14 Αυγούστου 2015

Ξεκίνησε η επιχείρηση ανακατάληψης της Μοσούλης

Η πτώση της Μοσούλης συνέβαλε και στον εξοπλισμό των μαχητών του «Χαλιφάτου»
Με πυκνούς βομβαρδισμούς από αέρος και εδάφους ξεκίνησαν χθες την επιχείρηση για την ανακατάληψη της Μοσούλης οι ιρακινές δυνάμεις και η συμμαχία των (όχι και τόσο) «προθύμων» δυτικών και αραβικών χωρών που τις υποστηρίζει, ένα χρόνο μετά την αιφνιδιαστική κατάληψη της «πρωτεύουσας» του ιρακινού βορρά από τους φανατικούς ισλαμιστές του «Χαλιφάτου».

Σύμφωνα με τον επικεφαλής του επιχειρησιακού κέντρου της επαρχίας Νινευή, στρατηγό Νατζίμ Αλ Τζουμπούρι, επίλεκτες στρατιωτικές μονάδες αλλά και σιίτες πολιτοφύλακες έχουν αναπτυχθεί στην Μπαϊτζί, πάνω στον κεντρικό δρόμο που οδηγεί στη Μοσούλη, ενώ στην επιχείρηση θα συμμετάσχουν και οι Κούρδοι Πεσμεργκά. Ωστόσο, το δίκτυο «Αλ Αραμπίγια» αναφέρει ότι επίκειται η επίσημη κήρυξη της επιχείρησης από τον πρωθυπουργό του Ιράκ και πολιτικό επικεφαλής των ιρακινών ενόπλων δυνάμεων, Χαϊντάρ αλ Αμπάντι, ο οποίος φέρεται να πήρε το «πράσινο φως» για την αντεπίθεση από τον Αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα στη συνάντηση που είχαν πριν από λίγες ημέρες στο περιθώριο της συνόδου κορυφής του G7.

Η επίθεση για την ανακατάληψη της Μοσούλης είχε αρχικά προαναγγελθεί για τον Απρίλιο του 2015, αλλά καθυστέρησε λόγω της εμφανούς αδυναμίας των ενόπλων δυνάμεων του Ιράκ να την υλοποιήσουν. Μεσολάβησε άλλωστε και η νέα προέλαση των ισλαμιστών στην επαρχία Ανμπαρ, που ολοκληρώθηκε με την πρόσφατη κατάληψη του Ραμάντι, μόλις 100 χιλιόμετρα δυτικά της Βαγδάτης, η οποία δικαιολογημένα ανέτρεψε τα συμμαχικά σχέδια και βέβαια επανέφερε στο προσκήνιο την παροιμιώδη πλέον έλλειψη μαχητικού πνεύματος στα κυβερνητικά στρατεύματα, αλλά και την έλλειψη σοβαρού συντονισμού μεταξύ των ετερόκλητων «λυκοσυμμάχων» στο Ιράκ.

Η καθυστέρηση αυτή έδωσε πρόσθετο χρόνο στο «Ισλαμικό κράτος» να προετοιμαστεί για την αναπόφευκτη μάχη με τους... «αποστάτες» σιίτες και τους «απίστους» Δυτικούς: σύμφωνα με τα αραβικά ΜΜΕ το «Ι.Κ.» κατασκευάζει πυρετωδώς οχυρώσεις στα περίχωρα της Μοσούλης. Το «Τείχος του Χαλιφάτου», όπως το αποκαλούν οι ισλαμιστές, περιλαμβάνει το άνοιγμα μιας βαθιάς τάφρου γύρω από την πόλη, παρά τους συνεχείς βομβαρδισμούς. Οι οχυρωματικές εργασίες γίνονται μόνο τις νυχτερινές ώρες και το «Χαλιφάτο» φέρεται να χρησιμοποιεί κυρίως αιχμαλώτους που έχουν καταδικαστεί σε καταναγκαστικά έργα. Οι ίδιες πηγές αναφέρουν πως πολλοί Αραβες αλλά και ξένοι πολεμιστές που είχαν μετακινηθεί στη Συρία για να συμμετάσχουν στις εχθροπραξίες κατά των δυνάμεων του Ασαντ έχουν επιστρέψει πλέον στη Μοσούλη για την επικείμενη «μητέρα όλων των μαχών».

Ενα χρόνο μετά

Η Μοσούλη έπεσε στα χέρια του «Ισλαμικού κράτους» τον Ιούνιο του 2014. Μερικές εκατοντάδες τζιχαντιστές κατέλαβαν, ουσιαστικά χωρίς να πέσει τουφεκιά, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ιράκ, όταν οι 30.000 Ιρακινοί στρατιώτες και αστυνομικοί που αποτελούσαν τη φρουρά της το έβαλαν κυριολεκτικά στα πόδια. Υπενθυμίζεται πως για την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό του νέου ιρακινού στρατού, που στη «μάχη της Μοσούλης» αλλά και άλλες κρίσιμες αναμετρήσεις... έλιωσε σαν βούτυρο μπροστά σε μερικές χιλιάδες αποφασισμένους μαχητές, ξοδεύτηκαν τα τελευταία χρόνια πάνω από 40 δισεκατομμύρια δολάρια.

Πάντως, πέρα από την ψυχολογική και συμβολική σημασία της, η πτώση της Μοσούλης συνέβαλε και στον εξοπλισμό των μαχητών του «Χαλιφάτου», στα χέρια των οποίων έπεσαν χιλιάδες σύγχρονα όπλα και οχήματα. Σύμφωνα με τον Ιρακινό πρωθυπουργό, οι τζιχαντιστές εξασφάλισαν πάνω από 2.300 αμερικανικής κατασκευής στρατιωτικά τζιπ τύπου Humvee, αλλά και αρκετά τεθωρακισμένα άρματα μάχης και βαριά πυροβόλα.

Ενα μεγάλο ερώτημα, που ίσως κρίνει τη μάχη, είναι η στάση που θα κρατήσουν οι –σουνίτες, στην πλειονότητά τους- κάτοικοι της πόλης, οι οποίοι σε μεγάλο βαθμό καλοδέχτηκαν, ή έστω ανέχτηκαν, την «αλλαγή φρουράς», λόγω της εχθρότητάς τους προς τη σιιτική κυβέρνηση της Βαγδάτης. Οπως μάλιστα μεταδίδουν Ιρακινοί δημοσιογράφοι που επισκέφθηκαν τη Μοσούλη, οι ισλαμιστές έχουν αλλάξει το πρόσωπο της πόλης: ναι μεν επέβαλαν αυστηρούς θρησκευτικούς κανόνες συμπεριφοράς, ιδιαίτερα σε βάρος των γυναικών, αλλά ταυτόχρονα επισκεύασαν και καθάρισαν δρόμους, πλατείες και δημόσια κτίρια, μάζεψαν τα σκουπίδια και αποκατέστησαν το δίκτυο ηλεκτροδότησης που είχε τεθεί εκτός λειτουργίας εδώ και πέντε μήνες. Αρκετοί κάτοικοι δείχνουν μάλιστα να προτιμούν τους φανατικούς από τους «αποστάτες» σιίτες ή τους Κούρδους, παρά τα πολλαπλά εγκλήματα πολέμου και τις διώξεις που έχουν διαπράξει οι πρώτοι σε βάρος κυρίως των σιιτών, αλλά και των μειονοτήτων της πόλης.