08 Μαρτίου 2015

Γεμάτες δύναμη οι γυναίκες του Κομπάνι

Η Φαϊζά Αμπντί είναι συν-πρόεδρος (διαρχία γαρ...) του νομοθετικού συμβουλίου του Κομπάνι
«Οταν ξέρεις πως μπορείς να τον σκοτώσεις, δεν τον φοβάσαι». Η Fayza Abdi με αφήνει απλώς άναυδη. Η συν-πρόεδρος του Νομοθετικού Συμβουλίου του Κομπάνι είναι γύρω στα 50, καθηγήτρια αγγλικών και μητέρα τεσσάρων παιδιών. Καθόμαστε σ’ έναν καφενέ φτιαγμένο για άντρες και γεμάτο άντρες.Το περίφημο «πείραμα της Ροζάβα» μπορεί να έχει επιβάλει ποσόστωση στη συμμετοχή των γυναικών σε όλα τα όργανα και οι Κούρδισσες να κρατάνε τα όπλα εξίσου αποτελεσματικά δίπλα στους άντρες, αλλά η κοινωνία δεν αλλάζει τόσο εύκολα.


Ετσι, στη μικρή πόλη Σουρούτς στα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία, όπου διαμένουν χιλιάδες Κούρδοι πρόσφυγες, η ζωή ακολουθεί τους δικούς της ρυθμούς. Οι γυναίκες, ακόμα και πολιτικοί όπως η Fayza, φορούν τη μαντίλα κι είναι απολύτως και αποκλειστικά υπεύθυνες για την οικογενειακή ζωή και το μεγάλωμα των παιδιών τους. Παρ’ όλα αυτά, μια επανάσταση μεγάλης κλίμακας συντελείται στο Κουρδιστάν, στην καρδιά της Μέσης Ανατολής.

«Το πείραμα της Ροζάβα»

«Ελεγα λοιπόν πως, όταν μπορείς να τον σκοτώσεις, δεν τον φοβάσαι», επιμένει η Fayza, που έχεις μόλις αρνηθεί τον όρο «φεμινισμός» ως άκυρο, για να περιγράψει τον αγώνα των συμπατριωτισσών της. «Οι μάχες που δώσαμε είναι η συνέχεια του αγώνα που δίνουμε δεκαετίες τώρα για την ανεξαρτησία μας, δίπλα και ισότιμα με τους άντρες στην πρώτη γραμμή», εξηγεί η Fayza. «Οταν οι τζιχαντιστές προέλαυναν προς το Κομπάνι, καμιά δεν φοβήθηκε, αφού όλες έχουμε στρατιωτική εκπαίδευση από τα πρώτα εφηβικά χρόνια μέχρι τα 50 μας. Ξέρουμε να χειριζόμαστε όπλα και να αμυνόμαστε. Αν είχατε κι εσείς τέτοια εκπαίδευση, δεν θα φοβόσασταν, θα πολεμούσατε».
Η Fayza είναι η πρώτη πολιτικός που συναντώ, συνοδεύοντας την ανθρωπιστική αποστολή που έστειλαν στο Κομπάνι οι χιλιάδες συμπολίτες που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της Αλληλεγγύης για Ολους, του ρ/σ «Στο Κόκκινο», των Κοινωνικών Ιατρείων, του ΚΕΘΕΑ και της ΑΔΕΔΥ. Η καμπάνια έτρεξε από το φθινόπωρο, και την προηγούμενη εβδομάδα μια νταλίκα γεμάτη τρόφιμα και φάρμακα έφτασε στο Σουρούτς. Η νεαρή συν-δήμαρχος της πόλης υποδέχτηκε την αποστολή στο γραφείο της κι εξήγησε εκτενώς πώς λειτουργεί το «πείραμα της Ροζάβα».

Η Ζουχάλ Εκμέζ, συν-δήμαρχος στο Σουρούτς, υποδέχεται την ελληνική αποστολή. Δεξιά της η συντάκτρια της «Εφ.Συν.» Ντίνα Δασκαλοπούλου | 
 
Η Ζουχάλ Εκμέζ είναι το ζωντανό παράδειγμα αυτού του πρωτοφανούς πειράματος, το οποίο μελετητές παρομοιάζουν με την Ισπανική Δημοκρατία: «Το 2012 οι δυνάμεις του Ασαντ εγκατέλειψαν το Δυτικό Κουρδιστάν, που ονομάζεται Ροζάβα. Οι Κούρδοι ανέλαβαν τον έλεγχο των εδαφών τους και ίδρυσαν τρία αυτοδιοικούμενα καντόνια: Κομπάνι, Αφρίν και Τζαζίρα.
Εκεί οι λαϊκές συνελεύσεις είναι τα κυρίαρχα σώματα λήψης αποφάσεων και όλα τα νομοθετικά και εκτελεστικά όργανα συγκροτούνται με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες που εξασφαλίζουν φυλετική, θρησκευτική και έμφυλη ισότιμη συμμετοχή.

Σε κάθε καντόνι εκλέγεται μια κυβέρνηση που υλοποιεί τις αποφάσεις των τοπικών συνελεύσεων. Σε κάθε επιτροπή και όργανο, αλλά και στους δήμους όπου έχουμε εκλεγμένους αιρετούς στην Τουρκία, υπάρχει ποσόστωση 40% στην εκπροσώπηση των γυναικών». Ετσι, το Σουρούτς έχει αυτή τη στιγμή δυο συν-δημάρχους, έναν άντρα και μια γυναίκα.

Η «δημοκρατική αυτονομία» -όπως αποκαλείται αυτό το νέο κοινωνικό συμβόλαιο των Κούρδων- είναι ένα από τα πολλά στοιχεία που γοήτευσαν την Ντενίζ τόσο, ώστε να έρθει για δεύτερη φορά ως εθελόντρια στο Σουρούτς. Κάνει το διδακτορικό της στην κοινωνική ανθρωπολογία στο Κολούμπια και πρωτοήρθε στην περιοχή στα μέσα Νοεμβρίου.

«Ο συγκάτοικός μου ήρθε, για να πολεμήσει. Οταν σκοτώθηκε, δεν παραλάβαμε το πτώμα του, δεν μπορέσαμε ούτε καν να τον κηδέψουμε. Τότε σκεφτήκαμε ότι το λιγότερο που θα μπορούσαμε να κάνουμε στη μνήμη του ήταν να έρθουμε εδώ για να βοηθήσουμε όπως μπορούμε», μας λέει στο σαλόνι του Πολιτιστικού Κέντρου του Σουρούτς, που είναι η βάση για τους εθελοντές που φτάνουν στην περιοχή από όλες τις γωνιές του κόσμου.

«Οι μαχητές και οι μαχήτριες πολεμούν, όχι μόνο για τους εαυτούς τους και τα χώματά τους, αλλά για ολόκληρη την ανθρωπότητα», λέει παθιασμένα η Ντενίζ. «Ο στρατός των τζιχαντιστών είναι ένα τέρας και η διεθνής κοινότητα δεν έχει ακόμα αντιληφθεί πόσο την απειλεί -τον αντιμετωπίζουν κάπως σαν το τρομερό παιδί που βρίσκεται μακριά από τα σύνορά τους. Είναι μια μάχη για τον πολιτισμό και τον ανθρωπισμό αυτή που δίνεται εδώ».

Λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά, στις σκηνές όπου στοιβάζονται οι χιλιάδες πρόσφυγες που κατέφυγαν στο Σουρούτς, η Αϊσέ δίνει τη δική της μάχη, αυτή της επιβίωσης. Ζει σ’ έναν καταυλισμό που στεγάζει τα ορφανά του πολέμου. Με πιάνει από το χέρι και με οδηγεί στο κοντέινερ, όπου ζουν η ίδια, τα τρία παιδιά της και δυο μωρά που φροντίζει. Το βρέφος που βάζει στην αγκαλιά μου είναι μερικών μηνών. «Δεν έχει μαμά, δεν έχει μπαμπά. Πρέπει όλοι να δείτε πώς ζουν τα παιδιά μας».

 
Το φορτηγό με την ανθρωπιστική βοήθεια μόλις έχει φτάσει... |
Καθόμαστε στο πάτωμα και στρίβουμε τσιγάρο. Η Αϊσέ βάζει τα χεριά της στο πλάι του λαιμού της και γέρνει το κεφάλι της. Είναι η χειρονομία που εμείς χρησιμοποιούμε, για να δείξουμε πως κάποιος πέφτει για ύπνο. Οι Κούρδοι μ’ αυτή τη χειρονομία δείχνουν πως κάποιος έχει πεθάνει. Η Αϊσέ έχασε δυο γιους στο Κομπάνι. Παρ’ όλα αυτά, κάνει με τα δάχτυλά της το σήμα της νίκης και μέσα από τον μπόγο με τα λιγοστά υπάρχοντά της βγάζει μια μαντίλα, για να μου τη χαρίσει.

 
  Το σχολείο συνεχίζει να λειτουργεί σε μία από τις σκηνές του προσφυγικού καταυλισμού |
Είναι μια από τις πολλές γυναίκες που μας καλούν στα «σπίτια» τους, όπως αποκαλούν τις σκηνές. Είναι δυνατές, είναι μαχητικές, είναι αποφασισμένες και -ταυτόχρονα- απίστευτα τρυφερές. Οι Κούρδισσες ξέρουν ότι έχουν νικήσει και θεωρούν θέμα χρόνου το να γυρίσουν στα σπίτια τους. «Θα χτίσουμε ξανά το Κομπάνι και με τα ίδια μας τα χέρια αν χρειαστεί», λέει μια από τις δασκάλες του καταυλισμού. Γύρω της, αμέτρητα πιτσιρίκια χοροπηδάνε και φωνάζουν συνθήματα. Θα μπορούσαν να είναι τα γειτονόπουλά σου στην παιδική χαρά αν δεν είχαν όλες τους οι ζωγραφιές θέμα τον πόλεμο, αν δεν έφτιαχναν μινιατούρες από τανκς κι αν δεν είχε το καθένα έναν νεκρό αδερφό ή φίλο. «Για τα παιδιά μας, για εμάς τις ίδιες, αλλά κι όλες εσάς πολεμάμε», λέει η Fayza.

«Μας θέλουν σκλάβες! Οι τζιχαντιστές επιχειρούν να μας γυρίσουν 500 χρόνια πίσω. Ξέρουμε ότι οι Ελληνίδες μάς στηρίζουν ηθικά. Σας καλούμε να μη σταματήσετε τη δική σας μάχη στη δική σας χώρα. Εμείς κερδίσαμε έναν ολόκληρο στρατό, πάρτε κουράγιο και πολεμήστε κι εσείς. Τα κοριτσάκια γαλουχούνται με την ιδέα ότι είναι αδύναμα κι εύθραυστα. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα. Είμαστε έξυπνες, ευγενικές και δυναμικές. Δουλεύουμε, καλλιεργούμε, γεννάμε και πολεμάμε. Είμαστε γεμάτες δύναμη».

 Η αλληλεγγύη κρατάει τη ζωή στο Κομπάνι»

Πίσω από κάθε ανθρωπιστική αποστολή βρίσκονται αμέτρητοι άνθρωποι που δουλεύουν ακούραστα επί μήνες για να την υλοποιήσουν. Ζητήσαμε από τέσσερις γυναίκες που συμμετείχαν στην καμπάνια «Η αλληλεγγύη κρατάει τη ζωή στο Κομπάνι» και ταξίδεψαν στο Κουρδιστάν να μας μεταφέρουν τις εντυπώσεις τους.
■ Μυρτώ Μπολώτα, Αλληλεγγύη για όλους:
Προσγειωθήκαμε σε ένα μέρος που μόνο σε φωτογραφίες είχαμε δει. Δεν ξέραμε η μια τη γλώσσα της άλλης κι ανοίξαμε την ψυχή και τα μάτια μας. Στους καταυλισμούς, στο δημαρχείο, στις συναντήσεις, στα χωριά, συνάντησα γυναίκες με βλέμμα ήρεμο, σοβαρό, αποφασισμένο. Το βάσανο της προσφυγιάς παντού παρόν. Μου θύμισαν το «ξερό κουράγιο» μιας άλλης γυναίκας, που πορεύτηκε με ψηλά το κεφάλι τα χρόνια του ’40 και του ’50. Χωρίς πολλά λόγια ή ηρωικές ρητορείες, σχεδόν σιωπηλές. Γυναίκες που ανοίγουν την αγκαλιά τους και πιάνουν το τραγούδι ευχαριστώντας με για το αυτονόητο. Συνάντησα δυνατές γυναίκες παντού.
■ Ελενα Χρηστούλη, αντιδήμαρχος Χαλανδρίου:
Σουρούτς-Κομπάνι, ένα τσιγάρο δρόμος. Σ’ ένα γκριζοκόκκινο άγριο τοπίο, πολύχρωμες γυναίκες με μαύρα μάτια, καθαρό βλέμμα, μεγάλα χαμόγελα, χαραγμένο πόνο κρυμμένο πίσω από ανυπότακτα βλέμματα. Γυναίκες και άντρες με όπλα στους ώμους. Γυναίκες αποφασισμένες να διεκδικήσουν τη ζωή, βουτηγμένες στον θάνατο. Γυναίκες που χάνουν παιδιά και κάνουν παιδιά, αποφασισμένες να μην επιτρέψουν στον σκοταδισμό να ισοπεδώσει τη ζωή τους όπως ισοπέδωσε την πόλη τους. Η αλληλεγγύη από τη μια, η βαρβαρότητα από την άλλη. Διαρχία παντού: δήμαρχοι, αρχηγοί κόμματος, επικεφαλής στρατού, διοικητές μονάδων, άντρες και γυναίκες ισότιμα μοιρασμένοι σε όλες τις μορφές διοίκησης. Κι εγώ, μια Ευρωπαία, μια Ελληνίδα αριστερή, να ντρέπομαι για την κατάσταση στη χώρα μου, για την κατάσταση στην Ευρώπη, σε σχέση με αυτό το «διαφορετικό» είδος ανθρώπου που ονομάζεται γυναίκα.
■ Τζίνα Βογιατζόγλου, ραδιοφωνική παραγωγός:
Η Φαουζία ξύπνησε νωρίς, από μια χαραμάδα της σκηνής που έμπαινε ο ήλιος. Σήμερα είχε τα γενέθλιά της. Εκλεινε τα έξι. Ξανάκλεισε τα μάτια της για να ονειρευτεί πάλι το σπίτι τους στο Κομπάνι, τότε, πριν από τον πόλεμο, τότε που νόμιζε ότι τίποτα δεν αλλάζει. Φέτος καταλάβαινε ότι δεν επρόκειτο να έχει δώρα. Ευτυχώς το βράδυ δεν είχε βρέξει κι έτσι οι κουβέρτες που κοιμόντουσαν ήταν στεγνές. Αρχισε να ετοιμάζεται για το σχολείο. Εδώ στον καταυλισμό το σχολείο ήταν η διπλανή σκηνή. Τελευταία άφησε τα μαλλιά της. Η μαμά της της έλεγε ότι ακόμα και τις ημέρες που πολεμούσε στο Κομπάνι χτένιζε με την ίδια προσοχή τα μαλλιά της. Καθάρισε τις ψείρες απ’ τη χτένα της και τα μάζεψε ψηλά στο κεφάλι της με το κοκαλάκι της. Τότε μπήκε μέσα στη σκηνή η μαμά της, την αγκάλιασε σφιχτά, τη φίλησε και της έδωσε το δώρο της. Δεν την είχε ξεχάσει. Μα, πού βρήκε δώρο; Ενα ζευγάρι καθαρά μαύρα λουστρίνια, που ταίριαζαν απόλυτα στα πόδια της. Τα φόρεσε κι έφυγε τρέχοντας για το σχολείο. Οταν τα έβγαλε πριν μπει στη σκηνή και τα τοποθέτησε δίπλα στα ταλαιπωρημένα παπούτσια των υπόλοιπων παιδιών, αισθάνθηκε λίγη ντροπή που τα δικά της παπούτσια ήταν τόσο ωραία, τόσο καθαρά. Αλλά, συγχρόνως, μια μεγάλη ελπίδα γέμισε την καρδιά της. Του χρόνου που θα είμαστε στο Κομπάνι, όλα τα παιδιά θα έχουν καινούργια παπούτσια...
Χαρά Ματσούκα, Κοινωνικό Ιατρείο Αθήνας:
Στο μυαλό και στα μάτια μου κυριαρχούν το χρώμα και τα έντονα βλέμματα. Τρεις Κούρδισσες με τα πολύχρωμα μαντίλια τους, με πρόσωπα καθαρά, με κοιτάζουν γελαστές, όμορφες. Βγαίνουμε μαζί φωτογραφία, τη βλέπω και την ξαναβλέπω από τότε κάθε τόσο. Η μία με αγκαλιάζει και κουνάει το κεφάλι. Δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα, σε τι γλώσσα άλλωστε, τα έχουμε πει όλα με εκείνο το άγγιγμα. Και ένα κορίτσι γύρω στα δεκατρία με σκουφάκι και παντοφλίτσες μέσα στο κρύο, μας ακολουθεί σε όλη την περιοδεία στον καταυλισμό με ένα θλιμμένο χαμόγελο. Ενα παιδί που μεγάλωσε πριν την ώρα του! Η εικόνα του με ακολουθεί παντού… Οι γυναίκες της Ροζάβα αποπνέουν αξιοπρέπεια, δύναμη και ελπίδα για το ξαναχτίσιμο μιας διαλυμένης χώρας. Είμαστε όλες μαζί τους!