται καταρχήν να
καταγράφεται και στα αποτελέσματα είναι μια γενικότερη απογοήτευση από
το πολιτικό σύστημα. Η συμμετοχή στις εκλογές ήταν περίπου στο 70%,
ποσοστό που αποτελεί το δεύτερο χαμηλότερο σε σχέση με το 67% των
«εκλογών» του 1991. Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι το 1991 το
Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα και το Κόμμα Κοινοτικής Απελευθέρωσης
είχαν αποφασίσει να μποϊκοτάρουν τη ψηφοφορία. Ακόμα ένα χαρακτηριστικό
επηρεασμού της συμμετοχής ήταν και η περίοδος διεξαγωγής των «εκλογών»,
αφού ιστορικά είναι η πρώτη φορά που γίνονται Ιούλιο. Ενδεικτικά
αναφέρεται ότι στις«εκλογές»της 14ηςΔεκεμβρίου 2003 το ποσοστό συμμετοχής ήταν 86.48%, στις πρόωρες «εκλογές» της 20ης Φεβρουαρίου 2005 ήταν 80.76% και στις «εκλογές» της 19ης Απριλίου 2009 το ποσοστό συμμετοχής έφτασε στο 81.70%.
Κόμμα
|
Ποσοστό %
|
«Έδρες»
|
CTP-BG
|
38.4%
|
21
|
UBP
|
27.2%
|
14
|
DP-UG
|
23%
|
12
|
TDP
|
7.4%
|
3
|
BKP-TVG
|
3.2%
|
0
|
Ο νικητής: Το Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα (ΡΤΚ)
Το
ΡΤΚ κατάφερε να αυξήσει τα ποσοστά του από 29.3% το 2009, σε 38.4% το
2013. Έστω και αν δεν κατάφερε να υλοποιήσει τον βασικότερο στόχο που
ήταν ο σχηματισμός αυτοδύναμης «κυβέρνησης», με βάση αυτό το ποσοστό
αναλαμβάνει την εντολή σχηματισμού της. Η επάνοδος του Ρεπουμπλικανικού
οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Οι κυριότεροι έχουν ως εξής: επιτυχία
στη συσπείρωση της δικής του βάσης σε μια περίοδο έντονης απαξίωσης και
αποχής των Τουρκοκυπρίων από την πολιτική δραστηριότητα. Το κόμμα
κατάφερε να διατηρήσει ως ένα βαθμό την καλή λειτουργία των τοπικών του
επιτελείων.
Θα
πρέπει παράλληλα να σημειωθεί ότι η σύντομη παρουσία της Σιμπέλ Σιμπέρ
(που προέρχεται από το Ρεπουμπλικανικό) ως υπηρεσιακού «πρωθυπουργού»
πρόσθεσε στα υπέρ του κόμματος γιατί ανέδειξε έστω και σε μερικά
ζητήματα ένα διαφορετικό είδος διαχείρισης όπου η άρνηση σε επιβολές
μπορεί να είναι εφικτή. Για παράδειγμα ακύρωσε τις αναμενόμενες από την
Τουρκία εισαγωγές των «αντιτρομοκρατικών» οχημάτων σε μια εποχή
πρωταγωνιστικής τους παρουσίας στις κινητοποιήσεις του Γκεζί, ενώ
ξεκίνησε πιο ουσιαστικές έρευνες από προηγουμένως σε ζητήματα
παραχώρησης «υπηκοοτήτων» σε έποικους. Καθοριστικός παράγοντας για την
επάνοδο του Ρεπουμπλικανικού ήταν και η μεγάλη φθορά του Κόμματος
Εθνικής Ενότητας (ΚΕΕ) σε συνδυασμό με τη διάσπαση του. Η διάσπαση στους
ψήφους της Δεξιάς μεταξύ ΚΕΕ και Δημοκρατικού Κόμματος (ΔΚ) αφαίρεσε
τελικά την όποια δυνατότητα από τον Κιουτσιούκ να συνεχίσει απρόσκοπτα
την υλοποίηση του οικονομικού πρωτοκόλλου και ανέδειξε το
Ρεπουμπλικανικό ως μια άλλη (έστω όχι η καλύτερη) υπό τις περιστάσεις
προοπτική.
Τα
δύσκολα για το νικητή θα ξεκινήσουν από την επομένη της ψηφοφορίας. Οι
εσωτερικές αντιπαραθέσεις μεταξύ αριστερών και φιλελευθέρων έμειναν για
μεγάλο χρονικό διάστημα στο παρασκήνιο. Το τρίχρονο οικονομικό
πρωτόκολλο της Άγκυρας αποτελεί το επίκεντρο του διαχωρισμού των δύο
μεγάλων ομάδων μέσα στο Ρεπουμπλικανικό με τις διαφωνίες τους να
επεκτείνονται σε κάποια ζητήματα του Κυπριακού και των σχέσεων με την
Ελληνοκυπριακή κοινότητα. Η παρουσία γνωστών και νέων αριστερών
προσωπικοτήτων στο ψηφοδέλτιο του κόμματος, φαίνεται να ήταν μια αρχική
δήλωση προτιμήσεων της κομματικής βάσης. Όμως θα πρέπει να αναμένονται
τα ολοκληρωμένα αποτελέσματα για να φανεί τελικά ποιοι εκλέγονται, αλλά
και πως θα συμπεριφερθούν έναντι των σκληρών μέτρων του πρωτοκόλλου.
Βασικό στοιχείο αντιπαραθέσεων φαίνεται να είναι η πορεία
ιδιωτικοποιήσεων, για την οποία υπάρχουν ξεκάθαρες ρήτρες στο πακέτο της
Άγκυρας. Δύσκολο σημείο αναμένεται να είναι και η επιλογή των εταίρων
του συνασπισμού. Είναι γνωστό ότι υπάρχουν δυνάμεις στην Άγκυρα και
εντός του κόμματος που ευνοούν συνεργασία με το ΚΕΕ με στόχο την
απορρόφηση αντιδράσεων και την τελική ενσωμάτωση μεγάλου μέρους της
κοινωνίας στην εφαρμογή του μετασχηματισμού. Χαρακτηριστική η πρώτη
δήλωση του ηγέτη του κόμματος, Οζκάν Γιοργαντζίογλου, ο οποίος
υπογράμμισε ότι «θα τηρήσουμε ίσες αποστάσεις από όλους». Το ίδιο
γνωστές όμως είναι και οι μεγάλες αντιδράσεις εντός του Ρεπουμπλικανικού
σε ενδεχόμενη συνεργασία με το μεγάλο κόμμα της Δεξιάς.
Ο ηττημένος: Το Κόμμα Εθνικής Ενότητας
Το
ΚΕΕ αποτέλεσε από το 2009 και μετά το φορέα μετασχηματισμού των δομών
στα κατεχόμενα με βάση τα δύο τρίχρονα οικονομικά πρωτόκολλα (2010-2012
και 2013-2015). Η ηγεσία του κόμματος επέλεξε να ταυτιστεί πλήρως με τις
επιλογές της τουρκικής κυβέρνησης στο νέο ιδεολογικο-πολιτικό πλαίσιο
που οικοδομείται αυτή τη στιγμή. Τελικά το βασικό πρόβλημα προέκυψε από
τις ίδιες τις παραδόσεις της τουρκοκυπριακής Δεξιάς.
Το ΚΕΕ θεωρείται
μέχρι σήμερα η πολιτικοποιημένη μορφή της ΤΜΤ, δηλαδή της ιδρυτικής
φιλοσοφίας των δομών ανάμεσα στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα από το 1963
και μετά. Ως τέτοιο, το κόμμα αποτέλεσε ένα «ενδιάμεσο σταθμό»
μετασχηματισμού εάν θα μετατρεπόταν ο φορέας εκπροσώπησης του «νέου
κράτους» που οικοδομείται.
Στο
σημείο αυτό προκύπτει η εσωτερική σύγκρουση αφού η κυβέρνηση Έρντογαν
επιδίωξε να «καθαρίσει» το κόμμα από τους εκπροσώπους των «παλαιών»
συμφερόντων. Για παράδειγμα ο Έρογλου και ο κύκλος του αποτελούσαν
εμπόδιο στη νέα μορφή διαχείρισης των κατεχομένων. Τελικά οι εσωτερικές
συγκρούσεις οδήγησαν οκτώ «βουλευτές» και άλλα στελέχη στην έξοδο από το
ΚΕΕ και στην συμμετοχή τους στο Δημοκρατικό του Σερντάρ Ντενκτάς. Η
εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με την αντίδραση της κοινότητας στα σκληρά
μέτρα του πρωτοκόλλου, προκάλεσαν την μείωση των ποσοστών του κόμματος
από 44% το 2009 σε περίπου 27% το 2013. Το ΚΕΕ φαίνεται ότι θα περάσει
από μια μεγάλη περίοδο εσωτερικών ανακατατάξεων, γεγονός που θα
ξεκαθαρίσει και τις προθέσεις Έρντογαν αναφορικά με το πώς οραματίζεται
το μεγάλο χώρο της συντηρητικής Δεξιάς στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα.
Παράλληλα, το ΚΕΕ θα έχει να διαχειριστεί και τις φήμες που ακούστηκαν
από την πρώτη στιγμή μετά τα αποτελέσματα για συνεργασία με το
κεντροαριστερό ΡΤΚ.
Ένας «ιδιότυπος» τουρκοκυπριακός Εθνικισμός στο προσκήνιο: Το Δημοκρατικό Κόμμα (ΔΚ)
Το
ΔΚ του Σερντάρ Ντενκτάς έθεσε εξ αρχής το στόχο να απορροφήσει τη
μερίδα εκείνη της τουρκοκυπριακής Δεξιάς που αντιδρούσε στις παρεμβάσεις
της κυβέρνησης Έρντογαν. Επιδίωξε να εμφανίσει ένα πιο συγκροτημένο
ιδεολογικό χώρο με έντονο το στίγμα ενός «κοσμικού» εθνικισμού έτοιμου
να επαναδιαπραγματευτεί τις σχέσεις της κοινότητας με την Τουρκία.
Υπογράμμισε επίσης ότι το πρωτόκολλο θα ήταν ένα θέμα «ανοιχτό σε
συζήτηση», ιδιαίτερα σε ότι αφορούσε κάποια πολύ σοβαρά ζητήματα όπως οι
ιδιωτικοποιήσεις και ο τρόπος που εφαρμόστηκαν. Ο σχηματισμός του
συνδυασμού των «Εθνικών Δυνάμεων» με τους αποχωρήσαντες/αποβληθέντες από
το ΚΕΕ, ήταν μια ουσιαστική και συμβολική κίνηση αντίδρασης προς την
νέα κατεύθυνση που φαίνεται να παίρνει το ΚΚΕ στον ευρύτερο συντηρητικό
χώρο της κοινότητας. Από το αποτέλεσμα φαίνεται ότι το ΔΚ κατάφερε να
συσπειρώσει ένα πολύ μεγάλο μέρος της τουρκοκυπριακής Δεξιάς
αντιπολίτευσης προς την Τουρκία, κερδίζοντας ποσοστό 23% έναντι του
10.6% που πήρε το 2009. Με βάση το αποτέλεσμα αυτό, το ΔΚ φαίνεται να
διεκδικεί τη μετατροπή του σε εταίρο σχηματισμού «κυβέρνησης». Όμως το
μεγαλύτερο εμπόδιο προς αυτή την κατεύθυνση φαίνεται να είναι ο Έρντογαν
οι σχέσεις του οποίου με τον κύκλο Ντενκτάς- Έρογλου δεν είναι καθόλου
καλές.
Οι υπόλοιποι της Αριστεράς: Το Κόμμα Κοινοτικής Δημοκρατίας (ΚΚΔ) και το Κόμμα Ενωμένης Κύπρου (ΚΕΚ)
Οι
δύο αυτοί συνδυασμοί επιδίωξαν να διατηρήσουν αποστάσεις από το
Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα, ιδιαίτερα στα ζητήματα εκείνα που ο
νικητής των εκλογών ήθελε να αποφύγει τη δημόσια αντιπαράθεση. Το ΚΚΔ
του Τσιακιτζί κατάφερε μια μικρή μόνο άνοδο των ποσοστών του, από 6.8%
το 2009 σε 7.4% που προς το παρόν του επιτρέπει την εκπροσώπηση στη
«βουλή» με τρεις έδρες εκτός απροόπτου. Τη μεγαλύτερη όμως δυσκολία είχε
να αντιμετωπίσει το ΚΕΚ αφού συνειδητά επέλεξε να αναπτύξει ένα
ιδιαίτερα ριζοσπαστικό λόγο ενάντια στην Τουρκία και τις παρεμβάσεις
της. Η συμμαχία του ΚΕΚ έκανε ιδιαίτερες προσπάθειες συσπείρωσης
δυνάμεων από τα προοδευτικά συνδικάτα της κοινότητας και ο στόχος που
έθεσε είναι να ξεπεράσει το 5% κερδίζοντας μία έδρα. Τελικά έμεινε στο
3.2% με πολύ καλά ποσοστά της τάξης του 4.5% στη Λευκωσία όπου
παρατηρείται πυκνότητα τουρκοκυπριακής ψήφου. Εμπόδιο στην προσπάθεια
του ΚΕΚ αποτέλεσε τελικά και η απόφαση του Κόμματος Νέα Κύπρος για
μποϊκοτάρισμα των εκλογών. Το Κόμμα Νέα Κύπρος μπορούσε να θεωρηθεί ως
ένας σύμμαχος στις θέσεις του ΚΕΚ και θα μπορούσε να προσφέρει μια
ισχυρότερη δυναμική, όμως προτίμησε την παραδοσιακή του απόφαση για
συνολικό μποϊκοτάρισμα.
Γράφει: Νίκος Μούδουρος