Αθανασόπουλος Αλ. ΆγγελοςΑν η πολιτική σταθερότητα εκλείψει, οι
επενδυτές θα στραφούν αλλού και ο στόχος του Ερντογάν να καταστεί η
Αγκυρα περιφερειακή δύναμη θα χαθεί
Οι διαδηλώσεις εναντίον του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν,
λόγω του αυταρχικού τρόπου διακυβέρνησης και της προώθησης μιας
ισλαμοποίησης πτυχών της κοινωνικής ζωής, μπορεί να έχουν αρνητική
επίπτωση και σε έναν τομέα που εκ πρώτης όψεως διαφεύγει της προσοχής:
στην τουρκική οικονομία. Αν αυτό συμβεί, θα πρόκειται για σοβαρό πλήγμα
στην εικόνα του κ. Ερντογάν, ο οποίος έχει οικοδομήσει μεγάλο μέρος της
επιτυχίας του στο οικονομικό θαύμα της τελευταίας δεκαετίας που έχει
φέρει την Τουρκία μέσα στις πρώτες 20 οικονομίες του κόσμου.
Σε μια αναδυόμενη αγορά όπως η Τουρκία ο «κίνδυνος χώρας» (country risk)
παίζει τεράστιο ρόλο στην προσέλκυση κεφαλαίων αλλά και στην οικονομική
δραστηριότητα. Αν η πολιτική σταθερότητα εκλείψει, τότε οι επενδυτές θα
στραφούν αλλού και ο στόχος του τούρκου πρωθυπουργού να ανέβει η χώρα
του στο top 10 των μεγαλύτερων οικονομιών και να καταστεί περιφερειακή
δύναμη στη Μέση Ανατολή θα θολώσει.
Μετά το ξέσπασμα των επεισοδίων και της εξέγερσης η ψυχολογία των επενδυτών επηρεάστηκε σαφώς, όπως έδειξε η πτώση του χρηματιστηρίου και της τουρκικής λίρας, αλλά και η άνοδος των γνωστών και στην Ελλάδα πλέον ασφαλίστρων κινδύνου (Credit Default Swaps - CDS). Παράλληλα σημειώθηκαν αρκετές ακυρώσεις κρατήσεων σε ξενοδοχεία. Ο τουρισμός αποτελεί μία από τις «βαριές βιομηχανίες» της Τουρκίας καθώς μόνο πέρυσι η Τουρκία κέρδισε 26 δισ. δολάρια από αυτόν.
Ωστόσο εδώ και περίπου δύο χρόνια διάφοροι οικονομικοί αναλυτές έχουν αρχίσει να εκφράζουν την ανησυχία τους για το μοντέλο ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας. Πρόκειται για το «μοντέλο φούσκας» που βασίζεται στην υπερχρέωση, στην άνοδο των τιμών ακινήτων και στην αύξηση των εισαγωγών.
Η εικόνα πάντως είναι περίπλοκη. Τα τελευταία χρόνια η Τουρκία αναπτύσσεται με ρυθμό περίπου 5% ετησίως, σε πλήρη αντιδιαστολή με τη γειτονική Ευρώπη. Εχει μάλιστα καταφέρει να συνδυάσει την ανάπτυξη αυτή με χαμηλό δημοσιονομικό έλλειμμα (περίπου 2%) και χρέος. Το αδύναμο σημείο όμως της τουρκικής οικονομίας είναι ότι βασίζεται σε βραχυπρόθεσμες ροές κεφαλαίου, δηλαδή σε «ζεστό χρήμα» που τοποθετείται σε τουρκικές αξίες αναζητώντας υψηλότερες αποδόσεις, αλλά εξίσου γρήγορα μπορεί να αποχωρήσει αν αισθανθεί ανασφάλεια. Μια αιφνίδια φυγή κεφαλαίων θα μπορούσε να πυροδοτήσει νομισματική κρίση και σκάσιμο της φούσκας ακινήτων και αξιών.
Οσοι εκφράζουν τις ανωτέρω ανησυχίες εστιάζουν σε δύο σημεία. Το πρώτο είναι το γεγονός ότι μόνο για το 2013 η Τουρκία θα χρειαστεί περισσότερα από 220 δισ. δολάρια για να χρηματοδοτήσει το χρέος της. Το μεγαλύτερο μέρος του ιλιγγιώδους αυτού ποσού, που αντιστοιχεί περίπου στο 25% του τουρκικού ΑΕΠ, θα προέλθει από βραχυπρόθεσμο δανεισμό.
Το δεύτερο και ίσως κρισιμότερο σημείο είναι το υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, που φθάνει στο 7%. Τούτο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις εισαγωγές καυσίμων λόγω της ανάπτυξης της οικονομίας που αυξάνει την ανάγκη για ενέργεια. Οπως έγραψαν πρόσφατα και οι «New York Times», ο φαύλος κύκλος που όλοι τρέμουν είναι ότι η υπερθέρμανση οδηγεί σε αύξηση εισαγωγών, που με τη σειρά της ενισχύει το νόμισμα, με αποτέλεσμα να πλήττονται οι εξαγωγές. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να αυξηθεί ο δανεισμός ώστε να χρηματοδοτηθεί το χάσμα.
Αν σε αυτό προστεθούν και τα μεγαλεπήβολα σχέδια του κ. Ερντογάν για την επόμενη δεκαετία και εν όψει της συμπλήρωσης 100 ετών από την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας από τον Κεμάλ Ατατούρκ το 1923, το βάρος του χρέους θα μπορούσε να αυξηθεί έτι περαιτέρω. Πάντως, λόγω και των παρελθουσών νομισματικών κρίσεων, η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας έχει συγκεντρώσει συναλλαγματικά διαθέσιμα ύψους 100 δισ. δολαρίων για να αποκρούσει πιθανά προβλήματα παρεμβαίνοντας στις αγορές.