του Jonas Parrelo-Plesner
Οι παρατηρητές της Ρωσίας έχουν από καιρό εκφράσει το ενδιαφέρον τους για τη θέση της στη διεθνή σκηνή. Τώρα, με την Κίνα στο κέντρο του αυξανόμενου παιχνιδιού εξουσίας, το ερώτημα είναι που θα επιδιώξει η Ρωσία να τοποθετηθεί στον Αιώνα του Ειρηνικού. Όταν ο Μέγας Πέτρος έχτισε την Αγία Πετρούπολη, η Ρωσία κοίταζε σταθερά προς τη Δύση. Αντίθετα, οι ανατολικές επαρχίες της Ρωσίας, που συχνά θεωρούνται περιφερειακές, παρέμειναν συνδεδεμένες με την Κίνα και την Ασία. Η γεωγραφία είναι ένα θέμα, αλλά η στρατηγική επιλογή είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, δημιουργήθηκαν στρατηγικά χαρακώματα μεταξύ των ΗΠΑ και του προκατόχου της Ρωσίας, την Σοβιετική Ένωση. Σε αυτό το σενάριο, η Κίνα ήταν ο μικρός τρίτος εταίρος που ταλαντευόταν ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και τις ΗΠΑ.
Στρατηγικές συμμαχίες
Πλέον το ερώτημα είναι προς τα πού θα προσανατολιστεί η Ρωσία στα επόμενα χρόνια, προς την Ανατολή ή τη Δύση, στο αναπτυσσόμενο παιχνίδι εξουσίας με επίκεντρο την Κίνα. Η Ρωσία θα επιλέξει από έναν μεγάλο αριθμό διαφορετικών και αντιτιθέμενων οραμάτων για το μέλλον της. Στο βιβλίο του Στρατηγικό Όραμα, ο Αμερικανός αναλυτής γεωστρατηγικής Brzezinski υποστηρίζει ότι η Ρωσία θα πρέπει να αποτελεί μέρος μιας πιο «έντονης Δύσης», γεγονός που υποδηλώνει ότι οι μακροπρόθεσμοι στρατηγικοί αναλυτές των ΗΠΑ και της ΕΕ θα πρέπει να επιδιώξουν μια διεύρυνση της Δύσης εντάσσοντας τη Ρωσία στα σχέδιά τους. Είναι της άποψης ότι οι Ρώσοι στοχαστές και ηγέτες πρέπει να κατανοήσουν ότι η χώρα τους είναι πολύ πιο κοντά στην ΕΕ και τις ΗΠΑ από ό,τι είναι στην Κίνα.
Ωστόσο, είναι η «νοσταλγία για ένα ηγετικό ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο» της Ρωσίας που την καθιστά ανίκανη να σκεφτεί τις μακροπρόθεσμές της επιλογές επί του θέματος και αυτό την οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η σχετική πτώση των ΗΠΑ θα είναι προς όφελός της. Σε μια τέτοια στρατηγική ανάλυση, η συνεργασία με την Κίνα θα είναι κατά πάσα πιθανότητα προσωρινή, διότι, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η Κίνα θα επισκιάσει τη Ρωσία. Έτσι, η Ρωσία δεν θα πρέπει να μείνει ικανοποιημένη με το να πάρει το μέρος της Κίνας στην «συμμαχία της με τους απρόθυμους».
Στο ίδιο πνεύμα, ένα report του ECFR υποστήριξε ότι η Ρωσία ήταν «μετα-BRIC», που σημαίνει ότι δεν απολάμβανε των ιδίων προτύπων οικονομικής άνθησης με τις άλλες ανερχόμενες δυνάμεις, ιδιαίτερα την Κίνα. Άλλοι έχουν αναπτύξει το επιχείρημα ακόμη περισσότερο: η δεξιά Dana Rohrabacher, μέλος του αμερικανικού Κογκρέσου προτείνει τη σύναψη μιας συμμαχίας με τη Ρωσία, την Ιαπωνία και την Ινδία για τον περιορισμό της κινεζικής απειλής.
Το σκεπτικό του Brzezinski είναι διορατικό. Ωστόσο, η επίσημη πολιτική των ΗΠΑ δεν το αποτυπώνει και η προγενέστερη «επαναφορά» με τη Ρωσία και η μετέπειτα «στροφή» προς την Ασία είναι παράγωγα της δικής τους αυτόνομης στρατηγικής φυσαλίδας. Στην ΕΕ, αυτό το είδος σκέψης απουσιάζει παντελώς από την πολιτική: η Ρωσία παρατηρείται στενά μέσω ενός διμερούς φακού και δεν υπάρχει καμία διαβάθμιση της πολιτικής προς τη θέση είτε της Ρωσία, είτε της ΕΕ στον Αιώνα του Ειρηνικού.
Από την άλλη πλευρά του νομίσματος (και του κόσμου), ο Yan Xuetong, ένα από τα γεω-στρατηγικά γεράκια της Κίνας, προτείνει στο βιβλίο του ECFR, Κίνα 3,0, ότι η Κίνα και η Ρωσία θα πρέπει να διαμορφώσουν μια στρατηγική συμμαχία. Υπάρχουν ήδη πολλά κοινά στην κοσμοθεωρία τους, καθώς μπορεί να ανιχνευθεί στη «συνεννόηση βέτο» Κίνας-Ρωσίας με κοινό ιστορικό βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας (Μιανμάρ, Ζιμπάμπουε, και Συρία). Όπως ο Brzezinski στις ΗΠΑ, έτσι και ο Yan Xuetong δεν αντιπροσωπεύει την επίσημη κυβερνητική γραμμή, η οποία είναι πιο προσεκτική. Αυτή η κίνηση θα είναι μια μεγάλη αλλαγή για τους Κινέζους, γιατί η επίσημη πολιτική για τις σχέσεις με τη Ρωσία έχει επηρεαστεί από την αρχή της μη-ευθυγράμμισης. Αυτό που θα μπορούσε να φέρει την επίσημη πολιτική γραμμή πιο κοντά στην άποψη του Yan θα αποτελέσει ένα βήμα προς μια στρατηγική περιορισμού και η Κίνα θα πρέπει να αυξήσει τον αριθμό των συμμάχων της. Στην πραγματικότητα, ο Yan Xuetong πιστεύει ότι η τρέχουσα πολιτική της Κίνας έχει ήδη αποτύχει να φέρει αποτελέσματα και υποστηρίζει την αναγκαιότητα διαμόρφωσης αυτής της συμμαχίας για να «αλλάξει τον κόσμο από τη μονοπολικότητα στη διπολικότητα», με λίγα λόγια ως μέσο για να εξαφανίσουν γρηγορότερα την κυριαρχία των ΗΠΑ.
Ρωσία και Κίνα
Η λεπτότητα στη διατύπωση του Yan χρήζει της προσοχής μας. Γράφει ότι η συμμαχία Ρωσίας-Κίνας θα επιφέρει τη διπολικότητα και όχι την πολυπολικότητα. Μήπως εννοεί ότι μια συμμαχία με τη Ρωσία θα βοηθήσει την Κίνα να ανέβει σε μια θέση ισχύος ισότιμη με τις ΗΠΑ, αντί να μετατρέψει τη Ρωσία και άλλες δυνάμεις σε ισοδύναμους πόλους σε ένα πιο πολυπολικό σύστημα; Εάν η χρήση του όρου διπολικότητα από τον Yan ερμηνευθεί με αυτόν τον τρόπο, αυτό θα σήμαινε μια κρίσιμη συμμαχία που θα βοηθήσει την Κίνα να κάνει το τελευταίο βήμα προς την G-2 ή αλλιώς διπολική τάξη, αφήνοντας τη Ρωσία στη δεύτερη σειρά.
Αυτή η πιθανή έκβαση μιας ισχυρής σχέσης Ρωσίας-Κίνας ανησυχεί κάποιους ανθρώπους στην Ρωσία. Ο Sergey Karaganov επισημαίνει σε ένα σχόλιό του ότι η Ρωσία θα μπορούσε να γίνει «ένα εξάρτημα της Κίνας - μια αποθήκη πόρων». Για να αποφευχθεί μια τέτοια έκβαση, η χώρα χρειάζεται μια μεγάλης κλίμακας στρατηγική για την Ασία, την οποία ο Karaganov χρίζει ως «project Σιβηρία». Αυτό θα εξασφάλιζε ότι οι επενδύσεις θα φιλτράρονται σε απομακρυσμένες ασιατικές περιοχές της Ρωσίας, όχι μόνο από την Κίνα αλλά και σε ευρύτερη βάση, έτσι ώστε να εγγυάται την οικονομική ανάπτυξη και ταυτόχρονα τη ρωσική κυριαρχία.
Αυτά τα δύο άκρα δείχνουν τον παράγοντα έλξης από Δύση και Ανατολή στη Ρωσία. Η πραγματική πολιτική τείνει να καταλήγει κάπου στο ενδιάμεσο, πράγμα που αποκαλείται από μερικούς ως έλλειψη στρατηγικής επιλογής και από άλλους ως απαραίτητη στρατηγική ευελιξία.
Η μεγαλύτερη στρατηγική έμφαση της Ρωσίας εξακολουθεί να είναι προς τους δυτικούς της εταίρους, οι οποίοι εξακολουθούν να αποτελούν το ήμισυ του συνολικού της εμπορίου, αλλά υπάρχει μια αυξανόμενη συνειδητοποίηση για την ανάγκη στροφής προς την ασιατική οικονομική υπερδύναμη. Η Ρωσία έχει γίνει μέλος των βασικών πολυμερών οργανισμών: Σύνοδος Κορυφής της Ανατολικής Ασίας, οι Εξαμερείς Συνομιλίες για τη Βόρεια Κορέα στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO), αλλά ο ρωσικός αντίκτυπος στις στρατηγικές υποθέσεις της Ασίας εξακολουθεί να είναι περιορισμένος. Για παράδειγμα, ο SCO, που έχει συσταθεί από την Κίνα και τη Ρωσία από κοινού με την Κεντρική Ασία, αντανακλά τη σταδιακή διάβρωση εξουσίας προς όφελος της Κίνας, όπως σημειώνει ο αναλυτής Pavel Salin. Αυτό ήταν εμφανές το 2008, όταν η Ρωσία έχει ζητήσει από τον οργανισμό να δώσει την ευλογία του για την εισβολή της στη Γεωργία και για τη δημιουργία δύο νέων αυτόνομων δημοκρατιών (της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας). Η Κίνα, βλέποντας επιπτώσεις για τη δική της κατάσταση στην Ταϊβάν, μπλόκαρε το αίτημα αυτό με την έξυπνη χρήση διπλωματικών παραθύρων προς τα κράτη της Κεντρικής Ασίας.
Ωστόσο, η επίσημη πολιτική είναι πολύ πιο αντι-Δυτική από ό,τι είναι σκεπτικιστή κατά την Κίνα, όπως επισημαίνει ο πολιτικός επιστήμονας Igor Zevelev. Για τη Ρωσία, το να πάει με τα νερά της Κίνα και να βάλει ένα γρανάζι στους τροχούς των ΗΠΑ φαίνεται να είναι πιο σημαντικό. Η στρατιωτική ανάπτυξη της Κίνας και η πιο σκληρή πολιτική με τους γείτονές της δεν είχε καμιά βαθιά επίδραση στη Ρωσία. Σε δημοσκοπήσεις σχετικά με τους πιθανούς αντιπάλους, οι ΗΠΑ ξεπερνάνε την Κίνα κατά 20%, έτσι ώστε η Κίνα δεν μπορεί να τρομάξει το κοινό στη Ρωσία, όπως μπορεί στις ΗΠΑ. «Η Ρωσία συνεχίζει να βλέπει την Κίνα ως μια ασιατική γειτόνισσα και κύρια οικονομική εταίρο, αλλά όχι ως μια νέα παγκόσμια δύναμη», λέει ο Zevelev.
Από τη ρωσική σκέψη δεν απουσιάζουν οι ανησυχίες σχετικά μ’ ένα αβέβαιο μέλλον με την Κίνα. Ο αρχισυντάκτης της Εφημερίδας «Global Affairs Journal», Fyodor Lukyanov, για παράδειγμα, υπογράμμισε τους κινδύνους για τη Ρωσία «στην αύξηση του οικονομικού δυναμικού και του διεθνούς κύρους της Κίνας». Σε ένα πνεύμα παρόμοιο αυτού των hedging bets, το Ρωσικό Πολεμικό Ναυτικό συμμετείχε για πρώτη φορά στην Άσκηση του Ειρηνικού του 2012 (RIMPAC) που διοργανώνουν οι ΗΠΑ. Τέλος, η Ρωσία μπορεί να μη στραφεί πουθενά, μην κάνοντας έτσι ούτε τα αμερικανικά, ούτε τα κινέζικα γεωστρατηγικά όνειρα πραγματικότητα. Η Ρωσία θα μπορούσε να διατηρήσει μια στρατηγική θέση στρουθοκαμήλου μεταξύ Ανατολής και Δύσης κατά τα επόμενα έτη. Αν αυτή η στρατηγική ευελιξία είναι καλά ενορχηστρωμένη, θα μπορούσε να δώσει στη Ρωσία βραχυπρόθεσμη επιρροή τόσο στην Ανατολή, όσο και στη Δύση. Ωστόσο, υπάρχει επίσης ο κίνδυνος ότι, όταν και αν, στραφεί προς την Ανατολή, να δει τον ασιατικό της γείτονα, την Κίνα να είναι μια παγκόσμια δύναμη σε μια δικιά της κατηγορία, μια συνειδητοποίηση που θα έχει σοβαρές συνέπειες για τη Ρωσία.
Οι παρατηρητές της Ρωσίας έχουν από καιρό εκφράσει το ενδιαφέρον τους για τη θέση της στη διεθνή σκηνή. Τώρα, με την Κίνα στο κέντρο του αυξανόμενου παιχνιδιού εξουσίας, το ερώτημα είναι που θα επιδιώξει η Ρωσία να τοποθετηθεί στον Αιώνα του Ειρηνικού. Όταν ο Μέγας Πέτρος έχτισε την Αγία Πετρούπολη, η Ρωσία κοίταζε σταθερά προς τη Δύση. Αντίθετα, οι ανατολικές επαρχίες της Ρωσίας, που συχνά θεωρούνται περιφερειακές, παρέμειναν συνδεδεμένες με την Κίνα και την Ασία. Η γεωγραφία είναι ένα θέμα, αλλά η στρατηγική επιλογή είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, δημιουργήθηκαν στρατηγικά χαρακώματα μεταξύ των ΗΠΑ και του προκατόχου της Ρωσίας, την Σοβιετική Ένωση. Σε αυτό το σενάριο, η Κίνα ήταν ο μικρός τρίτος εταίρος που ταλαντευόταν ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και τις ΗΠΑ.
Στρατηγικές συμμαχίες
Πλέον το ερώτημα είναι προς τα πού θα προσανατολιστεί η Ρωσία στα επόμενα χρόνια, προς την Ανατολή ή τη Δύση, στο αναπτυσσόμενο παιχνίδι εξουσίας με επίκεντρο την Κίνα. Η Ρωσία θα επιλέξει από έναν μεγάλο αριθμό διαφορετικών και αντιτιθέμενων οραμάτων για το μέλλον της. Στο βιβλίο του Στρατηγικό Όραμα, ο Αμερικανός αναλυτής γεωστρατηγικής Brzezinski υποστηρίζει ότι η Ρωσία θα πρέπει να αποτελεί μέρος μιας πιο «έντονης Δύσης», γεγονός που υποδηλώνει ότι οι μακροπρόθεσμοι στρατηγικοί αναλυτές των ΗΠΑ και της ΕΕ θα πρέπει να επιδιώξουν μια διεύρυνση της Δύσης εντάσσοντας τη Ρωσία στα σχέδιά τους. Είναι της άποψης ότι οι Ρώσοι στοχαστές και ηγέτες πρέπει να κατανοήσουν ότι η χώρα τους είναι πολύ πιο κοντά στην ΕΕ και τις ΗΠΑ από ό,τι είναι στην Κίνα.
Ωστόσο, είναι η «νοσταλγία για ένα ηγετικό ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο» της Ρωσίας που την καθιστά ανίκανη να σκεφτεί τις μακροπρόθεσμές της επιλογές επί του θέματος και αυτό την οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η σχετική πτώση των ΗΠΑ θα είναι προς όφελός της. Σε μια τέτοια στρατηγική ανάλυση, η συνεργασία με την Κίνα θα είναι κατά πάσα πιθανότητα προσωρινή, διότι, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, η Κίνα θα επισκιάσει τη Ρωσία. Έτσι, η Ρωσία δεν θα πρέπει να μείνει ικανοποιημένη με το να πάρει το μέρος της Κίνας στην «συμμαχία της με τους απρόθυμους».
Στο ίδιο πνεύμα, ένα report του ECFR υποστήριξε ότι η Ρωσία ήταν «μετα-BRIC», που σημαίνει ότι δεν απολάμβανε των ιδίων προτύπων οικονομικής άνθησης με τις άλλες ανερχόμενες δυνάμεις, ιδιαίτερα την Κίνα. Άλλοι έχουν αναπτύξει το επιχείρημα ακόμη περισσότερο: η δεξιά Dana Rohrabacher, μέλος του αμερικανικού Κογκρέσου προτείνει τη σύναψη μιας συμμαχίας με τη Ρωσία, την Ιαπωνία και την Ινδία για τον περιορισμό της κινεζικής απειλής.
Το σκεπτικό του Brzezinski είναι διορατικό. Ωστόσο, η επίσημη πολιτική των ΗΠΑ δεν το αποτυπώνει και η προγενέστερη «επαναφορά» με τη Ρωσία και η μετέπειτα «στροφή» προς την Ασία είναι παράγωγα της δικής τους αυτόνομης στρατηγικής φυσαλίδας. Στην ΕΕ, αυτό το είδος σκέψης απουσιάζει παντελώς από την πολιτική: η Ρωσία παρατηρείται στενά μέσω ενός διμερούς φακού και δεν υπάρχει καμία διαβάθμιση της πολιτικής προς τη θέση είτε της Ρωσία, είτε της ΕΕ στον Αιώνα του Ειρηνικού.
Από την άλλη πλευρά του νομίσματος (και του κόσμου), ο Yan Xuetong, ένα από τα γεω-στρατηγικά γεράκια της Κίνας, προτείνει στο βιβλίο του ECFR, Κίνα 3,0, ότι η Κίνα και η Ρωσία θα πρέπει να διαμορφώσουν μια στρατηγική συμμαχία. Υπάρχουν ήδη πολλά κοινά στην κοσμοθεωρία τους, καθώς μπορεί να ανιχνευθεί στη «συνεννόηση βέτο» Κίνας-Ρωσίας με κοινό ιστορικό βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας (Μιανμάρ, Ζιμπάμπουε, και Συρία). Όπως ο Brzezinski στις ΗΠΑ, έτσι και ο Yan Xuetong δεν αντιπροσωπεύει την επίσημη κυβερνητική γραμμή, η οποία είναι πιο προσεκτική. Αυτή η κίνηση θα είναι μια μεγάλη αλλαγή για τους Κινέζους, γιατί η επίσημη πολιτική για τις σχέσεις με τη Ρωσία έχει επηρεαστεί από την αρχή της μη-ευθυγράμμισης. Αυτό που θα μπορούσε να φέρει την επίσημη πολιτική γραμμή πιο κοντά στην άποψη του Yan θα αποτελέσει ένα βήμα προς μια στρατηγική περιορισμού και η Κίνα θα πρέπει να αυξήσει τον αριθμό των συμμάχων της. Στην πραγματικότητα, ο Yan Xuetong πιστεύει ότι η τρέχουσα πολιτική της Κίνας έχει ήδη αποτύχει να φέρει αποτελέσματα και υποστηρίζει την αναγκαιότητα διαμόρφωσης αυτής της συμμαχίας για να «αλλάξει τον κόσμο από τη μονοπολικότητα στη διπολικότητα», με λίγα λόγια ως μέσο για να εξαφανίσουν γρηγορότερα την κυριαρχία των ΗΠΑ.
Ρωσία και Κίνα
Η λεπτότητα στη διατύπωση του Yan χρήζει της προσοχής μας. Γράφει ότι η συμμαχία Ρωσίας-Κίνας θα επιφέρει τη διπολικότητα και όχι την πολυπολικότητα. Μήπως εννοεί ότι μια συμμαχία με τη Ρωσία θα βοηθήσει την Κίνα να ανέβει σε μια θέση ισχύος ισότιμη με τις ΗΠΑ, αντί να μετατρέψει τη Ρωσία και άλλες δυνάμεις σε ισοδύναμους πόλους σε ένα πιο πολυπολικό σύστημα; Εάν η χρήση του όρου διπολικότητα από τον Yan ερμηνευθεί με αυτόν τον τρόπο, αυτό θα σήμαινε μια κρίσιμη συμμαχία που θα βοηθήσει την Κίνα να κάνει το τελευταίο βήμα προς την G-2 ή αλλιώς διπολική τάξη, αφήνοντας τη Ρωσία στη δεύτερη σειρά.
Αυτή η πιθανή έκβαση μιας ισχυρής σχέσης Ρωσίας-Κίνας ανησυχεί κάποιους ανθρώπους στην Ρωσία. Ο Sergey Karaganov επισημαίνει σε ένα σχόλιό του ότι η Ρωσία θα μπορούσε να γίνει «ένα εξάρτημα της Κίνας - μια αποθήκη πόρων». Για να αποφευχθεί μια τέτοια έκβαση, η χώρα χρειάζεται μια μεγάλης κλίμακας στρατηγική για την Ασία, την οποία ο Karaganov χρίζει ως «project Σιβηρία». Αυτό θα εξασφάλιζε ότι οι επενδύσεις θα φιλτράρονται σε απομακρυσμένες ασιατικές περιοχές της Ρωσίας, όχι μόνο από την Κίνα αλλά και σε ευρύτερη βάση, έτσι ώστε να εγγυάται την οικονομική ανάπτυξη και ταυτόχρονα τη ρωσική κυριαρχία.
Αυτά τα δύο άκρα δείχνουν τον παράγοντα έλξης από Δύση και Ανατολή στη Ρωσία. Η πραγματική πολιτική τείνει να καταλήγει κάπου στο ενδιάμεσο, πράγμα που αποκαλείται από μερικούς ως έλλειψη στρατηγικής επιλογής και από άλλους ως απαραίτητη στρατηγική ευελιξία.
Η μεγαλύτερη στρατηγική έμφαση της Ρωσίας εξακολουθεί να είναι προς τους δυτικούς της εταίρους, οι οποίοι εξακολουθούν να αποτελούν το ήμισυ του συνολικού της εμπορίου, αλλά υπάρχει μια αυξανόμενη συνειδητοποίηση για την ανάγκη στροφής προς την ασιατική οικονομική υπερδύναμη. Η Ρωσία έχει γίνει μέλος των βασικών πολυμερών οργανισμών: Σύνοδος Κορυφής της Ανατολικής Ασίας, οι Εξαμερείς Συνομιλίες για τη Βόρεια Κορέα στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO), αλλά ο ρωσικός αντίκτυπος στις στρατηγικές υποθέσεις της Ασίας εξακολουθεί να είναι περιορισμένος. Για παράδειγμα, ο SCO, που έχει συσταθεί από την Κίνα και τη Ρωσία από κοινού με την Κεντρική Ασία, αντανακλά τη σταδιακή διάβρωση εξουσίας προς όφελος της Κίνας, όπως σημειώνει ο αναλυτής Pavel Salin. Αυτό ήταν εμφανές το 2008, όταν η Ρωσία έχει ζητήσει από τον οργανισμό να δώσει την ευλογία του για την εισβολή της στη Γεωργία και για τη δημιουργία δύο νέων αυτόνομων δημοκρατιών (της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας). Η Κίνα, βλέποντας επιπτώσεις για τη δική της κατάσταση στην Ταϊβάν, μπλόκαρε το αίτημα αυτό με την έξυπνη χρήση διπλωματικών παραθύρων προς τα κράτη της Κεντρικής Ασίας.
Ωστόσο, η επίσημη πολιτική είναι πολύ πιο αντι-Δυτική από ό,τι είναι σκεπτικιστή κατά την Κίνα, όπως επισημαίνει ο πολιτικός επιστήμονας Igor Zevelev. Για τη Ρωσία, το να πάει με τα νερά της Κίνα και να βάλει ένα γρανάζι στους τροχούς των ΗΠΑ φαίνεται να είναι πιο σημαντικό. Η στρατιωτική ανάπτυξη της Κίνας και η πιο σκληρή πολιτική με τους γείτονές της δεν είχε καμιά βαθιά επίδραση στη Ρωσία. Σε δημοσκοπήσεις σχετικά με τους πιθανούς αντιπάλους, οι ΗΠΑ ξεπερνάνε την Κίνα κατά 20%, έτσι ώστε η Κίνα δεν μπορεί να τρομάξει το κοινό στη Ρωσία, όπως μπορεί στις ΗΠΑ. «Η Ρωσία συνεχίζει να βλέπει την Κίνα ως μια ασιατική γειτόνισσα και κύρια οικονομική εταίρο, αλλά όχι ως μια νέα παγκόσμια δύναμη», λέει ο Zevelev.
Από τη ρωσική σκέψη δεν απουσιάζουν οι ανησυχίες σχετικά μ’ ένα αβέβαιο μέλλον με την Κίνα. Ο αρχισυντάκτης της Εφημερίδας «Global Affairs Journal», Fyodor Lukyanov, για παράδειγμα, υπογράμμισε τους κινδύνους για τη Ρωσία «στην αύξηση του οικονομικού δυναμικού και του διεθνούς κύρους της Κίνας». Σε ένα πνεύμα παρόμοιο αυτού των hedging bets, το Ρωσικό Πολεμικό Ναυτικό συμμετείχε για πρώτη φορά στην Άσκηση του Ειρηνικού του 2012 (RIMPAC) που διοργανώνουν οι ΗΠΑ. Τέλος, η Ρωσία μπορεί να μη στραφεί πουθενά, μην κάνοντας έτσι ούτε τα αμερικανικά, ούτε τα κινέζικα γεωστρατηγικά όνειρα πραγματικότητα. Η Ρωσία θα μπορούσε να διατηρήσει μια στρατηγική θέση στρουθοκαμήλου μεταξύ Ανατολής και Δύσης κατά τα επόμενα έτη. Αν αυτή η στρατηγική ευελιξία είναι καλά ενορχηστρωμένη, θα μπορούσε να δώσει στη Ρωσία βραχυπρόθεσμη επιρροή τόσο στην Ανατολή, όσο και στη Δύση. Ωστόσο, υπάρχει επίσης ο κίνδυνος ότι, όταν και αν, στραφεί προς την Ανατολή, να δει τον ασιατικό της γείτονα, την Κίνα να είναι μια παγκόσμια δύναμη σε μια δικιά της κατηγορία, μια συνειδητοποίηση που θα έχει σοβαρές συνέπειες για τη Ρωσία.