Πριν από λίγες ημέρες κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ποιότητα ένας
νέος συλλογικός τόμος με τίτλο «Το στρατηγικό βάθος και η Τουρκία» υπό
την επιστημονική επιμέλεια του καθηγητή Διεθνών Σχέσεων του
Πανεπιστημίου Μακεδονίας Ηλία Κουσκουβέλη και του υποφαινόμενου. Εκτός
των δύο επιμελητών, με κείμενα τους εμβαθύνουν ο καθηγητής Οικονομικής
Γεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Ιωάννης Μάζης, ο καθηγητής Πολιτικών
Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων στο πανεπιστήμιο Bar Illan του Τελ Αβίβ
Amikam Nachmani, ο επίκουρος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο
Πειραιώς Νικόλαος Ραπτόπουλος, ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και
Στρατηγικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς Παναγιώτης Ηφαιστος και ο
στρατηγικός αναλυτής και εκδότης Σάββας Καλεντερίδης.
Το σύνολο του ισλαμικού κόσμου, στη σιιτική ή στη σουνίτικη εκδοχή του, δεν έχει ακόμα βρει τον βηματισμό του στον 21ο αιώνα. Οπως εξειδικευμένα στο Ισλάμ δυτικά think tanks παρατηρούν με ποσοτικές μελέτες γύρω από τις περιόδους πολιτικής σταθερότητας και αστάθειας αντιστοίχως, τα τελευταία 10 χρόνια θα μπορούσαν να συγκριθούν ως προς την παραγόμενη δομική αστάθεια με την τελευταία περίοδο της οθωμανικής περιόδου! Οταν δηλαδή ο Μεγάλος Ασθενής τού τότε διεθνούς συστήματος, υπό το συγκεχυμένο μοντέλο διοίκησης των Νεοτούρκων, αντιμετώπιζε σημαντικές δυσκολίες στο να κατευνάσει τις τάσεις της αραβικής αυθυπαρξίας.
Το δόγμα Νταβούτογλου έρχεται να κάνει χρήση της γενικευμένης αυτής αστάθειας, επιδιώκοντας τη μετατροπή της σε υπεραξία ισχύος για την Τουρκία. Η υιοθέτηση μιας νέας ατζέντας νεοοθωμανισμού, η σταδιακή απομάκρυνση της Αγκυρας από τη συμμαχική σχέση με το Ισραήλ και η αλά καρτ στενή σχέση με την Ουάσινγκτον περνούν μέσα από την επιδίωξη της Τουρκίας να χρησιμοποιήσει πολιτικές ήπιας ισχύος ώστε να βελτιώσει τη θέση της στην περιφερειακή κλίμακα ισχύος. Μετά όμως ένα μεγάλο διάστημα λειτουργίας της Τουρκίας υπό το δόγμα Νταβούτογλου, μπορούμε να καταλήξουμε στα ακόλουθα συμπεράσματα:
Η πολιτική των μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες έχει αποτύχει. Ο Ηλίας Κουσκουβέλης αναδεικνύει τη χιμαιρική πολιτική της Αγκυρας στο επίπεδο των μηδενικών προβλημάτων με τα όμορα κράτη, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι η εκεχειρία με το ΡΚΚ υφίσταται υπό αυστηρές προϋποθέσεις και ήδη έχει δοκιμαστεί κατά τη διάρκεια των πρόσφατων διαμαρτυριών εναντίον της πολιτικής Ερντογάν.
Η πολιτική της στενής σχέσης αλα καρτ με την Ουάσινγκτον δεν έχει την απόδοση που η Αγκυρα θα ευελπιστούσε. Κι αυτό γιατί τόσο το 2003, κατά τη διάρκεια της έναρξης του αμερικανοϊρακινού πολέμου, όσο και τώρα, στον συριακό εμφύλιο, η Αγκυρα αναδεικνύει μια στάση που χαρακτηρίζεται ασταθής και από τη διαρκή κατάθεση νέων αξιώσεων προς τις ΗΠΑ. Προφανώς η Αγκυρα δεν έχει αξιολογήσει ορθά την αυξανόμενη σημασία της κουρδικής ζώνης στο Βόρειο Ιράκ ούτε ότι οι ΗΠΑ αυτό που απεχθάνονται πιο πολύ είναι η αναξιοπιστία σε έναν σύμμαχο, το επονομαζόμενο και δόγμα free-rider.
Το χαρτί του Ισλάμ, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις κατά την πρώτη φάση της Αραβικής Ανοιξης άνοιξε πόρτες στην Αγκυρα, σήμερα αρχίζει και λειτουργεί ως βαρίδι, μεγιστοποιώντας τους παράγοντες τριβής τόσο στο τουρκικό εσωτερικό όσο και στην περιφέρεια του κράτους. Η εξέλιξη της υπόθεσης των Αδελφών Μουσουλμάνων στην Αίγυπτο, ένα κόμμα με στενές σχέσεις με το ΑΚΡ, αλλά και τα ζητήματα που προκύπτουν με τους Σαλαφιστές στο εσωτερικό της Λιβύης δείχνουν ότι η Τουρκία είναι ανέτοιμη και σίγουρα λιγότερο ικανή, απ' ό,τι η ίδια προβάλλει, στο να ελέγξει τις δομές αναβίωσης του ισλαμιστικού παράγοντα στο εσωτερικό κρατών που βίωσαν το πρώτο κύμα της Αραβικής Ανοιξης.
Η επιτυχία της Τουρκίας βρίσκεται στο επίπεδο της εισχώρησης στη ΝΑ Ευρώπη διά της ήπιας ισχύος, εκμεταλλευόμενη τις ασθενείς συλλογικές δομές που υφίστανται σε κράτη όπως η Ελλάδα ή η Βουλγαρία, για παράδειγμα, αλλά και την οικονομική κρίση που έχει αποσυντονίσει πλήρως τις εθνοκρατικές πυξίδες.
Σπύρος Ν. Λίτσας
Το σύνολο του ισλαμικού κόσμου, στη σιιτική ή στη σουνίτικη εκδοχή του, δεν έχει ακόμα βρει τον βηματισμό του στον 21ο αιώνα. Οπως εξειδικευμένα στο Ισλάμ δυτικά think tanks παρατηρούν με ποσοτικές μελέτες γύρω από τις περιόδους πολιτικής σταθερότητας και αστάθειας αντιστοίχως, τα τελευταία 10 χρόνια θα μπορούσαν να συγκριθούν ως προς την παραγόμενη δομική αστάθεια με την τελευταία περίοδο της οθωμανικής περιόδου! Οταν δηλαδή ο Μεγάλος Ασθενής τού τότε διεθνούς συστήματος, υπό το συγκεχυμένο μοντέλο διοίκησης των Νεοτούρκων, αντιμετώπιζε σημαντικές δυσκολίες στο να κατευνάσει τις τάσεις της αραβικής αυθυπαρξίας.
Το δόγμα Νταβούτογλου έρχεται να κάνει χρήση της γενικευμένης αυτής αστάθειας, επιδιώκοντας τη μετατροπή της σε υπεραξία ισχύος για την Τουρκία. Η υιοθέτηση μιας νέας ατζέντας νεοοθωμανισμού, η σταδιακή απομάκρυνση της Αγκυρας από τη συμμαχική σχέση με το Ισραήλ και η αλά καρτ στενή σχέση με την Ουάσινγκτον περνούν μέσα από την επιδίωξη της Τουρκίας να χρησιμοποιήσει πολιτικές ήπιας ισχύος ώστε να βελτιώσει τη θέση της στην περιφερειακή κλίμακα ισχύος. Μετά όμως ένα μεγάλο διάστημα λειτουργίας της Τουρκίας υπό το δόγμα Νταβούτογλου, μπορούμε να καταλήξουμε στα ακόλουθα συμπεράσματα:
Η πολιτική των μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες έχει αποτύχει. Ο Ηλίας Κουσκουβέλης αναδεικνύει τη χιμαιρική πολιτική της Αγκυρας στο επίπεδο των μηδενικών προβλημάτων με τα όμορα κράτη, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι η εκεχειρία με το ΡΚΚ υφίσταται υπό αυστηρές προϋποθέσεις και ήδη έχει δοκιμαστεί κατά τη διάρκεια των πρόσφατων διαμαρτυριών εναντίον της πολιτικής Ερντογάν.
Η πολιτική της στενής σχέσης αλα καρτ με την Ουάσινγκτον δεν έχει την απόδοση που η Αγκυρα θα ευελπιστούσε. Κι αυτό γιατί τόσο το 2003, κατά τη διάρκεια της έναρξης του αμερικανοϊρακινού πολέμου, όσο και τώρα, στον συριακό εμφύλιο, η Αγκυρα αναδεικνύει μια στάση που χαρακτηρίζεται ασταθής και από τη διαρκή κατάθεση νέων αξιώσεων προς τις ΗΠΑ. Προφανώς η Αγκυρα δεν έχει αξιολογήσει ορθά την αυξανόμενη σημασία της κουρδικής ζώνης στο Βόρειο Ιράκ ούτε ότι οι ΗΠΑ αυτό που απεχθάνονται πιο πολύ είναι η αναξιοπιστία σε έναν σύμμαχο, το επονομαζόμενο και δόγμα free-rider.
Το χαρτί του Ισλάμ, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις κατά την πρώτη φάση της Αραβικής Ανοιξης άνοιξε πόρτες στην Αγκυρα, σήμερα αρχίζει και λειτουργεί ως βαρίδι, μεγιστοποιώντας τους παράγοντες τριβής τόσο στο τουρκικό εσωτερικό όσο και στην περιφέρεια του κράτους. Η εξέλιξη της υπόθεσης των Αδελφών Μουσουλμάνων στην Αίγυπτο, ένα κόμμα με στενές σχέσεις με το ΑΚΡ, αλλά και τα ζητήματα που προκύπτουν με τους Σαλαφιστές στο εσωτερικό της Λιβύης δείχνουν ότι η Τουρκία είναι ανέτοιμη και σίγουρα λιγότερο ικανή, απ' ό,τι η ίδια προβάλλει, στο να ελέγξει τις δομές αναβίωσης του ισλαμιστικού παράγοντα στο εσωτερικό κρατών που βίωσαν το πρώτο κύμα της Αραβικής Ανοιξης.
Η επιτυχία της Τουρκίας βρίσκεται στο επίπεδο της εισχώρησης στη ΝΑ Ευρώπη διά της ήπιας ισχύος, εκμεταλλευόμενη τις ασθενείς συλλογικές δομές που υφίστανται σε κράτη όπως η Ελλάδα ή η Βουλγαρία, για παράδειγμα, αλλά και την οικονομική κρίση που έχει αποσυντονίσει πλήρως τις εθνοκρατικές πυξίδες.
Σπύρος Ν. Λίτσας