Η προαναγγελία παγώματος (όχι τερματισμού) του South Stream σκοπεύει στην ενεργοποίηση των αντανακλαστικών των κρατών-μελών της Ε.Ε. (Αυστρία, Ουγγαρία, Σλοβενία) που θεωρούν το εν λόγω έργο κομβικό για τις εθνικές τους οικονομίες. Εκτιμά, έτσι, ότι οι Βρυξέλλες είτε θα υποχρεωθούν σε αναδίπλωση είτε θα αναγκαστούν να φανερώσουν τους πραγματικούς λόγους αντίθεσής τους, που είναι βαθιά πολιτικοί. Σε αυτήν την περίπτωση θα είναι εκτεθειμένες έναντι των ευρωπαϊκών ηγεσιών, ενώ κάλλιστα μπορούν να κατηγορηθούν για δύο μέτρα και σταθμά στην πολιτική τους (εξ ου και η αναφορά της ρωσικής πλευράς στον Nord Stream, ο οποίος υλοποιήθηκε παρά τις αντιδράσεις, χάρη στη γερμανική επιμονή). Ασφαλώς, αυτή η σύγχυση βολεύει τη Μόσχα, καθώς από τη μία καταδεικνύεται η καθοριστική σημασία της για την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια (ειδικά ενόσω βαίνει μειούμενη), αφετέρου μεταθέτει τη συζήτηση από τις ευθύνες της για την κρίση στην Ουκρανία στις δυσμενείς συνέπειες που έχει η πεισματική άρνηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην υλοποίηση του South Stream, κόντρα στις επιθυμίες συγκεκριμένων κρατών-μελών, των οποίων η εξάρτηση θα τις ζημιώσει οικονομικά.
Από την άλλη, η επιλογή της Τουρκίας ως διαμετακομιστικού κόμβου μοιάζει ακατανόητη. Ενώ υποτίθεται ότι η Ρωσία πασχίζει να διαφοροποιήσει τις οδεύσεις με την παράκαμψη της Ουκρανίας, ενδυναμώνει περαιτέρω τη θέση της Αγκυρας ως ενεργειακού πνεύμονα της Ε.Ε. Εκμεταλλεύεται μεν την αποστασιοποίηση της γείτονος από τη Δύση, αλλά συνάμα δεσμεύεται η ίδια από μία χώρα δύστροπη, απαιτητική και εντέλει απρόβλεπτη για τα ρωσικά συμφέροντα. Συνεπώς, μία κίνηση που υποτίθεται ότι την ισχυροποιεί διαπραγματευτικά, ασκώντας τακτικιστική πίεση στην Ε.Ε., αν λάβει σάρκα και οστά, θα μετατραπεί σε στρατηγικό μπούμερανγκ. Εκτός εάν ο πραγματικός στόχος είναι η τροφοδοσία της τουρκικής αγοράς σε μια περίοδο που η Αγκυρα δυσκολεύεται να βρει πρόθυμους προμηθευτές. Η δε -απροσδιόριστη επί του παρόντος- εμπλοκή της χώρας μας εν αγνοία της, πέρα από αδόκιμη, καταδεικνύει και την ανεπαρκή προετοιμασία, αν όχι το ελλειμματικό περιεχόμενο της ρωσικής πρότασης.
* Ο δρ Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.